Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2019

Χωρισμός κράτους – εκκλησίας: Ώριμος και αναγκαίος -Νίκος Φίλης στο Documento



O μακαρίτης Παναγιώτης Ζέπος, καθηγητής Νομικής και υπουργός Παιδείας στην πρώτη μεταπολιτευτική κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή (1974-1976), κατά την ψήφιση του συντάγματος του 1975 είχε πει: «Ο χωρισμός κράτους – εκκλησίας είναι ορθότερος, όμως ας τον αφήσουμε για αργότερα». Πώς να συγκριθεί ένας φιλελεύθερος του 1975 με έναν νεοφιλελεύθερο του 2019, τη στιγμή που ο δεύτερος δεν κρίνει καν ορθό τον χωρισμό; Χάσμα που δείχνει γιατί αυτό το «αργότερα» κρατάει 44 χρόνια· και απ’ ό,τι φαίνεται, θα κρατήσει μερικά ακόμη.
Είναι σήμερα οι συνθήκες ώριμες για τον χωρισμό; Το ερώτημα τέθηκε άλλη μια φορά με αφορμή την αναθεώρηση του συντάγματος και η απάντηση είναι «απολύτως». Το υποδεικνύουν δημοσκοπήσεις, συζητήσεις και ο επιστημονικός διάλογος. Δεν συμφωνεί όμως σύσσωμη η ΝΔ – και παραδόξως η Ιεραρχία. Και αν τα στελέχη της κυβέρνησης και οι βουλευτές της ΝΔ υπακούουν σε ανόητους μικροπολιτικούς κανόνες, τι κάνει ιεράρχες να αντιδρούν;
Το επισημαίνω γιατί πιστεύω ότι ο χωρισμός θα ωφελήσει την ίδια την εκκλησία. Θα τη βοηθήσει να ανασυγκροτηθεί στηριγμένη στις πνευματικές δυνάμεις της, στη βάση του ευαγγελικού νοήματος και σκοπού που οφείλει να διέπει τον λόγο και να χαρακτηρίζει τη φυσιογνωμία της, με διασφάλιση της νομιμότητας, χωρίς κρατικές επεμβάσεις, χωρίς φονταμενταλιστικές και ζηλωτικές εκφράσεις. Να κερδίσει πιστούς χάρη στον λόγο που κηρύττει και στις πράξεις της και όχι επειδή είναι «κρατική» θρησκεία.
Πρωτίστως βέβαια ο χωρισμός θα αναβαθμίσει και θα θωρακίσει τη δημοκρατία μας, αφού θα κατοχυρώσει για λογαριασμό των πολιτών με τον πλέον τελεσίδικο τρόπο την –βασική– ελευθερία στις θρησκευτικές πεποιθήσεις. Το δικαίωμα καθενός από μας να θρησκεύεται όπως θέλει, σε όποιο βαθμό νιώθει έτοιμος να το πράξει – ή και καθόλου. Από τη στιγμή που επιτυγχάνεται ο χωρισμός και παύει να εκχωρείται σε κάποια μορφή θρησκευτικότητας υπεροχή σε βάρος άλλης, θεσπίζεται στην πράξη το αυτονόητο: άλλη είναι η ιδιότητα του πιστού και άλλη του πολίτη, ακόμη κι όταν αναφερόμαστε στο ίδιο πρόσωπο.
Ο χωρισμός όμως κράτους – εκκλησίας, ώριμος επαναλαμβάνω από πλευράς λαϊκής αποδοχής, είναι σήμερα και αναγκαίος: σε ορισμένες γωνιές της Ευρώπης παρατηρούμε μια «επιστροφή» της θρησκείας με διεκδίκηση πολιτικής παρέμβασης. Πρόκειται για έναν νέο φονταμενταλισμό σε όλες τις εκδοχές του, σε όλες τις θρησκείες και τα δόγματα, αλλού περισσότερο έντονο –και άρα αντιληπτό και ορατό– και αλλού λιγότερο. Εξίσου επίμονο και βλαπτικό πάντως. Κι αντίθετα από ό,τι επιχειρούν να μας κάνουν να πιστέψουμε κάποιοι αρθρογράφοι και αναλυτές, τα δεινά αυτά δεν αφορούν μόνο τους «άλλους». Αν όμως θέλουμε να τα καταπολεμήσουμε σε εκείνους, δεν
Γιατί όμως ο χωρισμός δεν φαίνεται να προχωρά στην Ελλάδα ούτε σε αυτή την αναθεώρηση; Γιατί άλλοι διστάζουν, φοβούμενοι την αντίδραση ιεραρχών ή μερίδας της κοινής γνώμης, και άλλοι (χειρότεροι, προφανώς) λογαριάζουν το μικροπολιτικό κέρδος στις κάλπες. Ψηφοθηρούν στο όνομα της εκκλησίας, διαδίδοντας ότι ο χωρισμός των... αριστερών τη στοχοποιεί, παραπλανώντας έτσι βάναυσα τους πιστούς. Αποδεικνύουν πόσο λίγο σέβονται την ίδια την εκκλησία, πόσο λίγο στην πραγματικότητα υπολογίζουν τον δυναμισμό και τον πνευματικό της ρόλο.
Αν κάποτε, στα πρώτα χρόνια μετά την επανάσταση του 1821, η ταύτιση κράτους και εκκλησίας δικαιολογούνταν μερικώς, σήμερα, σε μια εκκοσμικευμένη κοινωνία, είναι απαράδεκτο να επιβιώνει. Ο ΣΥΡΙΖΑ στο μέρος αυτό της αναθεώρησης στάθηκε άτολμος. Η Αριστερά και κάθε προοδευτικός και φιλελεύθερος πολίτης οφείλουν με επιχειρήματα να μιλήσουν και να πείσουν για την ανάγκη συνταγματικής επίλυσης του θέματος αυτού το ταχύτερο, αλλά και να αγωνιστούν στο μεταξύ για την οριστική εκκοσμίκευση της κοινωνίας σε κάθε της έκφραση, από σήμερα.

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2019

Αλ. Χαρίτσης: Πόσο θράσος πια κ. Μητσοτάκη;



«Η κυβέρνηση που παρέλαβε το 2015 μια χρεοκοπημένη οικονομία και το 2019 παρέδωσε μια οικονομία με δέκα συνεχόμενα τρίμηνα ανάπτυξης και με μείωση της ανεργίας κατά 10 μονάδες είναι απίστευτα ανίκανη»

Για θράσος εγκαλεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Χαρίτσης, με αφορμή τη συνέντευξη του πρωθυπουργού στη γερμανική Handelsblatt.
Όπως σημειώνει ο Αλ. Χαρίτσης, στη συνέντευξή του ο Κ. Μητσοτάκης αναφέρει επί λέξει:
"Ήταν απίστευτος ο βαθμός ανικανότητας που επέδειξαν κατά τη διακυβέρνησή τους. [Η κυβέρνηση ΣΥ.ΡΙΖ.Α.] ήταν μια οδυνηρή εμπειρία και κόστισε στη χώρα μας μια περιουσία».
«Μάλιστα. Η κυβέρνηση που παρέλαβε το 2015 μια χρεοκοπημένη οικονομία και το 2019 παρέδωσε μια οικονομία με δέκα συνεχόμενα τρίμηνα ανάπτυξης και με μείωση της ανεργίας κατά 10 μονάδες είναι απίστευτα ανίκανη. Και τολμάει να το ισχυριστεί αυτό ο επικεφαλής της παράταξης που οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία και την κοινωνία σε απόγνωση.
Πόσο θράσος πια κ. Μητσοτάκη;» τονίζει ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ.

Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2019

Τυχοδιώκτες και επικίνδυνοι (από την ΑΥΓΗ)

 Αποτέλεσμα εικόνας για εικόνες ΜΑΤ

Οι ανάγκες διαχείρισης της προσφυγικής κρίσης δημιουργούν σοβαρά εσωτερικά προβλήματα στο κυβερνητικό κόμμα, το οποίο προεκλογικά είχε δεσμευτεί απέναντι στην εκλογική του βάση με μια ακροδεξιά λαϊκιστική ρητορική.

 Στο μέτωπο της Novartis, νέα στοιχεία βγαίνουν στο φως καταρρίπτοντας την επίσημη γραμμή της Ν.Δ. ότι πρόκειται περί σκευωρίας. Η επιδίωξη της παραγραφής και οι σχετικές μεθοδεύσεις δημιουργούν σοβαρό πολιτικό κόστος στην κυβέρνηση και οι ισορροπίες ανάμεσα στον Κ. Μητσοτάκη και στην ομάδα Σαμαρά γίνονται ολοένα και πιο εύθραυστες.

Στα οικονομικά, η μεσαία τάξη αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι εξαπατήθηκε, καθώς ο κύριος όγκος των ελαφρύνσεων στοχεύει στους οικονομικά ισχυρούς, ενώ έρχονται αυξήσεις στις ασφαλιστικές εισφορές για τους ελεύθερους επαγγελματίες.

Για να ξεφύγει από αυτή τη δύσκολη κατάσταση, η κυβέρνηση δραπετεύει από την πολιτική ατζέντα και καταφεύγει στη συνταγή «τάξις και ασφάλεια». Η αδικαιολόγητη βία και η προκλητική στάση των αστυνομικών αρχών -με πιο κραυγαλέο παράδειγμα το αστυνομικό μπλόκο σε κέντρο διασκέδασης και την απρόκλητη επίθεση εναντίον φοιτητών της ΑΣΟΕΕ- παράγει γεγονότα τα οποία η κυβέρνηση, με τη βοήθεια των πρόθυμων ΜΜΕ, επιχειρεί να εκμεταλλευτεί πολιτικά. Βασική της επιδίωξη είναι να συσπειρωθεί η συντηρητική βάση της κοινωνίας, να κατευναστεί η ακροδεξιά πτέρυγα του κόμματος και να στοχοποιηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ ως πολιτική δύναμη που ευνοεί την «ανομία».

Είναι μια τακτική τυχοδιωκτική και επικίνδυνη. Κάποιοι θεωρούν ότι κερδίζουν οξύνοντας το κοινωνικό κλίμα και ρίχνοντας λάδι στη φωτιά. Και θεωρούν ότι έχουν δικαίωμα να παίζουν παιχνίδια με την κοινωνική ειρήνη και τη δημοκρατία για να απεμπλακούν από τα πολιτικά τους αδιέξοδα. Γι' αυτό τα μάτια μας ανοιχτά.