Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2009
Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2009
Πάρτε μαζί σας νερό…..το μέλλον έχει πολύ ξηρασία
Ψηφίζουμε ΣΥΡΙΖΑ, αναμφίβολα,
αλλά ποιον ΣΥΡΙΖΑ;
Πάρτε μαζί σας νερό…..το μέλλον έχει πολύ ξηρασία
Μιχάλης Κατσαρός
Είναι νωπά ακόμη τα αποτελέσματα των εκλογών σε Γερμανία και Πορτογαλία και τα πρώτα συμπεράσματα μπορούν να βγουν. Στη Γερμανία αρχίζει και υπάρχει ξανά η Αριστερά έπειτα από τις δεκαετίες του 60 και 70, τα λευκά κελιά και τη πτώση του Τείχους. Στην Πορτογαλία αρχίζει να υπάρχει μια αντισυστημική και συνάμα ρεαλιστική αριστερά ύστερα από τις «φιλόδοξες» και εκσυγχρονιστικές παρεμβάσεις των πολιτικών δυνάμεων του συστήματος που οδήγησαν την οικονομία της σε αυτό που θα γίνει αργότερα γνωστό σε όλη την Ευρώπη ως «Λισαβονοποίηση». Και στις δύο χώρες εξελίσσεται θετικά, μέχρις στιγμής, ένα ενωτικό αλλά και με αρκετά στοιχεία υπέρβασης των επί μέρους κομματικών ταυτοτήτων, πολιτικό πείραμα.
Σε μια ευρωπαϊκή ένωση, όπου η σοσιαλδημοκρατία της καπιταλιστικής ρύθμισης βυθίζεται όλο και περισσότερο στην κρίση της, όπου οι Οικολόγοι Πράσινοι μετακινούνται συνεχώς προς τα κεντροδεξιά του πολιτικού φάσματος και οι απόγονοι του παραδοσιακού ευρωπαϊκού αριστερισμού δεν ξεπερνούν τα πολύ στενά όρια ανάπτυξης τους, οι ενωτικές προσπάθειες σε Γερμανία και Πορτογαλία δείχνουν να έχουν πιάσει το νήμα κάποιας σοβαρής επιστροφής της αριστερής πολιτικής στο προσκήνιο της ιστορίας.
Ισχυριζόμαστε ότι αυτή η επιστροφή της αριστερής πολιτικής στο προσκήνιο της ιστορίας αποτέλεσε το «Κεκτημένο – ΣΥΡΙΖΑ» των δύο προηγούμενων χρόνων και στην Ελλάδα. Ισχυριζόμαστε ότι αυτό το «Κεκτημένο» επιτεύχθηκε, παρά την ισχνή οργανωτική, πολιτική και ιδεολογική συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ, φανερώνοντας τη «δίψα» της κοινωνίας για νέου είδους πολιτική που να απαντάει σε ανάγκες και όχι σε ιδιοτέλειες. Ο ΣΥΡΙΖΑ δημιουργήθηκε χάρη στην απήχηση που είχε το Κοινωνικό Φόρουμ, που αποτέλεσε την πρώτη σοβαρή κινηματική απάντηση, σε παγκόσμιο επίπεδο, στη νεοφιλελεύθερη πειθαρχία που επιβάλλουν οι αγορές και στο There is no Alternative της Θάτσερ, του Ρήγκαν, του Μπους και του Μπλερ.
Αυτό το «Κεκτημένο» σήμερα κινδυνεύει, όχι από το νεοφιλελευθερισμό, τον Καραμανλή ή τον Παπανδρέου, αλλά από εκείνες τις συνιστώσες του εγχειρήματος που είτε αδυνατούν να καταλάβουν τις προοπτικές που τους ανοίγονται, είτε εμμένουν στενοκέφαλα και απολυταρχικά στην υπεράσπιση ταυτοτήτων που ιστορικά έχουν τερματίσει τον ρόλο τους και πολιτικά έχουν ηττηθεί. Κινδυνεύει από την απομάκρυνση του συνόλου της ηγεσίας του από τις διαθέσεις της βάσης, από την υπονόμευση των κοινωνικών αναφορών του εγχειρήματος από μηχανισμούς νομής διαφόρων μικροεξουσιών. Κινδυνεύει από την υπονόμευση του πολιτικού του λόγου από επικοινωνιακά τερτίπια, από την αντικατάσταση των αγώνων του από έναν αποδεκτό, υποτίθεται, τηλεοπτικό κώδικα. Κινδυνεύει η αριστερή ιδιοσυστασία των προσώπων του από την επαγγελματοποίηση της πολιτικής, κινδυνεύουν οι σχέσεις εκπροσώπησης του από ένα ιδιότυπο κόμμα – στούντιο με πρωταγωνιστές κάποιους τηλεαστέρες.
Το πώς συγκεντρώθηκαν όλοι αυτοί οι αρνητικοί παράγοντες και κυρίως πώς δρουν από κοινού για να διαλύσουν ό,τι οικοδομήθηκε τα τελευταία χρόνια μένει να το δούμε αμέσως μετά τις εκλογές, αλλά και να συγκρουστούμε μαζί τους.
Όλοι εμείς, γυναίκες και άντρες που παλέψαμε τα τελευταία χρόνια μέσα από τις γραμμές του ΣΥΡΙΖΑ Αγίας Παρασκευής,
- Σε αυτές τις εκλογές θα είμαστε μεροληπτικοί. Είμαστε με τα θύματα της κρίσης: τους ανέργους, τους εργαζόμενους της επισφάλειας, τους νέους χωρίς προοπτική. Αυτό απαιτούν οι συνθήκες, αυτό επέβαλλαν οι εξελίξεις, αυτό έχει ανάγκη η κοινωνία.
- Ψηφίζουμε ΣΥΡΙΖΑ, για να διασώσουμε αυτό το «Κεκτημένο», αλλά και για να το προχωρήσουμε.
- Ψηφίζουμε ΣΥΡΙΖΑ όχι για να μπει απλά στη Βουλή, άνευ όρων, στο όνομα μιας υποτίθεται απαραίτητης «πολυχρωμίας» που πρέπει να διαθέτουν τα κοινοβουλευτικά έδρανα, αλλά ακριβώς για να μπει στη Βουλή με όρους συγκρότησης μιας ριζοσπαστικής και ταξικής αριστεράς του μέλλοντος.
- Ψηφίζουμε ΣΥΡΙΖΑ όχι στο πλαίσιο μιας ψευδεπίγραφης ενότητας που διαρκεί ακριβώς όσο η προεκλογική περίοδος αλλά ακριβώς γιατί πιστεύουμε ότι πρέπει να ενισχυθούν εκείνες οι δυνάμεις μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ που θα ανταποκριθούν στην ιστορική του προοπτική.
Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2009
Με αφορμή το debate (Χρήστος Βαλλιάνος)
Η παρακολούθηση του debate μεταξύ των έξι πολιτικών ηγετών με παρακίνησε σε κάποιες σκέψεις που ωστόσο δεν αφορούν καθόλου την εκλογομαχία.
Αφορμή για τις σκέψεις ήταν το γεγονός ότι η γραμματέας του ΚΚΕ φαίνεται ότι έχει κατοχυρώσει πλέον το αποκλειστικής εκπροσώπησης και χρήσης ενός λεξιλογίου (καπιταλισμός, ταξική εκμετάλλευση, αστική τάξη, εργατική αριστοκρατία, κλπ) που παραπέμπει στην εξ ίσου αποκλειστική κατοχή μιας ιδιαίτερης θεωρίας: του μαρξισμού: Το ΚΚΕ εμφανίζεται ως ένα ξεχωριστό κόμμα, το κόμμα της εργατικής τάξης, την οποία εκπροσωπεί εργολαβικά, και μοναδικός και αυθεντικός κάτοχος μιας θεωρίας, του μαρξισμού, εκ της οποίας πηγάζουν οι πολιτικές του θέσεις, που γι’ αυτό και μόνο είναι απόλυτα σεβαστές.
Όσο αυτονόητο φαίνεται το γεγονός αυτό σε κάποιους δημοσιογράφους και «αναλυτές», που σπεύδουν κάθε φορά να υπογραμμίσουν τη συνέπεια της πολιτικής στάσης του ΚΚΕ σε σχέση με τη γενικότερη φιλοσοφική του θεώρηση κλπ, τόσο για κάποιος άλλους, αμετανόητους αριστερούς η εικόνα αυτή φαντάζει τραγική, ή ακόμα και ιλαροτραγική: Και πώς να μην είναι έτσι; Σκεφτείτε μόνο ότι το κόμμα που μιλάει για τον καπιταλισμό και την ταξική εκμετάλλευση είναι αυτό που έχει ως στρατηγικό στόχο τον σοβιετικού τύπου κρατικό καπιταλισμό!
Βεβαίως, η άνετη χρήση ενός μαρξιστικού λεξιλογίου από τη γραμματέα του ΚΚΕ δεν σημαίνει τίποτα σε σχέση με το μαρξισμό του ΚΚΕ. Είναι γνωστό ότι αυτό που το ΚΚΕ θεωρεί μαρξισμό είναι μια φτηνή καρικατούρα της θεωρίας του Μαρξ. Η αναφορά στην εκμετάλλευση και το μονοπωλιακό καπιταλισμό δεν το εμποδίζει τελικά από το να σχηματίζει μια εικόνα της ελληνικής κοινωνίας που βρίσκεται σε εμφανή αναντιστοιχία με την ίδια την πραγματικότητα: Ας θυμηθούμε μόνο τη άποψη της Α. Παπαρήγα στο debate των αρχηγών, που θεωρεί ότι οι επιχειρήσεις παρεμβαίνουν στις πανεπιστημιακές σπουδές επιδιώκοντας την αποβλάκωση των φοιτητών!
Νομίζω ότι η εκτός ΚΚΕ Αριστερά κουβαλάει, από την εποχή της ΕΔΑ, μια «συμμετρική» παράδοση. Είναι η παράδοση της άρνησης της συλλογικής οικειοποίησης του μαρξισμού, η παράδοση της αποκλειστικά πολιτικής ενότητας, στο όνομα της απόρριψης της μοναδικής ορθοδοξίας, της χωρίς παρωπίδες αξιοποίησης της οποιασδήποτε θεωρητικής συμβολής, ακόμα και εκείνων που δηλώνουν ξένες προς το μαρξισμό, αλλά και μιας άλλης, υποδόριας αντίληψης, σύμφωνα με την οποία ο πολιτικός αγώνας είναι μια πρακτική, άμεσα αναγνωρίσιμη υπόθεση, για την οποία η θεωρητική ανάλυση είναι περίπου περιττή πολυτέλεια. Ανεξάρτητα από τις μεταξύ τους διαφορές, μ’ αυτή τη λογική χτίστηκε η ΕΔΑ, πολύ αργότερα ο ΣΥΝ, αλλά και τελευταία ο ΣΥΡΙΖΑ.
Υπάρχει κάποιο πρόβλημα σε σχέση μ’ αυτό: Φοβάμαι ότι το πρόβλημα είναι πολύ σοβαρότερο από το ότι άθελά μας, εκχωρήσαμε στον κληρονόμο της σταλινικής παράδοσης το δικαίωμα να εμφανίζεται ως ο μοναδικός και αδιαφιλονίκητος εισηγητής της μαρξιστικής θεωρίας. Πρόκειται μάλλον για το ότι μπροστά στα μεγάλα κομβικά προβλήματα του κράτους, του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος, της κρίσης, βρεθήκαμε χωρίς πυξίδα. Για να το διατυπώσω διαφορετικά, βεβαίως δεν έχει νόημα να συναγωνιζόμαστε το ΚΚΕ στο ποιος θα χρησιμοποιεί την πιο προχωρημένη μαρξιστική ή μαρξίζουσα ορολογία σ’ ένα δημόσιο διάλογο. Αν όμως μας ενδιαφέρει να αντιμετωπίσουμε την πολιτική όχι ως μια σύγκρουση κομμάτων για την υφαρπαγή ψήφων, αλλά ως μια σύγκρουση που αναπαράγει το χωρισμό της κοινωνίας σε αντίπαλα «στρατόπεδα», μια σύγκρουση επομένως που δεν αφορά την «πολιτική σκηνή», αλλά την ίδια της κίνηση της κοινωνίας, η «συνάντησή» μας με τη μαρξιστική θεωρία, και τελικά η υπέρβαση αυτής της ελάχιστης πολιτικής ενότητας, στην κατεύθυνση μιας ενότητας με ιδεολογικά και στρατηγικά χαρακτηριστικά, είναι μια επείγουσα ανάγκη.
Χρήστος Βαλλιάνος
Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2009
ΤΑ ΑΝΑΠΑΝΤΗΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΔΕΘ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ
ΤΑ ΑΝΑΠΑΝΤΗΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΔΕΘ
ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ
Συνέντευξη Τύπου έδωσαν σήμερα ο Πρόεδρος του ΣΥΝ Αλ. Τσίπρας, ο Γ. Δραγασάκης, υπεύθυνος της Επιτροπής Πολιτικού Σχεδιασμού και ΜΜΕ και ο Αντ. Νταβανέλος, εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ με θέμα «Τα αναπάντητα ερωτήματα από τη Δ.Ε.Θ. και οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ»
O Πρόεδρος του ΣΥΝ Αλ. Τσίπρας στην εισήγησή του τόνισε:
«Όσο και αν γίνεται μια τιτάνια προσπάθεια από τα Μέσα Ενημέρωσης να κάνουν το ψάρι κρέας, η αλήθεια δεν μπορεί να κρυφτεί.
Και η αλήθεια είναι ότι στη ΔΕΘ τόσο ο κ. Καραμανλής όσο και ο κ. Παπανδρέου παρουσίασαν προγράμματα σκληρής λιτότητας που ρίχνουν το κύριο βάρος της κρίσης στους οικονομικά ασθενέστερους και ενισχύουν τις ανισότητες στη διανομή του παραγόμενου πλούτου υπέρ των δυνάμεων του κεφαλαίου, όπως ακριβώς αξιώνουν «κύκλοι» τις αγοράς και επιβάλει το Σύμφωνο Σταθερότητας.
Η διαφορά ήταν ότι ενώ ο κ. Καραμανλής παρουσίασε το πακέτο των κοινωνικά ανάλγητων μέτρων του χωρίς περιτύλιγμα, ο κ. Παπανδρέου παρουσίασε το δικό του πρόγραμμα με περιτύλιγμα συμπόνιας.
Είναι φανερό ότι το ΠΑΣΟΚ και ο κ. Παπανδρέου, σε πολλές περιπτώσεις, δανείζεται τις λέξεις μας αλλά όχι τις προτάσεις μας
Το βασικό ερώτημα που και ο πρωθυπουργός και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης άφησαν αναπάντητο στη ΔΕΘ, είναι το ερώτημα που ο ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να αναδείξει όλο το προηγούμενο διάστημα και έχει θέσει στο κέντρο της προεκλογικής του εκστρατείας:
Με ποιον τρόπο θα θωρακιστεί η μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας μας απέναντι στην κρίση, πώς θα ορθώσουμε μια ασπίδα κοινωνικής προστασίας και αλληλεγγύης για τους οικονομικά ασθενέστερους;
Και για να το κάνω πιο συγκεκριμένο:
Είναι εφικτό να έχουμε έξοδο από την κρίση χωρίς προστασία της απασχόλησης, χωρίς πρόγραμμα νέων θέσεων εργασίας, χωρίς αποτελεσματική καταπολέμηση της ανεργίας και της ελαστικής εργασίας;
Εμείς λέμε όχι.
Διότι έξοδος από την κρίση δε σημαίνει να διασφαλίσουν τα κέρδη τους οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι και οι τράπεζες, αλλά να διασφαλιστεί η εργασία και το εισόδημα, να κατοχυρωθεί ένα πλαίσιο κοινωνικής προστασίας.
Πρέπει να γίνει καθαρό. Σε περίοδο κρίσης δε μπορεί να είναι όλοι κερδισμένοι. Δε μπορεί να είναι ευχαριστημένοι και όσοι θησαύρισαν την προηγούμενη περίοδο και όσοι βρέθηκαν να πληρώνουν το κόστος της κρίσης. Κάποιος λοιπόν, πρέπει να επωμιστεί το κόστος.
Το βασικό ερώτημα είναι από ποιων την τσέπη θα βγουν τα λεφτά που θα καλύψουν ελλείμματα και χρέη.
Από ό,τι ακούμε, διαβάζουμε, μαθαίνουμε, επιχειρηματίες, τράπεζες, ξένες αγορές είναι απολύτως ευχαριστημένοι με την προοπτική μιας ανώδυνης δικομματικής εναλλαγής.
Μήπως λοιπόν οι εργαζόμενοι δεν έχουν τίποτα να περιμένουν;
Επιτρέψτε μου να θέσω μια σειρά από ερωτήματα που δημιουργήθηκαν από την εμφάνιση στη ΔΕΘ, του κ. Καραμανλή και του κ. Παπανδρέου σε βασικούς άξονες πολιτικής.
Πιο συγκεκριμένα:
1) Εισοδήματα.
Η Νέα Δημοκρατία προαναγγέλλει «πάγωμα» μισθών, ενώ το ΠΑΣΟΚ από την άλλη, εκμεταλλευόμενο τον χαμηλότερο πληθωρισμό της ελληνικής οικονομίας, προαναγγέλλει αυξήσεις στο ύψος του πληθωρισμού.
Προαναγγέλλει επί της ουσίας ένα τριετές πρόγραμμα λιτότητας, τη στιγμή που θεωρεί ως προοδευτική πρόταση την αύξηση του βασικού μισθού ενός αποφοίτου υποχρεωτικής εκπαίδευσης κατά 30 λεπτά την ημέρα.
Θυμίζουμε ότι οι συνδικαλιστικές ηγεσίες της ΓΣΕΕ, δηλαδή η ΠΑΣΚΕ και η ΔΑΚΕ, υπέγραψαν την επαίσχυντη Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας που προβλέπει αυξήσεις 80 λεπτών την ημέρα.
Στην ουσία και οι δύο προτείνουν μια τελείως παράλογη εισοδηματική πολιτική σε περίοδο κρίσης, ακόμα και για «ορθόδοξους» οικονομολόγους.
Ρωτάμε λοιπόν:
Πώς είναι δυνατόν να ξεφύγει η οικονομία από την κρίση αν δεν ενισχυθούν τα πραγματικά εισοδήματα, ώστε να ενισχυθεί η κατανάλωση και με αυτό τον τρόπο να τονωθεί η οικονομική δραστηριότητα;
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει προτείνει νομοθετική ρύθμιση για διορθωτικό ποσό στον κατώτατο μισθό, 200 ευρώ το τρέχον έτος συν 100 ευρώ το επόμενο, ώστε ο κατώτατος μισθός να πλησιάσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
2) Ανεργία
Τη στιγμή που η ανεργία καλπάζει, μεσούσης της κρίσης (8,6% τον Ιούνιο), ενώ μαζί με την «κρυφή» ανεργία, οι άνεργοι εκτιμώνται στους 1,1 εκατομμύρια, δεν ακούστηκε κανένας προγραμματισμός από τα δύο κόμματα για το πώς θα αυξηθούν οι θέσεις εργασίας σε περίοδο κρίσης.
Η μόνη αναφορά του Γ. Παπανδρέου σε πολιτική για την μείωση της ανεργίας ήταν η επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών των νέων για μια τετραετία.
Με αυτό το μέτρο, που στην ουσία αποτελεί ένα ακόμη δώρο για την εργοδοσία, δεν καταπολεμάται σε καμία περίπτωση η ανεργία αφού στην ουσία, οι εργοδότες θα προτιμούν νέους εργαζομένους από τους μεγαλύτερος και έτσι απλά θα μετακυλύεται ηλικιακά η ανεργία. Ρωτάμε λοιπόν να μάθουμε:
Με ποιον συγκεκριμένο τρόπο τα δύο μεγάλα κόμματα σκοπεύουν να αντιμετωπίσουν την καλπάζουσα ανεργία;
Ο ΣΥΡΙΖΑ θέτει ξεκάθαρα ως στόχο τη δημιουργία 100.000 θέσεων εργασίας ετησίως για μια πενταετία μέσω κάλυψης των χιλιάδων οργανικών κενών στην εκπαίδευση, στην υγεία στην πρόνοια και μέσω της αύξησης των δημόσιων επενδύσεων.
3) Εργασία
Ο κ. Παπανδρέου στην ομιλία του στη ΔΕΘ έκανε αναφορά σε «εργασιακό μεσαίωνα» περιγράφοντας τις εργασιακές σχέσεις. Αυτό που ξέχασε βέβαια να αναφέρει είναι ότι αυτός ο εργασιακός μεσαίωνας, που όντως υπάρχει, είναι δημιούργημα μιας σειράς νομοθετημάτων τόσο των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ όσο και της ΝΔ. Ρωτάμε λοιπόν:
Θα καταργήσουν κάποιον από τους νόμους που έχουν καταντήσει την ελληνική αγορά εργασίας την πιο ευέλικτη στην Ευρώπη:
• Το ν. 2639/98 του ΠΑΣΟΚ που επεκτείνει τη μερική απασχόληση στο δημόσιο τομέα;
• Το ν. 2874/2000, επίσης του ΠΑΣΟΚ, που θεσπίζει την αύξηση του ορίου απολύσεων και την περαιτέρω διευθέτηση του χρόνου εργασίας;
• Το ν. 2956/2001 επίσης του ΠΑΣΟΚ που καθιερώνει τη δημιουργία εταιριών που υπενοικιάζουν εργαζόμενους σε άλλες επιχειρήσεις; Να υπενθυμίσουμε σε αυτό το σημείο πως η «υπόθεση Κούνεβα» είναι προϊόν αυτού του νόμου.
• Τους ν. 3385/2005 και 3429/2005 της Νέας Δημοκρατίας που απορρυθμίζουν πλήρως την αγορά εργασίας τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα;
Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει την κατάργηση των παραπάνω νόμων.
4) Στρατιωτικοί εξοπλισμοί
Ούτε ο κ. Καραμανλής ούτε ο κ. Παπανδρέου έκαναν την παραμικρή αναφορά σε μείωση των στρατιωτικών εξοπλισμών. Η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα στην Ευρώπη και 13η στον κόσμο σε στρατιωτικές δαπάνες με 4,1% του ΑΕΠ.
Ενώ είναι πρώτη στην Ευρώπη και 5η στον κόσμο σε στρατιωτικούς εξοπλισμούς για την περίοδο 2004-2008. Και όλα αυτά την στιγμή που υπολείπεται σημαντικά σε δαπάνες για την παιδεία, την υγεία και την προστασία του περιβάλλοντος.
Θέτουμε λοιπόν το ερώτημα τόσο στον κ Καραμανλή όσο και στον κ. Παπανδρέου. Ρωτάμε λοιπόν:
Σκοπεύουν να μειώσουν δραστικά τα εξοπλιστικά προγράμματα ώστε να εξοικονομήσουν πόρους για τις βασικές ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας; Σκοπεύουν να σηκώσουν κεφάλι στις επιταγές της διεθνούς αμυντικής βιομηχανίας και του ΝΑΤΟ;
Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει τη άμεση μείωση των εξοπλιστικών δαπανών στο μισό.
5) Τράπεζες
Η κυβέρνηση της ΝΔ, εν μέσω κρίσης, κατάφερε να διασφαλίσει 28δις. για τις τράπεζες. Ταυτόχρονα οι τράπεζες απομυζούν το δημόσιο πλούτο, αφού αξιοποιούν ένα ληστρικό μηχανισμό που τους επιτρέπει να δανείζονται με 1% από την ΕΚΤ ( τη στιγμή που το ελληνικό δημόσιο δεν μπορεί απευθείας να δανειστεί από την ΕΚΤ) και στη συνέχεια δανείζουν με 5% το ελληνικό δημόσιο, κερδίζοντας εκατομμύρια.
Η πρακτική αυτή, μεταξύ άλλων, εκτόξευσε τα κέρδη των τραπεζών το πρώτο εξάμηνο το 2009, ενώ καταληστεύει το δημόσιο χρήμα.
Οι προηγούμενες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ όχι μόνο δεν περιόρισαν την αυθαιρεσία των τραπεζών, αλλά φρόντισαν επιμελώς να την θέσουν σε ασυλία.
Ο κ. Παπανδρέου στη ΔΕΘ, παρόλο που στο ρητορικό επίπεδο παρουσιάστηκε λάβρος κατά των τραπεζών( δήλωσε ότι θα «περιορίσει την αυθαιρεσία των τραπεζών») δεν είπε τίποτα συγκεκριμένο.
Ρωτάμε λοιπόν:
• Πώς θα συνεισφέρουν οι τράπεζες με τα υψηλά τους κέρδη στην ανάληψη των βαρών που γεννά η κρίση; Με ποιόν τρόπο θα κλείσει η ληστρική ψαλίδα επιτοκίων χορηγήσεων – καταθέσεων, πώς θα μειωθούν τα μπόνους, πως θα σταματήσει η αυθαιρεσία χωρίς ουσιαστικό ρόλο του δημοσίου;
Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει ένα δημόσιο πυλώνα στο τραπεζικό σύστημα μέσω της ανάκτησης του ελέγχου της Εθνικής Τράπεζας, του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και της Αγροτικής. Προτείνει επίσης την ίδρυση τραπεζών ειδικού σκοπού τόσο για τη στέγη όσο και για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις
6) Εκποίηση δημόσιας περιουσίας
Την πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ για τις ιδιωτικοποιήσεις την γνωρίζουμε πολύ καλά και ο κ. Καραμανλής στη ΔΕΘ κατέστησε σαφές ότι θα συνεχιστεί η ίδια πολιτική εκποίησης της δημόσιας περιουσίας.
Ο κ. Παπανδρέου στην ομιλία τους στη ΔΕΘ άφησε πολλά ερωτηματικά σε σχέση με τις ιδιωτικοποιήσεις. Συγκεκριμένα:
• Ενώ όταν ψηφιζόταν η παράδοση του ΟΤΕ στην D.T. το ΠΑΣΟΚ δήλωνε ότι θα ακυρώσει τη συμφωνία, σήμερα μιλά απλώς για «επαναδιαπραγμάτευση». Το ίδιο ισχύει και με την ΟΛΥΜΠΙΑΚΗ, όπου το ΠΑΣΟΚ είχε υποστηρίξει τη συμμετοχή του δημοσίου στο νέο σχήμα, ενώ σήμερα ακόμη και αυτό το αφήνει ανοιχτό. Το ίδιο ισχύει για την συμφωνία του ΟΛΠ με την COSCO (η «ακύρωση» της συμφωνίας έγινε «επαναδιαπραγμάτευση»).
• Για την ανάγκη ανάκτησης του δημόσιου ελέγχου τηςικής ο κ. Παπανδρέου στη ΔΕΘ δήλωσε ασαφώς ότι στο τραπεζικό σύστημα υπάρχει η ανάγκη ενός πυλώνα που το ελληνικό δημόσιο «θα έχει λόγο».
• Για τα ΕΛ.ΠΕ ο κ. Παπανδρέου, παρόλο που ρωτήθηκε στην ΔΕΘ, δεν είπε τι προτίθεται να κάνει. Ένοχη σιωπή. Υπογραμμίζουμε ότι το ερώτημα αυτό το έχουμε θέσει κι εμείς σε σχέση με το μάνατζμεντ των ΕΛΠΕ και έχει ιδιαίτερη σημασία διότι είναι μέσω των ΕΛΠΕ που το ελληνικό δημόσιο συμμετέχει στον αγωγό Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολης.
Οι παλαιότερες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ ιδιωτικοποίησαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο: τον ΟΤΕ (66%), την Εθνική Τράπεζα, την Εμπορική Τράπεζα, την Γενική Τράπεζα, την ΕΤΒΑ, την Τράπεζα Κρήτης, τη ΔΕΗ (49%), τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, τον ΟΠΑΠ (25,5%), τις ακτές και μαρίνες της Αττικής, την Ολύμπικ Κέτερινγκ, τα ΚΑΕ, τα Ελληνικά Πετρέλαια (64,1%), το Καζίνο της Πάρνηθας, τον ΟΛΠ (25,5%), τον ΟΛΘ (25,7%) την ΕΥΔΑΠ (48,9%). Η τελευταία κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ στον κρατικό προϋπολογισμό του 2004 συμπεριέλαβε ως στόχο την ιδιωτικοποίηση της Νέας ΟΛΥΜΠΙΑΚΗΣ, των Ελληνικών Τουριστικών Ακινήτων, των ΕΛΤΑ και της Εταιρείας Επενδύσεων Ακίνητης Περιουσίας. Ρωτάμε λοιπόν:
Θεωρούν ότι με τις ιδιωτικοποιήσεις ό,τι έγινε, έγινε; Με δεδομένη την κρίση, είναι αυτή η επιλογή μια δικαιωμένη επιλογή;
Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει την ανάκτηση από το δημόσιο των εταιριών στρατηγικής σημασίας.
7) Φορολογικό σύστημα
Σε σχέση με τη φορολογία γνωρίζουμε ότι η κυβέρνηση της ΝΔ
(α) μείωσε το φορολογικό συντελεστή για τις ΑΕ και ΕΠΕ από το 35% στο 25%
(β) αύξησε τον ΦΠΑ από το 18% στο 19%
(γ) διατήρησε την άδικη για τους πολλούς σχέση μεταξύ των έμμεσων και άμεσων φόρων (60-40)
(δ) σχεδόν εκμηδένισε την φορολογία της περιουσίας και των εισοδημάτων της εκκλησίας
(ε) διατήρησε τον φορολογική ασυλία των εφοπλιστών, ακολουθώντας την πολιτική του ΠΑΣΟΚ.
Σε σχέση με τη φορολογία ο κ. Παπανδρέου στη ΔΕΘ παρόλο που μίλησε για ένα «δίκαιο φορολογικό σύστημα»:
(α) Εξήγγειλε την παραπέρα μείωση του φορολογικού συντελεστή για τα μη διανεμόμενα κέρδη των επιχειρήσεων, υποτίθεται για αναπτυξιακούς λόγους (επενδύσεις – θέσεις εργασίας).
Πέρα από το ότι είναι γνωστό πως τα μη διανεμόμενα κέρδη δεν χρησιμοποιούνται κατ’ ανάγκη για επενδύσεις αλλά μέσω λογιστικών αλχημειών επιστρέφουν στους μεγαλομετόχους των επιχειρήσεων. Ο συντελεστής αυτός είναι ήδη πολύ μικρός, 25%.
Ρωτάμε λοιπόν:
Που θα πάει ο συντελεστής αυτός; στο 10% στο 5% στο 0% δηλ κέρδη χωρίς κανέναν απολύτως φόρο;
(β) Μίλησε για ενιαία φορολογική κλίμακα στην οποία θα μπαίνουν όλα τα εισοδήματα αλλά άφησε ασαφές το ποια θα είναι αυτή η ενιαία κλίματα, ποιο το αφορολόγητο όριο.
Μόνο με λεπτομερή στοιχεία, που το ΠΑΣΟΚ, όμως, επιμελώς αποκρύπτει, μπορεί κανείς να κρίνει αν προτείνει ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα.
Ρωτάμε λοιπόν:
Πόσα κλιμάκια θα έχει και τι συντελεστές σε κάθε κλιμάκιο;
(γ) Δεν έκανε καμία αναφορά στο δίκαιο και αναγκαίο μέτρο της τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας, παρόλο που υποτίθεται ότι αυτό είναι στοιχείο του προγράμματός του όπως αυτό αναγράφεται στην ιστοσελίδα του. Ρωτάμε λοιπόν:
Ποια είναι η θέση τους για την τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας;
(δ) Δεν έκανε καμία αναφορά στην άδικη σχέση των έμμεσων – άμεσων φόρων παρόλο που και αυτό υποτίθεται ότι είναι στοιχείο του προγράμματός του και μάλιστα «άμεσης προτεραιότητας». Ρωτάμε λοιπόν:
Θεωρούν ότι η αναλογία άμεσων –έμμεσων φόρων είναι δίκαιη;
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη προτείνει με λεπτομέρεια ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα
8) Κοινωνική ασφάλιση
Για τη ΝΔ γνωρίζουμε ότι, παρά τις περί του αντιθέτου δεσμεύσεις της στις εκλογές του 2000, με την αντιασφαλιστική μεταρρύθμισή (ν. Πετραλιά) και τη ρύθμιση για ΒΑΕ που «πέρασε» το φωτεινό καλοκαίρι περιέκοψε ασφαλιστικά δικαιώματα και επιδείνωσε την ήδη δυσμενή κατάσταση των ασφαλιστικών ταμείων.
Ιδιαίτερη ανησυχία όμως προκαλούν και όσα είπε ο κ. Παπανδρέου στη ΔΕΘ όπου δήλωσε ότι προτίθεται να «ανοίξει το ασφαλιστικό».
Ο κ. Παπανδρέου ούτε λίγο ούτε πολύ επανέφερε τη βασική φιλοσοφία των προτάσεων Γιαννίτση, όπου ανατρέπεται ο δημόσιος και αναδιανεμητικός χαρακτήρας του ασφαλιστικού συστήματος.
Προωθείται το σύστημα των τριών πυλώνων όπου περιλαμβάνει (α) μία εθνική σύνταξη για όλους η οποία είναι τόσο χαμηλή που καταντάει προνοιακό επίδομα (500 ευρώ το άτομο και 950 το ζευγάρι είπε ο κ. Παπανδρέου), (β) ένα μέρος ανταποδοτικών των εισφορών που έχει καταβάλει ο εργαζόμενος και (γ) αμιγώς ιδιωτική ασφάλιση.
Επίσης ο κ. Παπανδρέου στην ομιλία του στη ΔΕΘ διακήρυξε τη διάσπαση του κλάδου υγείας – πρόνοιας όχι μόνο για το ΙΚΑ αλλά και για τα 4 μεγάλα ταμεία αφού δήλωσε ότι η κυβέρνησή του θα προχωρήσει στην «κοινοπραξία των τεσσάρων μεγάλων ασφαλιστικών φορέων (ΙΚΑ, ΟΓΑ, ΟΑΕΕ, ΟΠΑΔ) με στόχο τον από κοινού έλεγχο των δαπανών υγείας.»
Ρωτάμε λοιπόν:
Είναι στις προθέσεις τους να προωθήσουν ένα ασφαλιστικό σύστημα τριών πυλώνων; Θα πληρώσει ποτέ το δημόσιο τα χρέη του προς τα ασφαλιστικά ταμεία;
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εδώ και χρόνια προτείνει την ουσιαστική στήριξη του ασφαλιστικού συστήματος.
9) Παιδεία
Ενώ τα δύο κόμματα μιλούν για ενίσχυση της δημόσιας, δωρεάν παιδείας έχουν στόχο την παραπέρα εμπορευματοποίηση της παιδεία με την ιδιωτικοποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αυτό είναι διακηρυγμένος στόχος της ΝΔ, ενώ ο κ. Παπανδρέου - παρόλο που πρόκειται για θέμα που δίχασε το ίδιο το ΠΑΣΟΚ κατά την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος - επανέλαβε στη ΔΕΘ τη θέση του ότι ο ίδιος δεν διαφωνεί με τα «μη-κρατικά ιδρύματα» στην εκπαίδευση. Ρωτάμε λοιπόν:
Με ποιόν ακριβώς τρόπο τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και κολέγια θα ενισχύσουν την δημόσια, δωρεάν παιδεία (δεδομένης μάλιστα της πολύ κακής αντίστοιχης εμπειρίας από τον χώρο της υγείας).
Ο ΣΥΡΙΖΑ όπως είναι γνωστό σε όλους είναι υπέρ του δημόσιου χαρακτήρα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και έχει κάνει αγώνες για αυτό.
10) Υγεία
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι ο κ. Παπανδρέου στη ΔΕΘ όταν μίλαγε για σπατάλη έδινε για παράδειγμα τα Νοσοκομεία. Παρόλο που τα χρέη τους είναι πράγματι πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί, η αναφορά του κ. Παπανδρέου στον χαρακτηρισμό των ελληνικών νοσοκομείων από τον ΟΟΣΑ ως «άντρο διαφθοράς» και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία λέει ότι αυτά «λειτουργούν με 30% άνω του κόστους» απ’ ότι θα χρειαζόταν. Ρωτάμε λοιπόν:
Είναι αρκετά τα λεφτά που δίνονται για την υγεία, ή μήπως προοιωνίζεται παραπέρα μείωση των δαπανών για τη δημόσια υγεία;
Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει τη γενναία αύξηση των δαπανών για την υγεία και κυρίως την άμεση κάλυψη των αναγκών σε προσωπικό. Ούτε μια κενή οργανική θέση.
11) Πράσινη Ανάπτυξη
Για άλλη μια φορά, το ΠΑΣΟΚ εξαγγέλλει την "πράσινη ανάπτυξη" χωρίς να μπαίνει σε λεπτομέρειες για τις λεπτομέρειες των πολιτικών και μέτρων που θα λάβει, χωρίς να περιγράφει συγκεκριμένους όρους εφαρμογής των σχεδιασμών. Η "πράσινη ανάπτυξη" του ΠΑΣΟΚ τείνει να αποτελέσει έναν όρο-λάστιχο, που μέσα χωρούν τα πάντα - αρκεί να (λένε ότι) έχουν μια δόση περιβαλλοντικής ευαισθησίας. Ρωτάμε λοιπόν:
Θα καταργηθεί ο "δασοκτόνος" νόμος Δρυ; Θα κυρωθούν άμεσα οι δασικοί χάρτες; Θα καταργηθεί η "εκτός σχεδίου" δόμηση; Θα αποτραπούν τα σχέδια γιγαντιαίων τουριστικών μονάδων με γήπεδα γκολφ, σε εκτάσεις που το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς ορίζεται από τα χρυσόβουλα των σουλτάνων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει προτείνει μια σειρά μέτρων τόσο για την προστασία του περιβάλλοντος αλλά και μια στρατηγική για τον συνολικό οικολογικό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας.»
Γ. ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Θα ήθελα να συνεχίσω λέγοντας ότι 20 ημέρες πριν τις εκλογές, με την ολοκλήρωση της παρουσίασης των θέσεων των δύο μεγάλων κομμάτων στη Δ.Ε.Θ., το εκλογικό τοπίο αποκτά ορατότητα. Και ως ένα βαθμό αρχίζει να αποκτά ορατότητα και το μετεκλογικό τοπίο, υπό την έννοια ότι είναι πλέον σαφές ότι απέναντι στους πολίτες είναι δύο «πακέτα»: Το «πακέτο» του κ. Καραμανλή και το «πακέτο» του κ. Παπανδρέου. Το πρώτο είναι ένα πακέτο για διετές πρόγραμμα σταθεροποίησης και το δεύτερο για τριετές πρόγραμμα σταθεροποίησης. Το πρώτο είναι χωρίς περιτύλιγμα, σαφές, ξεκάθαρο, μιλάει για περικοπή των μισθών και των κοινωνικών δαπανών εδώ και τώρα. Το δεύτερο είναι ένα πρόγραμμα με περιτύλιγμα υπό την έννοια ότι -όπως είπε και ο κ. Παπανδρέου- οι λεπτομέρειες του τριετούς προγράμματος θα προκύψουν μέσα από μια διαπραγμάτευση με την Ε.Ε.
Αυτή όμως ήδη η εικόνα μας δείχνει ότι μπαίνουμε σαν κοινωνία σε μια φάση απροσδιόριστης διάρκειας όπου για μια ακόμη φορά κυριαρχούν λογικές περιοριστικές, λογικές λιτότητας, όπως έγινε το ΄85, όπως έγινε κατά διαστήματα όλα αυτά τα χρόνια, όπου διαρκώς έρχονται διάφορα σταθεροποιητικά προγράμματα για να αντιμετωπίσουν, υποτίθεται, τα προβλήματα που δημιούργησε η πολιτική η οποία ασκήθηκε.
Τίθεται, το ερώτημα: Αυτά τα δύο «πακέτα» είναι ίδια μεταξύ τους; Δεν υπάρχουν διαφορές; Είναι ταυτόσημα;
Η δική μας απάντηση σ΄ αυτό το ερώτημα είναι η εξής: Τα δύο «πακέτα» έχουν διαφορές μεταξύ τους. Δεν είναι ταυτόσημα. Αλλά το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι αυτό. Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν τα δύο «πακέτα» είναι ανταγωνιστικά μεταξύ τους ή είναι συμπληρωματικά μεταξύ τους.
Τα δύο «πακέτα» έχουν διαφορές. Το ένα είναι διετές, το άλλο είναι τριετές. Το πρώτο μιλάει για μια πολιτική γνωστή ως στρατηγική soc του ΔΝΤ, η δεύτερη στρατηγική, που κι αυτή ξεκινάει με βάση τις προτάσεις του ΔΝΤ, επεκτείνει το χρόνο προσαρμογής στα τρία χρόνια ή και περισσότερο.
Η πρώτη στρατηγική προβλέπει μηδενικές αυξήσεις στο δημόσιο τομέα. Η δεύτερη στρατηγική υπόσχεται αυξήσεις στο ύψος του πληθωρισμού, δηλαδή 0,8%.
Μπορεί κάποιος να εντοπίσει κι άλλες διαφορές, τις οποίες εμείς δεν αγνοούμε, ούτε παραβλέπουμε.
Όμως είναι προφανές ότι οι ομοιότητες είναι οι κυρίαρχες, οι ομοιότητες είναι εκείνες που προσδιορίζουν το στίγμα και των δύο «πακέτων».
Τα δύο αυτά «πακέτα» δε χωρίζονται με σινικά τείχη. Μπορεί στην πορεία του χρόνου το ένα «πακέτο» να μετεξελιχθεί στο άλλο. Θυμίζω, για να μην ακουστεί αυθαίρετη αυτή η εκτίμηση, ότι και στο παρελθόν, στις αρχές της δεκαετίας του ΄90, τις ιδιωτικοποιήσεις στην Ελλάδα τις εξήγγειλε ο κ. Μητσοτάκης. Οι ιδιωτικοποιήσεις όμως έγιναν κυρίως από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ.
Είναι προφανές, ότι το «πακέτο» του κ. Παπανδρέου έχει κάποιον άλλο σχεδιασμό. Προσπαθεί να εξοικονομήσει ένα χρόνο μεταβατικό, ένα χρόνο προσαρμογής. Προσπαθεί αυτό το χρόνο να αξιοποιήσει τα 15 δις από τα 28 του πακέτου για τις τράπεζες με έναν διαφορετικό τρόπο, όπως άλλωστε έχουν ζητήσει οι τραπεζίτες. Αυτό εμφανίζεται ως μια πολιτική στήριξης της ρευστότητας για την οικονομία.
Θέλω να επισημάνω τον κίνδυνο το μέτρο αυτό να μην οδηγήσει σε ενίσχυση της ρευστότητας της οικονομίας, αλλά στη ρευστότητα μόνο των τραπεζών. Εκείνο το οποίο ζητούσαν οι τραπεζίτες και από την παρούσα κυβέρνηση ήταν το εξής: Με εγγύηση του κράτους να δοθούν δάνεια σε υπερχρεωμένες επιχειρήσεις, οι υποχρεωμένες επιχειρήσεις να εξοφλήσουν τις τράπεζες και από εκεί και πέρα οι επιχειρήσεις θα μπορούσαν και να κλείσουν ή θα μπορούσε να γίνει οτιδήποτε άλλο. Πρόκειται δηλαδή για μια πολιτική μεταφοράς μέρους των επισφαλών δανείων από τις τράπεζες στο κράτος. Πρόκειται για μια προσπάθεια κοινωνικοποίησης των χρεών με παράλληλη ιδιωτικοποίηση των κερδών.
Εμείς λοιπόν, κοιτώντας με αντικειμενικότητα και τις δύο πολιτικές, διαπιστώνουμε ότι εκείνο που μας προτείνουν στην ουσία είναι μια άνεργη αμφίβολη ανάκαμψη. Αμφίβολη ανάκαμψη -δεν είναι βέβαιη-η οποία, και αν υπάρξει, θα είναι άνεργη. Θα συνοδεύεται από ανεργία. Κι αν κάποιος θέλει να μας διαψεύσει, καλούμε τον κ. Καραμανλή και τον κ. Παπανδρέου, αφού λένε ότι έχουν και οι δύο συγκεκριμένα προγράμματα, να πουν στον ελληνικό λαό, με βάση τα προγράμματά τους, πόσο εκτιμούν ότι θα είναι η ανεργία στο τέλος του 2010; Καλούμε και τα δύο κόμματα να δεσμευτούν για τις θέσεις απασχόλησης που θα δημιουργήσουν με την πολιτική τους.
Δεύτερον: Μας προτείνουν μια λιτότητα ξανά απροσδιόριστης διάρκειας. Και, κυρίως, μας προτείνουν μια πολιτική στην οποία οι εργαζόμενοι δεν έχουν καμία συμμετοχή στην όποια αύξηση του εθνικού εισοδήματος και της παραγωγικότητας. Αυτό σημαίνει, επομένως, ότι τα περί αναδιανομής είναι κούφια λόγια. Δεν μπορείς να πετύχεις αναδιανομή αν οι εργαζόμενοι δεν έχουν συμμετοχή στην όποια αύξηση του εθνικού εισοδήματος.
Μας προτείνουν μια πράσινη ανάπτυξη που, πέρα από τις ασάφειές της, μπορούμε να διακρίνουμε ήδη το χαρακτήρα της. Άλλος θα πληρώνει, άλλος θα κερδίζει. Διότι αυτό που ονομάζουν πράσινη ανάπτυξη, είναι μια επιδοτούμενη από το κράτος ανάπτυξη, την οποία θα πληρώνουν βεβαίως οι φορολογούμενοι. Ποιοι θα κερδίζουν όμως απ΄ αυτή την ανάπτυξη; Από την στιγμή που προβάλλεται ως ένα νέο πεδίο κερδοσκοπίας; Η απάντηση πιστεύουμε ότι είναι ορατή.
Γιατί είμαστε αντίθετοι σ΄ αυτό που μας προτείνουν; Είμαστε αντίθετοι γιατί θίγεται η κοινωνία που πονάει ήδη. Η ξεχασμένη κοινωνία των ανέργων, της επισφαλούς εργασίας, της υποβαθμισμένης ζωής. Πλήττεται η κοινωνία, που επλήγη ήδη από την πολιτική που προηγήθηκε. Πλήττεται η κοινωνία που θα έπρεπε σήμερα να νιώσει μια ανακούφιση.
Αλλά όχι μόνο γι αυτό. Είμαστε αντίθετοι γιατί μας ζητούν θυσίες χωρίς ελπίδα. Δε θίγεται κανένας από τους πυλώνες του μοντέλου που οδήγησε στη σημερινή κρίση. Δεν ακούσαμε τίποτα για τις τράπεζες. Οι τράπεζες δεν είναι απλές επιχειρήσεις. Είναι κέντρο οικονομικής δύναμης και εξουσίας.
Δεν ακούσαμε τίποτα για τα ΜΜΕ. Δεν ακούσαμε τίποτα για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τον μονόπλευρο προσανατολισμό της στον πληθωρισμό και όχι στην ανάπτυξη και καταπολέμηση της ανεργίας, καθώς και την απουσία ουσιαστικού δημοκρατικού πολιτικού ελέγχου των αποφάσεών της
Δεν ακούσαμε τίποτα για το Σύμφωνο Σταθερότητας, που είναι το πλαίσιο άσκησης πολιτικής. Άρα δεν αλλάζει τίποτα σε ό,τι συγκροτεί εκείνο το μοντέλο που οδήγησε σε κρίση.
Τέλος, είμαστε αντίθετοι και για έναν ακόμα λόγο. Πιστεύουμε ότι στις συνθήκες της κρίσης που ζούμε, σε μια χώρα υπερχρεωμένη, χωρίς ένα αξιόπιστο σχέδιο διεξόδου από την κρίση με όρους παραγωγικής ανασυγκρότησης, με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης και πλήρους απασχόλησης και με όρους αειφορίας, η ελληνική κοινωνία κινδυνεύει να γίνει έρμαιο των διεθνών αγορών και των δανειστών της και των όποιων απαιτήσεών τους, κοινωνικών, οικονομικών, ακόμα και εθνικών.
Για τους λόγους αυτούς επισημαίνουμε τους κινδύνους. Και η βασική αντίρροπη δύναμη προς αυτούς είναι ισχυρός ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή και ανάταση των κοινωνικών κινημάτων στην κοινωνία.
ΑΝΤ. ΝΤΑΒΑΝΕΛΟΣ: Να κάνω και εγώ τρεις παρατηρήσεις από τη σκοπιά περισσότερο στα εργασιακά. Η πρώτη αφορά τους μισθούς. Τα συνδικάτα, ακόμη και τα συνδικάτα με σοσιαλδημοκρατική ηγεσία, στις διαπραγματεύσεις για τις συλλογικές συμβάσεις πάντα προσέρχονται με μια αρχιτεκτονική τελείως διαφορετική από αυτή που ακούσαμε στην Θεσσαλονίκη. Διεκδικούν πληθωρισμό συν αύξηση της παραγωγικότητας συν διορθωτικό για τις απώλειες. Αντίθετα, μια πολιτική που παρουσιάστηκε ως αναδιανομή εισοδήματος δηλ. αυξήσεις στο ύψος του πληθωρισμού, είναι πάντα η αρχιτεκτονική της εργοδοσίας στις διαπραγματεύσεις για τις συμβάσεις και δεν έχει καμία σχέση με αναδιανομή.
Δεύτερη παρατήρηση. Υπήρξε μια υπόσχεση για επίδομα ανεργίας στο 70% του βασικού μισθού. Προσοχή, υπό την αίρεση της τριετίας και ετησίως με το κριτήριο της αντοχής των δημόσιων οικονομικών. Γιατί το λέω αυτό; Πρώτον, για το 70% είναι πολύ τσιγκούνικο ακόμη και τα συνδικάτα με σοσιαλδημοκρατική ηγεσία ζητάνε 80% αλλά, κυρίως, γιατί το ΠΑΣΟΚ στην προηγούμενη κυβέρνησή του το είχε πάει στο 66%, πράγμα το οποίο ποτέ δεν υλοποιήθηκε, γιατί κάθε χρόνο κρινόταν εκτός της αντοχής των δημόσιων οικονομικών .
Και τρίτον, εγώ ως εργατικός συντάκτης ομολογώ ότι το να ακούω σε μια συνέντευξη μια εξαγγελία με κυριολεκτικά θηριώδεις συνέπειες, δηλ. σε ένα χρόνο θα θεσμοθετήσω την βασική σύνταξη και παρόλο που ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ρωτήθηκε από δημοσιογράφους, δεν διευκρίνισε αν αυτό το νέο πράγμα υποκαθιστά τις σημερινές συντάξεις ή υποκαθιστά τον τρόπο υπολογισμού των σημερινών συντάξεων. Να κάνουμε ότι δεν καταλαβαίνουμε ότι αυτό μπορεί να είναι μια κορυφαία αντιμεταρρύθμιση, ότι αυτό μπορεί να είναι επιστροφή στην αρχή του συστήματος των τριών πυλώνων, είναι τουλάχιστον αθωότητα. Όταν πετάγεται ένα τέτοιο μέτρο θα όφειλε να είναι κατοχυρωμένο απέναντι σε πράγματα που σημαίνουν πολύ σκληρές εξελίξεις για τους ασφαλισμένους και τα δικαιώματά τους.
Επιτροπή Πολιτικού Σχεδιασμού και Γραφείο Τύπου ΣΥΡΙΖΑ
ΤΑ ΑΝΑΠΑΝΤΗΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΔΕΘ
ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ
Συνέντευξη Τύπου έδωσαν σήμερα ο Πρόεδρος του ΣΥΝ Αλ. Τσίπρας, ο Γ. Δραγασάκης, υπεύθυνος της Επιτροπής Πολιτικού Σχεδιασμού και ΜΜΕ και ο Αντ. Νταβανέλος, εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ με θέμα «Τα αναπάντητα ερωτήματα από τη Δ.Ε.Θ. και οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ»
O Πρόεδρος του ΣΥΝ Αλ. Τσίπρας στην εισήγησή του τόνισε:
«Όσο και αν γίνεται μια τιτάνια προσπάθεια από τα Μέσα Ενημέρωσης να κάνουν το ψάρι κρέας, η αλήθεια δεν μπορεί να κρυφτεί.
Και η αλήθεια είναι ότι στη ΔΕΘ τόσο ο κ. Καραμανλής όσο και ο κ. Παπανδρέου παρουσίασαν προγράμματα σκληρής λιτότητας που ρίχνουν το κύριο βάρος της κρίσης στους οικονομικά ασθενέστερους και ενισχύουν τις ανισότητες στη διανομή του παραγόμενου πλούτου υπέρ των δυνάμεων του κεφαλαίου, όπως ακριβώς αξιώνουν «κύκλοι» τις αγοράς και επιβάλει το Σύμφωνο Σταθερότητας.
Η διαφορά ήταν ότι ενώ ο κ. Καραμανλής παρουσίασε το πακέτο των κοινωνικά ανάλγητων μέτρων του χωρίς περιτύλιγμα, ο κ. Παπανδρέου παρουσίασε το δικό του πρόγραμμα με περιτύλιγμα συμπόνιας.
Είναι φανερό ότι το ΠΑΣΟΚ και ο κ. Παπανδρέου, σε πολλές περιπτώσεις, δανείζεται τις λέξεις μας αλλά όχι τις προτάσεις μας
Το βασικό ερώτημα που και ο πρωθυπουργός και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης άφησαν αναπάντητο στη ΔΕΘ, είναι το ερώτημα που ο ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να αναδείξει όλο το προηγούμενο διάστημα και έχει θέσει στο κέντρο της προεκλογικής του εκστρατείας:
Με ποιον τρόπο θα θωρακιστεί η μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας μας απέναντι στην κρίση, πώς θα ορθώσουμε μια ασπίδα κοινωνικής προστασίας και αλληλεγγύης για τους οικονομικά ασθενέστερους;
Και για να το κάνω πιο συγκεκριμένο:
Είναι εφικτό να έχουμε έξοδο από την κρίση χωρίς προστασία της απασχόλησης, χωρίς πρόγραμμα νέων θέσεων εργασίας, χωρίς αποτελεσματική καταπολέμηση της ανεργίας και της ελαστικής εργασίας;
Εμείς λέμε όχι.
Διότι έξοδος από την κρίση δε σημαίνει να διασφαλίσουν τα κέρδη τους οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι και οι τράπεζες, αλλά να διασφαλιστεί η εργασία και το εισόδημα, να κατοχυρωθεί ένα πλαίσιο κοινωνικής προστασίας.
Πρέπει να γίνει καθαρό. Σε περίοδο κρίσης δε μπορεί να είναι όλοι κερδισμένοι. Δε μπορεί να είναι ευχαριστημένοι και όσοι θησαύρισαν την προηγούμενη περίοδο και όσοι βρέθηκαν να πληρώνουν το κόστος της κρίσης. Κάποιος λοιπόν, πρέπει να επωμιστεί το κόστος.
Το βασικό ερώτημα είναι από ποιων την τσέπη θα βγουν τα λεφτά που θα καλύψουν ελλείμματα και χρέη.
Από ό,τι ακούμε, διαβάζουμε, μαθαίνουμε, επιχειρηματίες, τράπεζες, ξένες αγορές είναι απολύτως ευχαριστημένοι με την προοπτική μιας ανώδυνης δικομματικής εναλλαγής.
Μήπως λοιπόν οι εργαζόμενοι δεν έχουν τίποτα να περιμένουν;
Επιτρέψτε μου να θέσω μια σειρά από ερωτήματα που δημιουργήθηκαν από την εμφάνιση στη ΔΕΘ, του κ. Καραμανλή και του κ. Παπανδρέου σε βασικούς άξονες πολιτικής.
Πιο συγκεκριμένα:
1) Εισοδήματα.
Η Νέα Δημοκρατία προαναγγέλλει «πάγωμα» μισθών, ενώ το ΠΑΣΟΚ από την άλλη, εκμεταλλευόμενο τον χαμηλότερο πληθωρισμό της ελληνικής οικονομίας, προαναγγέλλει αυξήσεις στο ύψος του πληθωρισμού.
Προαναγγέλλει επί της ουσίας ένα τριετές πρόγραμμα λιτότητας, τη στιγμή που θεωρεί ως προοδευτική πρόταση την αύξηση του βασικού μισθού ενός αποφοίτου υποχρεωτικής εκπαίδευσης κατά 30 λεπτά την ημέρα.
Θυμίζουμε ότι οι συνδικαλιστικές ηγεσίες της ΓΣΕΕ, δηλαδή η ΠΑΣΚΕ και η ΔΑΚΕ, υπέγραψαν την επαίσχυντη Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας που προβλέπει αυξήσεις 80 λεπτών την ημέρα.
Στην ουσία και οι δύο προτείνουν μια τελείως παράλογη εισοδηματική πολιτική σε περίοδο κρίσης, ακόμα και για «ορθόδοξους» οικονομολόγους.
Ρωτάμε λοιπόν:
Πώς είναι δυνατόν να ξεφύγει η οικονομία από την κρίση αν δεν ενισχυθούν τα πραγματικά εισοδήματα, ώστε να ενισχυθεί η κατανάλωση και με αυτό τον τρόπο να τονωθεί η οικονομική δραστηριότητα;
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει προτείνει νομοθετική ρύθμιση για διορθωτικό ποσό στον κατώτατο μισθό, 200 ευρώ το τρέχον έτος συν 100 ευρώ το επόμενο, ώστε ο κατώτατος μισθός να πλησιάσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
2) Ανεργία
Τη στιγμή που η ανεργία καλπάζει, μεσούσης της κρίσης (8,6% τον Ιούνιο), ενώ μαζί με την «κρυφή» ανεργία, οι άνεργοι εκτιμώνται στους 1,1 εκατομμύρια, δεν ακούστηκε κανένας προγραμματισμός από τα δύο κόμματα για το πώς θα αυξηθούν οι θέσεις εργασίας σε περίοδο κρίσης.
Η μόνη αναφορά του Γ. Παπανδρέου σε πολιτική για την μείωση της ανεργίας ήταν η επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών των νέων για μια τετραετία.
Με αυτό το μέτρο, που στην ουσία αποτελεί ένα ακόμη δώρο για την εργοδοσία, δεν καταπολεμάται σε καμία περίπτωση η ανεργία αφού στην ουσία, οι εργοδότες θα προτιμούν νέους εργαζομένους από τους μεγαλύτερος και έτσι απλά θα μετακυλύεται ηλικιακά η ανεργία. Ρωτάμε λοιπόν να μάθουμε:
Με ποιον συγκεκριμένο τρόπο τα δύο μεγάλα κόμματα σκοπεύουν να αντιμετωπίσουν την καλπάζουσα ανεργία;
Ο ΣΥΡΙΖΑ θέτει ξεκάθαρα ως στόχο τη δημιουργία 100.000 θέσεων εργασίας ετησίως για μια πενταετία μέσω κάλυψης των χιλιάδων οργανικών κενών στην εκπαίδευση, στην υγεία στην πρόνοια και μέσω της αύξησης των δημόσιων επενδύσεων.
3) Εργασία
Ο κ. Παπανδρέου στην ομιλία του στη ΔΕΘ έκανε αναφορά σε «εργασιακό μεσαίωνα» περιγράφοντας τις εργασιακές σχέσεις. Αυτό που ξέχασε βέβαια να αναφέρει είναι ότι αυτός ο εργασιακός μεσαίωνας, που όντως υπάρχει, είναι δημιούργημα μιας σειράς νομοθετημάτων τόσο των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ όσο και της ΝΔ. Ρωτάμε λοιπόν:
Θα καταργήσουν κάποιον από τους νόμους που έχουν καταντήσει την ελληνική αγορά εργασίας την πιο ευέλικτη στην Ευρώπη:
• Το ν. 2639/98 του ΠΑΣΟΚ που επεκτείνει τη μερική απασχόληση στο δημόσιο τομέα;
• Το ν. 2874/2000, επίσης του ΠΑΣΟΚ, που θεσπίζει την αύξηση του ορίου απολύσεων και την περαιτέρω διευθέτηση του χρόνου εργασίας;
• Το ν. 2956/2001 επίσης του ΠΑΣΟΚ που καθιερώνει τη δημιουργία εταιριών που υπενοικιάζουν εργαζόμενους σε άλλες επιχειρήσεις; Να υπενθυμίσουμε σε αυτό το σημείο πως η «υπόθεση Κούνεβα» είναι προϊόν αυτού του νόμου.
• Τους ν. 3385/2005 και 3429/2005 της Νέας Δημοκρατίας που απορρυθμίζουν πλήρως την αγορά εργασίας τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα;
Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει την κατάργηση των παραπάνω νόμων.
4) Στρατιωτικοί εξοπλισμοί
Ούτε ο κ. Καραμανλής ούτε ο κ. Παπανδρέου έκαναν την παραμικρή αναφορά σε μείωση των στρατιωτικών εξοπλισμών. Η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα στην Ευρώπη και 13η στον κόσμο σε στρατιωτικές δαπάνες με 4,1% του ΑΕΠ.
Ενώ είναι πρώτη στην Ευρώπη και 5η στον κόσμο σε στρατιωτικούς εξοπλισμούς για την περίοδο 2004-2008. Και όλα αυτά την στιγμή που υπολείπεται σημαντικά σε δαπάνες για την παιδεία, την υγεία και την προστασία του περιβάλλοντος.
Θέτουμε λοιπόν το ερώτημα τόσο στον κ Καραμανλή όσο και στον κ. Παπανδρέου. Ρωτάμε λοιπόν:
Σκοπεύουν να μειώσουν δραστικά τα εξοπλιστικά προγράμματα ώστε να εξοικονομήσουν πόρους για τις βασικές ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας; Σκοπεύουν να σηκώσουν κεφάλι στις επιταγές της διεθνούς αμυντικής βιομηχανίας και του ΝΑΤΟ;
Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει τη άμεση μείωση των εξοπλιστικών δαπανών στο μισό.
5) Τράπεζες
Η κυβέρνηση της ΝΔ, εν μέσω κρίσης, κατάφερε να διασφαλίσει 28δις. για τις τράπεζες. Ταυτόχρονα οι τράπεζες απομυζούν το δημόσιο πλούτο, αφού αξιοποιούν ένα ληστρικό μηχανισμό που τους επιτρέπει να δανείζονται με 1% από την ΕΚΤ ( τη στιγμή που το ελληνικό δημόσιο δεν μπορεί απευθείας να δανειστεί από την ΕΚΤ) και στη συνέχεια δανείζουν με 5% το ελληνικό δημόσιο, κερδίζοντας εκατομμύρια.
Η πρακτική αυτή, μεταξύ άλλων, εκτόξευσε τα κέρδη των τραπεζών το πρώτο εξάμηνο το 2009, ενώ καταληστεύει το δημόσιο χρήμα.
Οι προηγούμενες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ όχι μόνο δεν περιόρισαν την αυθαιρεσία των τραπεζών, αλλά φρόντισαν επιμελώς να την θέσουν σε ασυλία.
Ο κ. Παπανδρέου στη ΔΕΘ, παρόλο που στο ρητορικό επίπεδο παρουσιάστηκε λάβρος κατά των τραπεζών( δήλωσε ότι θα «περιορίσει την αυθαιρεσία των τραπεζών») δεν είπε τίποτα συγκεκριμένο.
Ρωτάμε λοιπόν:
• Πώς θα συνεισφέρουν οι τράπεζες με τα υψηλά τους κέρδη στην ανάληψη των βαρών που γεννά η κρίση; Με ποιόν τρόπο θα κλείσει η ληστρική ψαλίδα επιτοκίων χορηγήσεων – καταθέσεων, πώς θα μειωθούν τα μπόνους, πως θα σταματήσει η αυθαιρεσία χωρίς ουσιαστικό ρόλο του δημοσίου;
Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει ένα δημόσιο πυλώνα στο τραπεζικό σύστημα μέσω της ανάκτησης του ελέγχου της Εθνικής Τράπεζας, του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και της Αγροτικής. Προτείνει επίσης την ίδρυση τραπεζών ειδικού σκοπού τόσο για τη στέγη όσο και για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις
6) Εκποίηση δημόσιας περιουσίας
Την πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ για τις ιδιωτικοποιήσεις την γνωρίζουμε πολύ καλά και ο κ. Καραμανλής στη ΔΕΘ κατέστησε σαφές ότι θα συνεχιστεί η ίδια πολιτική εκποίησης της δημόσιας περιουσίας.
Ο κ. Παπανδρέου στην ομιλία τους στη ΔΕΘ άφησε πολλά ερωτηματικά σε σχέση με τις ιδιωτικοποιήσεις. Συγκεκριμένα:
• Ενώ όταν ψηφιζόταν η παράδοση του ΟΤΕ στην D.T. το ΠΑΣΟΚ δήλωνε ότι θα ακυρώσει τη συμφωνία, σήμερα μιλά απλώς για «επαναδιαπραγμάτευση». Το ίδιο ισχύει και με την ΟΛΥΜΠΙΑΚΗ, όπου το ΠΑΣΟΚ είχε υποστηρίξει τη συμμετοχή του δημοσίου στο νέο σχήμα, ενώ σήμερα ακόμη και αυτό το αφήνει ανοιχτό. Το ίδιο ισχύει για την συμφωνία του ΟΛΠ με την COSCO (η «ακύρωση» της συμφωνίας έγινε «επαναδιαπραγμάτευση»).
• Για την ανάγκη ανάκτησης του δημόσιου ελέγχου τηςικής ο κ. Παπανδρέου στη ΔΕΘ δήλωσε ασαφώς ότι στο τραπεζικό σύστημα υπάρχει η ανάγκη ενός πυλώνα που το ελληνικό δημόσιο «θα έχει λόγο».
• Για τα ΕΛ.ΠΕ ο κ. Παπανδρέου, παρόλο που ρωτήθηκε στην ΔΕΘ, δεν είπε τι προτίθεται να κάνει. Ένοχη σιωπή. Υπογραμμίζουμε ότι το ερώτημα αυτό το έχουμε θέσει κι εμείς σε σχέση με το μάνατζμεντ των ΕΛΠΕ και έχει ιδιαίτερη σημασία διότι είναι μέσω των ΕΛΠΕ που το ελληνικό δημόσιο συμμετέχει στον αγωγό Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολης.
Οι παλαιότερες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ ιδιωτικοποίησαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο: τον ΟΤΕ (66%), την Εθνική Τράπεζα, την Εμπορική Τράπεζα, την Γενική Τράπεζα, την ΕΤΒΑ, την Τράπεζα Κρήτης, τη ΔΕΗ (49%), τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, τον ΟΠΑΠ (25,5%), τις ακτές και μαρίνες της Αττικής, την Ολύμπικ Κέτερινγκ, τα ΚΑΕ, τα Ελληνικά Πετρέλαια (64,1%), το Καζίνο της Πάρνηθας, τον ΟΛΠ (25,5%), τον ΟΛΘ (25,7%) την ΕΥΔΑΠ (48,9%). Η τελευταία κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ στον κρατικό προϋπολογισμό του 2004 συμπεριέλαβε ως στόχο την ιδιωτικοποίηση της Νέας ΟΛΥΜΠΙΑΚΗΣ, των Ελληνικών Τουριστικών Ακινήτων, των ΕΛΤΑ και της Εταιρείας Επενδύσεων Ακίνητης Περιουσίας. Ρωτάμε λοιπόν:
Θεωρούν ότι με τις ιδιωτικοποιήσεις ό,τι έγινε, έγινε; Με δεδομένη την κρίση, είναι αυτή η επιλογή μια δικαιωμένη επιλογή;
Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει την ανάκτηση από το δημόσιο των εταιριών στρατηγικής σημασίας.
7) Φορολογικό σύστημα
Σε σχέση με τη φορολογία γνωρίζουμε ότι η κυβέρνηση της ΝΔ
(α) μείωσε το φορολογικό συντελεστή για τις ΑΕ και ΕΠΕ από το 35% στο 25%
(β) αύξησε τον ΦΠΑ από το 18% στο 19%
(γ) διατήρησε την άδικη για τους πολλούς σχέση μεταξύ των έμμεσων και άμεσων φόρων (60-40)
(δ) σχεδόν εκμηδένισε την φορολογία της περιουσίας και των εισοδημάτων της εκκλησίας
(ε) διατήρησε τον φορολογική ασυλία των εφοπλιστών, ακολουθώντας την πολιτική του ΠΑΣΟΚ.
Σε σχέση με τη φορολογία ο κ. Παπανδρέου στη ΔΕΘ παρόλο που μίλησε για ένα «δίκαιο φορολογικό σύστημα»:
(α) Εξήγγειλε την παραπέρα μείωση του φορολογικού συντελεστή για τα μη διανεμόμενα κέρδη των επιχειρήσεων, υποτίθεται για αναπτυξιακούς λόγους (επενδύσεις – θέσεις εργασίας).
Πέρα από το ότι είναι γνωστό πως τα μη διανεμόμενα κέρδη δεν χρησιμοποιούνται κατ’ ανάγκη για επενδύσεις αλλά μέσω λογιστικών αλχημειών επιστρέφουν στους μεγαλομετόχους των επιχειρήσεων. Ο συντελεστής αυτός είναι ήδη πολύ μικρός, 25%.
Ρωτάμε λοιπόν:
Που θα πάει ο συντελεστής αυτός; στο 10% στο 5% στο 0% δηλ κέρδη χωρίς κανέναν απολύτως φόρο;
(β) Μίλησε για ενιαία φορολογική κλίμακα στην οποία θα μπαίνουν όλα τα εισοδήματα αλλά άφησε ασαφές το ποια θα είναι αυτή η ενιαία κλίματα, ποιο το αφορολόγητο όριο.
Μόνο με λεπτομερή στοιχεία, που το ΠΑΣΟΚ, όμως, επιμελώς αποκρύπτει, μπορεί κανείς να κρίνει αν προτείνει ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα.
Ρωτάμε λοιπόν:
Πόσα κλιμάκια θα έχει και τι συντελεστές σε κάθε κλιμάκιο;
(γ) Δεν έκανε καμία αναφορά στο δίκαιο και αναγκαίο μέτρο της τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας, παρόλο που υποτίθεται ότι αυτό είναι στοιχείο του προγράμματός του όπως αυτό αναγράφεται στην ιστοσελίδα του. Ρωτάμε λοιπόν:
Ποια είναι η θέση τους για την τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας;
(δ) Δεν έκανε καμία αναφορά στην άδικη σχέση των έμμεσων – άμεσων φόρων παρόλο που και αυτό υποτίθεται ότι είναι στοιχείο του προγράμματός του και μάλιστα «άμεσης προτεραιότητας». Ρωτάμε λοιπόν:
Θεωρούν ότι η αναλογία άμεσων –έμμεσων φόρων είναι δίκαιη;
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη προτείνει με λεπτομέρεια ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα
8) Κοινωνική ασφάλιση
Για τη ΝΔ γνωρίζουμε ότι, παρά τις περί του αντιθέτου δεσμεύσεις της στις εκλογές του 2000, με την αντιασφαλιστική μεταρρύθμισή (ν. Πετραλιά) και τη ρύθμιση για ΒΑΕ που «πέρασε» το φωτεινό καλοκαίρι περιέκοψε ασφαλιστικά δικαιώματα και επιδείνωσε την ήδη δυσμενή κατάσταση των ασφαλιστικών ταμείων.
Ιδιαίτερη ανησυχία όμως προκαλούν και όσα είπε ο κ. Παπανδρέου στη ΔΕΘ όπου δήλωσε ότι προτίθεται να «ανοίξει το ασφαλιστικό».
Ο κ. Παπανδρέου ούτε λίγο ούτε πολύ επανέφερε τη βασική φιλοσοφία των προτάσεων Γιαννίτση, όπου ανατρέπεται ο δημόσιος και αναδιανεμητικός χαρακτήρας του ασφαλιστικού συστήματος.
Προωθείται το σύστημα των τριών πυλώνων όπου περιλαμβάνει (α) μία εθνική σύνταξη για όλους η οποία είναι τόσο χαμηλή που καταντάει προνοιακό επίδομα (500 ευρώ το άτομο και 950 το ζευγάρι είπε ο κ. Παπανδρέου), (β) ένα μέρος ανταποδοτικών των εισφορών που έχει καταβάλει ο εργαζόμενος και (γ) αμιγώς ιδιωτική ασφάλιση.
Επίσης ο κ. Παπανδρέου στην ομιλία του στη ΔΕΘ διακήρυξε τη διάσπαση του κλάδου υγείας – πρόνοιας όχι μόνο για το ΙΚΑ αλλά και για τα 4 μεγάλα ταμεία αφού δήλωσε ότι η κυβέρνησή του θα προχωρήσει στην «κοινοπραξία των τεσσάρων μεγάλων ασφαλιστικών φορέων (ΙΚΑ, ΟΓΑ, ΟΑΕΕ, ΟΠΑΔ) με στόχο τον από κοινού έλεγχο των δαπανών υγείας.»
Ρωτάμε λοιπόν:
Είναι στις προθέσεις τους να προωθήσουν ένα ασφαλιστικό σύστημα τριών πυλώνων; Θα πληρώσει ποτέ το δημόσιο τα χρέη του προς τα ασφαλιστικά ταμεία;
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εδώ και χρόνια προτείνει την ουσιαστική στήριξη του ασφαλιστικού συστήματος.
9) Παιδεία
Ενώ τα δύο κόμματα μιλούν για ενίσχυση της δημόσιας, δωρεάν παιδείας έχουν στόχο την παραπέρα εμπορευματοποίηση της παιδεία με την ιδιωτικοποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αυτό είναι διακηρυγμένος στόχος της ΝΔ, ενώ ο κ. Παπανδρέου - παρόλο που πρόκειται για θέμα που δίχασε το ίδιο το ΠΑΣΟΚ κατά την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος - επανέλαβε στη ΔΕΘ τη θέση του ότι ο ίδιος δεν διαφωνεί με τα «μη-κρατικά ιδρύματα» στην εκπαίδευση. Ρωτάμε λοιπόν:
Με ποιόν ακριβώς τρόπο τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και κολέγια θα ενισχύσουν την δημόσια, δωρεάν παιδεία (δεδομένης μάλιστα της πολύ κακής αντίστοιχης εμπειρίας από τον χώρο της υγείας).
Ο ΣΥΡΙΖΑ όπως είναι γνωστό σε όλους είναι υπέρ του δημόσιου χαρακτήρα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και έχει κάνει αγώνες για αυτό.
10) Υγεία
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι ο κ. Παπανδρέου στη ΔΕΘ όταν μίλαγε για σπατάλη έδινε για παράδειγμα τα Νοσοκομεία. Παρόλο που τα χρέη τους είναι πράγματι πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί, η αναφορά του κ. Παπανδρέου στον χαρακτηρισμό των ελληνικών νοσοκομείων από τον ΟΟΣΑ ως «άντρο διαφθοράς» και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία λέει ότι αυτά «λειτουργούν με 30% άνω του κόστους» απ’ ότι θα χρειαζόταν. Ρωτάμε λοιπόν:
Είναι αρκετά τα λεφτά που δίνονται για την υγεία, ή μήπως προοιωνίζεται παραπέρα μείωση των δαπανών για τη δημόσια υγεία;
Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει τη γενναία αύξηση των δαπανών για την υγεία και κυρίως την άμεση κάλυψη των αναγκών σε προσωπικό. Ούτε μια κενή οργανική θέση.
11) Πράσινη Ανάπτυξη
Για άλλη μια φορά, το ΠΑΣΟΚ εξαγγέλλει την "πράσινη ανάπτυξη" χωρίς να μπαίνει σε λεπτομέρειες για τις λεπτομέρειες των πολιτικών και μέτρων που θα λάβει, χωρίς να περιγράφει συγκεκριμένους όρους εφαρμογής των σχεδιασμών. Η "πράσινη ανάπτυξη" του ΠΑΣΟΚ τείνει να αποτελέσει έναν όρο-λάστιχο, που μέσα χωρούν τα πάντα - αρκεί να (λένε ότι) έχουν μια δόση περιβαλλοντικής ευαισθησίας. Ρωτάμε λοιπόν:
Θα καταργηθεί ο "δασοκτόνος" νόμος Δρυ; Θα κυρωθούν άμεσα οι δασικοί χάρτες; Θα καταργηθεί η "εκτός σχεδίου" δόμηση; Θα αποτραπούν τα σχέδια γιγαντιαίων τουριστικών μονάδων με γήπεδα γκολφ, σε εκτάσεις που το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς ορίζεται από τα χρυσόβουλα των σουλτάνων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει προτείνει μια σειρά μέτρων τόσο για την προστασία του περιβάλλοντος αλλά και μια στρατηγική για τον συνολικό οικολογικό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας.»
Γ. ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Θα ήθελα να συνεχίσω λέγοντας ότι 20 ημέρες πριν τις εκλογές, με την ολοκλήρωση της παρουσίασης των θέσεων των δύο μεγάλων κομμάτων στη Δ.Ε.Θ., το εκλογικό τοπίο αποκτά ορατότητα. Και ως ένα βαθμό αρχίζει να αποκτά ορατότητα και το μετεκλογικό τοπίο, υπό την έννοια ότι είναι πλέον σαφές ότι απέναντι στους πολίτες είναι δύο «πακέτα»: Το «πακέτο» του κ. Καραμανλή και το «πακέτο» του κ. Παπανδρέου. Το πρώτο είναι ένα πακέτο για διετές πρόγραμμα σταθεροποίησης και το δεύτερο για τριετές πρόγραμμα σταθεροποίησης. Το πρώτο είναι χωρίς περιτύλιγμα, σαφές, ξεκάθαρο, μιλάει για περικοπή των μισθών και των κοινωνικών δαπανών εδώ και τώρα. Το δεύτερο είναι ένα πρόγραμμα με περιτύλιγμα υπό την έννοια ότι -όπως είπε και ο κ. Παπανδρέου- οι λεπτομέρειες του τριετούς προγράμματος θα προκύψουν μέσα από μια διαπραγμάτευση με την Ε.Ε.
Αυτή όμως ήδη η εικόνα μας δείχνει ότι μπαίνουμε σαν κοινωνία σε μια φάση απροσδιόριστης διάρκειας όπου για μια ακόμη φορά κυριαρχούν λογικές περιοριστικές, λογικές λιτότητας, όπως έγινε το ΄85, όπως έγινε κατά διαστήματα όλα αυτά τα χρόνια, όπου διαρκώς έρχονται διάφορα σταθεροποιητικά προγράμματα για να αντιμετωπίσουν, υποτίθεται, τα προβλήματα που δημιούργησε η πολιτική η οποία ασκήθηκε.
Τίθεται, το ερώτημα: Αυτά τα δύο «πακέτα» είναι ίδια μεταξύ τους; Δεν υπάρχουν διαφορές; Είναι ταυτόσημα;
Η δική μας απάντηση σ΄ αυτό το ερώτημα είναι η εξής: Τα δύο «πακέτα» έχουν διαφορές μεταξύ τους. Δεν είναι ταυτόσημα. Αλλά το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι αυτό. Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν τα δύο «πακέτα» είναι ανταγωνιστικά μεταξύ τους ή είναι συμπληρωματικά μεταξύ τους.
Τα δύο «πακέτα» έχουν διαφορές. Το ένα είναι διετές, το άλλο είναι τριετές. Το πρώτο μιλάει για μια πολιτική γνωστή ως στρατηγική soc του ΔΝΤ, η δεύτερη στρατηγική, που κι αυτή ξεκινάει με βάση τις προτάσεις του ΔΝΤ, επεκτείνει το χρόνο προσαρμογής στα τρία χρόνια ή και περισσότερο.
Η πρώτη στρατηγική προβλέπει μηδενικές αυξήσεις στο δημόσιο τομέα. Η δεύτερη στρατηγική υπόσχεται αυξήσεις στο ύψος του πληθωρισμού, δηλαδή 0,8%.
Μπορεί κάποιος να εντοπίσει κι άλλες διαφορές, τις οποίες εμείς δεν αγνοούμε, ούτε παραβλέπουμε.
Όμως είναι προφανές ότι οι ομοιότητες είναι οι κυρίαρχες, οι ομοιότητες είναι εκείνες που προσδιορίζουν το στίγμα και των δύο «πακέτων».
Τα δύο αυτά «πακέτα» δε χωρίζονται με σινικά τείχη. Μπορεί στην πορεία του χρόνου το ένα «πακέτο» να μετεξελιχθεί στο άλλο. Θυμίζω, για να μην ακουστεί αυθαίρετη αυτή η εκτίμηση, ότι και στο παρελθόν, στις αρχές της δεκαετίας του ΄90, τις ιδιωτικοποιήσεις στην Ελλάδα τις εξήγγειλε ο κ. Μητσοτάκης. Οι ιδιωτικοποιήσεις όμως έγιναν κυρίως από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ.
Είναι προφανές, ότι το «πακέτο» του κ. Παπανδρέου έχει κάποιον άλλο σχεδιασμό. Προσπαθεί να εξοικονομήσει ένα χρόνο μεταβατικό, ένα χρόνο προσαρμογής. Προσπαθεί αυτό το χρόνο να αξιοποιήσει τα 15 δις από τα 28 του πακέτου για τις τράπεζες με έναν διαφορετικό τρόπο, όπως άλλωστε έχουν ζητήσει οι τραπεζίτες. Αυτό εμφανίζεται ως μια πολιτική στήριξης της ρευστότητας για την οικονομία.
Θέλω να επισημάνω τον κίνδυνο το μέτρο αυτό να μην οδηγήσει σε ενίσχυση της ρευστότητας της οικονομίας, αλλά στη ρευστότητα μόνο των τραπεζών. Εκείνο το οποίο ζητούσαν οι τραπεζίτες και από την παρούσα κυβέρνηση ήταν το εξής: Με εγγύηση του κράτους να δοθούν δάνεια σε υπερχρεωμένες επιχειρήσεις, οι υποχρεωμένες επιχειρήσεις να εξοφλήσουν τις τράπεζες και από εκεί και πέρα οι επιχειρήσεις θα μπορούσαν και να κλείσουν ή θα μπορούσε να γίνει οτιδήποτε άλλο. Πρόκειται δηλαδή για μια πολιτική μεταφοράς μέρους των επισφαλών δανείων από τις τράπεζες στο κράτος. Πρόκειται για μια προσπάθεια κοινωνικοποίησης των χρεών με παράλληλη ιδιωτικοποίηση των κερδών.
Εμείς λοιπόν, κοιτώντας με αντικειμενικότητα και τις δύο πολιτικές, διαπιστώνουμε ότι εκείνο που μας προτείνουν στην ουσία είναι μια άνεργη αμφίβολη ανάκαμψη. Αμφίβολη ανάκαμψη -δεν είναι βέβαιη-η οποία, και αν υπάρξει, θα είναι άνεργη. Θα συνοδεύεται από ανεργία. Κι αν κάποιος θέλει να μας διαψεύσει, καλούμε τον κ. Καραμανλή και τον κ. Παπανδρέου, αφού λένε ότι έχουν και οι δύο συγκεκριμένα προγράμματα, να πουν στον ελληνικό λαό, με βάση τα προγράμματά τους, πόσο εκτιμούν ότι θα είναι η ανεργία στο τέλος του 2010; Καλούμε και τα δύο κόμματα να δεσμευτούν για τις θέσεις απασχόλησης που θα δημιουργήσουν με την πολιτική τους.
Δεύτερον: Μας προτείνουν μια λιτότητα ξανά απροσδιόριστης διάρκειας. Και, κυρίως, μας προτείνουν μια πολιτική στην οποία οι εργαζόμενοι δεν έχουν καμία συμμετοχή στην όποια αύξηση του εθνικού εισοδήματος και της παραγωγικότητας. Αυτό σημαίνει, επομένως, ότι τα περί αναδιανομής είναι κούφια λόγια. Δεν μπορείς να πετύχεις αναδιανομή αν οι εργαζόμενοι δεν έχουν συμμετοχή στην όποια αύξηση του εθνικού εισοδήματος.
Μας προτείνουν μια πράσινη ανάπτυξη που, πέρα από τις ασάφειές της, μπορούμε να διακρίνουμε ήδη το χαρακτήρα της. Άλλος θα πληρώνει, άλλος θα κερδίζει. Διότι αυτό που ονομάζουν πράσινη ανάπτυξη, είναι μια επιδοτούμενη από το κράτος ανάπτυξη, την οποία θα πληρώνουν βεβαίως οι φορολογούμενοι. Ποιοι θα κερδίζουν όμως απ΄ αυτή την ανάπτυξη; Από την στιγμή που προβάλλεται ως ένα νέο πεδίο κερδοσκοπίας; Η απάντηση πιστεύουμε ότι είναι ορατή.
Γιατί είμαστε αντίθετοι σ΄ αυτό που μας προτείνουν; Είμαστε αντίθετοι γιατί θίγεται η κοινωνία που πονάει ήδη. Η ξεχασμένη κοινωνία των ανέργων, της επισφαλούς εργασίας, της υποβαθμισμένης ζωής. Πλήττεται η κοινωνία, που επλήγη ήδη από την πολιτική που προηγήθηκε. Πλήττεται η κοινωνία που θα έπρεπε σήμερα να νιώσει μια ανακούφιση.
Αλλά όχι μόνο γι αυτό. Είμαστε αντίθετοι γιατί μας ζητούν θυσίες χωρίς ελπίδα. Δε θίγεται κανένας από τους πυλώνες του μοντέλου που οδήγησε στη σημερινή κρίση. Δεν ακούσαμε τίποτα για τις τράπεζες. Οι τράπεζες δεν είναι απλές επιχειρήσεις. Είναι κέντρο οικονομικής δύναμης και εξουσίας.
Δεν ακούσαμε τίποτα για τα ΜΜΕ. Δεν ακούσαμε τίποτα για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τον μονόπλευρο προσανατολισμό της στον πληθωρισμό και όχι στην ανάπτυξη και καταπολέμηση της ανεργίας, καθώς και την απουσία ουσιαστικού δημοκρατικού πολιτικού ελέγχου των αποφάσεών της
Δεν ακούσαμε τίποτα για το Σύμφωνο Σταθερότητας, που είναι το πλαίσιο άσκησης πολιτικής. Άρα δεν αλλάζει τίποτα σε ό,τι συγκροτεί εκείνο το μοντέλο που οδήγησε σε κρίση.
Τέλος, είμαστε αντίθετοι και για έναν ακόμα λόγο. Πιστεύουμε ότι στις συνθήκες της κρίσης που ζούμε, σε μια χώρα υπερχρεωμένη, χωρίς ένα αξιόπιστο σχέδιο διεξόδου από την κρίση με όρους παραγωγικής ανασυγκρότησης, με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης και πλήρους απασχόλησης και με όρους αειφορίας, η ελληνική κοινωνία κινδυνεύει να γίνει έρμαιο των διεθνών αγορών και των δανειστών της και των όποιων απαιτήσεών τους, κοινωνικών, οικονομικών, ακόμα και εθνικών.
Για τους λόγους αυτούς επισημαίνουμε τους κινδύνους. Και η βασική αντίρροπη δύναμη προς αυτούς είναι ισχυρός ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή και ανάταση των κοινωνικών κινημάτων στην κοινωνία.
ΑΝΤ. ΝΤΑΒΑΝΕΛΟΣ: Να κάνω και εγώ τρεις παρατηρήσεις από τη σκοπιά περισσότερο στα εργασιακά. Η πρώτη αφορά τους μισθούς. Τα συνδικάτα, ακόμη και τα συνδικάτα με σοσιαλδημοκρατική ηγεσία, στις διαπραγματεύσεις για τις συλλογικές συμβάσεις πάντα προσέρχονται με μια αρχιτεκτονική τελείως διαφορετική από αυτή που ακούσαμε στην Θεσσαλονίκη. Διεκδικούν πληθωρισμό συν αύξηση της παραγωγικότητας συν διορθωτικό για τις απώλειες. Αντίθετα, μια πολιτική που παρουσιάστηκε ως αναδιανομή εισοδήματος δηλ. αυξήσεις στο ύψος του πληθωρισμού, είναι πάντα η αρχιτεκτονική της εργοδοσίας στις διαπραγματεύσεις για τις συμβάσεις και δεν έχει καμία σχέση με αναδιανομή.
Δεύτερη παρατήρηση. Υπήρξε μια υπόσχεση για επίδομα ανεργίας στο 70% του βασικού μισθού. Προσοχή, υπό την αίρεση της τριετίας και ετησίως με το κριτήριο της αντοχής των δημόσιων οικονομικών. Γιατί το λέω αυτό; Πρώτον, για το 70% είναι πολύ τσιγκούνικο ακόμη και τα συνδικάτα με σοσιαλδημοκρατική ηγεσία ζητάνε 80% αλλά, κυρίως, γιατί το ΠΑΣΟΚ στην προηγούμενη κυβέρνησή του το είχε πάει στο 66%, πράγμα το οποίο ποτέ δεν υλοποιήθηκε, γιατί κάθε χρόνο κρινόταν εκτός της αντοχής των δημόσιων οικονομικών .
Και τρίτον, εγώ ως εργατικός συντάκτης ομολογώ ότι το να ακούω σε μια συνέντευξη μια εξαγγελία με κυριολεκτικά θηριώδεις συνέπειες, δηλ. σε ένα χρόνο θα θεσμοθετήσω την βασική σύνταξη και παρόλο που ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ρωτήθηκε από δημοσιογράφους, δεν διευκρίνισε αν αυτό το νέο πράγμα υποκαθιστά τις σημερινές συντάξεις ή υποκαθιστά τον τρόπο υπολογισμού των σημερινών συντάξεων. Να κάνουμε ότι δεν καταλαβαίνουμε ότι αυτό μπορεί να είναι μια κορυφαία αντιμεταρρύθμιση, ότι αυτό μπορεί να είναι επιστροφή στην αρχή του συστήματος των τριών πυλώνων, είναι τουλάχιστον αθωότητα. Όταν πετάγεται ένα τέτοιο μέτρο θα όφειλε να είναι κατοχυρωμένο απέναντι σε πράγματα που σημαίνουν πολύ σκληρές εξελίξεις για τους ασφαλισμένους και τα δικαιώματά τους.
Επιτροπή Πολιτικού Σχεδιασμού και Γραφείο Τύπου ΣΥΡΙΖΑ
Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2009
Γιατί ΣΥΡΙΖΑ; 19+1 λόγοι
1. Γιατί βρέθηκε στην πρώτη γραμμή των κοινωνικών αγώνων. Στο πλευρό των πιο αδύναμων, των ανέργων, της γενιάς των 700 ευρώ.
.
2. Γιατί υπερασπίστηκε τα δημόσια αγαθά, τις κοινωνικές υπηρεσίες και το περιβάλλον από την εμπορευματοποίηση.
.
3. Γιατί οι πολίτες δεν έχουν περιμένουν τίποτα άλλο από τη Νέα Δημοκρατία, ούτε από το ΠΑΣΟΚ. Μόνο εύκολες υποσχέσεις που διαψεύδονται όταν έρθουν στην εξουσία.
.
4. Γιατί η ψήφος στη Νέα Δημοκρατία είτε στο ΠΑΣΟΚ, είναι ψήφος για την διάλυση του κοινωνικού κράτους και των εργασιακών σχέσεων. Είναι ψήφος στα golden boys του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και του ΟΟΣΑ, που απαιτούν να καθορίζουν την οικονομική και κοινωνική πολιτική της χώρας.
.
5. Γιατί δεν γίνεται να βγούμε από την κρίση ενισχύοντας αυτούς που την προκάλεσαν: τις ανεξέλεγκτες αγορές, τις Τράπεζες, το μεγάλο κεφάλαιο και τα κόμματα που τους εκπροσωπούν.
.
6. Γιατί η κρίση αντιμετωπίζεται μόνο με νέες θέσεις εργασίας, προστασία από τις απολύσεις, στήριξη των χαμηλών εισοδημάτων, βοήθεια στις μικρές επιχειρήσεις, αύξηση των κοινωνικών δαπανών.
.
7. Γιατί η χώρα μας δεν αντέχει άλλο να ξοδεύει δισεκατομμύρια ευρώ για Ατλαντικούς εξοπλισμούς και μίζες, την ώρα που το κοινωνικό κράτος εγκαταλείπεται στην τύχη του.
.
8. Γιατί η δημόσια δωρεάν παιδεία και η δημόσια υγεία είναι δικαίωμα για όλους. Και αυτό το δικαίωμα πρέπει να το υπερασπιστούμε.
.
9. Γιατί το όνειρο των νέων παιδιών, δεν χωράει στην ανεργία, τα προγράμματα stage, την επισφάλεια, τη μαύρη εργασία, τις δουλειές του ποδαριού.
10. Γιατί η δημόσια διοίκηση δεν είναι φέουδο της εκάστοτε κυβέρνησης, ούτε εργαλείο κομματικών πελατειακών σχέσεων.
11. Γιατί οι κυβερνήσεις των δύο μεγάλων κομμάτων, μας κληροδότησαν το πιο άδικο φορολογικό σύστημα της Ευρώπης.
.
12. Γιατί οι δημόσιες επιχειρήσεις πρέπει να λειτουργούν με κριτήριο την κοινή ωφέλεια και όχι την κερδοσκοπία.
.
13. Γιατί οι αγρότες χρειάζονται στήριξη ώστε να μπορέσουν να δουλέψουν και να ζήσουν με αξιοπρέπεια.
.
14. Γιατί τα δάση, οι ακτές, τα ποτάμια, ο φυσικός πλούτος της χώρας δεν είναι για εμπορική εκμετάλλευση. Ανήκουν σε όλους και πρέπει να προστατεύονται.
.
15. Γιατί οι άφθονες διακηρύξεις περιβαλλοντικής ευαισθησίας δεν αρκούν για να προστατεύουν το περιβάλλον. Χρειάζονται αγώνες. Και σύγκρουση με συγκεκριμένα συμφέροντα.
.
16. Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η μοναδική πολιτική δύναμη που αντιστέκεται αποφασιστικά στην ξενοφοβία, τον ρατσισμό, τον ακροδεξιό λαϊκισμό.
.
17. Γιατί το μέλλον μας δεν είναι οι κάμερες, οι παρακολουθήσεις, τα υπερσύγχρονα και πανάκριβα όπλα της αστυνομίας. Είναι η δημοκρατία και ο σεβασμός στην ελευθερία και τα κοινωνικά δικαιώματα.
.
18. Γιατί η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ είναι ψήφος στον αγώνα των ανθρώπων για καλύτερη ζωή.
.
19. Γιατί κερδισμένοι είναι πάντα αυτοί που αντιστέκονται και διεκδικούν τα δικαιώματά τους. Και τα δικαιώματα ολόκληρης της κοινωνίας.
.
20. Γιατί ψηφίζοντας αριστερά, δεν νοιώθεις εξαπατημένος την επόμενη ημέρα. Και ανοίγεις ένα παράθυρο στην ελπίδα για μια καλύτερη και πιο δίκαιη κοινωνία.
Τετάρτη 12 Αυγούστου 2009
Δευτέρα 22 Ιουνίου 2009
ΠΕΡΙ ΛΑΘΩΝ ΚΑΙ ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΕΩΝ
Το χειρότερο λάθος που θα μπορούσε να κάνει ο ΣΥΝ και ο ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν να «αναγνωρίσει» τα λάθη του που έκανε όλη αυτήν την περίοδο. Για το αποτέλεσμα φταίει ο Δεκέμβρης, η απομάκρυνση από τον αριστερό ευρωπαϊσμό, το εσωκομματικό πρόβλημα του ΣΥΝ, η μη εμβάθυνση του πολιτικού εγχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ, η διγλωσσία, ο Τσίπρας και οι φίλοι του, το ελλειμματικό ρίζωμα στην κοινωνία, οι «εγγονοί» και οι «εγγονές» του Μάο, η λευκή απεργία των «ανανεωτικών» κλπ.
Διαλέξτε ότι θέλετε από τα παραπάνω και να είστε σίγουροι πως η πολιτική κρίση του ΣΥΝ και του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να ξεπεραστεί. Και δεν πρόκειται να ξεπεραστεί γιατί η «αναγνώριση» των λαθών, υπό τις παρούσες εσωκομματικές συνθήκες, αποτελεί μετωνυμία της ιδεολογικής αγκύλωσης των συνιστωσών και όχι διαδικασία αυτοδιόρθωσης. Στην ουσία έχουμε να κάνουμε με πολιτικές φαντασιώσεις και όχι με έγκυρες διαπιστώσεις. Κάθε φαντασίωση αποτελεί μια μυθοπλασία που αναπαριστά τις σχέσεις μας με τα πράγματα. Επιπρόσθετα, αποτελεί ένα πέπλο για να μην αντιλαμβανόμαστε ότι ορισμένες αναπαριστώμενες σχέσεις έχουν αλλάξει.
Για παράδειγμα, αποτελεί πολιτική φαντασίωση ο «αριστερός ευρωπαϊσμός» των ανανεωτικών, γιατί ονοματίζει με φαντασιωτικό τρόπο τα ευρωπαϊκά πράγματα. Αν αντί του «αριστερού ευρωπαϊσμού» χρησιμοποιούσαμε μόνο τον «ευρωπαϊσμό», τότε θα κινδυνεύαμε να έρθουμε αντιμέτωποι με την πολιτική αποτυχία του οράματός μας γιατί η υπεροψία της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας έχει δυναμιτίσει και την πιο απλή εκσυγχρονιστική διαδικασία, πόσο μάλλον κάποιο αριστερό πρόταγμα. Το ονομάζουμε, λοιπόν «αριστερό ευρωπαϊσμό» αυτό που παλαιότερα θα ονομάζαμε απλά «ευρωπαϊσμό» για να μην αντικρίσουμε κατάματα τις ευθύνες του υπαρκτού ευρωπαϊσμού για την βαθιά και ποικιλόμορφη δυσπιστία που επιδεικνύουν οι ευρωπαϊκοί λαοί απέναντι στην ευρωπαϊκή ένωση. Αν όμως αντί της «ισχυρής ευρωπαϊκής μας ταυτότητας» χρησιμοποιούσαμε το ερώτημα «τι Ευρώπη θέλουμε;» για να ασκήσουμε πολιτική, τότε και καλύτερο ψηφοδέλτιο θα φτιάχναμε και περισσότερη επιτυχία θα είχαμε.
Αν για κάτι θα πρέπει να αισθάνεται «ένοχη» η ανανεωτική πτέρυγα αυτό θα πρέπει να είναι η άσκηση της πολιτικής με όρους ισχυρής ταυτότητας που επέτυχε και όχι η «λευκή απεργία». Η στάση που πήρε, συνέβαλε έμμεσα στο να στηθεί ένα προεκλογικό σκηνικό όπου αποδομούνται τα «εγγόνια του Μάο» ενώ μένουν στο απυρόβλητο τα «εγγόνια του Χίτλερ».
Ακόμα ισχυρότερη φαντασιωτική απάντηση στην πολιτική κρίση του ΣΥΝ, αποτελεί το «δεν αλλάζουμε γραμμή» γιατί προέρχεται από την ηγεσία του ΣΥΝ και όχι από την μειοψηφία. Είναι ισχυρότερη γιατί μαζί με τους όρους ανάπτυξης της, εμπεριέχει και τους όρους αναπαραγωγής της μειοψηφικής φαντασίωσης. Για να το πούμε διαφορετικά, για το εκλογικό αποτέλεσμα δεν φταίει η ηγεσία αλλά, κυρίως, η φαντασίωση της ηγεσίας. Η φαντασίωση της ηγεσίας λέει το εξής: Για να βγάλουμε το κόμμα από την ανυποληψία πρέπει να προσδεθούμε με τα κινήματα και αυτό θα μας φέρει και ψήφους. Η φαντασίωση της μειοψηφίας λέει το εξής: για να είμαι ορατός στην κοινή γνώμη πρέπει να έχω μια συγκεκριμένη ανανεωτική και ευρωπαϊκή φυσιογνωμία. Έτσι έχουμε από την μία, το κόμμα κοντά στα κινήματα και από την άλλη, το κόμμα – στούντιο. Οι ευθύνες δεν κατανέμονται ομοιόμορφα. Αφορούν πρωτίστως την ηγεσία αλλά συνυπάρχουν με τις ευθύνες της μειοψηφίας φτιάχνοντας, από κοινού, μια υψηλότερη ευθύνη. Το κόμμα κατασκευάζει είτε «κινηματικούς», είτε «ανανεωτικούς» επικοινωνιακούς κώδικες.
Όμως με επικοινωνιακούς κώδικες δεν αντιμετωπίζεις τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους γιατί οι κώδικες αποκρυπτογραφούνται από την υλική δραστικότητα της κυρίαρχης ιδεολογίας. Γιατί οι ταξικοί αγώνες δεν διεξάγονται μόνο στα πεζοδρόμια αλλά και στο εποικοδόμημα, στο τόπο των ιδεών.
Οι ιδεολογικές επιθέσεις του συστήματος μπορούν να εντοπιστούν σε τέσσερις χρονικές στιγμές και να αποτυπωθούν με τέσσερα δημοσκοπικά ποσοστά. Όταν το ακροατήριο σου έχει φτάσει το 18%, το πολιτικό σύστημα σε ρωτά αν έχεις πρόγραμμα. Στα γεγονότα του Δεκέμβρη, ο πολιτικός ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους που έχει το όνομα «Ελληνική Δημοκρατία», διαμεσολαβημένος από τα ΜΜΕ, σε ρωτά αν είσαι εντός η εκτός του συστήματος, τα ποσοστά σου τότε είναι γύρω στο 15%. Μετά, σε ρωτά αν θα συνεργαστείς για να δώσεις κυβερνητική διέξοδο. Τα ποσοστά σου τότε είναι γύρω στο 8% με 10%. Τέλος σου λέει ότι «όλοι οι ίδιοι είστε». Τα ποσοστά σου είναι γύρω στο 5%. Γιατί μειώνεται το ακροατήριο σου; Η απάντηση είναι γιατί διαμορφώνεται από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους και η ποιότητα του και η ποσότητα του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, ήταν παρόν στους κινηματικούς αγώνες που τον έβγαλαν από την πολιτική ανυποληψία που μέχρι τότε βίωναν όλες ανεξαιρέτως οι συνιστώσες του. Ήταν, όμως και απών από τα μεγάλα ιδεολογικά ζητήματα της περιόδου. Απέκτησε ένα ισχυρό ακροατήριο, του ζητήθηκε να το «διαχειριστεί» ενώ θα έπρεπε να το «πολιτικοποιήσει» ανταγωνιζόμενος τους ιδεολογικούς μηχανισμούς.
Δεν θα πρέπει να μιλάμε λοιπόν για λάθη, αλλά για δομικές ανεπάρκειες και κενά της ύπαρξης ενός πολιτικού οργανισμού. Ναι, ο οργανισμός αυτός πρέπει να συνδιαμορφώσει νέες κινηματικές συλλογικότητες. Όμως, κατά πόσο μπορεί να διεξάγει ιδεολογικούς αγώνες; Τι απαιτείται για αυτό; Για παράδειγμα δεν αρκεί να μιλάς για την αισχροκέρδεια των Τραπεζών. Αυτό αποτελεί σίγουρα έναν σοβαρό κινηματικό στόχο. Όμως, ο καπιταλισμός στηρίζεται στα κέρδη και την εκμετάλλευση. Ποιος θα μιλήσει για την αναγκαιότητα μείωσης των κανονικών κερδών, δηλαδή της εκμετάλλευσης; Το κίνημα στη βάση του ακτιβισμού του δεν μπορεί γιατί αποτελεί μια έκφραση του επιτακτικού της συγκεκριμένης κατάστασης. Το πολιτικό υποκείμενο, όμως, πρέπει να αμφισβητήσει τα κέρδη και η αμφισβήτηση αυτή να συμβεί στο εποικοδόμημα της κοινωνίας. Οι δυνατότητες του κινήματος διαμορφώνονται στη κοινωνία. Οι προοπτικές του όμως καθορίζονται στο εποικοδόμημα.
Η πορεία εξόδου από την κρίση του εγχειρήματος ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να βασιστεί περισσότερο στην ανεύρεση του ιδεολογικού του ρόλου ως συλλογικού διανοούμενου των λαϊκών στρωμάτων παρά στην αναδιαμόρφωση της τράπουλας των εσωκομματικών συσχετισμών. Πρέπει να στηριχθεί στην αναζωογόνηση των τοπικών οργανώσεων παρά στην ενίσχυση των τάσεων. Πρέπει να στηριχθεί σε προγραμματικές και ιδεολογικές θέσεις παρά σε απόψεις και στάσεις. Πρέπει να στηριχθεί στην ιδεολογική ενότητα παρά στο τασικό «κοινοβούλιο» που δεν ξέρει να συνθέτει.
Πέτρος Σταύρου
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)