Η κυβέρνηση και τα παπαγαλάκια της
πανηγυρίζουν για την επανεκκίνηση των αυτοκινητόδρομων, επιχειρώντας να
την εντάξουν στην εικονική πραγματικότητα της… επερχόμενης ανάκαμψης που
διαφημίζει ο πρωθυπουργός. Επιμελώς, όμως, κρύβουν το γεγονός ότι εις
βάρος του δημόσιου συμφέροντος πριμοδοτούν τους διαπλεκόμενους
μεγαλοεργολάβους με 1,2 δισ. ευρώ.
Στον αναλυτικό πίνακα που παραθέτουμε παρουσιάζουμε τα πραγματικά στοιχεία σε σχέση με τους «υπό επανεκκίνηση» αυτοκινητόδρομους, τα οποία μιλούν από μόνα τους και αποκαλύπτουν τη διαχρονική σχέση κυβερνήσεων – μεγαλοεργολάβων.
Αποτελεί πρώτιστη ευθύνη της Αριστεράς να φέρει στο φως με τεκμηριωμένο τρόπο αυτή τη σχέση διαπλοκής. Είναι πλέον η στιγμή η Αριστερά να αναλάβει την ευθύνη της απέναντι στο λαό ως προς την πλήρη και ουσιαστική διαφάνεια για τη διαχείριση του δημοσίου χρήματος. Να βάλει τέλος σε μια παλιότερη στάση γενικόλογης καταγγελιολογίας, που όμως τελικά «επιτρέπει» στη διαπλοκή να μακροημερεύει. Ως προς το ζήτημα της διαχείρισης του δημοσίου χρήματος η ευθύνη της Αριστεράς απέναντι στο λαό ορίζεται στο «σήμερα» -όχι στο μέλλον, αν και όταν αναλάβει τη διακυβέρνηση. Σήμερα πρέπει να δοθεί η μάχη για την αποκάλυψη των σχέσεων διαπλοκής και αυτή η μάχη του «σήμερα» θα διαμορφώσει τους όρους άσκησης πολιτικής «αύριο», σε μια ενδεχόμενη κυβέρνηση με κορμό την Αριστερά.
Στον αναλυτικό πίνακα που παραθέτουμε παρουσιάζουμε τα πραγματικά στοιχεία σε σχέση με τους «υπό επανεκκίνηση» αυτοκινητόδρομους, τα οποία μιλούν από μόνα τους και αποκαλύπτουν τη διαχρονική σχέση κυβερνήσεων – μεγαλοεργολάβων.
Αποτελεί πρώτιστη ευθύνη της Αριστεράς να φέρει στο φως με τεκμηριωμένο τρόπο αυτή τη σχέση διαπλοκής. Είναι πλέον η στιγμή η Αριστερά να αναλάβει την ευθύνη της απέναντι στο λαό ως προς την πλήρη και ουσιαστική διαφάνεια για τη διαχείριση του δημοσίου χρήματος. Να βάλει τέλος σε μια παλιότερη στάση γενικόλογης καταγγελιολογίας, που όμως τελικά «επιτρέπει» στη διαπλοκή να μακροημερεύει. Ως προς το ζήτημα της διαχείρισης του δημοσίου χρήματος η ευθύνη της Αριστεράς απέναντι στο λαό ορίζεται στο «σήμερα» -όχι στο μέλλον, αν και όταν αναλάβει τη διακυβέρνηση. Σήμερα πρέπει να δοθεί η μάχη για την αποκάλυψη των σχέσεων διαπλοκής και αυτή η μάχη του «σήμερα» θα διαμορφώσει τους όρους άσκησης πολιτικής «αύριο», σε μια ενδεχόμενη κυβέρνηση με κορμό την Αριστερά.
Μάχη «από σήμερα»
Μιλάμε για «μάχη». Δεν υπερβάλλουμε. Μιλάμε για «μάχη», γιατί είναι έξω από το πλαίσιο ανοχής της εξουσίας η ουσιαστική αποκάλυψη του συστήματος διαπλοκής και διασπάθισης δημοσίου χρήματος. Η μεταπολιτευτική ελληνική Δημοκρατία στηρίχτηκε σε μια «ομερτά» γύρω από το σύστημα κλεπτοκρατίας –κι η Αριστερά έχει ένα ορισμένο μερίδιο ευθύνης. Είναι πράγματι τομή σε σχέση με το παρελθόν η τωρινή στάση του ΣΥΡΙΖΑ –ΕΚΜ, και ειδικά της ηγεσίας Αλ. Τσίπρα, στάση που «συνομιλεί» με τη λαϊκή απαίτηση, όπως εκφράστηκε με εμβληματικό τρόπο στις «πλατείες»: ξήλωμα της κλεπτοκρατίας και –μην το ξεχνάμε αυτό- τιμωρία των ενόχων.
Επίσης, μιλάμε για «μάχη», γιατί το σύστημα της διαπλοκής έχει πολλά όπλα για να αποπροσανατολίσει τους πολίτες. Μιλάνε, για παράδειγμα, για «νέες θέσεις εργασίας», προκειμένου να συσκοτίσουν την ουσία των ρυθμίσεων. Λες και χωρίς «δώρα» στη διαπλοκή δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν νέες θέσεις εργασίας. Στηρίζονται, επίσης, στην αίσθηση των πολιτών ότι «αυτά τα ζητήματα δεν είναι για εμάς, δεν τα καταλαβαίνουμε», αίσθηση την οποία αυτοί οι ίδιοι καλλιεργούν. Κι εδώ πρέπει να δώσει τη μάχη η Αριστερά. Πρώτον, για να εντοπίζει την ουσία των σκανδαλωδών ρυθμίσεων, δεύτερον για να την παρουσιάζει με απλό και κατανοητό τρόπο στο λαό και τρίτον για να πείσει το λαό ότι χωρίς τον δικό του «κοινωνικό έλεγχο» δεν μπορεί να υπάρξει άσπρη μέρα σε αυτόν τον τόπο. Ο «κοινωνικός έλεγχος» είναι η πεμπτουσία της Δημοκρατίας, της Πραγματικής Δημοκρατίας. Η Αριστερά μπορεί και πρέπει, τονίζουμε «από σήμερα», να τον προωθήσει. Κρισιμότατος κόμβος σήμερα είναι να δημιουργηθεί η δυνατότητα να μάθει, να ενημερωθεί κάθε πολίτης.
Ας δούμε λοιπόν τις Συμβάσεις Παραχώρησης (Σ.Π.) και ως παράδειγμα. Πρόκειται για περίπλοκες Συμβάσεις. Όμως ακόμη και το πιο περίπλοκο ζήτημα μπορεί να συμπυκνωθεί σε απλά και κατανοητά κριτήρια.
Αυτό θέλει να αποφύγει η κυβέρνηση της διαπλοκής, αυτό πρέπει να κάνει «από σήμερα» η Αριστερά. Μέσα λοιπόν από την επεξεργασία των περίπλοκων Σ.Π. (έργο αναμφισβήτητα ειδικευμένων στελεχών) μπορούμε να καταλήξουμε σε συγκεκριμένα κριτήρια, απολύτως προσιτά και κατανοητά στο μέσο πολίτη.
Επί του συγκεκριμένου, λοιπόν, στον πίνακα δίνουμε ανά Σ.Π. και συγκεντρωτικά τα παρακάτω στοιχεία:
• Το ποσό του κατασκευασμένου έργου (γραμμές 1 και 10).
• Την εκτίμηση για το κόστος «λειτουργίας και συντήρησης» (γραμμή 11), κόστος για το οποίο το υπουργείο Ανάπτυξης δεν παρέχει στοιχεία, ενδεχομένως για να μην μπορούν να καταλήξουν σε συμπέρασμα οι υπολογισμοί. Πάντως, αυτό το μέγεθος μπορεί με καλή προσέγγιση να υπολογιστεί από τα στοιχεία που δίνουν οι ίδιοι οι Παραχωρησιούχοι για τον εξοπλισμό και το προσωπικό που απασχολούν, καθώς και από στοιχεία των ισολογισμών.
• Τα χρήματα που έχει εισπράξει ο Παραχωρησιούχος από το Δημόσιο και τα διόδια (γραμμές 2,4,5 και 12).
• Τη σύγκριση της δαπάνης του Παραχωρησιούχου με τα χρήματα που έχει εισπράξει από Δημόσιο και διόδια (γραμμή 13) και ακριβώς εδώ βρίσκεται ένα πρώτο κραυγαλέο εύρημα: Ο Παραχωρησιούχος έχει εισπράξει περισσότερα χρήματα από τις δαπάνες του, σε πλήρη αντίθεση με τις διακηρύξεις ότι θα χρηματοδοτήσει τα έργα.
• Τη χρηματοδότηση που όφειλαν οι Παραχωρησιούχοι να βάλουν στα έργα με βάση τις Σ.Π. (γραμμές 7,14) υπολογιζόμενη μάλιστα με τρόπο ευνοϊκό γι’ αυτούς, αλλά εν γένει εύλογο, δηλαδή με βάση το κατασκευασμένο έργο. Εάν εφαρμοζόταν ακριβώς η Σ.Π. τότε π.χ. στην Ιονία Οδό μόνο η «δεσμευτική επένδυση» θα ήταν 81 εκατ. ευρώ (αντί για 58 που γράφουμε) και θα όφειλε να προστεθεί επιπλέον ή ακόμη μεγαλύτερη τραπεζική χρηματοδότηση.
• Τις εγκεκριμένες με βάση τη ρύθμιση Χατζηδάκη απαιτήσεις των εργολάβων (γραμμές 8 και 15), οι οποίες όμως –και κάτι δείχνει αυτό- δεν αναγνωρίζονται ως επιλέξιμη δαπάνη για χρηματοδότηση από την Ε.Ε. και άρα βαρύνουν εξ ολοκλήρου τον Κρατικό Προϋπολογισμό, δηλαδή, κάθε πολίτη.
• Το συνολικό «δώρο» στους εργολάβους (γραμμή 16).
Για κάθε σκεπτόμενο πολίτη τα συμπεράσματα είναι μάλλον εύγλωττα και η στάση ευθύνης που οφείλει να ακολουθήσει η Αριστερά προφανής.
Μιλάμε για «μάχη». Δεν υπερβάλλουμε. Μιλάμε για «μάχη», γιατί είναι έξω από το πλαίσιο ανοχής της εξουσίας η ουσιαστική αποκάλυψη του συστήματος διαπλοκής και διασπάθισης δημοσίου χρήματος. Η μεταπολιτευτική ελληνική Δημοκρατία στηρίχτηκε σε μια «ομερτά» γύρω από το σύστημα κλεπτοκρατίας –κι η Αριστερά έχει ένα ορισμένο μερίδιο ευθύνης. Είναι πράγματι τομή σε σχέση με το παρελθόν η τωρινή στάση του ΣΥΡΙΖΑ –ΕΚΜ, και ειδικά της ηγεσίας Αλ. Τσίπρα, στάση που «συνομιλεί» με τη λαϊκή απαίτηση, όπως εκφράστηκε με εμβληματικό τρόπο στις «πλατείες»: ξήλωμα της κλεπτοκρατίας και –μην το ξεχνάμε αυτό- τιμωρία των ενόχων.
Επίσης, μιλάμε για «μάχη», γιατί το σύστημα της διαπλοκής έχει πολλά όπλα για να αποπροσανατολίσει τους πολίτες. Μιλάνε, για παράδειγμα, για «νέες θέσεις εργασίας», προκειμένου να συσκοτίσουν την ουσία των ρυθμίσεων. Λες και χωρίς «δώρα» στη διαπλοκή δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν νέες θέσεις εργασίας. Στηρίζονται, επίσης, στην αίσθηση των πολιτών ότι «αυτά τα ζητήματα δεν είναι για εμάς, δεν τα καταλαβαίνουμε», αίσθηση την οποία αυτοί οι ίδιοι καλλιεργούν. Κι εδώ πρέπει να δώσει τη μάχη η Αριστερά. Πρώτον, για να εντοπίζει την ουσία των σκανδαλωδών ρυθμίσεων, δεύτερον για να την παρουσιάζει με απλό και κατανοητό τρόπο στο λαό και τρίτον για να πείσει το λαό ότι χωρίς τον δικό του «κοινωνικό έλεγχο» δεν μπορεί να υπάρξει άσπρη μέρα σε αυτόν τον τόπο. Ο «κοινωνικός έλεγχος» είναι η πεμπτουσία της Δημοκρατίας, της Πραγματικής Δημοκρατίας. Η Αριστερά μπορεί και πρέπει, τονίζουμε «από σήμερα», να τον προωθήσει. Κρισιμότατος κόμβος σήμερα είναι να δημιουργηθεί η δυνατότητα να μάθει, να ενημερωθεί κάθε πολίτης.
Ας δούμε λοιπόν τις Συμβάσεις Παραχώρησης (Σ.Π.) και ως παράδειγμα. Πρόκειται για περίπλοκες Συμβάσεις. Όμως ακόμη και το πιο περίπλοκο ζήτημα μπορεί να συμπυκνωθεί σε απλά και κατανοητά κριτήρια.
Αυτό θέλει να αποφύγει η κυβέρνηση της διαπλοκής, αυτό πρέπει να κάνει «από σήμερα» η Αριστερά. Μέσα λοιπόν από την επεξεργασία των περίπλοκων Σ.Π. (έργο αναμφισβήτητα ειδικευμένων στελεχών) μπορούμε να καταλήξουμε σε συγκεκριμένα κριτήρια, απολύτως προσιτά και κατανοητά στο μέσο πολίτη.
Επί του συγκεκριμένου, λοιπόν, στον πίνακα δίνουμε ανά Σ.Π. και συγκεντρωτικά τα παρακάτω στοιχεία:
• Το ποσό του κατασκευασμένου έργου (γραμμές 1 και 10).
• Την εκτίμηση για το κόστος «λειτουργίας και συντήρησης» (γραμμή 11), κόστος για το οποίο το υπουργείο Ανάπτυξης δεν παρέχει στοιχεία, ενδεχομένως για να μην μπορούν να καταλήξουν σε συμπέρασμα οι υπολογισμοί. Πάντως, αυτό το μέγεθος μπορεί με καλή προσέγγιση να υπολογιστεί από τα στοιχεία που δίνουν οι ίδιοι οι Παραχωρησιούχοι για τον εξοπλισμό και το προσωπικό που απασχολούν, καθώς και από στοιχεία των ισολογισμών.
• Τα χρήματα που έχει εισπράξει ο Παραχωρησιούχος από το Δημόσιο και τα διόδια (γραμμές 2,4,5 και 12).
• Τη σύγκριση της δαπάνης του Παραχωρησιούχου με τα χρήματα που έχει εισπράξει από Δημόσιο και διόδια (γραμμή 13) και ακριβώς εδώ βρίσκεται ένα πρώτο κραυγαλέο εύρημα: Ο Παραχωρησιούχος έχει εισπράξει περισσότερα χρήματα από τις δαπάνες του, σε πλήρη αντίθεση με τις διακηρύξεις ότι θα χρηματοδοτήσει τα έργα.
• Τη χρηματοδότηση που όφειλαν οι Παραχωρησιούχοι να βάλουν στα έργα με βάση τις Σ.Π. (γραμμές 7,14) υπολογιζόμενη μάλιστα με τρόπο ευνοϊκό γι’ αυτούς, αλλά εν γένει εύλογο, δηλαδή με βάση το κατασκευασμένο έργο. Εάν εφαρμοζόταν ακριβώς η Σ.Π. τότε π.χ. στην Ιονία Οδό μόνο η «δεσμευτική επένδυση» θα ήταν 81 εκατ. ευρώ (αντί για 58 που γράφουμε) και θα όφειλε να προστεθεί επιπλέον ή ακόμη μεγαλύτερη τραπεζική χρηματοδότηση.
• Τις εγκεκριμένες με βάση τη ρύθμιση Χατζηδάκη απαιτήσεις των εργολάβων (γραμμές 8 και 15), οι οποίες όμως –και κάτι δείχνει αυτό- δεν αναγνωρίζονται ως επιλέξιμη δαπάνη για χρηματοδότηση από την Ε.Ε. και άρα βαρύνουν εξ ολοκλήρου τον Κρατικό Προϋπολογισμό, δηλαδή, κάθε πολίτη.
• Το συνολικό «δώρο» στους εργολάβους (γραμμή 16).
Για κάθε σκεπτόμενο πολίτη τα συμπεράσματα είναι μάλλον εύγλωττα και η στάση ευθύνης που οφείλει να ακολουθήσει η Αριστερά προφανής.
.