Περισσότερα από πέντε χρόνια έχουν περάσει από την έναρξη της συριακής κρίσης, και στο διάστημα αυτό το καθεστώς Άσαντ κατάφερε να παραμείνει στην εξουσία. Οι λόγοι που εξηγούν την ανθεκτικότητα του καθεστώτος είναι πολλοί. Κατ΄ αρχήν η ταύτιση του συριακού στρατού με το κυβερνών κόμμα Μπάθ επέτρεψε στον Μπασάρ Αλ Άσαντ να παραμείνει στην εξουσία, ενώ η σταθερή υποστήριξη της Ρωσίας αλλά και του Ιράν, καθώς και της λιβανέζικης Χεζμπολλά, αν και με διαφορετικούς τρόπους, ήταν ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση του συριακού καθεστώς. Ένας δεύτερος λόγος ήταν το γεγονός ότι η σύγκρουση στην Συρία θεωρήθηκε από τη Δύση, τουλάχιστον στην αρχή, ως μία ευκαιρία για την ανατροπή ενός ενοχλητικού αντιπάλου και μάλιστα χωρίς κόστος, μια εκτίμηση που διαψεύστηκε από τα γεγονότα. Ένας ακόμα πολύ σημαντικός λόγος ήταν η πολυδιάσπαση των αντιπάλων του καθεστώτος σε δεκάδες μικρότερες ή μεγαλύτερες ένοπλες ομάδες, πράγμα που επέτρεπε σε χώρες της περιοχής να τις ενισχύουν εξασφαλίζοντας έτσι τοπικούς συμμάχους, προετοιμαζόμενες για την μετά -Άσαντ εποχή.
Ενώ το ΙΚΙΛ απειλεί τη Δαμασκό
Όμως, καθώς η σύγκρουση συνεχιζόταν, οι ενδο-συριακές αντιθέσεις παγιώνονταν και η χώρα βυθιζόταν στο χάος, άρχισαν να δρουν –και μάλιστα με επιτυχία- ισλαμικές τρομοκρατικές οργανώσεις, όπως η Άλ Νούσρα και η Αλ Κάιντα του Ιράκ, η οποία κατάφερε να κατακτήσει στρατηγικής σημασίας εδάφη τόσο στο Ιράκ όσο και στη Συρία. Αποτυπώνοντας τις στρατιωτικές της επιτυχίες, η τελευταία μετονομάσθηκε σε Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε και συμπεριφέρθηκε στους κατακτημένους πληθυσμούς με ανατριχιαστική βαρβαρότητα.
Το αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν η δημιουργία δύο αποτυχημένων κρατών, η προσθήκη ενός ακόμα μετώπου στη συριακή σύγκρουση, αλλά και ένα κύμα εκατοντάδων χιλιάδων απελπισμένων ανθρώπων προς τις μεσογειακές ακτές της Ευρώπης, που πίστευαν ότι παρά τους κινδύνους, εάν έφθαναν εκεί θα έσωζαν την ζωή τους. Η διάψευση των ελπίδων τους ήταν οδυνηρή, καθώς η Ευρώπη μετατρέπεται σε φρούριο, ώστε να προφυλαχθεί από τις ορδές της «αναγκαστικής μετανάστευσης».
Αντιμέτωπη με μία ανεξέλεγκτη, πλέον, κρίση οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοι τους προσπάθησαν να αντιδράσουν, αλλά χωρίς να εμπλακούν άμεσα οι ίδιοι και περιορίστηκαν σε αεροπορικούς βομβαρδισμούς, στην παροχή βοήθειας και σε επιμελητειακή υποστήριξη στις δυνάμεις, κυρίως Κούρδους, που πολεμούσαν εναντίον του ΙΚΙΛ. Ωστόσο, παρά τις συμβολικές του νίκες των Κούρδων, όπως αυτή στο Κομπάνι, η δράση του ΙΚΙΛ συνεχίζεται και μάλιστα έχει φθάσει να απειλεί την ίδια τη Δαμασκό, ενώ οι απειλές για τα συμφέροντα της Δύσης πληθαίνουν, πράγμα που αναγκάζει τις δυτικές χώρες να επαναπροσδιορίσουν την πολιτική τους στη συριακή κρίση.
Ένα εύγλωττο παράδειγμα αυτής της αλλαγής αποτελεί η Γαλλία, η οποία συμμετείχε μεν στους αεροπορικούς βομβαρδισμούς εναντίον του ΙΚΙΛ στο Ιράκ αλλά όχι στη Συρία, θεωρώντας ότι η τρομοκρατική αυτή οργάνωση και το καθεστώς Άσαντ δεν διέφεραν σε τίποτα. Τις τελευταίες ημέρες, όμως, η γαλλική στάση άλλαξε και όπως όλα δείχνουν θα υπάρξει γαλλική συμμετοχή στους βομβαρδισμούς εναντίον του ΙΚΙΛ και στην Συρία.
Η Ρωσία αναλαμβάνει πρωτοβουλίες
Η σημαντικότερη αλλαγή που σημειώνεται, πάντως, αφορά τις κινήσεις της Ρωσίας στη συριακή κρίση, μια και η Μόσχα φαίνεται αποφασισμένη να ανακόψει την πορεία του ΙΚΙΛ προς τη Δαμασκό και να κάνει ό,τι είναι δυνατόν ώστε να διαφυλάξει την επιρροή της στη Συρία, η οποία εξασφαλίζεται μέσω της υποστήριξής της στο καθεστώς. Σύμφωνα με πληροφορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας, η Ρωσία πρόκειται πολύ σύντομα να εφοδιάσει το συριακό καθεστώς με υπερσύγχρονα πολεμικά αεροσκάφη, πράγμα που σημαίνει ότι οι σύροι πιλότοι θα πρέπει να εκπαιδευθούν, πράγμα που με την σειρά του σημαίνει ότι θα φθάσουν στη συριακή πρωτεύουσα ρώσοι σύμβουλοι. Επίσης, σύμφωνα με άλλες πληροφορίες που δημοσιεύθηκαν, υπάρχουν ήδη ρώσοι στρατιώτες στη ρωσική βάση της Ταρτούς στη Συρία και ο αριθμός τους πρόκειται να αυξηθεί, ώστε να ενισχυθούν οι συριακές δυνάμεις και να αντιμετωπιστεί η ισλαμική απειλή. Επισήμως, η Ρωσία αρνείται ότι υπάρχουν ρώσοι στρατιώτες στη Συρία και πολύ περισσότερο ότι πρόκειται να αποστείλει σημαντικές στρατιωτικές δυνάμεις στη χώρα.
Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται ότι η Ρωσία ανέλαβε πρωτοβουλίες ώστε να αρθεί το αδιέξοδο της συριακής κρίσης, διαφυλάσσοντας παράλληλα και σημαντικά στρατηγικά της συμφέροντα. Οι πρωτοβουλίες αυτές δημιουργούν μια νέα δυναμική, αναγκάζοντας του δυτικούς να αναθεωρήσουν τις θέσεις τους και να επαναπροσδιορίσουν τους στόχους τους. Έτσι, μοιάζει να δημιουργείται συναίνεση σχετικά με δύο βασικά και αλληλένδετα θέματα. Το πρώτο θέμα είναι ότι το ΙΚΙΛ θα πρέπει να καταπολεμηθεί πάση θυσία, δεδομένου ότι αποτελεί μείζονα απειλή τόσο για τους περιφερειακούς δρώντες όσο και για τους διεθνείς. Για να αποφευχθεί όμως η επανάληψη καταστροφικών πολιτικών, όπως η εισβολή και κατοχή του Ιράκ, που εξέθρεψε και γιγάντωσε την ισλαμική τρομοκρατία, θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί έξυπνη ισχύς, δηλαδή ένας συνδυασμός στρατιωτικών και πολιτικών μέσων. Για να υπάρξουν, όμως, αποτελέσματα θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία όσον αφορά τις διαδικασίες και τον τρόπο με τον οποίο θα επέλθει η πολιτική αλλαγή στη Συρία, ώστε να σταματήσουν επιτέλους οι συγκρούσεις ανάμεσα στις καθεστωτικές δυνάμεις και τις ένοπλες οργανώσεις και να υπάρξει μέτωπο εναντίον του ΙΚΙΛ.
Η επόμενη μέρα στη Συρία
Ερχόμαστε έτσι στο δεύτερο θέμα, δηλαδή στο ποια θα είναι η «επόμενη μέρα» στη Συρία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες αποκλείουν, προφανώς, την παραμονή του καθεστώτος Άσαντ στην εξουσία, ενώ η Γαλλία δεν θέτει πλέον ως προϋπόθεση την πτώση του καθεστώτος για την έναρξη εθνικού διαλόγου. Προτείνει, μάλιστα, το σχηματισμό εθνικής ενότητας με τη συμμετοχή στελεχών του Μπάαθ, χωρίς όμως τη συμμετοχή του Μπασάρ αλ Άσαντ. Η γαλλική πρόταση απηχεί τις προτάσεις του ειδικού απεσταλμένου του ΟΗΕ στη Συρία, ο οποίος στοχεύει στην έναρξη μιας πολιτικής διαδικασίας, που θα φέρει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων τις αντιτιθέμενες πλευρές, ώστε να υπάρξει συμφωνία σε σημαντικά θέματα, όπως αυτά διατυπώθηκαν στις συνομιλίες του Μαΐου στη Γενεύη, μεταξύ των οποίων κυρίαρχη θέση κατέχει η «ασφάλεια για όλους. Ζωτικής σημασίας, όμως, είναι και το θέμα της διευθέτησης της πολιτικής μετάβασης, με τη δημιουργία κυβέρνησης εθνικής ενότητας, τα μέλη της οποίας θα δεσμεύονται στην εφαρμογή των συμφωνημένων. Δηλαδή, η πολιτική μετάβαση στη Συρία θα πρέπει να είναι σταδιακή και η διαχείρισή της θα πρέπει να γίνει με πολύ μεγάλη προσοχή, ώστε να αποφευχθούν καταστροφικά προηγούμενα όπως αυτό του Ιράκ και της Λιβύης.
Δύσκολο εγχείρημα
Πρόκειται αναμφίβολα για ένα δύσκολο εγχείρημα, τόσο διότι όσο αναγκαίος και εάν είναι ο εθνικός διάλογος μετά από έναν εμφύλιο παραμένει οδυνηρός, όσο και διότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος προβολής υπερβολικών απαιτήσεων ή αδιαλλαξίας από κάποιες από τις εμπλεκόμενες πλευρές. Οι δυσκολίες πολλαπλασιάζονται εξ αιτίας των περίπλοκων σχέσεων, που έχουν αναπτυχθεί κατά τη διάρκεια του πολέμου μεταξύ των κρατών της περιοχής και των διαφόρων ένοπλων ομάδων και μπορεί να δημιουργηθούν σοβαρά εμπόδια στην επίτευξη εθνικής συνεννόησης. Τέλος, εμπόδια μπορεί να προέλθουν και από τις αντιδράσεις ορισμένων κρατών της περιοχής, τα οποία ενδέχεται να θεωρήσουν ότι αποκλείονται από διαδικασίες, που θα επαναπροσδιορίσουν τις περιφερειακές ισορροπίες και κρίνουν ότι κάτι τέτοιο μπορεί να αποβεί εις βάρος τους.
Σε κάθε περίπτωση, τα εμπόδια για τη λήξη της συριακής κρίσης είναι πολλά και μεγάλα και είναι πολύ νωρίς για να εκτιμήσει κανείς το πού θα οδηγήσει η κινητικότητα, που έχει αναπτυχθεί τον τελευταίο καιρό, με επίκεντρο την Συρία. Μπορεί, όμως, και να πλησιάζει η αρχή του τέλους του ατελείωτου συριακού δράματος.
(το κείμενο δημοσιεύτηκε στην Εποχή την περασμένη Κυριακή 27/9/2015)
- See more at: http://left.gr/news/syriaki-krisi-poia-tha-mporoyse-na-einai-i-epomeni-mera#sthash.c8eFazJa.dpuf