ΑΥΓΗ: 21/10/2010
Του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου
Εντάξει: ζητώντας «δημοψήφισμα» υπέρ του Καλλικράτη, ο Παπανδρέου δικαιώνει άθελά του όσους πιστεύουμε ότι το αυτοδιοικητικό είναι κι αυτό πολιτικό - ότι η κρίση, ο Καλλικράτης και το Μνημόνιο προφανώς επηρεάζουν τις τοπικές υποθέσεις, άρα και την ψήφο.Είμαι, ωστόσο, της γνώμης ότι το πραγματικό δίλημμα για τις εκλογές δεν είναι «από ʼδώ όσοι λέμε για τον Καλλικράτη και την κεντρική πολιτική, από 'κεί όσοι συζητάνε για πρόσωπα και έργα στη γειτονιά». Προσπαθώ να πω πως, ό,τι και να λένε τα «πρόσωπα», αλώβητος Καλλικράτης και «έργα» δεν πάνε μαζί. Πραγματικό δίλημμα, κατά τη γνώμη μου (πραγματικό, με την έννοια ότι γι' αυτό αξίζει να τσακωθούμε προεκλογικά) είναι το «Καλλικράτης ή Συμμετοχικός Προϋπολογισμός».
Καλλικράτης; Όχι, ευχαριστώ!
Το να διαβάσει κανείς τον Καλλικράτη -ή έστω περίληψή του- θα άξιζε περισσότερο απ' το να διαβάσει τα (προκλητικά πολυτελή) φυλλάδια των υποψηφίων που τον στηρίζουν ή «αδιαφορούν». Χωρίς υπερβολή, έπειτα από αρκετά χρόνια, το κείμενο του «Καλλικράτη» θα μπορούσε να διδάσκεται στα σχολεία ως παράδειγμα για το πώς μια αυταρχική κυβέρνηση προσπαθούσε κάποτε (σήμερα), να προσαρτήσει τους δήμους στο κράτος και να εξαφανίσει το ενδεχόμενο διαφυγής των τοπικών κοινωνιών από μια οικονομική πολιτική που αφήνει πίσω λουκέτα, ανέργους και φτωχούς.* Παρά την προσπάθεια των μέινστριμ υποψηφίων να αποσυνδεθεί ο Καλλικράτης από το ΔΝΤ (το πρώτο δηλαδή να παρουσιάζεται ως αναγκαίο και το άλλο σαν μπαμπούλας που δεν πρέπει να μιλάμε γιʼ αυτόν), ο Καλλικράτης προβλέπεται ρητά στο κείμενο του Μνημονίου (σελ. 12 και 20), εκεί δηλαδή όπου υπολογίζονται με χαρακτηριστική ακρίβεια τα έσοδα από τις επιδιωκόμενες περικοπές των δαπανών που επιβάλλει (σελ. 17 και 18). * Παρά τους όρκους των μέινστριμ υποψηφίων ότι «πάνω απ' όλα» βάζουν την πόλη, ο Καλλικράτης απολύει συνολικά 35.000 εργαζόμενους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου και μισθώσεις έργου, ενώ καταργεί 4.000 Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, με στόχο την «εξοικονόμηση» προσωπικού - και προφανείς τις συνέπειες για την ποιότητα των δημοτικών υπηρεσιών ενός Δήμου. * Παρά την «αφοσίωση» των μέινστριμ υποψηφίων στην «κοινωνία των πολιτών» (αρκεί αυτή να μην μπερδεύεται στα πόδια τους...), ο Καλλικράτης τον οποίο στηρίζουν, όχι μόνο συνενώνει αυθαίρετα και χωρίς συζήτηση 1.033 δήμους και κοινοτήτες στους 325 (!), αλλά περιθωριοποιεί αυταρχικά τις κινήσεις των πολιτών, δίνοντας την απόλυτη εξουσία (3/5 των εδρών) στον πρώτο συνδυασμό, ακόμα κι αν βγαίνει πρώτος με 23%! Κι αυτά, χωρίς να συνυπολογίσουμε τα εμπόδια που θέτει στις μικρές δημοτικές κινήσεις, ζητώντας τους πλήρη κεντρικά και τοπικά ψηφοδέλτια, ως εάν επρόκειτο να εκλεγεί το 100% των συμβούλων τους σε όλα τα επίπεδα. Να προσθέσουμε και τη συγκρότηση, σε κάθε Δήμο, Οικονομικής Επιτροπής, στην οποία η συμμετοχή της τοπικής αντιπολίτευσης δεν θεωρείται υποχρεωτική (άρα η πλειοψηφία μπορεί να κάνει ανεμπόδιστη ό,τι θέλει); Αν αθροίσουμε τα παραπάνω, τι περιθώρια μένουν για «έργα», πώς μπορούμε να μιλάμε για «αυτοδιοίκηση» και πώς γίνεται να εμπιστευτούμε για δημάρχους αυτούς που αποδέχονται εξαρχής το συρματόπλεγμα με το οποίο περιβάλλει τους δήμους ο Καλλικράτης;
Συμμετοχικός Προϋπολογισμός ενάντια στον Καλλικράτη
«Υπάρχει άλλη λύση»; Ναι -κι αν δεν συζητήσουμε γι' αυτήν προεκλογικά, δεν θα συζητήσουμε ποτέ. Η λύση -σωστότερα: η πρόταση- λέγεται Συμμετοχικός Προϋπολογισμός και αφορά τη διαδικασία διά της οποίας καθορίζεται η κατεύθυνση των πόρων που διαθέτει ένας δήμος. Το σκεπτικό της είναι ότι οι αποφάσεις για τα σημαντικά θέματα που αφορούν την πόλη δεν μπορεί να μονοπωλούνται από λίγους και «ειδικούς» -δεν μπορεί, δηλαδή, να λαμβάνονται αντιδημοκρατικά, γραφειοκρατικά και αδιαφανώς. Ο τρόπος με τον οποίο οργανώνεται ο Συμμετοχικός Προϋπολογισμός είναι τόσο απλός όσο και το σκεπτικό που τον στηρίζει. Μέσω μιας σειράς από συγκεντρώσεις και συνελεύσεις, ο ίδιος ο πληθυσμός της πόλης, που έχει χωριστεί σε επιμέρους περιοχές, καθορίζει ποια είναι τα έργα που πρέπει να πραγματοποιήσει η διοίκηση. Μία φορά το χρόνο, ο δήμαρχος κάνει απολογισμό σε καθεμία από αυτές τις περιοχές, με τη συμμετοχή όλων όσοι θέλουν να πάρουν μέρος. Καθώς ο κόσμος που μαζεύεται είναι πολύς, κάθε γειτονιά οφείλει να εκλέξει τους αντιπροσώπους της: όσο περισσότεροι παρόντες, τόσο περισσότεροι οι αντιπρόσωποι της συγκεκριμένης περιοχής. Μόλις η διαδικασία της εκλογής ολοκληρωθεί, ο δήμαρχος ενημερώνει για τα έργα που έχουν γίνει, για όσα πραγματοποιούνται τη στιγμή εκείνη, αλλά και για όσα δεν έχουν ξεκινήσει, εξηγώντας στους αντιπροσώπους τους λόγους της καθυστέρησης, ώστε να διασφαλίζεται η διαφάνεια. Οι αντιπρόσωποι επιστρέφουν στις γειτονιές και οργανώνουν συνελεύσεις για να μαζέψουν τα αιτήματα των πολιτών, οι δε πολίτες εξηγούν τους λόγους που συγκεκριμένα έργα πρέπει να τεθούν σε προτεραιότητα. Σε μια νέα, μεγαλύτερη συγκέντρωση, ο μεν δήμαρχος δίνει μια εκτίμηση των εσόδων και των δαπανών για το επόμενο έτος, οι δε πολίτες παρουσιάζουν τις προτεραιότητές τους προς τον δήμαρχο. Στη συγκέντρωση αυτή, οι αντιπρόσωποι εκλέγουν τους συμβούλους του προϋπολογισμού, οι οποίοι αποφασίζουν ποια έργα θα γίνουν, παίρνοντας υπ' όψη τις εκτιμήσεις του δημάρχου και τις προτεραιότητες που έχουν θέσει οι δημότες. Το Συμβούλιο Προϋπολογισμού (που συγκροτείται από τους συμβούλους κάθε περιοχής, έναν αντιπρόσωπο του σωματείου εργαζομένων στον δήμο, δύο αντιπροσώπους της δημαρχίας και έναν αντιπρόσωπο της ένωσης των συλλόγων κατοίκων) συνεδριάζει κάθε εβδομάδα και έχει τον τελευταίο λόγο στις αποφάσεις. Όλα τα παραπάνω δεν απαιτούν περισσότερο χρόνο από οποιονδήποτε τυπικό αυτοδιοικητικό θεσμό. Βοηθούν δε ώστε να εξαλειφθούν η διαφθορά, η διαρροή πόρων και η δημιουργία πελατειακών σχέσεων, ενώ μέσω της συμμετοχής εκπαιδεύουν τους πολίτες να θέτουν το συλλογικό συμφέρον πάνω από το πολύ στενό προσωπικό. Είναι αυτό εφικτό; Η εμπειρία που μεταφέρει, μεταξύ άλλων, η κοινωνιολόγος Μάρτα Χάρνεκερ, δείχνει ότι σε έναν δήμο ενός εκατομμυρίου κατοίκων, μπορεί να παίρνουν μέρος κάθε χρόνο πολλές δεκάδες χιλιάδες κάτοικοι. Σε διάφορες πόλεις, η αναλογία φτάνει το 1 προς 10. Με τον Συμμετοχικό Προϋπολογισμό, η «χρηστή διαχείριση» και ο «σεβασμός στην κοινωνία των πολιτών», παύουν να είναι συνθήματα υποψηφίων που προσπαθούν να αποπολιτικοποιήσουν τη διοίκηση και να χειραγωγήσουν τους πολίτες και τις τοπικές κινήσεις. Γίνονται πρακτική, καθημερινή εμπειρία, που εκπαιδεύει στη δημοκρατία και εγγυάται την κάλυψη των πραγματικών αναγκών, αντί για την επίτευξη (οικονομικού) κέρδους και (πολιτικής) εξουσίας για τους λίγους.
Αν η εναλλακτική λύση υπάρχει, το ερώτημα είναι προφανές: για ποιον σοβαρό λόγο να επιλέξει κανείς τον Καλλικράτη (όπως ζητά η κυβέρνηση) και για ποιο λόγο να θεωρήσει άξιους εμπιστοσύνης τους υποψηφίους που τον υποστηρίζουν; Κι όσοι αρνούνται τον Καλλικράτη, γιατί να μένουν στο «όχι» όταν έχουν τόσα «ναι» να αντιτάξουν; Όταν υπάρχει τόσο πειστική απάντηση στο ερώτημα «τι θα κάνετε, αν εκλεγείτε», γιατί να μένει μυστικό;