Λίγες ώρες έμειναν για να αποχαιρετήσουμε το 2017, μια χρονιά που
ξεκίνησε με τη φουρτούνα της δεύτερης αξιολόγησης και της αβεβαιότητας
αλλά ολοκληρώνεται με τη θάλασσα ήρεμη και τις πυξίδες να δείχνουν
καθαρά τον προορισμό. Η πυξίδα είναι στραμμένη στον Αύγουστο του 2018,
όπου η ελληνική οικονομία και η κοινωνία προσδοκούν να καλαφατίσουν το
καράβι προκειμένου το ταξίδι να συνεχιστεί με μεγαλύτερη σιγουριά και
αισιοδοξία.
Πόσες φορές δεν ακούσαμε για «το τέλος των Μνημονίων»; Πόσες φορές
όμως μπορούσαμε να πούμε με μια σχετική ασφάλεια πως, πράγματι, το έτος
που φεύγει θα πάρει μαζί του μια ολόκληρη επταετία σκληρής
δημοσιονομικής προσαρμογής, δραματικών θυσιών για την μεγάλη πλειοψηφία,
απώλειας της εθνικής κυριαρχίας και της δημοκρατίας; Σήμερα όλες οι
ενδείξεις, οι εκτιμήσεις και τα δεδομένα συγκλίνουν στο ότι το 2018 θα
είναι η χρονιά όπου η Ελλάδα θα επιστρέψει δυναμικά ως μια χώρα ισότιμο
μέλος στην Ε.Ε. αλλά και με μια νέα δυναμική, στην οικονομία, στην
ανάπτυξη αλλά και στις διεθνείς εξελίξεις, ως παράγοντας σταθερότητας
και ειρήνης σε μια γειτονιά που πάντα αποτελεί «ναρκοπέδιο».
Προσεκτικός σχεδιασμός
Επειδή όμως η χώρα έχει «καεί από τον χυλό» ουκ ολίγες φορές στο
παρελθόν, η κυβέρνηση έχει φροντίσει να σχεδιάσει με προσοχή κάθε βήμα
προκειμένου ο οδικός χάρτης για την καθαρή έξοδο από το Μνημόνιο να
εφαρμοστεί χωρίς στραβοπατήματα. Έτσι, η οριστική ολοκλήρωση της τρίτης
αξιολόγησης προς τα τέλη Ιανουαρίου ανοίγει τον δρόμο για τη
συγκεκριμενοποίηση των μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους και εν
συνεχεία την ολοκλήρωση της τέταρτης και τελευταίας μνημονιακής
αξιολόγησης.
Ήδη τα δεδομένα της ανάπτυξης είναι ενθαρρυντικά ενώ η Αθήνα
σχεδιάζει, μετά το Eurogroup της 22ας Ιανουαρίου, τη νέα έξοδο στις
διεθνείς αγορές, με πιθανότερη την έκδοση 7ετούς ομολόγου.
Ανάπτυξη για την κοινωνική πλειοψηφία
Όμως, για την κυβέρνηση της Αριστεράς, ανάκαμψη δεν σημαίνει μόνο
οικονομική ανάπτυξη, επενδύσεις και χαμηλές τιμές στα ομόλογα. «Πίσω από
τους αριθμούς υπάρχουν άνθρωποι» λέει ένα διαχρονικό σύνθημα του
αριστερού κινήματος και αυτό τα επιτελεία στο Μαξίμου και στα υπουργεία
το γνωρίζουν καλά. Η απονομή του μερίσματος, οι ενισχύσεις στους
αδύναμους και σειρά ευνοϊκών μέτρων αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα
γραφής ακόμη και σε συνθήκες μνημονιακών περιορισμών.
Το σχέδιο όμως για την Ελλάδα μετά τα Μνημόνια είναι οι λαϊκές τάξεις
όχι απλώς να ενισχύονται αλλά να αρχίσουν σταδιακά να παίρνουν πίσω τα
κεκτημένα που τους στέρησαν οι νεοφιλελεύθερες εμμονές των προηγούμενων
κυβερνήσεων και των «ιερατείων» σε Βρυξέλλες και Βερολίνο. Έτσι, η
μείωση της ανεργίας αρκετά κάτω από το 20%, με την παράλληλη ενίσχυση
της απασχόλησης τίθεται ως βασική προτεραιότητα και τα στοιχεία της
χρονιάς που φεύγει δικαιολογούν την αισιοδοξία πως αυτός ο στόχος μπορεί
να επιτευχθεί.
Παράλληλα, το δεύτερο εξάμηνο του 2018 αναμένεται να είναι το
εφαλτήριο για την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Την
αποκατάσταση δηλαδή της δικαιοσύνης και των δικαιωμάτων για τον κόσμο
της εργασίας, αυτό που οι νεοφιλελεύθερες δυνάμεις της χώρας, που
συντάσσονται με τις πιο ακραίες διεθνείς φωνές, αποκαλούν «ιδεοληψίες
της Αριστεράς». Την ίδια στιγμή, για πρώτη φορά εδώ και σχεδόν οκτώ
χρόνια, η προοπτική αύξησης των μισθών εμφανίζεται ως εφικτή
πραγματικότητα, ενώ οι τομές στα δικαιώματα, στη δημοκρατία και τους
θεσμούς θα συνεχιστούν.
Χρονιά ιστορικών προκλήσεων για την Ευρώπη
Το 2018 όμως αποτελεί και έτος εξελίξεων στην Ευρώπη. Με τον
σχηματισμό της γερμανικής κυβέρνησης εν όψει, τις εκλογές στην Ιταλία
και την Κύπρο και τις ιστορικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρώπη, η
ελληνική κυβέρνηση φιλοδοξεί να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο. Με γνώμονα
την εκ βάθρων αλλαγή της Ε.Ε., με ενίσχυση της δημοκρατίας, των
κοινωνικών δικαιωμάτων, της δικαιοσύνης στην κατανομή των βαρών αλλά και
του οφέλους. Η συμμαχία με τη Γαλλία και άλλες χώρες καθώς και η
πρωτοβουλία για τον κοινωνικό πυλώνα, που βρήκε ιδιαίτερη ανταπόκριση
στη σύνοδο κορυφής, αλλά και η υπεράσπιση της ίδιας της Ευρώπης απέναντι
στο μίσος και το σκοτάδι που πέφτει στο Βίσενγκραντ και την Αυστρία,
αποτελούν προκλήσεις που η Αθήνα θα κληθεί να αντιμετωπίσει
αποφασιστικά.
Και βέβαια, διόλου δευτερεύων είναι ο ρόλος που έχει αναλάβει ο Αλ.
Τσίπρας για τη σταθερότητα και την ειρήνη τόσο στα Βαλκάνια όσο και στις
σχέσεις με την Τουρκία. Ας μην αμελούμε το γεγονός ότι το 2018 μπορεί
να είναι η χρονιά που ένα μεγάλο εθνικό θέμα, αυτό της ονομασίας της
ΠΓΔΜ, έχει προοπτική να επιλυθεί, σχεδόν 25 χρόνια μετά.