Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

Πόσους λαγούς έχει ο Τσίπρας;




(ένα σημείωμα του Θανάση Κοντονάτσιου)

Κατέβηκα χθες στο κέντρο και παρακολούθησα με μεγάλη προσοχή την συζήτηση «Η αριστερά και το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ» που διοργανώθηκε με ομιλητές τους σ. Λαφαζάνη και Νταβανέλο στην αίθουσα της ΕΣΗΕΑ. Επειδή πολλά μπορεί να γραφτούν σε έντυπα και ηλέντυπα από διάφορους καλοθελητές περί «αναταράξεων» στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ κλπ, θεωρώ σκόπιμο να σημειώσω πως η αίθουσα ήταν κατάμεστη (και πνιγηρή) και οι ομιλίες προσεκτικές (και εν πολλοίς χαμηλών τόνων). Η ανάγκη ενότητας και ο κεντρικός ρόλος του ΣΥΡΙΖΑ τονίστηκαν σχεδόν από όλους τους ομιλητές. Η εκδήλωση ήταν περιεκτική αλλά ήρεμη και οι φάτσες που είδα συμπαθητικές. Αυτά τα γράφω εγώ που όταν ακούω για συνιστώσες σεληνιάζομαι κι όταν ακούω για τάσεις αισθάνομαι άβολα. Καταλάβατε;

Μου έλεγαν διάφοροι πως η συμμετοχή του σ. Παπαδημούλη στην προχθεσινή συζήτηση με Οικολόγους, ΔΗΜΑΡ κλπ έγινε γιατί «ο Παπαδημούλης είναι λαγός του Τσίπρα». Έ, τότε και η χθεσινή συζήτηση με δυνάμεις τις αριστεράς -μεταξύ των οποίων και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ- έγινε διότι ο σ. Λαφαζάνης είναι κι αυτός λαγός του Τσίπρα. Νομίζω;

Οπότε προκύπτει ευλόγως το ερώτημα: Μα πόσους λαγούς έχει επιτέλους αυτός ο Τσίπρας;

Τετάρτη 24 Ιουλίου 2013

Μνημονιακή… συνηγορία ο κατά Σαββόπουλον “Πλούτος”


Από το ομώνυμο άρθρο του Λέανδρου Πολενάκη στην Αυγή

[ ... ] Ο αριστοφανικός «Πλούτος» μπορεί να είναι εξίσου ένας εξόριστος πολιτικός που επιστρέφει απ’ το Παρίσι δηλώνοντας: «Έκανα ώς σήμερα κακές παρέες, μα δείτε με πόσο έχω αλλάξει!» Ή ένας άλλος, που θα μείνει γνωστός στην Ιστορία για το: «δώσ’ τα όλα». Ή ένας τρίτος για το: «χρήματα υπάρχουν». Αδιάφορο ποιος ακριβώς. Πρόκειται για μια κωμωδία όπου τα κοστούμια κάνουν κατάληψη στους ανθρώπους! Εκεί επικεντρώνεται το ζήτημα και έτσι πρέπει να τη δούμε, ως τραγική φάρσα. Ο Πλούτος δεν είναι κατά κανένα τρόπο συνηγορία υπέρ της λιτότητας, όπως δεν είναι υπέρ του ανεξέλεγκτου πλουτισμού. Πουθενά δεν λέει «μαζί τα φάγαμε», όπως υπαινίσσεται ο διασκευαστής στην πρόσθετη παράβαση. Δεν έχει καν παράβαση, ούτε μας μιλά για «έντιμο πενία». Πού τη βρήκε; Δεν υπάρχει αντιαριστοφανικότερη σύλληψη από αυτήν. Ο Αριστοφάνης «ζει» κυριολεκτικά με τις μυρωδιές της αγοράς και με το θέαμα της αφθονίας. Δεν ανασαίνει χωρίς αυτά. Δες το πανηγυρικό τέλος όλων των έργων του, αλλά και ολόκληρους τους «Αχαρνής». Πώς λοιπόν, τον στριμώχνεις, τον βιάζεις και τον φέρνεις στα δικά σου ιδεολογικά μέτρα και σταθμά, να συνηγορεί υπερ λιτότητας και Μνημονίων; Μας κάνεις κήρυγμα; Με συγκεκριμένες μάλιστα αναφορές σε δρώντα πολιτικά πρόσωπα; Ο ποιητής δεν ανήκει σε κάποιους, σε όλους μας ανήκει. Και πονάει για την κατάντια της πόλης του. [ ... ]

Ολόκληρο το άρθρο εδώ

Απεργιακός Ξεσηκωμός στα Νοσοκομεία


Δευτέρα 22 Ιουλίου 2013

Η Νοσταλγία της Φευγαλέας Πληροφορίας




(ένα σημείωμα του Θανάση Κοντονάτσιου)

Τέτοιες μέρες που είναι, καλοκαιρινές κι ανέμελες, εγώ δεν μπορώ να αφήσω το πληκτρολόγιο. Έγραψα δύο σχόλια, ένα για την ενότητα της αριστεράς και το πόσο η ίδια καμιά φορά «αντιπολιτεύεται» τον εαυτό της,  και ένα άλλο για τον κίνδυνο της χωρίς έλεγχο κλιμάκωσης των αντιθέσεων στην Αίγυπτο.

Όμως αυτό που με απασχολεί τις τελευταίες μέρες είναι οι πραγματικές δυνατότητες επικοινωνίας που υπάρχουν μέσα στο περιβάλλον των λεγόμενων «ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας και δικτύωσης». Η εμπειρία που έχω τα τελευταία χρόνια, είναι πραγματικά καταιγιστική.

Είναι φυσικά ενδιαφέρουσα και γοητευτική η συνεχής ανταλλαγή απόψεων που γίνεται μέσα στα ίδια τα πλαίσια των μέσων με τις αναρτήσεις και τα σχόλιά τους. Άλλες φορές εύστοχα άλλες αδιάφορα ή εχθρικά ή πραγματικά ‘φωτισμένα’ ή γεμάτα χιούμορ και σκανδαλιά, ένα σχόλιο από τακτικό αναγνώστη ή περαστικό ανώνυμο κινεί πάντα το ενδιαφέρον!

Το ζήτημα όμως που θέλω να θίξω είναι πέρα από την συνήθη, καθημερινή λειτουργία των ηλεκτρονικών μέσων δικτύωσης, είναι ο πραγματικός κατακλυσμός από νέα πρόσωπα, πληροφορίες απόψεις, εικόνες και αισθήματα που βλέπω μπροστά στα μάτια μου κάθε φορά που διαβάζω φίλους bloggers, που πέφτει το μάτι μου σ’ ένα twit ή ψάχνω για κάποια πληροφορία. Μπορεί κάποιος να αισθανθεί πραγματική λύπη ή απογοήτευση απλά και μόνο γιατί κάποια στιγμή αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να παρακολουθήσει όσο τακτικά θα ήθελε τις αναρτήσεις φίλων, ότι δεν είναι δυνατόν να σχολιάσει επιτυχημένα κείμενα ή εύστοχα σχόλια με τον τρόπο που πραγματικά τους αξίζει.

Σε ποιόν φίλο έγραψα εκείνο το σχόλιο το πρωϊ; πού είδα αυτό το άρθρο που πραγματικά με ενδιαφέρει; τι καταπληκτικό video υπήρχε για το θέμα ‘τάδε’ αλλά... που, πού το είδα;

Βρίσκεσαι συχνά με την αίσθηση ότι περνά μπροστά από τα μάτια σου ένα υπέροχο ποτάμι πληροφορίας, φιλίας και ζωντάνιας αλλά εσύ μόνο λίγες σταγόνες, μόνο μια ελάχιστη, μικρή γεύση μπορείς να ‘δρέψεις’, λίγα, πολύ λίγα μπορείς να συνεισφέρεις!

Είναι ίσως ένα μικρό τίμημα σε αντιστάθμισμα για την ελπίδα και το όραμα της νέας εποχής που ανατέλλει. Η πίκρα που αισθάνεται κανείς από την εκ’ των πραγμάτων ‘περιορισμένη’ πρόσβαση σε αυτό το ασύλληπτο παιχνίδισμα της γνώσης και της γνώμης μεταλλάσσεται σε λαχτάρα και επιμονή, περιορισμένη μόνο από τα όρια και τις αντοχές του δικού μας νου.

Στην 'πίκρα' αυτή εγώ απονέμω τον τίτλο : Η Νοσταλγία της Φευγαλέας Πληροφορίας



Σάββατο 20 Ιουλίου 2013

Ποιός;




Ερωτήσεις ενός εργάτη που διαβάζει

Ποιος έχτισε τη Θήβα την εφτάπυλη;
Στα βιβλία δε βρίσκεις παρά των βασιλιάδων τα ονόματα.
Oι βασιλιάδες κουβαλήσαν τ’ αγκωνάρια;

Kαι τη χιλιοκαταστρεμμένη Bαβυλώνα –
ποιός την ξανάχτισε τόσες φορές; Σε τι χαμόσπιτα
της Λίμας της χρυσόλαμπρης ζούσαν οι οικοδόμοι;

Tη νύχτα που το Σινικό Tείχος αποτελειώσαν,
πού πήγανε οι χτίστες;

H μεγάλη Pώμη είναι γεμάτη αψίδες θριάμβου. Ποιος τις έστησε;
Πάνω σε ποιούς θριαμβεύσανε οι Kαίσαρες;

Tο Bυζάντιο το χιλιοτραγουδισμένο μόνο παλάτια είχε για τους κατοίκους του;

Aκόμα και στη μυθική Aτλαντίδα, τη νύχτα που τη ρούφηξε η θάλασσα, τ’ αφεντικά βουλιάζοντας, μ’ ουρλιαχτά τους σκλάβους τους καλούσαν.

O νεαρός Aλέξανδρος υπόταξε τις Iνδίες. Mοναχός του;

O Kαίσαρας νίκησε τους Γαλάτες. Δεν είχε ούτ’ ένα μάγειρα μαζί του;

O Φίλιππος της Iσπανίας έκλαψε όταν η Aρμάδα του βυθίστηκε. Δεν έκλαψε, τάχα, άλλος κανένας;

O Mέγας Φρειδερίκος κέρδισε τον Eφτάχρονο τον Πόλεμο. Ποιος άλλος τόνε κέρδισε;

Kάθε σελίδα και μια νίκη. Ποιος μαγείρεψε τα νικητήρια συμπόσια;

Kάθε δέκα χρόνια κι ένας μεγάλος άντρας. Ποιός πλήρωσε τα έξοδα;

Πόσες και πόσες ιστορίες.
Πόσες και πόσες απορίες.

(Μπέρτολτ Μπρέχτ, 1935)