"Δικό μας άμεσο καθήκον είναι να βοηθήσουμε", ώστε να έχουμε σύντομα "δεύτερη φορά Αριστερά" λέει μετ' επιτάσεως ο Κώστας Δουζίνας. Όχι επειδή του αρέσουν τα λογοπαίγνια, αλλά από βαθιά πεποίθηση ότι "μόνο μια αριστερή κυβέρνηση μπορεί να υλοποιήσει στην πράξη τα προτάγματα του δημοκρατικού σοσιαλισμού του 21ου αιώνα, εντάσσοντας στην εφαρμοσμένη πολιτική το τρίπτυχο Δημοκρατία, Ισότητα, Παιδεία - Πολιτισμός.
Σημαντικός Ευρωπαίος διανοητής, διευθυντής του περίφημου Birkbeck Institute for Humanities του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, εύχαρις και χιουμορίστας, ο Κώστας Δουζίνας διατηρεί την πνευματική ενάργεια, την κριτική ετοιμότητα αλλά και τον ριζοσπαστισμό που κάθε φορά μας εκπλήσσει, είτε διαβάζουμε τα βιβλία και τα άρθρα του στον διεθνή Τύπο, είτε παρακολουθούμε τις δημόσιες τοποθετήσεις του σε επιστημονικά πάνελ και πολιτικές συζητήσεις είτε, απλά, μοιραζόμαστε μαζί του μια μπίρα σε κινηματικές δράσεις.
Αυτή τη φορά μιλήσαμε μαζί του στον απόηχο της διάσκεψης μελών του ΣΥΡΙΖΑ του περασμένου Σαββατοκύριακου, όπου έθεσε με ακρίβεια την ανάγκη να τελειώσει η "αριστερή μελαγχολία" και λίγο πριν μεταβεί στην Πολωνία, όπου τιμητικά, ως ιδρυτή του κινήματος των κριτικών νομικών σπουδών του ανέθεσαν να κηρύξει την έναρξη ομόθεμου διεθνούς συνεδρίου. Μας βοηθά να κατανοήσουμε όσα συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα αλλά και τα χρόνια της κρίσης, κυρίως όμως θέτει στο τραπέζι της συζήτησης βασικές σκέψεις για τη φυγή προς το μέλλον.

Συνέντευξη στην Πόλυ Κρημνιώτη

* Aπό το κατά Μπαντιού συμβάν, για το οποίο πολλοί διανοητές μίλησαν με αφορμή τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, μέχρι την κατά Μπένγιαμιν "αριστερή μελαγχολία", για την οποία συχνά αρθρογραφείτε και αναφερθήκατε στη διάσκεψη μελών του ΣΥΡΙΖΑ την περασμένη Κυριακή, μεσολάβησαν πρωτόγνωρα γεγονότα και για τη χώρα μας, και για την Ευρώπη. Μπορείτε να μας βοηθήσετε να τα κατανοήσουμε;
Η ερώτηση αυτή ζητάει να κάνουμε έναν απολογισμό και αξιολόγηση των τελευταίων επτά μηνών που συντάραξαν τον κόσμο. Ο Αλέν Μπαντιού, βέβαια, δεν θα συμφωνήσει ότι η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές ήταν "συμβάν" σύμφωνα με τη θεωρία του. Αντίθετα, είχε χαρακτηρίσει τον ΣΥΡΙΖΑ και όλη την Αριστερά ως δημιουργήματα της κρατικής εξουσίας και είχε συμβουλεύσει τους αριστερούς πολίτες να μην εμπλέκονται με τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Εντούτοις, πρέπει να παραδεχτούμε ότι η σημασία της νίκης του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο ήταν τεράστια και θα έλεγε κανείς ότι εδώ στην Ελλάδα ίσως την υποτιμήσαμε. Δεν καταλάβαμε πλήρως την ιστορικότητα της στιγμής, όπως είδαμε με τις αντιδράσεις και αριστερών και δεξιών στην Ευρώπη και στον κόσμο. Μετά ξεκίνησε η περίοδος των επτά μηνών, την οποία μπορούμε να ονομάσουμε περίοδο διακυβέρνησης. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν περίπου μια "κυβέρνηση σε εξορία", όμηρος εκείνων, μέσα και έξω, που προσπαθούσαν να γίνει πραγματικότητα η "αριστερή παρένθεση". Για τις ευρωπαϊκές ελίτ βέβαια, το σύνθημα από τις 25 του Γενάρη ήταν "Get Tsipras".
Ήταν αυτές οι δυσκολίες της διακυβέρνησης, σε συνδυασμό με την αποτυχία της συμφωνίας, που οδήγησαν τόσους πολλούς στην κατάσταση που ονομάζουμε "αριστερή μελαγχολία". Δύο στοιχεία ήταν κεντρικά σ' αυτή την ήττα, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη τις διαπραγματεύσεις για τις οποίες τόσα πολλά έχουν ειπωθεί: αφενός η διακυβέρνηση χωρίς πρόγραμμα αριστερής κυβερνητικότητας και από την άλλη ο ασφυκτικός κλοιός μέσα στον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να ασκήσει μια όχι και τόσο καλά προετοιμασμένη σειρά κοινωνικών πολιτικών.

* Έχουμε πολλούς λόγους να πενθούμε. Έχουμε όμως ακόμα περισσότερους λόγους να εγκαταλείψουμε το αφήγημα της ήττας που ακολουθεί την Αριστερά από τα εμφυλιακά χρόνια και το τελευταίο διάστημα ιδιαίτερα. Πώς μπορούμε να αποδεσμευτούμε από την "αριστερή μελαγχολία";

Η έννοια της "αριστερής μελαγχολίας" αποτελεί εφαρμογή της γενικής θεωρίας του Φρόυντ όπως καταγράφεται στο δοκίμιο "Πένθος και Μελαγχολία". Η απώλεια του αγαπημένου αντικείμενου, ανθρώπου ή ιδέας οδηγεί σε μια έντονη και σύντομη περίοδο πένθους κατά την οποία υπάρχει μια σχεδόν πλήρης ταύτιση με το απολεσθέν. Με το τέλος του πένθους, δύο δρόμοι ανοίγονται: η αποκόλληση από το αντικείμενο του πένθους και η επιστροφή στην κανονικότητα ή η μόνιμη εσωτερίκευσή του που οδηγεί στη μελαγχολία.
Ο Μπένγιαμιν, προχωρώντας αυτή την ιδέα, ονομάζει "αριστερή μελαγχολία" την προσκόλληση ενός επαναστάτη σε παλιές ιδέες και δόγματα που έχουν αποτύχει, στην αγάπη του για την αποτυχία. Αυτό οδηγεί σε μια παθητικοποίηση και αδράνεια, σε μια εγκατάλειψη της προσπάθειας να αλλάξουμε τον κόσμο, τελικά σε κάτι ανάλογο της "όμορφης ψυχής" του Χέγκελ, που κριτικάρει τα πάντα, διατηρώντας την ιδεολογική του καθαρότητα, αλλά δεν δρα και δεν παίρνει κανένα ρίσκο. Είναι σαφές, νομίζω, ότι πολλοί απ' όσους έφυγαν από τον ΣΥΡΙΖΑ το τελευταίο διάστημα φέρουν κάποια χαρακτηριστικά της "αριστερής μελαγχολίας".

* Και πώς αποδεσμευόμαστε απ' αυτό;

Μετά τον θάνατο έρχεται η κηδεία, δηλαδή ο δεύτερος συμβολικός θάνατος, που για την πλειονότητα των ανθρώπων οδηγεί στο τέλος του πένθους. Ξέρουμε βέβαια περιπτώσεις που το σώμα του νεκρού δεν έχει βρεθεί είναι τότε αδύνατο να μπει τέλος να κλείσει ο κύκλος του πένθους. Στη δική μας περίπτωση, οι συζητήσεις του τελευταίου διαστήματος και η συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ έπαιξαν τον ρόλο του συμβολικού τέλους του πένθους. Υπήρξαν 150 παρεμβάσεις κριτικής και αυτοκριτικής, λεπτομερής παράθεση νικών και απωλειών. Η συναισθηματική φόρτιση, η κατάθεση συνείδησης αλλά και συχνά απελπισίας, θυμού, οργής, νομίζω ότι έπαιξε αυτό τον ρόλο. Και στο τέλος της συνδιάσκεψης, για πρώτη φορά, είδαμε χαμόγελα, είδαμε αισιοδοξία, είδαμε μια νέα αποφασιστικότητα γι' αυτό που χρειάζεται σήμερα η Αριστερά: αντοχή, ανθεκτικότητα. Αντίσταση και αντοχή είναι οι οδηγοί τής νέας περιόδου.

* Και πώς, επί του πρακτέου, αποδεσμευόμαστε από το εξατομικευτικό κύκλωμα επιθυμίας - ικανοποίησης - ματαίωσης;

Εδώ μπαίνουμε σε μια μεγάλη θεωρητική συζήτηση που δυστυχώς, όπως και πολλές άλλες, δεν έγινε στην ελληνική Αριστερά. Και η έλλειψη της θεωρίας φάνηκε το τελευταίο εφτάμηνο τραγικά. Ο ακτιβισμός χωρίς θεωρητική πυξίδα οδηγείται σε αδιέξοδα και σπαταλάει τις καλές προθέσεις. Εν προκειμένω, αναφέρομαι στη θεωρητική σύνδεση της μεταμαρξιστικής φιλοσοφίας και της ψυχανάλυσης. Επιθυμία είναι το πλεόνασμα της ζήτησης επί της ανάγκης, το κομμάτι κάθε αιτήματος που δεν μπορεί να αναχθεί σε κάποια ανάγκη. Επειδή όμως δεν μπορούμε να πλησιάσουμε το πραγματικό "αντικείμενο του πόθου", το εκτοπίζουμε συνεχώς σε ανεπαρκή αντικατάστατα. Ο πόθος πάντοτε αναβάλλεται γιατί αναφέρεται στην επιθυμία να αγαπηθούμε πλήρως από τον άλλο. Και έτσι η επιθυμία μεταφέρεται από την ανεκπλήρωτη αγάπη του άλλου σε αντικείμενα, σε επιτυχίες, σε επιφανειακή αναγνώριση. Έτσι, όταν κερδίσουμε κάτι, ας πούμε αγοράσαμε ένα μεταχειρισμένο αυτοκίνητο, αμέσως θέλουμε να αγοράσουμε ένα καινούργιο και ξανά, και ξανά.
Σ' αυτή τη λογική της απόλαυσης, ματαίωσης και επανάληψης στηρίζεται η πολιτική οικονομία του ύστερου καπιταλισμού. Αλλά, δυστυχώς, πολλά στοιχεία αυτού του αδηφάγου ευδαιμονικού εγωκεντρισμού βλέπουμε και στην Αριστερά. Δεν είναι αποκλειστικά η ιδεολογία που σε κατατάσσει πολιτικά, αλλά οι συμπεριφορές. Και βλέπουμε γύρω μας πολλούς αριστερούς που δεν διαφέρουν στον τρόπο που λειτουργούν στη ζωή, στη δουλειά, στο κόμμα από τους άλλους.
Εδώ λοιπόν είναι το μεγάλο στοίχημα του σοσιαλισμού του 21ου αιώνα. Να αντικαταστήσουμε την αχόρταγη και ανεκπλήρωτη επιθυμία που μεταφέρεται από αντικείμενο σε αντικείμενο χωρίς τάξη και λογική με τη ριζική επιθυμία που ενώνει τον εαυτό με τις συλλογικότητες. Αγάπη, λοιπόν, σημαίνει να δώσουμε στον άλλο αυτό που δεν έχουμε.

* Έχετε γράψει ότι το "ιστορικό συμβάν δημιουργεί το ίδιο την προϊστορία του, που αδήριτα θα οδηγήσει στην πραγμάτωσή του. Είμαστε σήμερα συστατικά του μέλλοντος που θα αλλάξει το παρόν μας". Μετά την πρόσφατη συμφωνία με τους δανειστές, υπό ποιες προϋποθέσεις και με ποια εργαλεία μπορεί να συντελεστεί η φυγή προς το μέλλον;

Η ιδέα ότι το ιστορικό συμβάν δημιουργεί την προϊστορία του στηρίζεται στη χεγκελιανή διαλεκτική. Η Φιλοσοφία της Ιστορίας σήμερα δεν πιστεύει πια ότι μπορούμε να προβλέψουμε το μέλλον ή με έναν προγραμματισμένο τρόπο να αλλάξουμε ριζικά την κατεύθυνσή του. Τα στοιχεία του τυχαίου, του ενδεχομενικού, η δυναμική της συγκυρίας βάζουν στον πολιτικό και ιστορικό χρόνο την ευθύνη της ελευθερίας και την υποχρέωση της αποφασιστικότητας. Όταν όμως επέλθει το συμβάν, η ριζική αλλαγή, τότε πολλά γεγονότα, πράξεις και σχέσεις που όταν τις ζούσαμε φαίνονταν τυχαίες, ασήμαντες, χωρίς επιπτώσεις, ξαφνικά μετατρέπονται σε μια ακολουθία, μια αλυσίδα απαραίτητων κρίκων που οδήγησαν στη μεγάλη επιτυχία. Μιλώντας για τον ΣΥΡΙΖΑ, π.χ., γεγονότα όπως η διάσπαση του Συνασπισμού, η συμφωνία σύμπλευσης πολλών και διαφορετικών ιδεολογικών τάσεων, οι μνημονιακές πολιτικές, οι αυθόρμητες αντιστάσεις του λαού και, κυρίως, οι καταλήψεις των πλατειών, μια περίεργη δήλωση του Αλέξη Τσίπρα ότι είμαστε έτοιμοι να κυβερνήσουμε και πολλά άλλα τέτοια, ασύνδετα κατ' αρχάς μεταξύ τους, απ' τη σκοπιά του 2015 φαίνονται σαν αναγκαίοι και ικανοί όροι για την εκλογική νίκη του Γενάρη. Κι αν προσθέσουμε μερικά, εξίσου επιφανειακά ασύνδετα γεγονότα, μπορούμε να καταλάβουμε και τον συμβιβασμό του Ιούλη. Όπως έλεγε ο Χέγκελ, η κουκουβάγια της Αθηνάς πετάει το σούρουπο.

* Λάθη και παραλείψεις έγιναν κατά την επτάμηνη αριστερή διακυβέρνηση. Τι πρέπει να μην επαναληφθεί από την αριστερή διακυβέρνηση που ενδεχομένως προκύψει από τις κάλπες της 20ής Σεπτεμβρίου;

Ήδη τρεις νέοι Έλληνες έχουν ζητήσει να κάνουν διδακτορική διατριβή υπό την επίβλεψή μου για το έργο, τις επιτυχίες και αποτυχίες της επτάμηνης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Ο Τζόις είπε ότι ο "Οδυσσέας" του έδωσε δουλειά στους θεωρητικούς της λογοτεχνίας για 1.000 χρόνια. Νομίζω ότι το επτάμηνο του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση δίνει δουλειά στους πολιτικούς επιστήμονες τουλάχιστον για 100 χρόνια. Επομένως, δεν είμαι σε θέση να μιλήσω με λεπτομέρειες για το κυβερνητικό έργο χωρίς να διαβάσω τα απομνημονεύματα, τα αρχεία και τις απολογίες των πρωτεργατών. Ωστόσο, θα έλεγα ότι αυτό που δεν πρέπει να γίνει είναι να υπάρξει ένας λεπτομερής προγραμματισμός για κάθε τομέα διακυβέρνησης χωρίς ένα γενικότερο όραμα που θα διαπερνά τον καθένα και θα συνθέτει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο. Το πρόβλημα του οράματος, του στρατηγικού προσανατολισμού είναι για μένα κομβικό.

* Ποιος πρέπει να είναι ο στρατηγικός προσανατολισμός μιας κυβέρνησης της Αριστεράς μετά την 20ή Σεπτεμβρίου;

Θα παρομοίαζα τον στρατηγικό προσανατολισμό με τον ορίζοντα που όσο τον πλησιάζουμε απομακρύνεται. Αν ο ορίζοντας είναι η μορφή, το περιεχόμενό του είναι το τρίπτυχο Ισότητα, Δημοκρατία, Παιδεία - Πολιτισμός. Κάθε φορά που πετυχαίνουμε έναν μικρό στόχο, αυτόματα ο ορίζοντας πηγαίνει πιο μακριά, αλλά λειτουργεί σαν φάρος, σαν κατεύθυνση: θέτει αμέσως έναν νέο στόχο πιο μακριά, αλλάζει δηλαδή και τον σκοπό, αλλά και το υποκείμενο της πολιτικής δράσης. Έτσι, λοιπόν, ο δημοκρατικός σοσιαλισμός είναι μια πορεία, μια διαδικασία. Ποτέ δεν θα αναφωνήσουμε φτάσαμε, εδώ είμαστε, το πετύχαμε. Έπειτα από κάθε επιτυχία, ένα νέο κύμα ριζοσπαστικοποίησης ακολουθεί, ο στόχος παραμένει ο ίδιος, αλλά το άμεσο διακύβευμα αλλάζει. Στην πορεία αυτή το μέλλον γίνεται κομμάτι του παρόντος μας. Για παράδειγμα, εάν με το καλό ανατρέψουμε οριστικά την ανθρωπιστική κρίση, η δουλειά δεν σταματάει εκεί. Αμέσως μετά ο επόμενος στόχος επικεντρώνεται στα αίτια της κρίσης. Αν βελτιώσουμε το κοινωνικό κράτος, θα προχωρήσουμε στις γενεσιουργές αιτίες της ανισότητας. Έτσι, λοιπόν, κάθε βήμα οδηγεί στο επόμενο βήμα. Στρατηγικός προγραμματισμός αποτελεί λοιπόν τη συνεχή ριζοσπαστικοποίηση της πολιτικής δράσης από τη σκοπιά ενός μέλλοντος που ποτέ δεν θα κατακτήσουμε πλήρως.

* Πώς αυτό το τρίπτυχο Ισότητα, Δημοκρατία, Πολιτισμός - Παιδεία, που συνθέτει τον δημοκρατικό σοσιαλισμό, περνάει στην εφαρμοσμένη πολιτική;

Μιλήσαμε ήδη για τον ρόλο της μείωσης της ανισότητας, έναν αριστερό κεϊνσιανισμό, ως απαραίτητη προϋπόθεση του δημοκρατικού σοσιαλισμού. Η Δημοκρατία είναι το δεύτερο συστατικό με θεσμικά και άμεσα στοιχεία. Όπως ξέρουμε, ζούμε στην εποχή της ντεκαφεϊνέ κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, όπου οι εξπέρ, οι οικονομολόγοι και οι λογιστές επιβάλλουν τις απόψεις τους σε κυβερνήσεις και λαούς. Χρειάζεται λοιπόν μια ριζική αναβάθμιση του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος και του πολιτικού συστήματος που πρέπει να οδηγήσει έπειτα από μια μεγάλη εθνική διαβούλευση σε νέο Σύνταγμα.
Η άλλη πλευρά της άμεσης Δημοκρατίας είναι εξίσου, αν όχι πιο σημαντική. Εδώ η Δημοκρατία αποκτάει άλλο νόημα. Δεν αποτελεί πια μια απλή καταμέτρηση ψήφων και ανάθεση αρμοδιοτήτων σε αντιπροσώπους, αλλά μια μορφή ένα άλλο είδος ζωής, που μπαίνει σε κάθε γωνιά του κοινωνικού γίγνεσθαι. Οι πολίτες παίρνουν κομμάτια της ζωής τους στα χέρια τους με την κοινωνική οικονομία, την αλληλεγγύη, την έγνοια για το περιβάλλον, τις εναλλακτικές μορφές τοπικής και κλαδικής οργάνωσης. Αυτό είναι το μεγάλο μάθημα των αντιστάσεων και πρωτοβουλιών των τελευταίων πέντε χρόνων που αποτέλεσαν κομβικό συστατικό για την εκλογική επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο και για το "όχι" του δημοψηφίσματος.
Ο ύστερος καπιταλισμός των υπηρεσιών μάς δίνει δεξιότητες και γνώσεις, μας βάζει σε οριζόντιες δικτυώσεις και συνεχή συνεργασία, αλλά ταυτόχρονα απαγορεύει τη μεταφορά αυτών των ικανοτήτων από την εργασία στην πολιτική. Στις πλατείες του κόσμου και της Ελλάδας στην προηγούμενη περίοδο η νεολαία αντέστρεψε αυτή την απαγόρευση και, με αυθόρμητες πρωτοβουλίες κόσμου που δεν είχε διαβάσει τον Νέγκρι ή τον Ζίζεκ, δημιούργησε τις βάσεις μιας νέας σύλληψης της πολιτικής πρακτικής. Οι αντιστάσεις δημιούργησαν μια τεράστια παρακαταθήκη από την οποία μια κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να πάρει μαθήματα και για τη νέα οργάνωση των κρατικών υπηρεσιών. Ο Πουλαντζάς έλεγε ότι δεν θα υπάρξει σοσιαλισμός χωρίς Δημοκρατία, σήμερα πρέπει να προσθέσουμε ότι δεν θα υπάρξει σοσιαλισμός χωρίς άμεση Δημοκρατία.
Πρέπει λοιπόν να επιστρέψει ο ΣΥΡΙΖΑ σε όσα υποσχόταν πριν από τις εκλογές του Ιανουαρίου, δηλαδή τη σύμπλευση κόμματος και κινήματος, Βουλής και δρόμου. Αν δεν το πράξει, μια νέα κυβέρνηση της Αριστεράς θα χάσει, νομίζω, ένα σημαντικό χαρτί που έχει για να ξεκινήσει την πορεία προς τον κοινωνικό μετασχηματισμό κράτους και κοινωνίας. Κι εδώ λοιπόν, βήμα - βήμα, έμμεση και άμεση, ανάθεση και άμεση εκπροσώπευση μπορούν και να δημιουργήσουν το κράτος που χρειάζεται η Ελλάδα αλλά και να ξεκινήσουν τη μεγάλη πορεία του δημοκρατικού σοσιαλισμού.

* Πώς η παιδεία και ο πολιτισμός, μέρη κατακρεουργημένα επί πολλά χρόνια, μπορούν να αναδειχτούν σε μοχλούς ώθησης;

Ένα από τα χαρακτηριστικά της δημόσιας συζήτησης των τελευταίων χρόνων είναι η απόλυτη κυριαρχία των οικονομολόγων και της γλώσσας των αριθμών. Η συγκέντρωση στις πολιτικές της λιτότητας και της ισοπέδωσης δεν μας άφησε να διαπιστώσουμε ότι η μεγαλύτερη ζημιά που μας έκαναν τα Μνημόνια ήταν η επίθεσή τους σ' αυτό που μπορούμε να ονομάσουμε ελληνικό ήθος και στα θεμέλια της Παιδείας και του Πολιτισμού. Είναι βέβαια αδύνατο να ορίσουμε ακριβώς το ήθος, σαν τον ορισμό του Αυγουστίνου για τον χρόνο. Δεν ξέρω ακριβώς τι είναι, αλλά το ξέρω όταν χάνεται. Για μένα, έναν Έλληνα της ομογένειας, το ήθος περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τη φιλία, τη φιλοτιμία και τη φιλοξενία. Οι φιλίες όμως έχουν αντικατασταθεί από μια κοινωνική απόσυρση, η φιλοτιμία, μια σχέση αμοιβαιότητας χωρίς ανταλλακτική αξία, σε εξατομίκευση και η φιλοξενία σε αδιαφορία για τον άλλο ή ακόμα και ξενοφοβία. Βέβαια, αυτά τα τρία "φ" του ήθους είναι δημιουργήματα της Παιδείας και καλλιεργούνται από τον Πολιτισμό. Ευχόμαστε, λοιπόν, κάποια στιγμή ότι οι πολιτικές της λιτότητας θα τελειώσουν. Αλλά αν δεν ξεκινήσουμε έναν αγώνα για μια νέα πολιτιστική αναγέννηση, μπορεί να ξεπληρώσουμε τα χρέη μας, αλλά θα χάσουμε την ψυχή μας. Έχει λοιπόν μεγάλη ευθύνη μια νέα κυβέρνηση της Αριστεράς σαν θεματοφύλακας των αρχών του Διαφωτισμού αλλά και των αξιών μιας φιλόξενης και εξωστρεφούς ελληνικότητας αυτόν τον αγώνα να τον ξεκινήσει. Το τρίπτυχο Ισότητας, Δημοκρατίας και Παιδείας - Πολιτισμού δεν είναι τρεις ανεξάρτητες κατευθύνσεις. Είναι τα βασικά συστατικά ενός αδιαίρετου όλου και εάν ένα από αυτά υποχωρεί, χάνονται και τα τρία. Μόνο μια αριστερή κυβέρνηση μπορεί να πετύχει κάτι τέτοιο. Δικό μας άμεσο καθήκον είναι να βοηθήσουμε να έχουμε σύντομα "δεύτερη φορά Αριστερά".

* Όταν λέτε όμως ότι "Το μέλλον είναι εδώ και το μέλλον μας ανήκει, αλλά δεν έχουμε καμία εγγύηση ότι θα το πετύχουμε", δεν ακούγεστε και τόσο αισιόδοξος.

Αντίθετα, αυτή είναι η πιο αισιόδοξη άποψη. Επειδή δεν έχουμε εγγύηση, είμαστε υποχρεωμένοι να το πετύχουμε. Όπως θα έλεγε ο Καντ, επειδή πρέπει να πετύχω τα αδύνατα, θα τα κάνω δυνατά.