Σάββατο 7 Απριλίου 2012
ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ, ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΘΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ (αναδημοσίευση από Ecoleft)
Ρένα Δούρου:¨Οι γυναίκες είναι τα πρώτα και ολοκληρωτικά θύματα των μνημονιακών πολιτικών¨
Posted: Μαρτίου 5, 2012 by gpierros in ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ, ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ, ΕΡΓΑΣΙΑ, ΕΥΡΩΠΗ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ EcoleftΕτικέτες:Γιώργος Πιέρρος, Ρένα Δούρου, ΣΥΡΙΖΑ, γυναίκα, εργασία, ευρωπαική οικονομική κρίση
3
Γυναίκα, εργαζόμενη, συγγραφέας, μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του Συνασπισμού και υπεύθυνη ευρωπαϊκής πολιτικής, η Ρένα Δούρου ανταποκρίθηκε στο οικείο κάλεσμα του ecoleft. Σε μια συνέντευξη που στο επίκεντρο της έχει τη γυναίκα και τη θέση της στην κοινωνία, την εργασία και την πολιτική. Ενώ παράλληλα δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι πολιτικές εξελίξεις…
Σκληρή λιτότητα, ύφεση, ανεργία, δεύτερο μνημόνιο∙ η συνταγή διεξόδου από την κρίση οδηγεί σε βέβαιο αδιέξοδο. Πρόκειται για λάθος ή για μεθοδευμένη πολιτική;
Δεν πρόκειται ούτε για λάθος, ούτε για αμέλεια αλλά για μεθοδευμένη πολιτική επιλογή, η οποία, δυστυχώς για εμάς τους πολίτες, υπακούει σε μια ιδεοληψία, στην προσκόλληση στη νεοφιλελεύθερη προσέγγιση, σύμφωνα με την οποία πρέπει πάση θυσία να μειωθεί το κόστος εργασίας, η αγορά εργασίας πρέπει να υπερ-ελαστικοποιηθεί προκειμένου να υπάρξει δήθεν ανάπτυξη, επενδύσεις κλπ. Στην πραγματικότητα, έχουμε να κάνουμε με το ξεθεμελίωμα όλων των κοινωνικών κατακτήσεων, των εργασιακών σχέσεων, κάθε διασφάλισης του εργαζόμενου απέναντι στην εργοδοσία και το κεφάλαιο. Πρόκειται για μια σαφή πολιτική επιλογή που δίνει στο κεφάλαιο όλα τα δικαιώματα, αφήνοντας την εργασία στο έλεός του. Δεν είναι λοιπόν λάθος αλλά συνειδητή επιλογή προς όφελος του κεφαλαίου, των αγορών, των κερδοσκόπων. Σε βάρος της εργασίας, της κοινωνίας, των πολιτών.
Ο κος Γιούνκερ έκανε σαφές πως οποιαδήποτε αμφισβήτηση του μνημονίου και των εκπροσώπων τής πολιτικής του από τον ελληνικό λαό θα αποτελέσει πιθανή αιτία παύσης της χρηματοδότησης. Και η δημοκρατία παράπλευρη απώλεια;
Σαφέστατα ναι. Σοβαρή και θεμελιώδης απώλεια. Πλέον η κρίση χρέους, η κρίση των τραπεζών, έχει μετατραπεί σε κρίση δημοκρατίας. Είναι φανερό ότι στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα στην Ευρώπη πρέπει να παλεύουμε ξανά για πράγματα που τα θεωρούσαμε τελεσίδικα λυμένα, όπως αυτό της ανόθευτης διεξαγωγής των εκλογών. Δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα Ιταλία και Ελλάδα κυβερνώνται από μη εκλεγμένες κυβερνήσεις. Ούτε είναι τυχαίο ότι στις εκλογές που έγιναν στην Πορτογαλία και την Ισπανία, τα κόμματα εξουσίας είχαν συμφωνήσει ότι θα ακολουθήσουν την πολιτική λιτότητας! Το ίδιο γίνεται τώρα και στη χώρα μας ενόψει των εκλογών – όποτε μας επιτρέψουν οι δανειστές μας να τις κάνουμε. Και βλέπουμε ότι αυτή η «ευθυγράμμιση» των κυβερνητικών κομμάτων με τις μνημονιακές πολιτικές γίνεται επιτυχημένα. Ο κ. Σαμαράς, μετά από τη στροφή 180 μοιρών τον Νοέμβριο και την εγκατάλειψη τής, όψιμης, όπως αποδείχθηκε, αντιμνημονιακής ρητορείας, στηρίζει την κυβέρνηση Παπαδήμου, ψηφίζει τους εφαρμοστικούς νόμους που ξεθεμελιώνουν εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα και συρρικνώνουν μισθούς και συντάξεις σε βαθμό εξαθλίωσης, και… επιτίθεται στην Αριστερά, η οποία, κατά τη γνώμη του, ευθύνεται για τη χρεοκοπία της χώρας! Παράλληλα, βρίσκει το χρόνο, στη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού κόμματος, τη 1η Μαρτίου, στις Βρυξέλλες, να δικαιολογηθεί στην κ. Μέρκελ, ότι οι εκλογές χρειάζονται για την… εκτόνωση του λαού. Είναι φανερό ότι ο κ. Σαμαράς έχει μπει για τα καλά στην τροχιά της μνημονιακής εξουσίας, υιοθετώντας τα περί δήθεν μνημονιακού μονοδρόμου, καταγγέλλοντας για όλα τα στραβά κι ανάποδα την Αριστερά, ετοιμαζόμενος για τον «μεγάλο συνασπισμό εξουσίας», προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέχιση των σημερινών πολιτικών. Σε βάρος της κοινωνίας και της δημοκρατίας!
Δεν σχηματίζεις γνώμη εξ αποστάσεως, είσαι εργαζόμενη στον ιδιωτικό τομέα, ποια είναι η πραγματική εικόνα της αγοράς και της εργασίας σήμερα;
Η κατάσταση είναι δραματική – και μακάρι να επρόκειτο για δημοσιογραφικό κλισέ. Είναι όμως η πραγματικότητα, με επιχειρήσεις να κλείνουν καθημερινά σε όλους τους τομείς, χιλιάδες εργαζόμενους να βρίσκονται από τη μια μέρα στην άλλη χωρίς δουλειά, σε πάρα πολλές περιπτώσεις χωρίς αποζημίωση, και – το κυριότερο από όλα – χωρίς προοπτική… Κι αυτό είναι το χειρότερο, καθώς βιώνουμε για πέμπτη συνεχή χρονιά βαθιά ύφεση. Όσο ακούω τις δηλώσεις ικανοποίησης των κ.κ. Παπαδήμου και Βενιζέλου, για τα αποτελέσματα του Γιούρογκρουπ και τα δήθεν χρήματα που θα πάρουμε και που στην πραγματικότητα θα πάνε στην αποπληρωμή των χρεών και σε τοκοχρεολύσια και όχι στην πραγματική οικονομία, θλίβομαι και περισσότερο εξοργίζομαι. Γιατί πρόκειται για συνειδητά ψέματα, στο πλαίσιο σταθερών ιδεολογικών επιλογών που σχετίζονται με την «κινεζοποίηση» των μισθών, την «ευελιξία» της αγοράς εργασίας, την εκμηδένιση του ρόλου των συνδικάτων, την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, της διαιτησίας. Πρόκειται δηλαδή για την πλήρη αποδόμηση των εργασιακών σχέσεων, το ξεθεμελίωμα των κοινωνικών δικαιωμάτων, των κεκτημένων μέσα από συνδικαλιστικούς αγώνες και θυσίες. Εδώ και λίγες ημέρες ό,τι ξέραμε στα εργασιακά, αποτελεί παρελθόν: οι prior actions, για την επίτευξη των οποίων επαινέθηκε ο κ. Βενιζέλος από τους ομολόγους τού στο Γιούρογκρουπ στις αρχές Μαρτίου, έβαλαν την ταφόπλακα στο παρόν και το μέλλον εκατομμυρίων εργαζομένων, εκατομμυρίων νέων. Και αυτό το βιώνω καθημερινά στη δουλειά μου, στους γύρω μου. Δεν πρόκειται για ακαδημαϊκή παρατήρηση αλλά για διαπίστωση. Και τα πράγματα θα επιδεινωθούν.
Παράλληλα με την εργασία σου είσαι μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του Συνασπισμού και υπεύθυνη ευρωπαϊκής πολιτικής. Πώς αντεπεξέρχεται στα σκληρά πεδία της εργασίας και της πολιτικής η γυναίκα μέσα στην κρίση;
Σήμερα υπάρχουν εργαζόμενες μητέρες που αντιμετωπίζουν καθημερινά το φάσμα της απόλυσης, ενώ ζουν μόνες τους ή με συζύγους ή συντρόφους που κι αυτοί ή είναι άνεργοι ή αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να χάσουν τη δουλειά τους. Ο αγώνας τους για την επιβίωση είναι καθημερινός και σκληρός και επηρεάζεται άμεσα από όλες τις θεωρούμενες «παράπλευρες» επιπτώσεις των μνημονιακών πολιτικών. Π.χ. παιδικοί σταθμοί που κλείνουν, σχολεία χωρίς βιβλία, κατάρρευση κάθε είδους κοινωνικής συνδρομής – είναι ενδεικτικό πλέον ότι πολλές γυναίκες το σκέφτονται πάρα πολύ πριν κάνουν παιδιά, όχι για ιδεολογικούς λόγους, όπως παλιότερα, αλλά για οικονομικούς! Σε σχέση με τις κατηγορίες αυτές, η δική μου θέση δεν είναι τόσο δύσκολη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υφίσταμαι κι εγώ την κρίση στη δουλειά μου – μόλις έκλεισε ο εκδοτικός οίκος στον οποίο εργαζόμουν και θα πρέπει να ξαναπεράσω από το ταμείο ανεργίας. Πάντως ο συνδυασμός της δουλειάς με την πολιτική δραστηριότητα, πέρα από τις απαιτήσεις που δημιουργεί σε ό,τι αφορά στην κατανομή του χρόνου, λειτουργεί θετικά αναφορικά με την κατανόηση των πραγματικών ζητημάτων της κοινωνίας, των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι, μακριά από αφηρημένες προσεγγίσεις στους τέσσερις τοίχους ενός γραφείου. Όταν βιώνεις μια πραγματικότητα, μπορείς καλύτερα να την αναλύσεις και να προτείνεις λύσεις.
Θεωρητικά η ισότητα των δύο φύλων είναι δεδομένη, ωστόσο στις ορδές εκατοντάδων χιλιάδων ανέργων οι γυναίκες πρωτοστατούν. Μήπως δεν είναι και τόσο δεδομένη τελικά;
Καθόλου δεδομένη. Και τούτο γιατί η σημερινή κρίση, η βαθιά ύφεση, πλήττουν διπλά τις γυναίκες: και στην οικογένεια και στην αγορά εργασίας. Οι γυναίκες σήμερα είναι υποχρεωμένες να διαχειριστούν τον προϋπολογισμό της οικογένειάς τους, με την ακρίβεια βασικών προϊόντων να καλπάζει, αλλά και να λειτουργήσουν σε μια αγορά εργασίας όπου οι μισθοί συρρικνώνονται ραγδαία. Είναι εκείνες που δέχονται ολομέτωπη επίθεση από την κρίση, που την βιώνουν καθημερινά, που καλούνται να τα βγάλουν πέρα με 300 ευρώ το μήνα, χωρίς πλέον καμία κοινωνική στήριξη. Οι γυναίκες είναι τα πρώτα και ολοκληρωτικά θύματα των μνημονιακών πολιτικών και των παράπλευρων συνεπειών, όπως π.χ. όταν πέφτουν θύματα ενδοοικογενειακής βίας από την πλευρά των συντρόφων τους, που με τη σειρά τους συνθλίβονται από την κρίση… Σε πολλές περιπτώσεις οι γυναίκες είναι τα θύματα που δεν έχουν φωνή. Για αυτό και ο ρόλος των κοινωνικών οργανώσεων, των φεμινιστικών ομάδων, των αριστερών κομμάτων, μπορεί να αποδειχθεί καταλυτικός: για να αποκτήσουν αυτές οι γυναίκες φωνή και αξιοπρέπεια. Ειδικά σήμερα, στους σκληρούς μνημονιακούς καιρούς που όλα γίνονται σκληρότερα.
Ρόζα Λούξεμπουργκ, Σιμόν Ντε Μποβουάρ… Τι έχουν να πουν στις γυναίκες του σήμερα;
Αγώνας, αξιοπρέπεια, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα. Διεκδικήσεις του 20ού αιώνα, που ωστόσο σήμερα, λόγω των σαρωτικών πολιτικών λιτότητας και της υποχώρησης της δημοκρατίας, αποκτούν νέα, επείγουσα επικαιρότητα. Οι δύο γυναίκες, στις οποίες θα μπορούσα να προσθέσω και τη Σιμόν Βέιγ, ένα σύμβολο του αγώνα να μπορούν οι γυναίκες να έχουν τον έλεγχο του σώματός τους, με τον θαρραλέο αγώνα της για τη νομιμοποίηση των αμβλώσεων στη Γαλλία το 1975, έχουν σήμερα πολλά να μας διδάξουν, με τη ζωή τους, τους αγώνες, τα πιστεύω τους, το γεγονός ότι, παρά τις εχθρικές συνθήκες που αντιμετώπισαν –η Λούξεμπουργκ δολοφονήθηκε από το γερμανικό καθεστώς– δεν έκαναν καμία υποχώρηση στις πεποιθήσεις τους. Μάλιστα, δεν θεωρώ ότι πρόκειται αποκλειστικά για «γυναικεία» παραδείγματα αλλά για πανανθρώπινα. «Η ελευθερία είναι ελευθερία γι’ αυτούς που σκέφτονται διαφορετικά», είχε πει η Λούξεμπουργκ, και σήμερα στην Ελλάδα της οπισθοδρόμησης της δημοκρατίας η φράση της αποκτά δραματική επικαιρότητα.
Η κοινωνία στρέφεται αγωνιωδώς στην αριστερά, αναζητώντας απαντήσεις για το σήμερα και το αύριο, μπορεί να απαντήσει και στις δύο περιπτώσεις και να υποδείξει έξοδο κινδύνου από την κρίση;
Η Αριστερά οφείλει στους πολίτες να το πράξει, και το πράττει, ενίοτε εις ώτα μη ακουόντων! Σε μια τόσο κρίσιμη συγκυρία όσο τούτη που ζει η χώρα μας, η Αριστερά και είναι σε θέση και μπορεί να αποτελέσει τη ρεαλιστική λύση. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι εδώ και 24 μήνες πρωτοφανούς κρίσης, ΣΥΡΙΖΑ και Κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς έχουμε καταθέσει σειρά συγκεκριμένων προτάσεων για μια διέξοδο προς όφελος των πολιτών και της κοινωνίας. Προτάσεις που δείχνουν ότι και υπήρχε άλλος δρόμος και ότι αυτός είναι εφικτός.
Το πολιτικό σκηνικό αναδιατάσσεται συνεχώς, ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται ενισχυμένος σε όλες τις δημοσκοπήσεις. Ποιος είναι ο κύριος λόγος;
Οι κύριοι λόγοι είναι η αγανάκτηση αλλά και η απόγνωση του κόσμου, από τις ζωές τους που ισοπεδώνονται, από το μέλλον των μελλοντικών γενεών που υπονομεύεται για δεκαετίες. Όλο και περισσότεροι πολίτες στρέφονται προς τον ΣΥΡΙΖΑ, αναζητώντας, πέρα από ελπίδα, και ρεαλιστική, εναλλακτική πρόταση. Γι’ αυτό και όλοι στο ΣΥΡΙΖΑ έχουμε συνείδηση των βαριών μας ευθυνών στην εξαιρετικά κρίσιμη συγκυρία, η οποία δεν δοκιμάζει μόνο τους πολίτες αλλά και τους πολιτικούς σχηματισμούς και κυρίως τις ηγεσίες της Αριστεράς.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει στην συγκρότηση ενός ευρύτατου αντιμνημονιακού μετώπου κάνοντας έκκληση ενότητας παρά την άρνηση τόσο του ΚΚΕ αλλά και της ΔΗΜΑΡ. Τι σηματοδοτεί αυτή η προσπάθεια;
Συστηματικά, εδώ και πολλούς μήνες ο Αλέξης Τσίπρας απευθύνει έκκληση συγκρότησης αντιμνημονιακού μετώπου στο ΚΚΕ, τη ΔΗΜΑΡ, αλλά και στους Οικολόγους και το σοσιαλιστικό χώρο, προκειμένου οι δράσεις κατά της πολιτικής λιτότητας να αποκτήσουν ισχυρότερο υπόβαθρο. Θεωρούμε ότι η ενότητα είναι μονόδρομος και νομίζω ότι αυτό το καταλαβαίνει η βάση, τα μέλη των δύο κομμάτων της αριστεράς, σε αντίθεση με τις ηγεσίες τους, που, πρέπει να πω, ότι βρίσκονται πίσω σε σχέση με τις απαιτήσεις των καιρών. Η συγκυρία απαιτεί την ενότητα στο όνομα της κοινωνίας, αφήνοντας στην άκρη μικρομματικούς υπολογισμούς για έδρες, κ.ά. Οι πολίτες θα μας κρίνουν για τα «ναι» και τα «όχι» μας.
Σε πρόσφατο άρθρο σου αναφέρθηκες στο τελευταίο βιβλίο του Γιούργκεν Χάμπερμας, από όπου εκπέμπει sos για έναν ευρωπαϊκό χώρο περισσότερο πολιτικό και ανθρωπιστικό. Μπορεί το όραμα να μετουσιωθεί σε πραγματικότητα;
Χρέος των διανοουμένων είναι, στις κρίσιμες ώρες, όταν τα διακυβεύματα υπερβαίνουν τα εθνικά σύνορα, να βγαίνουν μπροστά, να τοποθετούνται, να δείχνουν το δρόμο, να προκαλούν αντιδράσεις, μη διστάζοντας να έλθουν σε σύγκρουση για όσα πιστεύουν. Αυτό ακριβώς κάνει με παρεμβάσεις του στον Τύπο, με ομιλίες του και τελευταίως με το βιβλίο του «Για ένα σύνταγμα της Ευρώπης», ο μεγάλος γερμανός διανοητής. Και πράγματι, μια ανθρωπιστική, πολιτική Ευρώπη, των κοινωνικών δικαιωμάτων, της αλληλεγγύης, της απασχόλησης και της ανάπτυξης, στον αντίποδα ακριβώς της τιμωρητικής Ευρώπης της λιτότητας και της δημοκρατικής οπισθοδρόμησης της γερμανικής και γαλλικής Δεξιάς, είναι ο στόχος μας. Είναι ο στόχος όλων των πολιτών που αντιλαμβάνονται ότι το ζήτημα της δημοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης είναι κεφαλαιώδες για την ίδια την ύπαρξη της ευρωπαϊκής ιδέας. Παραφράζοντας έναν άλλο μεγάλο διανοούμενο, τον Αντρέ Μαλρώ, θα μπορούσαμε να πούμε ότι στον 21ο αιώνα, η Ευρώπη ή θα είναι δημοκρατική ή δεν θα υπάρχει!
Το ecoleft ευχαριστεί την Ρένα και την αποχαιρετά προσωρινά με ένα απόσπασμα του Νίκου Καζαντζάκη για την Ρόζα Λούξεμπουργκ: Μια μέρα την είχα δει σε μια μικρή γερμανική πολιτεία, πάνου σε ένα τραπέζι, να μιλάει σε χιλιάδες εργάτες και πεινασμένους. Ήταν αδύναμη, σα ραχητική, φορούσε ένα παλιό σάλι, έτρεμε από το κρύο κι έβηχε. Μα ποτέ δεν θα ξεχάσω την κραυγή που τινάχτηκε από το ανεμικό της στόμα κι ανέβηκε στον ουρανό: «Ελευτερία, φως, δικαιοσύνη. Να χαθούμε, όλοι αδέλφια, για να σώσουμε τη γης!».
Παρασκευή 6 Απριλίου 2012
Φεστιβάλ Νεολαίας Συνασπισμού, 6 & 7 Απρίλη, στο Θησείο
|
Ετικέτες
Θησείο,
μνημόνιο,
νεολαία,
Συνασπισμός,
φεστιβά
Τετάρτη 4 Απριλίου 2012
Δευτέρα 2 Απριλίου 2012
Σάββατο 31 Μαρτίου 2012
Η ΔΗΜΑΡ τραβάει την ...κατηφόρα
Η τόλμη να είσαι καθεστωτικός (από την ΑΥΓΗ)
Ημερομηνία δημοσίευσης: 30/03/2012
Του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου*
Από την ίδρυσή του, το 1974, το ΠΑΣΟΚ στηρίχτηκε σε έναν πρωτόγνωρο για τα μεταπολεμικά δεδομένα κοινωνικό ριζοσπαστισμό, αυτόν της Μεταπολίτευσης. Στο έδαφος αυτής της κοινωνικής συνθήκης (τα κόμματα φέρουν πάντα στο ακέραιο το κλίμα της συγκυρίας στην οποία συγκροτήθηκαν), το ΠΑΣΟΚ δημιούργησε προσδοκίες σε ένα δυναμικό που ξεκινούσε από αγωνιστές της άκρας Αριστεράς και έφτανε μέχρι το προδικτατορικό Κέντρο
Οι αναγνώστες της Αυγής θα θυμούνται την έκκληση «κατά του λαϊκισμού και της ανευθυνότητας στον δημόσιο λόγο», που απηύθυναν πέρσι τον Ιούνη, εν μέσω καθολικής κοινωνικής αγανάκτησης, 32 άνθρωποι «των γραμμάτων και των τεχνών», υπό τη δραματική προτροπή «Τολμήστε!». Χάριν της «επιβίωσης της Ελλάδας», σημείωναν εκεί οι υπογράφοντες, οι υπεύθυνες δυνάμεις θα έπρεπε να παραμερίσουν αγκυλώσεις και ιδιοτέλειες, διότι η χώρα χρειάζεται ηγεσία «εθνικής ανασυγκρότησης», ώστε οι κατακτήσεις της να περιφρουρηθούν και να αποφευχθεί η εθνική καταστροφή.
Θυμήθηκα το κείμενο των «32» -προοίμιο του κατοπινού «Για την Ελλάδα, τώρα!», των Διαμαντοπούλου, Χατζιδάκη και Αλιβιζάτου-, με αφορμή προχτεσινό σημείωμα του Μάκη Διόγου, μέλους της Κεντρικής Επιτροπής της ΔΗΜ.ΑΡ., με τον εξίσου δραματικό τίτλο «Πρέπει να τολμήσουμε!» (protagon 28.3.2012). Ποιο είναι αυτό το τόσο τολμηρό που προτείνει εκεί ο αρθρογράφος; «Ανανεωτές της Αριστεράς, Σοσιαλδημοκράτες, Αριστεροί Φιλελεύθεροι, Οικολόγοι, Μεταρρυθμιστές πρέπει να βρούμε κοινό βηματισμό και να αντιμετωπίσουμε τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα», μεταξύ αυτών, και τον «καθημερινό φασισμό των συντεχνιακών μειοψηφιών».
Διαβάζοντας τις κοινοτοπίες του Διόγου, και ανακαλώντας την περσινή έκκληση των 32 (αυτοί, και όχι η Αριστερά, είναι οι προνομιακοί συνομιλητές του κόμματος), πείστηκα πόσο λάθος έχουν πολλοί αριστεροί να κατηγορούν τη ΔΗΜ.ΑΡ. ως «νέο ΠΑΣΟΚ». Ο πανσυλλεκτισμός, ο προεδροκεντρισμός και ο κυβερνητισμός της ΔΗΜ.ΑΡ. μπορεί να εξηγούν την αναλογία, κατά τη γνώμη μου όμως δεν αρκούν για να την επιβεβαιώσουν.
Από την ίδρυσή του, το 1974, το ΠΑΣΟΚ στηρίχτηκε σε έναν πρωτόγνωρο για τα μεταπολεμικά δεδομένα κοινωνικό ριζοσπαστισμό, αυτόν της Μεταπολίτευσης. Στο έδαφος αυτής της κοινωνικής συνθήκης (τα κόμματα φέρουν πάντα στο ακέραιο το κλίμα της συγκυρίας στην οποία συγκροτήθηκαν), το ΠΑΣΟΚ δημιούργησε προσδοκίες σε ένα δυναμικό που ξεκινούσε από αγωνιστές της άκρας Αριστεράς και έφτανε μέχρι το προδικτατορικό Κέντρο. Ήταν τα χρόνια της προτροπής «αυτοοργανωθείτε», χάρη στην οποία χιλιάδες άνθρωποι έφτιαξαν σωματεία, φοιτητικούς συλλόγους, αγροτικούς συνεταιρισμούς και κινήσεις γυναικών, διάβασαν Μαρξ (όπως και να τον διάβασαν και ό,τι κι αν κατάλαβαν...), παρακολούθησαν τη διαδρομή εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων (όπως κι αν αυτά κατέληξαν) και γέμισαν τις γειτονιές με δραστήριες κομματικές οργανώσεις.
Τι σχέση μπορεί να έχουν όλα αυτά με ένα κόμμα που μιλάει στην κοινωνία αποκλειστικά μέσω των τηλεοπτικών στούντιο και των μεγάλων συγκροτημάτων του Τύπου; Τι σχέση έχει το δυναμικό που επένδυσε προσδοκίες (πριν διαψευστεί οικτρά) με τον ακατάσχετο Ψαριανό και τον αχαρακτήριστο Χωμενίδη ή με τη νεολαία της ΔΗΜΑΡ, που καταγγέλλει ως «ανομικούς» φοιτητές και πανεπιστημιακούς που κινητοποιούνται κατά του νόμου Διαμαντοπούλου; Τι σχέση έχει με το ΠΑΣΟΚ του τότε με το σημερινό «υπέρ» του Αμοιρίδη στον μόνιμο Μηχανισμό Στήριξης των τραπεζών, που μετά έγινε «κατά» (διότι έχομε και εκλογές), και τι σχέση έχει η καταγγελία κατά της Die Linke από τον Γεωργάτο, που επίσης μαζεύτηκε σε δεύτερο χρόνο (διότι, είπαμε, έχομε και εκλογές); Σε τι μοιάζουν δύο κόμματα, με το ένα τη δεκαετία του '70 να υποστηρίζει τα ένοπλα κινήματα των «εξαρτημένων» χωρών, και το άλλο σήμερα να καταπίνει αμάσητη (και) την ελληνοϊσραηλινή προσέγγιση, όπως εξάλλου και κάθε κρατική στρατηγική, με πρώτη τη «δεσμευτική» μνημονιακή; Και πώς σχετίζονται, τέλος, ένα ΠΑΣΟΚ που ως το '89 κατηγορείται από τη ΝΔ ότι υποθάλπει τη «17Ν», με μια ΔΗΜ.ΑΡ. που το 2012 αφήνει αιχμές κατά του ΣΥΡΙΖΑ για υποκίνηση επεισοδίων και υποδαύλιση της βίας; Παρεμπιπτόντως: αν αυτό δεν είναι κιτρινισμός και χαφιεδισμός, τότε οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους.
Έχει ενδιαφέρον ότι όλα τα προαναφερθέντα «επιτεύγματα» της ΔΗΜ.ΑΡ. -και δεν αναφέρομαι καθόλου στις αδιανόητες δηλώσεις στελεχών της για το μεταναστευτικό, εν μέσω κατασκευής στρατοπέδων συγκέντρωσης (κι εδώ η ΔΗΜ.ΑΡ. είναι πιο κοντά στον Σαββόπουλο των «32», παρά στην ανανεωτική αριστερά που επικαλείται...)- σημειώνονται πολύ πριν το κόμμα αναλάβει οποιαδήποτε κυβερνητική ευθύνη, όπως διακαώς επιδιώκει. Εύλογα αναρωτιέται κανείς: αν μια σειρά από «ολισθήματα» και ένας τόσο ψοφοδεής καθεστωτισμός χαρακτηρίζουν ένα κόμμα πριν αυτό δοκιμαστεί «στα δύσκολα», τι είδους παραχωρήσεις θα κάνει αυτό όταν η χώρα πάψει επιτέλους να διοικείται από μονοκομματικές κυβερνήσεις - όταν δηλαδή, και με τη δική τους συμβολή, πάψει να υφίσταται αυτό που οι πρώην συναγωνιστές μας αναγνωρίζουν από δεκαετίες ως τη μείζονα αιτία των δεινών στη χώρα; (Η παρούσα συγκυβέρνηση, που ως γνωστόν υποστήριξε το 40% του κόμματος, δεν μετράει, ως «εκτάκτων συνθηκών»).
Αν υπάρχει μια προσωρινή, έστω, απάντηση, αυτή θα μπορούσε να αναζητηθεί στον μέχρι στιγμής απολογισμό της θητείας Καμίνη στον Δήμο της Αθήνας -μια θητεία που, περιέργως, η ΔΗΜ.ΑΡ. φαίνεται να μην χρεώνεται πολιτικά, μολονότι στην υποψηφιότητα του πρώην Συνηγόρου η ίδια «έπαιξε τα ρέστα της».
Θυμάμαι εκείνη την απίστευτη εκπομπή με τον Μπουτάρη, στους «Πρωταγωνιστές» του Θεοδωράκη, όταν ο μόλις εκλεγμένος Καμίνης, χωρίς να έχει δεχτεί την παραμικρή πίεση από τους συνομιλητές του, πρότεινε να αναλάβει ο στρατός την αποτροπή της εισόδου «λαθρομεταναστών» στα σύνορα - ό,τι δηλαδή έλεγε και ο Κακλαμάνης προεκλογικά, ενθουσιάζοντας τους ελληνόψυχους του κέντρου και όχι μόνο. Μετά και την εύλογη επιπλέον πίεση που υφίσταται (;) στη θέση πια του δημοτικού άρχοντα, ο εκλεκτός της ΔΗΜ.ΑΡ. συνέχισε, από τότε και μέχρι σήμερα, στην ίδια ρότα: πότε καταφερόμενος κατά των εργαζομένων του δήμου και των κινητοποιήσεών του, πότε ζητώντας από την κυβέρνηση την εκδίωξη των Ρομά απ' τον Βοτανικό, πότε ξηλώνοντας τα παγκάκια όπου επιβίωναν οι άστεγοι του κέντρου της Αθήνας, χάριν της εορταστικής εικόνας της πόλης. Τελευταίο «χτύπημα», η παρότρυνση και των άλλων δήμων της περιφέρειας, να δεχτούν κι αυτοί στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών - το πρόβλημα δεν είναι μόνο της Αθήνας και οι «σκούπες» από μόνες τους δεν αρκούν.
Μ' αυτά και μ' εκείνα, αν ζούσε ακόμα ο Καστοριάδης, μάλλον δεν θα είχε επιφύλαξη να το πει: «Δημοκρατική Αριστερά» - δύο λέξεις, δύο ψέματα.
* Ο Δημοσθένης Παπαδάτος - Αναγνωστόπουλος είναι μέλος της ΚΠΕ του ΣΥΝ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)