Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αριστερά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αριστερά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 18 Αυγούστου 2020

Μαρξ,θρησκεία και Αριστερά (Γιάννης Δερμεντζόγλου - από tvxs.gr)

Η Αριστερά δεν είναι η σύνθεση των προσωπικών απόψεων και δοξασιών όσων δηλώνουν ή αισθάνονται αριστεροί και πολύ περισσότερο του κάθε Καρανίκα. Αρέσει δεν αρέσει, βασίζεται πάνω στο πνευματικό έργο του Μαρξ. 

Ο Μαρξισμός βέβαια δεν είναι ευαγγέλιο ούτε οι δέκα εντολές γραμμένες σε πέτρα. Η ιστορία του άλλωστε είναι γεμάτη από αναθεωρήσεις, άλλες γόνιμες και άλλες όχι. Μια από τις βασικές φιλοσοφικές θέσεις του Μαρξισμού αλλά και του Αναρχισμού, είναι η άρνηση ΚΑΘΕ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗΣ. Με απλά λόγια ότι δεν υπάρχει κανένας θεός, καμιά υπέρτατη δύναμη έξω και πάνω από τον κόσμο αυτό. 

Για τον Μαρξ η θρησκεία ήταν μια ανθρωπίνως κατανοητή παρηγοριά των απελπισμένων (το περίφημο όπιο) η οποία όμως εμπόδιζε τη χειραφέτησή τους. Γιατί μόνο όταν ο άνθρωπος συνειδητοποιήσει ότι είναι ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ στον κόσμο αυτόν, με μόνο πιθανό στήριγμα τους συνανθρώπους του, ότι δεν υπάρχει καμία δικαίωση σε κανέναν άλλο υπερβατικό κόσμο, θα κάνει την απελπισία του ορμή για να αλλάξει την κοινωνική αδικία. 

Στην Ελλάδα οι "νεοφιλελεύθεροι" χρηματοδοτούνται από το κράτος. Εμείς... από εσάς ! Στήριξε την ανεξαρτησία του tvxs.gr, κάνοντας κλικ εδώ.

Δεν μπορεί κάποιος που θρησκεύεται να είναι αριστερός ή να ψηφίζει ένα αριστερό κόμμα; Προφανώς μπορεί. Καλό θα ήταν όμως να διαβάσει λίγο και να προβληματιστεί επάνω στην συγκεκριμένη (ανθρωπίνως κατανοητή) αντίφαση. Αν κάτι ξεχώριζε τους παλιούς αριστερούς, όλους αυτούς που με τη στάση ζωής τους έδωσαν παράδειγμα και διαμόρφωσαν στη συνείδηση της κοινωνίας το λεγόμενο ηθικό πλεονέκτημα της αριστεράς, ήταν η αγάπη τους για το διάβασμα, την ουσιαστική μόρφωση. 

Στις μέρες μας αρχίζει και στην Αριστερά να εκστομίζεται η λέξη «διανοούμενοι» με ειρωνική και απαξιωτική χροιά ακολουθώντας το ακροδεξιάς προέλευσης απαξιωτικό χαρακτηρισμό «θολοκουλτουριάρηδες». Ο Ουμπέρτο Έκο αναφέρει ότι ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του εκφασισμού μιας κοινωνίας είναι η απαξίωση της διανόησης, της μόρφωσης και της επιστήμης. 

 

Δεν χρειάζεται να αναφερθούμε στον ιστορικό ρόλο των θρησκειών, είναι πολύ γνωστά όλα αυτά. Ο χριστιανικός κόσμος πέρασε αιώνες φρίκης και αδιανόητης βαρβαρότητας κάτω από τη θεοκρατία. Στο όνομα του θεού οι Ισπανοί κονκισταδόρες έψηναν ζωντανούς τους Ινδιάνους. Ο ισλαμικός κόσμος περνάει το μεσαίωνα του στις μέρες μας και συναγωνίζεται σε βαρβαρότητα και φρικαλεότητες τους χρόνους του χριστιανικού Μεσαίωνα. 

Μέχρι πριν από λίγες δεκαετίες στη χώρα μας η θρησκεία ήταν σκληρός μηχανισμός κοινωνικής καταπίεσης και σήμερα ακόμη η Εκκλησία είναι φορέας των πιο αντιδραστικών και ακροδεξιών απόψεων. Μερικοί παπάδες που φιγουράρουν πλάι στους αντάρτες του ΕΛΑΣ, όταν ο ΕΛΑΣ είχε δύναμη κι εξουσία, ήταν οι εξαιρέσεις που επιβεβαίωναν τον κανόνα. 

Μπορεί λοιπόν ο πρόεδρος ενός αριστερού κόμματος και μάλιστα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να χαιρετίσει μια θρησκευτική γιορτή; Φυσικά και μπορεί και οφείλει ίσως λόγω της θεσμικής του θέσης. Το να χαϊδεύει όμως μεταφυσικές πεποιθήσεις που δεν συμμερίζεται για να κερδίσει συμπάθειες στο θρησκευόμενο κοινό δεν είναι αποδεκτό. Ο σεβασμός στη θρησκεία της πλειοψηφίας ή την όποια θρησκεία αποδεικνύεται από το ενδιαφέρον για την ανεμπόδιστη άσκηση των θρησκευτικών δικαιωμάτων της αλλά όσον αφορά στους χριστιανούς είναι το μόνο πρόβλημα που δεν έχει η Ελλάδα. 

Αντίθετα τα δικαιώματα των άθεων καταπατούνται βάναυσα αλλά ελάχιστο ενδιαφέρον έχει δείξει για αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ. Δεν εκτιμώ ότι για τον ΣΥΡΙΖΑ η εξουσία είναι ήδη αυτοσκοπός αλλά ο κίνδυνος να γίνει είναι υπαρκτός και αυτό είναι τόσο ανθρωπίνως κατανοητό όσο και η παρηγοριά από μεταφυσικές δυνάμεις.

Παρασκευή 8 Ιουνίου 2018

Αριστερά και κόμμα -Κώστα Δουζίνα

Αριστερά και κόμμα

Με το τέλος των μνημονίων αρχίζει μια νέα πολιτική εποχή. Οι αγώνες και προσπάθειες των τελευταίων πέντε χρόνων θα κριθούν από τον εκλογικό κύκλο του 2019. Εξίσου σημαντική είναι και η παρακαταθήκη που θα αφήσει η πρώτη αριστερή κυβέρνηση. Οι εκλογικές νίκες δεν μετατράπηκαν σε ιδεολογική ηγεμονία. Η κυριαρχία της ανανεωτικής Αριστεράς στον χώρο της διανόησης δεν υπάρχει πια.
Αλλά η Αριστερά είναι η σκέψη στην πράξη. Πράξη χωρίς θεωρία, χωρίς ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης και του συσχετισμού δύναμης καταλήγει σε βολονταρισμό και πολιτικές ήττες. Θεωρία χωρίς πράξη αποτελεί το καταφύγιο του εστέτ που δεν βρομίζει τα χέρια του με τους συμβιβασμούς της διακυβέρνησης.
Η συστοίχιση της εκλογικής με την ιδεολογική αποδοχή και η δημιουργία πλατιών κοινωνικών συμμαχιών αποτελούν το στοίχημα της επόμενης περιόδου. Η Αριστερά πρέπει να δημιουργήσει το νέο όραμα και τη νέα μορφή του κόμματος για τον 21ο αιώνα.
Κόμμα και κοινωνική οργάνωση
Τα κόμματα βγαίνουν μέσα από τον τρόπο κοινωνικής αναπαραγωγής κάθε εποχής και ανταποκρίνονται στη μορφή άσκησης πολιτικής. Το είδος κόμματος που ξέρουμε ήταν δημιούργημα του βιομηχανικού καπιταλισμού και της μαζικοποίησης της δημοκρατίας στις αρχές του 20ού αιώνα.
Η κλασική κομματική μορφή ανταποκρινόταν στην οργάνωση της παραγωγής σε μεγάλες εργασιακές μονάδες –εργοστάσια, εργοτάξια, ναυπηγεία, μεγάλες φάρμες– και της πολιτικής σε κεντρικούς χώρους – Βουλή, υπουργεία, συνδικάτα, κομματικά γραφεία. Η χωρική συγκέντρωση συμπληρωνόταν με την κυκλικότητα του πολιτικού χρόνου γύρω από εκλογές, απεργίες, επετείους ή μεγάλες αγροτικές εκδηλώσεις.
Σε αυτό το περιβάλλον η λογική της αντιπροσώπευσης τάξεων και συμφερόντων οδήγησε στην πυραμιδωτή οργάνωση του κόμματος με μια πλατιά βάση μελών και σταδιακά μικρότερα όργανα μέχρι την Κεντρική Επιτροπή και την ηγεσία. Τα κόμματα απέκτησαν συγκεντρωτική και σφικτή οργάνωση, στην οποία ευδοκίμησαν μικρές ομάδες που έλεγχαν τις βασικές λειτουργίες και μπορούσαν να αναδειχτούν σε ηγεμονικές φράξιες. Στα κομμουνιστικά κόμματα ο συγκεντρωτισμός και η δύναμη της ηγεσίας ήταν ακόμη μεγαλύτερα.
Αλλά ο πολιτικός χρόνος και ο χώρος και η παραγωγική διαδικασία άλλαξαν. Η πολιτική αποκεντρώνεται, γίνεται στις γειτονιές, τις τοπικές κοινωνίες, τους οριζόντια δικτυωμένους χώρους δουλειάς. Η άυλη παραγωγή της μεταφορντικής κοινωνίας στηρίζεται σε δικτυώσεις μεταξύ αγνώστων, σε οριζόντιες συνεργασίες, σε εύπλαστες και συνεχείς επικοινωνίες χωρίς πολιτικές ή συνδικαλιστικές συγκλήσεις.
Ταυτόχρονα η μεταφορά μεγάλου μέρους του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα παραγωγής στον αναπτυσσόμενο κόσμο έχει μειώσει τον αριθμό των αγροτών και έχει εξαφανίσει σχεδόν την κλασική εργατική τάξη. Μαζί με τον τεχνολογικό αυτοματισμό έχουν κάνει την ανεργία συστημική και μόνιμη.
Η συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού είναι μισθωτοί εργαζόμενοι. Οι ταξικές διαφοροποιήσεις εξαρτώνται από την ύπαρξη δουλειάς, το είδος της, το επίπεδο του μισθού και την ικανοποίηση από την εργασία. Η κοινωνία λοιπόν διατρέχεται από διαφορές, εντάσεις και συγκρούσεις μεταξύ τάξεων, κλάδων, επαγγελμάτων και ιδεολογιών που δεν ακολουθούν την κλασική μαρξιστική ανάλυση: δημόσιοι εναντίον ιδιωτικών υπαλλήλων, υψηλόμισθοι εναντίον χαμηλόμισθων, αυτοαπασχολούμενοι εναντίον υπαλλήλων, άνεργοι εναντίον εργαζόμενων, Ελληνες εναντίον μεταναστών.
Αυτή η πολυδιάσπαση δεν επιτρέπει την παλιότερη αντιστοίχηση τάξης, ιδεολογίας και κόμματος και έχει συνεισφέρει στην κρίση της πολιτικής εκπροσώπησης. Το είδαμε πρόσφατα με τους αναπληρωτές καθηγητές. Δύο κατηγορίες άνεργων νέων βρέθηκαν αντιμέτωποι για λίγες προσωρινές δουλειές. Οι ενδοταξικές συγκρούσεις γίνονται συχνά πιο έντονες από τις διαταξικές.
Παρακμή των κομμάτων
Η κλασική κομματική μορφή βρίσκεται πια σε αναντιστοιχία με την κοινωνική αναπαραγωγή και υποχωρεί παντού. Μόνο 4% όσων ψηφίζουν στη Δυτική Ευρώπη είναι κομματικά μέλη. Τα κόμματα φθίνουν, χάνουν μέλη και μεταμορφώνονται σε επιχειρήσεις με δημόσιες σχέσεις, επικοινωνιολόγους και λομπίστες.
Είναι χώροι υψηλής έντασης κεφαλαίου, όχι εργασίας, οι εθελοντές αφισοκολλητές εξαφανίστηκαν. Πρέπει επομένως να αυξήσουν τα έσοδά τους. Προσφορότερος τρόπος είναι η πώληση πολιτικής επιρροής και προστασίας. Ετσι τα κόμματα έγιναν ένας από τους πιο βασικούς μηχανισμούς διαφθοράς, διαπλοκής και μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Μεγάλοι ηγέτες όπως ο Κράξι, ο Κολ, ο Σιράκ, ο Σαρκοζί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον δημόσιο βίο καταδικασμένοι ή απαξιωμένοι για τη συμμετοχή τους σε υποθέσεις διαφθοράς και δωροδοκίας προς όφελος των κομμάτων τους. Σε μας στελέχη του ΠΑΣΟΚ καταδικάστηκαν για τις κομματικές μίζες. Την περασμένη εβδομάδα ο Ραχόι έχασε την κυβέρνηση μετά την καταδίκη 29 στελεχών και του ταμία του δεξιού κόμματος σε 351 χρόνια φυλάκισης για διαφθορά. Να δούμε πότε θα γίνει κάτι ανάλογο και στην Ελλάδα.
Πρέπει λοιπόν να αντιστοιχίσουμε κοινωνία και κόμμα. Εχουμε ένα προηγούμενο, με τον μετασχηματισμό του Εργατικού Κόμματος από τον Κόρμπιν. Εχοντας αρχικά απέναντί του την πλειοψηφία των βουλευτών και των στελεχών του κόμματος, ο Κόρμπιν απευθύνθηκε στην κοινωνία. Τα μέλη απέκτησαν σημαντική συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων για τοπικά, περιφερειακά και κλαδικά θέματα. Δημοψηφίσματα, οριζόντιες δικτυώσεις και τοπικά συνέδρια συζητούν και διαμορφώνουν σχέδια προτάσεων για νέες πολιτικές που μετά εξειδικεύονται από τους τομείς του κόμματος.
Το δίκτυο Momentum, βασικός υποστηρικτής του Κόρμπιν, με 250.000 μέλη και φίλους, υπήρξε καίριο στην επιτυχία της Αριστεράς. Το Momentum αποτελεί μια δημιουργική και ριζοσπαστική κοινότητα που χρησιμοποιεί σχεδόν αποκλειστικά ψηφιακές δράσεις και επικοινωνία.
Η πλειονότητα των μελών είναι νέοι και νέες που, αντί να καταναλώνουν παθητικά κομματικές ενημερώσεις και εκδηλώσεις, οργανώνουν και συμμετέχουν σε φυσικά και ψηφιακά συμβάντα για τοπικά και γενικά ενδιαφέροντα ανοιχτά σε όλους. Ο Κόρμπιν εμπιστεύτηκε το άνοιγμα σε ιδέες και μεθόδους, τη χρήση της γνώσης και τεχνογνωσίας της νέας γενιάς για να ανατρέψει την επίθεση των κυρίαρχων ΜΜΕ και της εξουσίας.
Η νέα κοινωνική διαστρωμάτωση υποχρεώνει την ελληνική Αριστερά να πειραματιστεί, να πάρει ρίσκα, να χρησιμοποιήσει τη φαντασία και τις δεξιότητες της κοινωνίας και κυρίως της νεολαίας. Το κόμμα πρέπει να έχει εύπλαστη μορφή, πορώδεις παρυφές και διαφανείς διαδικασίες που επιτρέπουν τη συνεχή αλληλεπίδραση με το περιβάλλον. Αφήνοντας την ασφάλεια της ρουτίνας και της επετηρίδας, πρέπει να γίνει εργαστήρι πειραματισμού δομών, ιδεών, μεθόδων.
Βασικό χαρακτηριστικό του νέου κόμματος πρέπει να είναι το άνοιγμα στην κοινωνία, η εξωστρέφεια. Οι οργανώσεις πρέπει να καλούν τους πολίτες να συμμετάσχουν και να συμβάλουν στην προβληματική του κόμματος, χωρίς να απαιτούν κομματική ένταξη. Κανένας δεν έχει σήμερα το μονοπώλιο των ιδεών και της αλήθειας. Παράλληλα δημιουργούνται οριζόντιοι φυσικοί και ηλεκτρονικοί «κύκλοι φίλων» για τη νέα Ελλάδα με θεματικά αντικείμενα. Γενικοί κύκλοι ασχολούνται με το περιβάλλον, τη συνταγματική αναθεώρηση ή δίνουν συμβουλές για τη συμμετοχική και κοινωνική οικονομία.
Αλλοι πιο ειδικοί ασχολούνται με τοπικά προβλήματα ή οργανώνουν συμπαράσταση σε κινήματα όπως η ΒΙΟΜΕ ή οι Σκουριές. Κεντρικό ρόλο έχουν οι νέοι και νέες, κομματικά και μη μέλη, που αποφασίζουν τη θεματολογία, τη λειτουργία και τις εκδηλώσεις των κύκλων. Τα πορίσματα και οι προτάσεις προωθούνται στο κόμμα για υιοθέτηση και εφαρμογή.
Ετσι, το κόμμα γίνεται «συλλογικός διανοούμενος», οι οργανώσεις, το κόμμα στον χώρο τους και η κοινωνία συμμετέχει ενεργά στην προσπάθεια κοινωνικού μετασχηματισμού. Το διακύβευμα είναι μεγάλο. Ας μην το χάσουμε στον βωμό των προσωπικών πολιτικών, που μεγαλώνουν όσο πλησιάζουν εκλογές, ή της διανομής μιας εύθραυστης εξουσίας.
*Άρθρο του Κώστα Δουζίνα στην Εφημερίδα των Συντακτών. Δημοσιεύτηκε στις 04 Ιουνίου 2018.

Κυριακή 15 Μαΐου 2016

Οι παλιοί μας φίλοι για πάντα φύγαν... (από την ΑΥΓΗ)

Οι παλιοί μας φίλοι για πάντα φύγαν...

Οι παλιοί μας φίλοι για πάντα φύγαν...

Photo Copyright - ΡΕΝΤΖΗΣ

  • Οι παλιοί μας φίλοι για πάντα φύγαν...
  • Οι παλιοί μας φίλοι για πάντα φύγαν...
της Ρίας Καλφακάκου*

Γεννήθηκαν με το χρυσό κουτάλι στο στόμα. Λογικά, θα εντάσσονταν στο κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο της οικογένειας. Κάποιοι θα είχαν κοινωνικές ευαισθησίες, κάποιοι θα αρκούνταν στην εύκολη φιλανθρωπία και άλλοι θα γίνονταν σκληροί καπιταλιστές ή συνειδητοί μεγαλοαστοί με σαφή επίγνωση των ταξικών τους προνομίων και του ηθικού τιμήματος που έπρεπε να πληρώσουν για να τα διατηρήσουν.
Η δικτατορία έφερε ανισορροπία. Πολύ σκληρή έκφραση της αναλγησίας του μεγάλου κεφαλαίου, και μάλιστα για νέους με ακόμα τρυφερή καρδιά και ρομαντικά όνειρα ισότητας και δικαιοσύνης. Έτσι, παιδιά μεγαλοαστικών οικογενειών μπλέχτηκαν στη δίνη του φοιτητικού κινήματος, κατέλαβαν το Πολυτεχνείο, έφαγαν ξύλο από τους αφοσιωμένους στον στρατό και όχι στην ιθύνουσα τάξη ασφαλίτες και θεώρησαν πως εντάχθηκαν στην Αριστερά. Εξάλλου όλοι χρειάζονται μια επανάσταση στη ζωή τους. Εκεί γνώρισαν και παιδιά μικροαστών, ακόμη και προλετάριων, και αναπτύχθηκαν ειλικρινείς φιλίες και έρωτες και σχέσεις ζωής, με την αγνότητα της νιότης και του ενθουσιασμού για έναν κοινό σκοπό και τόσο, προφανώς, αδιαφιλονίκητα σωστό: να πέσει η χούντα.
Τα χρόνια πέρασαν και στα χρυσά χρόνια της μεταπολίτευσης, με τη δανεική ευημερία, με μια κατακτημένη, ακριβώς λόγω του Πολυτεχνείου, διευρυμένη δημοκρατία, σε μια ανεκτική κοινωνία, με το κράτος - πρόνοιας αλλά και την επίπλαστη άμβλυνση των ταξικών διαφορών που έφερε το ΠΑΣΟΚ, ήταν τόσο εύκολο να είσαι αριστερός με βίλα, Μερσεντές και διακοπές στη Μύκονο, καλός εργοδότης, φίλος με τους υφισταμένους σου, φεμινιστής, αντιρατσιστής, ενάντια στον πόλεμο του Ιράκ, λίγο διανοούμενος και λίγο κουλτουριάρης.
Όμως, αυτή η φάση του καπιταλισμού τέλειωσε και μπήκαμε σε έναν άλλο κύκλο της κόλασης, όχι πια με τανκς, αλλά με οικονομική ασφυξία. Και τώρα πια κοντεύαμε τα 60, είχαμε παιδιά, υποχρεώσεις, οικονομικά συμφέροντα, ταξική συνείδηση. Για λίγο υπήρξε σύγχυση, ήταν πολύ βίαιη η αλλαγή, οι αγορές δεν σκέφτονται χήρες και ορφανά, είναι υπερβολικά πρωτόγονες, πολύ Νεάντερταλ, για τα εκλεπτυσμένα γούστα μας. Μια λογική και υπεύθυνη Αριστερά τύπου ΔΗΜ.ΑΡ. ήταν μια λύση στην αρχή, και η αγκαλιά του φιλελεύθερου αλλά ταξικά συνειδητοποιημένου Μπουτάρη πολύ φιλόξενη και βολική. Όμως τα πράγματα αγρίεψαν. 30% πεινάνε, 30% άνεργοι. Ο ΣΥΡΙΖΑ, απίστευτο. Παίρνει δύο φορές την κυβέρνηση και κερδίζει το δημοψήφισμα με 62%.
Δεν υπάρχουν πια περιθώρια ανεκτικότητας. Οι παλιοί μας φίλοι διαλέγουν ταξικά στρατόπεδο. Είτε γιατί είναι μεγαλοαστοί είτε γιατί είναι οι μπάτλερ της εξουσίας, φανατικότεροι των αφεντικών. Μιλάνε για τη χειρότερη κυβέρνηση που πέρασε ποτέ. Αυτό είναι το σύνθημα αναγνώρισης μεταξύ τους.

Ας το δω όσο πιο αποστασιοποιημένα μπορώ. Καλά, δεν είναι πετυχημένη κυβέρνηση, δεν άλλαξε ριζικά την κατάσταση, δεν έκανε αυτά που είπε.
Όμως, ας δούμε μερικά στοιχεία, τεχνοκρατικά θα έλεγα. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛΛ. δεν αύξησε την ανεργία, ούτε την ύφεση. Αντίθετα, υπήρξε ελαφρά πτώση, το επίπεδο διαβίωσης του 90% δεν χειροτέρεψε και το 30% των καταραμένων ζει χωρίς το άγχος της διακοπής ρεύματος και νερού. Οι ανασφάλιστοι έχουν πρόσβαση σε αυτά τα αποδεκατισμένα και χωρίς γάζες νοσοκομεία - ποιος άραγε τα κατάντησε έτσι, μήπως ο ΣΥΡΙΖΑ; Κάποιοι, όχι αρκετοί αλλά έστω λίγοι, γιατροί διορίζονται, το ίδιο και εκπαιδευτικοί.
Και το κυριότερο, αυτή η κυβέρνηση έβγαλε πέρα αυτό το τεράστιο ανθρωπιστικό πρόβλημα του προσφυγικού ρεύματος με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Με παλινωδίες, με λάθη, με καθυστερήσεις, αλλά καταφέρνοντας με τη στάση της να βγάλει από όλους μας τον καλό μας εαυτό. Έτσι, ένα εκατομμύριο πρόσφυγες πέρασαν από τη χώρα, χωρίς έντονα ρατσιστικά φαινόμενα, χωρίς αστυνομική βία, χωρίς εγκληματικότητα. Και μη μου πείτε για μεμονωμένα περιστατικά.
Αν υπήρχε η προηγούμενη κυβέρνηση, φοβάμαι πως μπορεί να είχαμε μετατραπεί σε Άγρια Δύση, με συμμορίες ακροδεξιών να αλωνίζουν στο πλαίσιο της καλής σχέσης με μια "σοβαρή" Χρυσή Αυγή, και η αστυνομία να εντέλλεται να χτυπήσει και τις πιο συγγνωστές παραβατικές συμπεριφορές απελπισμένων ανθρώπων. Αλλά, όπως λέει με ειλικρίνεια ένας παλιός φίλος, μεγαλογιατρός, δεν φταίτε κυρίως εσείς, αλλά αν κάποιους πρέπει να κρεμάσουμε, προτιμούμε από την Αριστερά. Και έτσι, επιτέλους, κατάλαβα τις αναφορές άλλου πρώην φίλου μου, πρώην -κατά δήλωσή του- αριστερού, αλλά νυν και αεί μεγαλοαστού, για το Γουδή.
Κάποτε διαλέξαμε στα νιάτα μας την υπεράσπιση των φτωχών και αδυνάτων. Με όλα τα λάθη και τους συμβιβασμούς, τις οπισθοχωρήσεις και τις τεράστιες δυσκολίες, δεν θα προσχωρήσουμε στο στρατόπεδο Μητσοτάκη. Όση θλίψη και αν δημιουργεί η απομάκρυνση από αγαπημένους φίλους 40 χρόνων.

Αφιερωμένο στους παλιούς μου φίλους, πολλοί από αυτούς ήταν και συγκρατούμενοί μου στα υπόγεια της Ασφάλειας μετά το Πολυτεχνείο το 1973.

* Η Ρία Καλφακάκου είναι μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ

Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2016

Τι είναι αυτή η Αριστερά; (www.efsyn.gr)


ΣΥΡΙΖΑ
Tον Ιανουάριο 2015 ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς κέρδισε τις εκλογές με ένα πρόγραμμα που δεν μπόρεσε να εφαρμόσει.
Ορθότερα: ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσε να το εφαρμόσει σε σημαντικά σημεία του, όπως η αποτροπή των ιδιωτικοποιήσεων, η αύξηση του κατώτατου μισθού, η δημόσια ιδιοκτησία των τραπεζών και, προπάντων, η αντικατάσταση του Μνημονίου με το δικό του πρόγραμμα οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής ανασυγκρότησης.
Αντίθετα, στην αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, στην επαναφορά, με τις «100 δόσεις», των οφειλετών του Δημοσίου στη φορολογική νομιμότητα χωρίς να καταστραφούν, στην επαναλειτουργία της Δημόσιας Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης η νέα κυβέρνηση ήταν γρήγορη και αποτελεσματική.
Αυτό δεν αναιρεί ότι –και με δική της υπαιτιότητα– στις διαπραγματεύσεις «έπεσε σε τοίχο», δηλαδή βρέθηκε αντιμέτωπη με μια πολιτική οικονομικής ασφυξίας που επέβαλαν οι δανειστές και υποστήριξαν με ζήλο οι εγχώριοι ομόφρονές τους –το παλιό καθεστώς, που είχε συνδέσει την τύχη του με τη γρήγορη ήττα της κυβέρνησης της Αριστεράς– και αναγκάστηκε να αναδιπλωθεί, κάποιοι λένε να συνθηκολογήσει.
Ωραία, σου λέει ο άλλος, είναι λοιπόν αυτό Αριστερά;
Δηλαδή: είναι ο ΣΥΡΙΖΑ αυτό που στις δικές μου παραστάσεις –έστω στις παραστάσεις των περισσότερων– πρέπει να είναι η Αριστερά;
Επικρατεί, βλέπεις, η εντύπωση ότι η Αριστερά είναι ένα σύστημα «αρχών» και «αξιών» και αυτό το σύστημα είναι το μέτρο της αριστεροσύνης.
Ομως, από τα μέσα του 19ου αιώνα η Αριστερά –τότε τα σοσιαλιστικά κόμματα– εγκατέλειψε την ηθική-αξιακή θεμελίωση του προγράμματός της και στράφηκε στην επιστημονική διερεύνηση της κοινωνικής πραγματικότητας.
Αυτό είναι το νόημα της Διακήρυξης του Κομμουνιστικού Κόμματος, του Κομμουνιστικού Μανιφέστου, όπως έγινε ευρύτερα γνωστό.
Η Αριστερά δεν επιδιώκει την κατάργηση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας επειδή «η ιδιοκτησία είναι κλοπή» –αν και ο Μαρξ αποδεικνύει ότι το καπιταλιστικό κέρδος είναι κλοπή κοινωνικού προϊόντος–, αλλά επειδή η επιστημονική ανάλυσή της διακρίνει στην καπιταλιστική ιδιοκτησία «τη φωλιά του θηρίου», την απαρχή της εκμετάλλευσης στη σημερινή κοινωνία και το απόλυτο εμπόδιο για τη χειραφέτηση του ανθρώπου (πάλι στη σημερινή κοινωνία).
Ούτε είναι η Αριστερά υπέρ των φτωχών και εναντίον των πλουσίων από ένα γενικό αίσθημα δικαιοσύνης. Είναι υπέρ της οργάνωσης των λαϊκών τάξεων και, προπάντων, των μισθωτών, επειδή η επιστημονική ανάλυσή της διακρίνει σε αυτή την κοινωνική τάξη τη δύναμη που έχει συμφέρον και μπορεί να καταργήσει την καπιταλιστική ιδιοκτησία και να καταλύσει την εξουσία του κεφαλαίου.
«Επιστημονική» δεν σημαίνει οπωσδήποτε ορθή – οι επιστήμονες κάνουν διαρκώς λάθη. Σημαίνει όμως κάτι που αποδεικνύεται λογικά με ανάλυση των πραγματικών δεδομένων –που χρειάζεται να είναι γνωστά– και όχι εξ αποκαλύψεως ή από πάγιες «αρχές» και «αξίες».
Μα, η ίδια η χειραφέτηση δεν είναι «αξία» της Αριστεράς; Οχι!
Ολοι οι γκουρού του νεοφιλελευθερισμού γι’ αυτήν μιλούσαν και, αν ρωτήσεις τον Μητσοτάκη, αυτήν θα επικαλεστεί!
Τι σχέση έχουν, τώρα, όλα αυτά με τα δικά μας ζόρια και με την Αριστερά στην Ελλάδα;
Εχουν τη σχέση ότι η, ας πούμε εξ αριστερών, κριτική του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης περιορίζονται στη μομφή ότι η Αριστερά δεν μπορεί να πουλάει δημόσια περιουσία, δεν μπορεί να μην αυξάνει τις κοινωνικές δαπάνες κ.ο.κ.
Νομίζω ότι πρόκειται για ανοησία.
Στην ερώτηση «Ποια είναι η τελευταία γραμμή άμυνας;» η μόνη απάντηση μπορεί να είναι: «Αυτή που μπορώ να υπερασπιστώ!».
Από εκεί και πέρα αρχίζει η διερεύνηση του εδάφους, δηλαδή του συσχετισμού, του διεθνούς περιβάλλοντος, του φρονήματος και των διαθέσεων στον λαό, των όπλων του αντιπάλου, των δυνατοτήτων διάρρηξης κάθε φορά των ορίων, των αναγκαίων ελιγμών, των πιθανών συμμαχιών.
Αυτό, βέβαια, το κάνουν λίγο-πολύ όλα τα κόμματα.
Το κρίσιμο για την Αριστερά σε αυτή τη διαδικασία, είτε από τη θέση της αντιπολίτευσης είτε στην κυβέρνηση (αυτό το μαθαίνουμε τώρα) είναι πρώτα να φροντίζει τους ανθρώπους της, δηλαδή τις κοινωνικές τάξεις στις οποίες απευθύνεται.
Οχι από λύπηση ή από συμπάθεια, αλλά επειδή όσο εξουθενώνονται οι λαϊκές τάξεις αποδυναμώνεται η κινητήρια δύναμη του συνολικού της εγχειρήματος.
Αυτό είναι το νόημα και αυτή είναι η ουσία της ανάπτυξης των δομών αλληλεγγύης από την αρχή της κρίσης, του κυβερνητικού προγράμματος για την καταπολέμηση της ανθρωπιστικής κρίσης, των σχολικών γευμάτων, της αγωνίας για τις εργασιακές σχέσεις, των μεροληπτικών προβλέψεων του ασφαλιστικού που έχουν προκαλέσει τη δικαιολογημένη λυσσαλέα αντίδραση του παλαιού καθεστώτος.
Δεύτερον, χρειάζεται να προσπαθεί, αν είναι δυνατό σε κάθε βήμα, να εμφυτεύει στοιχεία του δικού της προγράμματος στην παραγωγή, στο κράτος, στην παιδεία – και μάλιστα έτσι ώστε αυτά να είναι δύσκολο να αναιρεθούν.
Το δύσκολο είναι ότι αυτά η Αριστερά έχει να τα κάνει σε ασφυκτικό, αλλά αντικειμενικά δεδομένο πλαίσιο, πολύ στενότερο από όσο εάν ήταν στη θέση της αντιπολίτευσης, κοιτώντας παράλληλα πού και πώς αυτό το πλαίσιο μπορεί να χαλαρώσει, αν μπορεί να βρεθεί ένας νέος σύμμαχος, αν οι αντιθέσεις στο αντίπαλο στρατόπεδο επιτρέπουν μια κίνηση παραπάνω ή μια κίνηση ταχύτερα.
Επιπλέον, η Αριστερά σε αυτή τη διαδικασία δεν μένει αλώβητη. Το περιβάλλον επιδρά και στο εσωτερικό της, εκεί αναπτύσσονται τάσεις συμβιβασμού και αποδοχής της ιδεολογίας του αντιπάλου – ζούμε, βλέπεις, στον πραγματικό κόσμο.
Αυτό, λοιπόν, είναι η Αριστερά τού σήμερα. Αλλά υπάρχει και η Αριστερά που αφήνεται να την τραβούν οι πεθαμένοι από το ποδάρι και καμαρώνει με τις στολές περασμένων εποχών.
Μόνο που αυτή έχει μόνο διακηρυκτική σχέση με το μεγάλο κίνημα του σοσιαλισμού και της χειραφέτησης του ανθρώπου.
*οικονομολόγος

Σάββατο 7 Ιουνίου 2014

Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές. Τρία καθοριστικά διλήμματα και οι πιθανές απαντήσεις τους, του Χριστόφορου Βερναρδάκη (RedNotebook)


Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές. Τρία καθοριστικά διλήμματα και οι πιθανές απαντήσεις τους, του Χριστόφορου Βερναρδάκη

Υπάρχουν τρία μεγάλα διλήμματα που απασχολούν τον ΣΥΡΙΖΑ, από τη συγκρότηση του εναίου κόμματος εδώ και ένα χρόνο έως και σήμερα, λίγες ημέρες μετά το τεστ των ευρωεκλογών και των δημοτικών/περιφερειακών εκλογών. Θα προσπαθήσω να τα απαντήσω όσο το δυνατόν πιο καθαρά. Δεν ξεκινώ κατ’ανάγκην από το σημαντικότερο, υπογραμμίζω όμως ότι και τα τρία έχουν μεγάλη μεταξύ τους συσχέτιση και αλληλεξάρτηση.
Δίλημμα Νο 1: Επιασε ο ΣΥΡΙΖΑ «ταβάνι» στην ευρωεκλογές ή όχι;
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι εξόχως κρίσιμη, γιατί συνεπάγεται μια αντίστοιχη εκλογική στρατηγική (βεβαίως, πολλές φορές  η «απάντηση» προϋπάρχει και «χρησιμοποιεί» τα στοιχεία κατά το δοκούν. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία).
Αν κάποιος απαντήσει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έπιασε «ταβάνι» μπορεί να δικαιολογήσει εύκολα μια στρατηγική «προσέλκυσης» μετριοπαθών ψηφοφόρων, επομένως μια προγραμματική μετακίνηση προς το «ρεαλισμό». Αν συμβεί αυτό τότε διαμορφώνεται μια οιονεί ενσωμάτωση του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα πλαίσιο ελεγχόμενης συναίνεσης με το κεντρικό πολιτικό σύστημα. Αυτή η αλυσίδα σκεπτικού αποτελεί σήμερα την κεντρική ερμηνευτική και πολιτική διαχείριση του εκλογικού αποτελέσματος που προβάλλει το «σύστημα διακυβέρνησης». Κεντρική στρατηγική του είναι να «σύρει» τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια τυπικά εκλογικίστικη στρατηγική, και εφόσον το καταφέρει, να εκμεταλλευτεί τις επιπτώσεις που θα έχει κάτι τέτοιο στο πρόγραμμα, την ιδεολογία και τη δομή του κόμματος προς όφελός του.
Το «σύστημα διακυβέρνησης» γνωρίζει κάτι που πολλές φορές και στο εσωτερικό ακόμα του ΣΥΡΙΖΑ υποτιμάται, ή αγνοείται. Η εκλογική έκρηξη του ΣΥΡΙΖΑ το 2012 και η σταθεροποίησή του το 2014 δεν συνέβη γιατί το κόμμα «μετακινήθηκε» προς κάποιο δυνητικό «κέντρο», αλλά για τον ακριβώς αντίθετο λόγο: Ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε να αναδειχτεί σε κυρίαρχο κόμμα όχι γιατί «μετακινήθηκε» προς το κέντρο, αλλά γιατί,  αντίθετα, με την ριζοσπαστική του δύναμη κατάφερε να «μετακινήσει» το ίδιο το κέντρο προς τα αριστερά.
Επιβάλλεται λοιπόν για το σύστημα να πιέσει τον ΣΥΡΙΖΑ στην ακριβώς αντίστροφη κίνηση. Να μετακινηθεί ο ίδιος προς το «κέντρο», γιατί αν δεν γίνει αυτό θα μετακινείται το «κέντρο» όλο και πιο αριστερά και το συγκρότημα εξουσίας θα χάνει και κοινωνικές προσβάσεις, αλλά και παραδοσιακές «τάξεις-στηρίγματα» που πάντοτε διέθετε (μεσαοστικά και μικροαστικά στρώματα).
Ο ΣΥΡΙΖΑ για να έχει στις σημερινές συνθήκες μια επιτυχημένη εκλογική και νικηφόρα στρατηγική οφείλει να κάνει το αντίθετο από αυτό που «σκέφτονται» οι οργανικοί διανοούμενοι του συστήματος. Καταρχήν πρέπει να γνωρίζει ότι το εύρος της εκλογικής του επιρροής βρίσκεται σήμερα, ακόμα, σε τροχιά ανόδου. Δεν έπιασε δηλαδή «ταβάνι». Οι ευρωεκλογές έδειξαν, πρώτον, τη σταθεροποίηση σε υψηλά ποσοστά της εκλογικής του δύναμης και, δεύτερον, τη σταθεροποίηση και εμβάθυνση της κοινωνικής διαστρωμάτωσης της ψήφου του. Και μάλιστα σε τύπο εκλογών β’τάξεως, δηλαδή σε εκλογές χωρίς διακύβευμα κυβέρνησης. Επομένως, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να σταθεροποιήσει και να εμβαθύνει την εκλογική γεωγραφία που σήμερα καταγράφει, και η οποία είναι μια εκλογική συμμαχία των μισθωτών και άνεργων στρωμάτων με τα μεσαία και μικροαστικά στρώματα που έχουν φτωχοποιηθεί. Είναι πολύ πιο εύκολο για τον ΣΥΡΙΖΑ να διευρύνει αυτήν την εκλογική κοινωνική συμμαχία και να της δώσει σαφές προγραμματικό και ιδεολογικό στίγμα, γιατί ξεκινά από θέση μεγάλης υπεροχής. Αντίθετα, με δεδομένες τις συνθήκες της έντονης ταξικής και ιδεολογικής πόλωσης που επικρατούν σήμερα στη χώρα, είναι εντελώς αδύνατον να αποκτήσει αξιόλογα εκλογικά ακροατήρια στα αστικά στρώματα, και πολύ δύσκολο να διευρύνει θεαματικά τις προσβάσεις του στα μεσοαστικά στρώματα. Επομένως, ο τρόπος για να κερδίσει τις εκλογές και να αυξήσει την εκλογική του δύναμη είναι να ενισχύσει τα ριζοσπαστικά και ανατρεπτικά του χαρακτηριστικά και να τα μορφοποιήσει σε ένα σαφές πολιτικό πρόγραμμα ανατροπής υπέρ των λαϊκών τάξεων.
Το συμπέρασμα των ευρωεκλογών είναι κατά τη γνώμη μου καθαρό. Δεδομένου ότι οι οικονομικές – κοινωνικές συνθήκες που δημιούργησε το Μνημόνιο όχι μόνο δεν έχουν αλλάξει προς το καλύτερο αλλά έχουν επιταθεί, η δέουσα στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ ώστε να κερδίσει τη μεγάλη πολιτική και κοινωνική πλειοψηφία δεν είναι να «κινηθεί» προς το «κέντρο», αλλά αντίθετα να παραμείνει προσηλωμένος στο πολιτικό του σχέδιο για μια μεγάλη ανατροπή των δεδομένων και να λειτουργήσει ως «κόμμα-μαγνήτης», ριζοσπαστικοποιώντας «κεντρώες» ή «κεντροαριστερές» ομάδες. Να μετακινήσει δηλαδή ολόκληρο το κέντρο βάρους του κομματικού συστήματος προς τα αριστερά, με άξονα ένα «καθαρό» πρόγραμμα, ταυτόχρονα, ανατρεπτικό και εφικτό.
Δίλημμα Νο 2:  Τι είναι όμως πιο συγκεκριμένα αυτό το «πρόγραμμα»; Πώς μπορεί να υπάρξει αυτή η σύνθεση «ανατρεπτικότητας» και «εφικτότητας» στις σημερινές συνθήκες;
Για να απαντηθεί το ερώτημα αυτό πρέπει να υπάρξει μια σοβαρή υπέρβαση του διλήμματος που ταλανίζει το σύνολο της Αριστεράς, προφανώς και τον ΣΥΡΙΖΑ: χρειάζεται κυβερνητικό πρόγραμμα, ναι ή όχι, και αν ναι τι είδους πρόγραμμα είναι αυτό, αν όχι με τι μπορεί να αντικατασταθεί; Στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, και γενικότερα στην κουλτούρα της Αριστεράς, συγκροτούνται πάνω στο ζήτημα αυτό –προφανώς με παραλλαγές και «πολυφωνίες»– δύο γενικές κουλτούρες.
Η πρώτη θεωρεί ότι το «πρόγραμμα» εξ’ορισμού σχεδόν αποτελεί μια «τεχνοκρατική» και «κυβερνητικίστικη» αντίληψη. Κατ’αυτήν, πρόγραμμα είναι τα κοινωνικά και κινηματικά αιτήματα, και κάθε άλλη προσέγγιση συνιστά «δεξιό ολίσθημα». Η αντίληψη αυτή είναι αρχαϊκή. Τείνει να υποτιμά καταρχήν το ρόλο του κόμματος ως «συλλογικού διανοούμενου των μαζών». Το κόμμα δεν είναι ένας απλός «μεταφραστής» ή «διαμεσολαβητής» των επιμέρους κοινωνικών αιτημάτων στο πολιτικό επίπεδο. Το κόμμα είναι ο οργανισμός που ενοποιεί και ολοκληρώνει τα επιμέρους αιτήματα σε πολιτικό πρόγραμμα, δηλαδή εναρμονίζει τις επιμέρους στοχεύσεις, ιεραρχεί προτεραιότητες στο χρόνο και στο χώρο, δημιουργεί εναλλακτικούς δρόμους ώστε να φτάσει στην υλοποίησή τους. Κι’αυτό γιατί «πρόγραμμα» σημαίνει ουσιαστικά διαδικασία συγκρότησης και εμβάθυνσης κοινωνικών συμμαχιών. Απαιτεί επομένως, συγκεκριμένες και «βαριές» ενδεχομένως γνώσεις για τις κοινωνικές διαστρωματώσεις, συγκεκριμένες ιδέες, αποτελεσματικότητα στην υλοποίηση, κουλτούρα διαχείρισης εργαλείων, κατάλληλο στελεχιακό δυναμικό και πολλά άλλα.
Η δεύτερη κουλτούρα εμφορείται θα έλεγε κανείς από την ακριβώς αντίθετη λογική. Το «πρόγραμμα» θεωρείται μεν απαραίτητο, αλλά εκλαμβάνεται ως ένα άθροισμα «κοστολογημένων» και «ρεαλιστικών» μέτρων. Στην αντίληψη αυτή κινδυνεύει πολλές φορές  να χαθεί το «μείζον» στρατηγικό διακύβευμα, ενώ η ανάγκη να ενσωματωθεί πλήρης και ισχυρή γνώση στη συγκρότηση του «προγράμματος» οδηγεί πολλές φορές στην υιοθέτηση μεθοδολογιών και ερωτημάτων του αντιπάλου. Στην ανάγκη να αναζητηθούν πρωτότυπες και έξυπνες λύσεις, υποβιβάζεται ο ρόλος του κόμματος και των κοινωνικών αιτημάτων / κινημάτων, επειδή θεωρούνται «κλασικής» ή παραδοσιακής αντίληψης. Η δεύτερη αυτή κουλτούρα είναι εκ διαμέτρου φαινομενικά αντίθετη από την πρώτη, ωστόσο μοιάζει πολύ μαζί της. Το «πρόγραμμα» θεωρείται γραμμικό άθροισμα παρεμβάσεων ή στόχων. Δεν συνδέεται με το ζήτημα των κοινωνικών συμμαχιών, όπως ακριβώς συμβαίνει και στην πρώτη κουλτούρα. Στην αντίληψη αυτή δεν είναι παρούσες οι κοινωνικές συμμαχίες, αλλά μόνον οι πολιτικές συμμαχίες, οι οποίες όμως εκτρέπονται εύκολα σε εκλογικισμό και τακτικισμό.
Σε ένα κόμμα όμως όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, το πρόβλημα δεν είναι οι διαφορετικές κουλτούρες ή απόψεις. Το μεγάλο πρόβλημα του «κόμματος» δεν είναι οι διαφορές, αλλά η «πολιτικοποίηση» των διαφορών. Η σαφής δηλαδή συναίσθηση και της συμφωνίας και της διαφωνίας, οι ακριβείς εννοιολογήσεις που πιθανόν υποκρύπτονται. Με άλλα λόγια, το πρόβλημα σήμερα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι άλλοι μεν συμφωνούν διαφωνώντας και άλλοι διαφωνούν συμφωνώντας. Αλλά σοβαρή σύνθεση και επομένως στρατηγική και τακτική δεν παράγεται υπό αυτές τις συνθήκες.
Ας διευκρινίσουμε λοιπόν ορισμένα απλά ζητήματα, με την ελπίδα να αναπροσαρμοστεί η συζήτηση. «Πρόγραμμα» δεν υπάρχει χωρίς την υλική δράση των μαζών. Επομένως τα κοινωνικά αιτήματα είναι παρόντα και οι κοινωνικές δυναμικές απαραίτητες. «Πρόγραμμα» δεν είναι ένα άθροισμα παρεμβάσεων και προτάσεων, πρόγραμμα είναι η υλική αποτύπωση των κοινωνικών συμμαχιών που εκφράζει ένα κόμμα. Χωρίς αυτή τη άμεση σχέση πολύ απλά είτε δεν υπάρχει οργανισμός είτε μεταβάλλεται σε ένα άμορφο σχήμα. Π.χ. δεν είναι δυνατόν μια Κυβέρνηση της Αριστεράς (που στηρίζεται στην κοινωνική συμμαχία των λαϊκών και μεσαίων τάξεων) να μην «κόψει το λαιμό» της για να αυξήσει τον κατώτατο μισθό και την κατώτατη σύνταξη, ανεξαρτήτως αν είναι «κοστολογημένο» ή όχι και ανεξαρτήτως αν θα έχει άλλου είδους κόστος ή όχι. Είναι άλλο πράγμα – και επιβάλλεται – να βρεις μεθοδολογικά και γνωστικά εργαλεία ώστε να μπορείς να εφαρμόζεις καλύτερα τις πολιτικές σου και άλλο πράγμα να μην τις εφαρμόζεις γιατί δεν βρήκες ακόμα τα κατάλληλα εργαλεία ή τις «συνθήκες».
Βεβαίως, επίσης, «πρόγραμμα» είναι και μια συνεκτική δομή μέτρων και αποφάσεων, ιεραρχημένων ανάλογα με τις κοινωνικές ανάγκες και «απλωμένων» στο χρόνο, ανάλογα με τη δυνατότητα άμεσης εφαρμογής τους. Το συμπέρασμα είναι σχετικά απλό. Το κυβερνητικό «πρόγραμμα» του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να έχει δύο στοιχεία, άρρηκτα όμως μεταξύ τους: ανατρεπτικότητα και εφικτότητα, εφικτότητα και ανατρεπτικότητα. Οχι το ένα χωρίς το άλλο. Δεν μπορείς να έχεις ανατρεπτικότητα χωρίς εφικτότητα (διότι δεν θα απαντάς στις κοινωνικές σου δυνάμεις και στα άμεσα προβλήματά τους, άρα θα καταρρεύσεις), αλλά, επίσης, δεν μπορείς να έχεις εφικτότητα χωρίς ανατρεπτικότητα (διότι τότε καθίστασαι ένας «διαχειριστής», ένας φορέας άνευ χρησιμότητας για τις κοινωνικές δυνάμεις που εκπροσωπείς).
Δίλημμα Νο 3: Και τι θα γίνει με την ανάγκη διαμόρφωσης «πολιτικών συμμαχιών»;
Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να πορευτεί «μόνος του» στο κομματικό σύστημα; Δεν έχει αυτονόητα ανάγκη από πολιτικές συμμαχίες;
Στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ το ζήτημα αυτό απαντάται με δύο τρόπους, ή καλύτερα με δύο παραλλαγές. Η πρώτη παραλλαγή είναι η «στενότερη». Κατ’αυτήν χρειάζεται μια πολιτική συμμαχία, ένα «μέτωπο» των κομμάτων της Αριστεράς, δηλαδή του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η δεύτερη παραλλαγή είναι η «πλατύτερη». Κατ’αυτήν χρειάζεται μια συμπόρευση που ξεκινά από την «αριστερή σοσιαλδημοκρατία» και φτάνει μέχρι την άκρα αριστερά.  Φαινομενικώς η διαφορά τους είναι διαφορά εύρους. Ωστόσο και στις δύο παραλλαγές έχω τη γνώμη ότι γίνονται σημαντικές «αφαιρέσεις».
Η πρώτη προσέγγιση αυτή είναι μεν θεωρητικώς σωστή, αλλά πρακτικώς ανέφικτη και αναποτελεσματική. Είναι σωστή η ιδέα μιας συμπόρευσης της αριστεράς, όμως η υλική πραγματικότητα είναι διαφορετική. Το ΚΚΕ ως ηγετική ομάδα και ως ιστορική γραφειοκρατία, για λόγους που δεν είναι της ώρας αλλά που κάποτε πρέπει να συζητηθούν πολύ σοβαρά, αποτελεί οργανικό τμήμα του πολιτικού συστήματος. Συνειδητά και συνεκτικά αφίσταται κάθε ιδέας και κάθε δράσης μετωπικής ρήξης με το σύστημα. Οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι σαφώς πολύ πιο σύμμαχες δυνάμεις, αλλά ακόμα – δυστυχώς – ισχνές στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο. Επομένως, η παραλλαγή αυτή δεν απαντά εμπράκτως στην ανάγκη πολιτικών συμμαχιών.
Η δεύτερη παραλλαγή είναι σαφώς πιο «κοντά» στην πραγματικότητα των υλικών πολιτικών συσχετισμών, όμως απαντά στο πρόβλημα πολλές φορές με όρους «τακτικής».  Εϊναι προφανής, π.χ, η ανάγκη πολιτικής συμμαχίας με την «αριστερή σοσιαλδημοκρατία», όμως όρος για να συμβεί κάτι τέτοιο είναι να βαθαίνει ολοένα και περισσότερο το ρήγμα στο εσωτερικό της ευρύτερης «σοσιαλδημοκρατίας» ή της «κεντροαριστεράς». Να διαχωρίζεται δηλαδή η «αριστερή σοσιαλδημοκρατία» από την καθεστωτική πολιτική ελίτ και από τη σοσιαλφιλελεύθερη ηγεσία. Και ο τρόπος για να βαθαίνει το ρήγμα δεν είναι τόσο μια κεντρική πολιτική συμπόρευση κάποιων προσώπων με τον ΣΥΡΙΖΑ (χρήσιμο οπωσδήποτε, αλλά όχι αρκετό) όσο η συγκρότηση της «αριστερής σοσιαλδημοκρατίας» σε ένα διακριτό πολιτικό χώρο που θα λειτουργεί συμμαχικά με τον ΣΥΡΙΖΑ και θα λειτουργεί αποτρεπτικά στις απόπειρες συγκρότησης ή ενοποίησης ή ανασύνταξης του χώρου αυτού. Το ίδιο πράγμα θα έπρεπε ο ΣΥΡΙΖΑ να «πριμοδοτήσει» ακόμα και στο χώρο της «κεντροδεξιάς». Να υποβοηθήσει δηλαδή τη συγκρότηση «σχημάτων» που θα αφαιρούν πολιτική και κομματική νομιμοποίηση από τη ΝΔ και την ακροδεξιά και θα αποτελούν δυνητικούς συμμάχους, έστω και «μιας χρήσης» (π.χ. στη διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων ή στην αποτροπή της ιδιωτικοποίησης των παραλιών ή του νερού, κλπ).
Ας θυμηθούμε ότι το «σύστημα» τέσσερα χρόνια τώρα «φυτεύει» πολιτικά κόμματα «δεξιά» και «αριστερά», μόνο και μόνο για να αφαιρέσει «αέρα» από τον ΣΥΡΙΖΑ και να αυξάνει την πολιτική του «απομόνωση». Εχει έρθει η ώρα ο ΣΥΡΙΖΑ να τους «γυρίσει» το παιχνίδι.
Ομως, ας μην το ξεχνάμε στιγμή: των πολιτικών συμμαχιών προηγούνται πάντοτε οι κοινωνικές συμμαχίες. Και εκεί η ένταση της δουλειάς του ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτή τη στιγμή απολύτως επείγουσα.
Φωτογραφία: Άγγελος Καλοδούκας

Σάββατο 4 Ιανουαρίου 2014

Ευτύχης Μπιτσάκης: Δεν υπάρχουν περιθώρια αποτυχίας για την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ

Σε περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ κληθεί να κυβερνήσει, οι υπόλοιπες δυνάμεις της Αριστεράς οφείλουν να ενισχύσουν το εγχείρημα αυτό, υπογραμμίζει ο Ευτύχης Μπιτσάκης, ομότιμος καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και μέλος της συντακτικής επιτροπής της επιθεώρησης «Ουτοπία». Στη συνέντευξη που παραχώρησε στην "Αυγή" της Κυριακής, το ιστορικό στέλεχος της Αριστεράς σημειώνει πως το ζήτημα της στρατηγικής της Αριστεράς αναφορικά με την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να απαντηθεί με αφορισμούς.
Η συνέντευξη του Ευτ. Μπιτσάκη στον Χρήστο Σίμο στην έντυπη ΑΥΓΗ

Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2013

Γιατί κολλάει ο ΣΥΡΙΖΑ; (από την ΑΥΓΗ)


Του Σταύρου Καπάκου

Ο κόσμος δεν μετακινήθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ επειδή ο πολιτικός φορέας της ριζοσπαστικής Αριστεράς κατέκτησε αίφνης την ηγεμονία ούτε επειδή πείστηκε για την απόλυτη ορθότητα της εναλλακτικής του πρότασης. Ένα ανάχωμα στις πολιτικές σοκ έψαχναν οι πολίτες και το βρήκαν στον ΣΥΡΙΖΑ
Η εκλογική έκρηξη του ΣΥΡΙΖΑ ήταν αποτέλεσμα τόσο της βαθιάς κρίσης του πολιτικού συστήματος όσο και των πολιτικών σοκ που συμφώνησαν οι ελληνικές κυβερνήσεις με την τρόικα.
Η βαθιά κρίση πολιτικής εκπροσώπησης και οι ευθύνες για τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό και την επιβολή των μνημονιακών πολιτικών αλληλοτροφοδοτούνται. H μία τροφοδοτεί και βαθαίνει την άλλη. Η κοινωνική οργή που συσσωρεύτηκε από την έκρηξη αυτής της διπλής κρίσης -πολιτικής και οικονομικής- αποτέλεσε και την κοινωνική δυναμική που "παρέσυρε" τον ΣΥΡΙΖΑ, παρά τη διάσπασή του, με την αποχώρηση του μεγαλύτερου όγκου της ανανεωτικής πτέρυγας, αλλά και την κατασπατάληση λόγω εσωτερικών αντιφάσεων μιας πρόδρομης κοινωνικής "έκρηξης" λίγα χρόνια πριν.
Στην πολιτική εκείνο που κυρίως μετράει είναι η κοινωνική δυναμική. Οι επιμέρους παράγοντες, δεν είναι ασφαλώς αμελητέοι, παίζουν τον ρόλο τους διευρύνοντας ή φρενάροντας την πολιτική έκφραση της κοινωνικής δυναμικής. Γιατί όμως οι πολίτες επέλεξαν κατά βάση τον ΣΥΡΙΖΑ για να εκφράσουν την έντονη διαμαρτυρία τους για την κρίση πολιτικής εκπροσώπησης και την κατάρρευση της ίδιας της ζωής τους; Επειδή ήταν ριζοσπαστικός ή επειδή ήταν συγγενής ο χώρος της Κεντροαριστεράς, που υπέστη το μεγαλύτερο βάρος της οργής των πολιτών, κυρίως αυτών που αποτέλεσαν επί χρόνια τη ραχοκοκαλιά της κοινωνικής του βάσης;
Ασφαλώς και τα δύο. Ο ριζοσπαστισμός του ΣΥΡΙΖΑ έπαιξε τον ρόλο του. Αν ήταν ίδιος με το ΠΑΣΟΚ δεν θα αποτελούσε υποδοχέα και εκφραστή της κοινωνικής διαμαρτυρίας αλλά θα πληττόταν και αυτός από τη διπλή κρίση πολιτικής εκπροσώπησης και οικονομικής κατάρρευσης.

Κυριακή 22 Ιουλίου 2012

ΔΗΜ.ΑΡ.: Ποια Αριστερά; ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΣΚΟΠΛΑΚΗ*


(αναδημοσίευση από ΑΥΓΗ)
Η Αριστερά αποκτά υπόσταση μέσα σε έναν ορίζοντα συγκεκριμένων κοινωνικών πρακτικών και αξιών. Η τοποθέτηση ενός πολιτικού υποκειμένου στον αριστερό χώροδεν προκύπτει κατά βούληση: Ακόμα κι αν θεωρήσουμε ότι αυτή η αξιολόγηση συνιστά υποκειμενική πράξη, σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να δεχτούμε ότι η Αριστερά προσφέρεται ως πεδίο αυθαιρεσίας. Όταν ένα πολιτικό υποκείμενο υπερβεί τις κοινωνικές πρακτικές και τις αξιακές αντιλήψεις που θεμελιώνουν τον νοηματικό ορίζοντα της Αριστεράς, έχει ταχθεί έξω από τον κόσμο αυτόν.
Εδώ και πολύ καιρό, οι δυνάμεις που συγκρότησαν τη ΔΗΜ.ΑΡ. δολιχοδρομούσαν επισφαλώς μακριά από τους κοινωνικούς και πολιτικούς πόρους, οι οποίοι οδηγούν στην Αριστερά της εποχής μας. Η απροθυμία της να ασκήσει κριτική στην κοινωνική πραγματικότητα του καπιταλισμού (και μάλιστα σε εποχή Μνημονίων) συμβάδιζε με τον αδιάπτωτο ζήλο να μεταξιώνει σε νεοσυντηρητική κατεύθυνση τις αξίες της Αριστεράς. Η σύμπτωση με το τεχνοκρατικό κατεστημένο του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού αναγορευόταν σε κάτι επιδιώξιμο, ενόσω η ζωντανή και δρώσα Αριστερά υποβιβαζόταν σε στόχο δυσμενούς κριτικής. Η ΔΗΜ.ΑΡ. δεν αναπτύχθηκε, άλλωστε, ως εγχείρημα κριτικής ανασυγκρότησης της ανανεωτικής Αριστεράς, αλλά σφυρηλατώντας το consensus υπερπήδησης των αριστερών προταγμάτων, προς χάριν του κρατούντος κοινωνικού συνασπισμού. Γι’ αυτό, η δημόσια εικόνα του κόμματος διαμορφώθηκε με καθωσπρεπισμούς και θολές μειλιχιότητες, με απεύθυνση στις αδιαφοροποίητες μάζες της τηλεοπτικής συμμόρφωσης και ταυτόχρονη περιφρόνηση του διεκδικητικού κινήματος και της ριζοσπαστικής οικολογίας.
Η συνέργεια της ΔΗΜ.ΑΡ. στη μνημονιακή κυβέρνηση Σαμαρά είναι η έσχατη απόληξη της πολιτικής της ακροβατικής, καθ’ όλο το προηγούμενο διάστημα: Καλλιέργεια σχετικιστικών λύσεων και επικοινωνιακή εννόηση της αντιμνημονιακής διάθεσης. Δημαγωγική επίκληση του «πνεύματος της ευθύνης», το οποίο, υποτίθεται, πούρο, ντούρο και ακμαίο, θα προάσπιζε τις υπό κατεδάφιση κατακτήσεις των εργαζομένων. Τηλεοπτικός πόλεμος κινήσεων εναντίον της κοινωνικής Αριστεράς, ώστε να εμπεδώνεται και να μονιμοποιείται η ενοχοποίηση των αντιστάσεων που αναπτύσσουν οι θιγόμενοι από τις άδικες και καταπιεστικές παρεμβάσεις των Μνημονίων, προκειμένου να επιβιώσουν. Μηχανιστικός εξορθολογισμός νεοφιλελεύθερων ιδεοληψιών, μέχρι να καλλωπισθεί ο μνημονιακός ανορθολογισμός σε ευλογοφανή «σταδιακή απαγκίστρωση». Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι οι κατασκευές της ΔΗΜ.ΑΡ επέπλευσαν με άνεση στον οχετό που εξαπέλυσαν εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ οι διαπλοκογράφοι και οι μαικήνες τους.
Η (κατά Αντόρνο) «αναγκαία λανθασμένη» ιδεολογική συνείδηση της ΔΗΜ.ΑΡ. γεννιέται στην αγχώδη αναζήτηση ερεισμάτων εξουσίας, ακόμα κι αν το αντίτιμο είναι η αποδοχή όλων των νεοσυντηρητικών αξιών. Η πολιτική ιδεολογία της «ουδέτερης κοινής γνώμης» είναι τόσο διηθημένη στη θεματολογία της, ώστε το σύστημα βρίσκει πάντα κάτι που του αρέσει: Δεν υπάρχει ιδιωτικοποίηση που να μην έγινε εστία διαφθοράς και ελλειμμάτων, αλλά για τη ΔΗΜ.ΑΡ. το «πελατειακό κράτος» αρχίζει και τελειώνει στους δημοσίους υπαλλήλους, ενώ το Ελληνικό πρέπει να «αξιοποιηθεί» ως αφετηρία της τρίτης εκσυγχρονιστικής επανάστασης του τσιμέντου. Οι προγραφές και οι συκοφαντίες διαφωνούντων δημοσιογράφων και συνδικαλιστών βρίσκονται ante portas, αλλά η ΔΗΜ.ΑΡ χαρίζει τους αστερίσκους της στον υπουργό Οικονομικών με ηθικοπλαστικά και αλληλοαναιρούμενα μισόλογα. Σ’ ένα ζήτημα που άπτεται τόσο του ηθικού όσο και του πολιτικού, ο επικεφαλής της ΔΗΜ.ΑΡ. δηλώνει ανενδοίαστα ότι κρατάει ίσες αποστάσεις τόσο από τους φασίστες όσο και από τους αντιφασίστες (βλ. δηλώσεις του Φ. Κουβέλη μετά τη συνάντησή του με τον Ν. Δένδια στις 16/7/2012).
Την ανάγκη γενικών γραμματειών φιλοτιμία ποιούμενη, η ΔΗΜ.ΑΡ. αγκομαχά να χωνέψει την οικτρή κατάσταση της κυβέρνησης των ισότιμων και ανισοβαρών εταίρων. Και, μάλλον, επενδύει στο «δημοκρατική» και στο «αριστερά» του τίτλου της για να διασωθεί. Ωστόσο, αυτές οι ιδιότητες δεν κατοχυρώνονται στατικά, αυτονόητα και αποκλειστικά ωσάν trademark. Οι αξίες είναι εμπραγματώσεις πρακτικών στάσεων. Η συναίνεση υπό την ηγεμονία του νεοφιλελεύθερου μπλοκ βρίσκεται σε απόλυτη αντίθεση με τις δύο θεμελιώδεις αριστερές αξίες: την εγκαθίδρυση σχέσεων δικαιοσύνης και κοινωνικής χειραφέτησης. Δεν επιφυλάσσει τίποτα το δημοκρατικό και τίποτα το αριστερό στη ΔΗΜ.ΑΡ. η συναίνεσή της στην κοινωνική χρεωκοπία. Αντιθέτως, κονιορτοποιεί και την υπάρχουσα, ισχνή αριστερή της ταυτότητα. Από τα μαλάματα του μνημονιακού κυβερνητισμού, φαγώθηκε ολοσχερώς το αριστερό πρόσωπό της.

* Ο Ν. Σκοπλάκης είναι ιστορικός

Τετάρτη 23 Μαΐου 2012



ΤΕΤΑΡΤΗ 23 ΜΑΗ, στις 7:30 μμ.
στο εκλογικό περίπτερο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ,
ΑΝΟΙΧΤΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ με ομιλητές τους:


 Γαβριήλ Σακελλαρίδη και Ρένα Δούρου.


να είσαι εκεί, να ξεκινήσουμε όλες κι όλοι μαζί την τελική μάχη μέχρι τη νίκη!

Τρίτη 15 Μαΐου 2012


15/05/2012

Δηλώσεις του Αλέξη Τσίπρα μετά το Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας



Ο ελληνικός λαός στις 6 του Μάη έκανε ένα σημαντικό βήμα.
Με την ψήφο του κατέστησε άκυρο το μνημόνιο και καταδίκασε τις δυνάμεις που ευθύνονται για την πολιτική της φτώχειας, της εξαθλίωσης, της αναξιοπρέπειας και της εκχώρησης της εθνικής και λαϊκής μας κυριαρχίας.
Ανέδειξε τον ΣΥΡΙΖΑ/ΕΚΜ σε δεύτερη εκλογική δύναμη και μπλόκαρε το σχηματισμό κυβέρνησης που θα συνέχιζε το μνημόνιο, δηλαδή την πορεία του λαού μας προς την κοινωνική δυστυχία και την καταστροφή.
Για μερικές χιλιάδες ψήφους, όμως, βρεθήκαμε στη δεύτερη θέση και έτσι δεν είχαμε τη δυνατότητα να κάνουμε πράξη τη προεκλογική μας υπόσχεση: Να σχηματίσουμε κυβέρνηση αριστεράς που θα ακυρώσει το μνημόνιο και θα ανοικοδομήσει τη χώρα από τα ερείπια που αφήνουν πίσω τους τα κόμματα του μνημονίου.
Αμέσως μετά τις εκλογές, καταβάλαμε κάθε δυνατή προσπάθεια να επηρεάσουμε προς θετική προοδευτική κατεύθυνση τις εξελίξεις στη χώρα. Καταβάλαμε κάθε δυνατή προσπάθεια να δημιουργηθεί κυβέρνηση που θα σεβαστεί κατ’ ελάχιστο τη λαϊκή ετυμηγορία.
Καταθέσαμε 5 άξονες σε αυτή τη κατεύθυνση ως ελάχιστους προγραμματικούς άξονες που θα μπορούσαν να αποτυπώνουν τη λαϊκή επιθυμία. Σημαντικότερος όλων των αξόνων: η ακύρωση των νέων σκληρών μέτρων περικοπών στους μισθούς και στις συντάξεις και η αποκατάσταση των εργασιακών σχέσεων.
Τα κόμματα του μνημονίου και προσωπικά οι κ.κ. Σαμαράς και Βενιζέλος, πιστοί στις ενυπόγραφες δεσμεύσεις τους προς την κ. Μέρκελ και την κ. Λαγκάρντ, αρνήθηκαν να υιοθετήσουν τις προτάσεις μας. Και το μόνο που έκαναν επί 8 και πλέον μέρες ήταν επί της ουσίας να μας θέσουν ένα δίλημμα: Ή μνημόνιο ή εκλογές.
Ενδεχομένως με την κρυφή ελπίδα είτε ότι θα μας εκβιάσουν να προσχωρήσουμε και εμείς στο μνημονικό μπλοκ, είτε ότι θα καταφέρουν στις νέες εκλογές και μέσα σε κλίμα γενικευμένων εκβιασμών προς το λαό, να φέρουν για τους εαυτούς τους ένα καλύτερο εκλογικό αποτέλεσμα.

Ελληνίδες και  έλληνες,
Πήραμε με αξιοπρέπεια, με αίσθηση της ιστορικής και πατριωτικής μας ευθύνης την απόφαση να μην προδώσουμε τις ελπίδες και τις προσδοκίες σας.Να μη γίνουμε και εμείς μια δύναμη αφερέγγυα στο πολιτικό σκηνικό.
Τα κόμματα του μνημονίου δεν ζήταγαν από εμάς απλώς να συναινέσουμε σε μια κυβέρνηση εφαρμογής του μνημονίου, ζήταγαν να αφήσουμε τη χώρα δίχως ελπίδα. Να βάλουμε και τη δική μας υπογραφή στα μέτρα της φτώχειας και της εξαθλίωσης.
Δεν τους κάναμε τη χάρη. Αντισταθήκαμε με όλη τη δύναμη της ψυχής μας.
Οι δυνάμεις του χθες, αυτοί που κατεδάφιζαν την κοινωνία επί 2 και πλέον  χρόνια, λέγοντας ότι δεν υπάρχουν περιθώρια διαπραγματεύσεων και ότι τις κόκκινες γραμμές τις βάζουν μόνο οι ισχυροί, ψάχνουν τώρα μια δεύτερη ευκαιρία επιβίωσης. Επιμένουν να απειλούν και να τρομοκρατούν τον ελληνικό  λαό.
Δεν καταλαβαίνουν όμως, ότι λαός που τόσο σκληρά δοκιμάζεται, δεν μπορεί πλέον να εκβιάζεται.
Αν σήμερα μπορούμε να ελπίζουμε ξανά είναι γιατί όλοι μαζί κάναμε ένα σημαντικό βήμα στις 6 του Μάη. Τώρα είναι η ώρα να ολοκληρωθεί αυτό το βήμα. Να στείλουμε στο χρονοντούλαπο της ιστορίας τις δυνάμεις του χθες. Τις δυνάμεις που κατεδάφισαν τη χώρα και την κοινωνία.
Να σχηματίσουμε μια κυβέρνηση αριστεράς με ενισχυμένη δύναμη στο λαό και στη Βουλή, ώστε να βάλουμε οριστικό τέλος στις πολιτικές που καταστρέφουν τον τόπο.
Το χρωστάμε στην ιστορία στην ιστορία της πατρίδας μας. Το χρωστάμε στις επόμενες γενιές.
To Γραφείο Τύπου

Τρίτη 8 Μαΐου 2012

Δήλωση Τσίπρα


Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς
08/05/2012

Δήλωση του Προέδρου της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ – ΕΝΩΤΙΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ, κ. Αλέξη Τσίπρα, μετά την ανάληψη της διερευνητικής εντολής


Αλέξης Τσίπρας: Η λαϊκή ετυμηγορία της 6ης Μαΐου δε χωράει πολλές αναγνώσεις. Οι πολίτες καταψήφισαν σε συντριπτικό ποσοστό τη βάρβαρη πολιτική των μνημονίων.
Τρία εκατομμύρια τριακόσιες χιλιάδες πολίτες εγκατέλειψαν τα δύο κόμματα του μνημονίου, δίνοντας τέλος στα σχέδια 79 νέων μέτρων από τον Ιούνιο, στα σχέδια για150.000 απολύσεις στο δημόσιο και στα πρόσθετα μέτρα 11 δις από τον επόμενο κιόλας μήνα.
Παρ’ όλα αυτά κάποιοι επιμένουν να προσπαθούν να ερμηνεύσουν όπως τους βολεύει το αποτέλεσμα. Μιλούν για συναισθηματική ψήφο, για ψήφο οργής. Κάνουν λάθος. Πρόκειται για μία ώριμη, συνειδητή πολιτική επιλογή.
Ο ελληνικός λαός αποφάσισε, ούτε 151 βουλευτές, ούτε 51% στα κόμματα που στηρίζουν τα μνημόνια.
Αυτός άλλωστε ήταν και ένας από τους δικούς μας βασικούς εκλογικούς στόχους που επιτεύχθηκε.
Τα κόμματα του μνημονίου δεν έχουν πια πλειοψηφία στη Βουλή για να ψηφίζουν μέτρα λαίλαπας για τον ελληνικό λαό.
Και αυτό είναι μια πολύ σημαντική εξέλιξη, αυτό είναι μια πολύ σημαντική νίκη για την κοινωνία μας.
Από την άλλη, όμως, μόλις μερικές χιλιάδες ψήφοι αλλά και ο καλπονοθευτικός εκλογικός νόμος, μας στερούν τη δυνατότητα να έχουμε οι αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις τη δεδηλωμένη.
Παρ’ όλα αυτά η λαϊκή ετυμηγορία καθιστά με σαφήνεια άκυρο το μνημόνιο, καθιστά με σαφήνεια άκυρες τις εγγυητικές επιστολές των κυρίων Βενιζέλου και Σαμαρά στην Ευρώπη, στο ΔΝΤ και καθιστά πλέον ως πρώτη εναλλακτική επιλογή μια αριστερή κυβέρνηση που θα θέσει οριστικό τέλος στα μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις της υποτέλειας.
Τις τελευταίες μέρες, όμως, παρακολουθούμε μία απόλυτη ευθυγράμμιση των κομμάτων του μνημονίου και μερίδας μέσων μαζικής ενημέρωσης με τη γραμμή που χάραξε χθες ο ΣΕΒ, για κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας με τη συμμετοχή και του ΣΥΡΙΖΑ και με τη στήριξη, φυσικά, και των κομμάτων του μνημονίου.
Τους ξεκαθαρίζουμε ότι όσα επικοινωνιακά κόλπα και αν σκαρφιστούν δεν υπάρχει περίπτωση να επαναφέρουμε εμείς από το παράθυρο αυτό που έδιωξε την Κυριακή ο λαός μας από την πόρτα.
Ας σταματήσουν λοιπόν –πάλι στο όνομα της εθνικής σωτηρίας– ΠΑΣΟΚ και ΝΔ να ζητούν κυβέρνηση που θα εφαρμόσει το μνημόνιο και τη δανειακή σύμβαση.
Αυτό δε θα είναι κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας αλλά κυβέρνηση σωτηρίας του μνημονίου. Δε μας αφορά κάτι τέτοιο.
Αν ο κ. Βενιζέλος και ο κ. Σαμαράς έχουν ειλικρινά μετανιώσει για τις καταστροφικές τους επιλογές που διέλυσαν την κοινωνία, τους καλώ μέχρι αύριο που θα τους συναντήσω να έχουν ήδη στείλει επιστολή στους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών-μελών της, που θα αναφέρει ρητά και κατηγορηματικά ότι δεν ισχύουν οι δεσμεύσεις που έλαβαν σε παλαιότερη επιστολή τους, ότι θα εφαρμόσουν πιστά τις επιταγές των αγορών και του ΔΝΤ και θα εφαρμόσουν πιστά το βάρβαρο πρόγραμμα του δεύτερου μνημονίου.
Αν δε το πράξουν τους καλώ, έστω και τώρα, να σταματήσουν να κοροϊδεύουν τον ελληνικό λαό, γιατί δεν πείθουν πια ούτε τους εναπομείναντες ψηφοφόρους τους.
Εμείς λαμβάνοντας σήμερα την εντολή διερεύνησης σχηματισμού κυβέρνησης θα πράξουμε ό,τι ακριβώς υποσχεθήκαμε και προεκλογικά. Θα επανακαταθέσουμε την πρότασή μας για κυβέρνηση της Αριστεράς.
Το πρόγραμμά μας και οι θέσεις μας είναι σε όλους γνωστά σε μια σειρά από κρίσιμα ερωτήματα, όπως είναι η ανακατανομή των φορολογικών βαρών, ηαντιμετώπιση του δημοσιονομικού προβλήματος με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης, η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και ο οικολογικός επανασχεδιασμός της ανάπτυξης.
Όλες αυτές οι θέσεις και προτάσεις μας είναι στο τραπέζι του διαλόγου, ως βάση  μιας συζήτησης που θέλουμε να ανοίξει με όλες τις αριστερές, προοδευτικές και οικολογικές δυνάμεις του τόπου αλλά και μια συζήτηση που θα επιδιώξουμε να ανοίξει και μέσα στο λαό.
Επίσης στο τραπέζι του διαλόγου θεωρούμε ότι υπάρχουν προτάσεις και άλλων αριστερών κομμάτων, όπως π.χ. οι προτάσεις του ΚΚΕ για την προστασία των ανέργων, για τη ρύθμιση των χρεών των νοικοκυριών, καθώς και προτάσεις άλλων δυνάμεων που είναι σε σύγκλιση με τις δικές μας θέσεις.
Για τις ανάγκες αυτής της διαδικασίας διαλόγου που θα ξεκινήσουμε σήμερα, θα ήθελα να ξεχωρίσω και να επιμείνω στους παρακάτω ελάχιστους άξονες για τη συζήτηση:
1.             Στην ανάγκη άμεσης ακύρωσης εφαρμογής των μέτρων του μνημονίου και ειδικότερα των επαίσχυντων εκείνων νόμων που περικόπτουν περαιτέρω μισθούς και συντάξεις.
2.             Την ακύρωση των νόμων που καταργούν στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα και ειδικότερα του νόμου που ορίζει ότι άμεσα στις 15 Μάη καταργείται η μετενέργεια και παύουν οι συλλογικές συμβάσεις.
3.             Στην προώθηση άμεσων αλλαγών στο πολιτικό σύστημα για το βάθεμα της δημοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, με πρώτες την  αλλαγή του εκλογικού νόμου, την καθιέρωση της απλής αναλογικής, καθώς και την κατάργηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών.
4.             Το δημόσιο έλεγχο στο τραπεζικό σύστημα, που σήμερα παρ’ ότι έχει πάρει κοντά στα 200 δις σε ρευστό και εγγυήσεις σε δημόσιο χρήμα, παραμένει στα χέρια των διοικητών που το χρεοκόπησαν. Ζητάμε  να δοθεί τώρα στη δημοσιότητα η έκθεση της Black Rock. Να μετατραπούν οι τράπεζες σε μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας και ενίσχυσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Και τέλος πέμπτος άξονας διαλόγου,
5.             Η δημιουργία Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου για να διερευνήσει το επαχθές του δημόσιου χρέους, μορατόριουμ στην αποπληρωμή του και διεκδίκηση δίκαιης και βιώσιμης ευρωπαϊκής λύσης.
Η κρίση δεν αποτελεί ελληνική ιδιαιτερότητα, είναι κρίση ευρωπαϊκή και σε ευρωπαϊκό πλαίσιο πρέπει να αναζητηθεί λύση.
Με αυτούς τους άξονες προσερχόμαστε σε μια συζήτηση ουσιαστική και ειλικρινή τόσο με τις προοδευτικές, αριστερές, οικολογικές δυνάμεις όσο και με τον ελληνικό λαό και αυτοί οι άξονες που αποτελούν τη δική μας κατάθεση στη συζήτηση που έχει ξεκινήσει για την εξεύρεση  κυβερνητικής λύσης.
Και θέλω να τονίσω ότι εμάς δε μας αφήνει αδιάφορους εάν θα κυβερνηθεί η χώρα, όμως, εμάς πρωτίστως μας απασχολεί το σε ποια κατεύθυνση θα κυβερνηθεί η χώρα, αν θα σεβαστούμε τη λαϊκή ετυμηγορία και αν η ασκούμενη κυβερνητική πολιτική θα βρίσκεται σε αρμονία με τη λαϊκή βούληση και όχι σε πλήρη δυσαρμονία όπως βρίσκονταν τα δύο τελευταία χρόνια.
Σας ευχαριστώ.