Τετάρτη 27 Απριλίου 2011

ΠΑΛΙ ΠΟΡΤΑ ΦΑΓΑΜΕ! Γαμώ την ατυχία μου!




ΜΕ ΑΡΘΡΟ ΣΤΟΝ «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ» Ο ΠΕΡΙΣΣΟΣ ΞΕΚΑΘΑΡΙΖΕΙ ΤΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥ

«Το ΚΚΕ δεν συμπράττει με «προβιές αριστερών»»

Τον Σεπτέμβριο του 2008, σε μία από τις συνεδριάσεις της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής του ΣΥΝ, ο Αλέξης Τσίπρας είχε περιγράψει το σχέδιό του για μια κυβέρνηση της Αριστεράς. Σχέδιο που περιλάμβανε τότε «σοσιαλιστές, κομμουνιστές, αριστερούς ριζοσπάστες, οικολόγους, κοινωνικούς αγωνιστές και αγωνίστριες, γύρω από έναν ευρύ αριστερό πόλο».
Περίπου ένα χρόνο αργότερα, με αφορμή τις ευρωεκλογές τον Ιούνιο του 2009, επανήλθε και απευθυνόμενος στον κόσμο του ΠΑΣΟΚ, του ΚΚΕ και των Οικολόγων Πράσινων μίλησε και πάλι για τον «αριστερό πόλο».
Οι εκκλήσεις αυτή τη φορά με τη μορφή ενός «νέου συνασπισμού εξουσίας» συνεχίστηκαν με στόχο την ακύρωση του Μνημονίου.
Το ΚΚΕ μέσω της ηγεσίας του απέρριψε την πρόταση. Οσες φορές ρωτήθηκε η Αλέκα Παπαρήγα, δεν άφησε κανένα περιθώριο για οποιασδήποτε μορφής συνεργασία.
Αποκορύφωμα αυτής της άρνησης ήταν άρθρο που δημοσιεύτηκε το Σάββατο στον «Ριζοσπάστη», το οποίο περιέγραφε την πρόταση συνεργασίας ως προσπάθεια διάλυσης του ΚΚΕ. «Κάνουν σήμερα ό,τι προσπάθησαν στο παρελθόν με άλλα μέσα και δεν τα κατάφεραν, να το διαλύσουν, να πάψει αυτό να υφίσταται ως Κομμουνιστικό Κόμμα», αναφέρει το άρθρο χαρακτηριστικά.
«Κρύβουν ότι στο πλαίσιο αυτού του συστήματος τα χειρότερα θα είναι πάντα μπροστά για τον λαό», γράφει ο αρθρογράφος του «Ριζοσπάστη» και συνεχίζει: «Και έχουν το θράσος να καλούν το ΚΚΕ να συμπράξει ώστε να πειστεί ο λαός να διαλέξει το σκοινί με το οποίο θα τον κρεμάσουν. Στην πραγματικότητα, ζητάνε από το ΚΚΕ να αρνηθεί τον εαυτό του, τη θεωρία και την ιδεολογία του, να παραιτηθεί από τη στρατηγική του. Κάνουν σήμερα ό,τι προσπάθησαν στο παρελθόν με άλλα μέσα και δεν τα κατάφεραν, να το διαλύσουν, να πάψει αυτό να υφίσταται ως Κομμουνιστικό Κόμμα».
Στη συνέχεια γίνεται αναφορά σ' όσα χωρίζουν το ΚΚΕ με την «άλλη Αριστερά».
«Ο πολιτικός βίος και η πολιτεία τους είναι γνωστή. Είναι αυτοί που όντας στο ΚΚΕ, όταν η ΕΔΑ συγκροτήθηκε ως συνασπισμός κομμάτων, τη μετέτρεψαν σε ενιαίο κόμμα ενάντια στο ΚΚΕ. Είναι αυτοί που οδήγησαν στη διάσπαση το ΚΚΕ το 1968, αφού δεν μπόρεσαν να αλώσουν τον χαρακτήρα του από τα μέσα και το πολέμησαν με λύσσα στη συνέχεια. Είναι αυτοί που με τη δημιουργία του ενιαίου Συνασπισμού ως συνεργασίας κομμάτων, επιδίωξαν, με τα στελέχη του ΚΚΕ που έφυγαν το 1991, να μετατρέψουν τον Συνασπισμό σε κόμμα, δρομολογώντας τη διάλυση του ΚΚΕ. Είναι κομμάτια του ΚΚΕ που στόχευαν πάντα στην κατάργησή του. Οταν έφυγαν από το Κόμμα, το πολέμησαν σε κοινό μέτωπο με τις δυνάμεις των αστών, που νόμισαν ότι βρήκαν την ιστορική ευκαιρία να ξεμπερδεύουν με το ΚΚΕ.
»Μ' αυτές τις δυνάμεις, που προσπαθούν να προασπίσουν τον καπιταλισμό, με την προβιά του "αριστερού", το ΚΚΕ δεν πρόκειται ποτέ να συμπράξει».

Τρίτη 26 Απριλίου 2011

ΔΗΜΑΡ = ΠΑΣΟΚΟΙ ΜΕ ΠΟΛΙΤΙΚΑ (αναδημοσίευση άρθρου του Γαλαξιάρχη από τον ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΟ)


Δημοκρατική Αριστερά: Πασόκοι με πολιτικά

Posted on 25 Απριλίου, 2011 10:54 μμ by Γαλαξιάρχης (ex Zaphod)

Παρακολουθώντας τόσο την “αντιπολιτευτική” δράση του Κουβέλη, όσο και το δημόσιο διάλογο των μελών της Δημοκρατικής Αριστεράς, έρχεται μοιραία στο μυαλό η εύστοχη έκφραση “πασόκοι με πολιτικά”* που κυκλοφορεί τις τελευταίες ημέρες από στόμα (με κακιά γλώσσα) σε στόμα. Πολύ φοβάμαι ότι ακόμη πιο εύστοχη θα ήταν “πασόκοι με στολή”, αλλά πριν γίνω τόσο κακός, ας αναγνώσουμε λίγο καλύτερα τα του οίκου, αλλά και της… γειτονιάς της “δημοκρατικής” αριστεράς.
Ο πρόεδρος και τα στελέχη της ΔημΑρ πασχίζουν να πείσουν με τα λόγια πως δεν ισχύει αυτό που ο κόσμος έχει τούμπανο: ότι δηλαδή σιγοντάρουν την πολιτική του ΠΑΣΟΚ και συντάσσονται (έστω και με σκεπτικισμό) με τις νεοφιλελεύθερες συνταγές του Μνημονίου. Η παρουσία του καταχειροκροτούμενου Παπανδρέου στο πρόσφατο συνέδριο του κόμματος, υπήρξε ένα σαφέστατο επικοινωνιακό φάουλ, ενώ η ανάδειξη με το συντριπτικό (έως “αφρικανικό”) ποσοστό του 97,3% του μοναδικού υποψήφιου για την προεδρία, Φώτη Κουβέλη, δε δίνει αυτό που θα λέγαμε την καλύτερη εικόνα σε ένα κόμμα που θεμελιώνει τη δημοκρατία στην Αριστερά (σ.σ. σε αντίθεση με όλους τους υπόλοιπους που, σύμφωνα με τα στελέχη της ΔημΑρ, είναι κρυπτοσταλινικοί, κι αυτό στην καλύτερη περίπτωση). Παρόλο που ήδη από το καλοκαίρι, προσπαθώντας να αιτιολογήσουν την αποσχιστική τους ενέργεια και έχοντας εξασφαλίσει τις βουλευτικές έδρες μέσα από το ψηφοδέλτιο του Σύριζα, τάσσονταν ανοικτά ενάντια στον αριστερό ακτιβισμό, χαρακτηρίζοντάς τον συλλήβδην ως “μυωπικό αριστερισμό”, τα στελέχη και οι φίλοι της ΔημΑρ παίρνουν πλέον σαφέστατα θέση στον ιδιότυπο -αν και καθόλου πρωτότυπο- πόλεμο που έχει ανοίξει στο Σύριζα ειδικά, αλλά και στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά γενικότερα, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Θεόδωρος Πάγκαλος. Πάντα όμως στα πλαίσια του “πολιτικού πολιτισμού” όπως θέλουν να βαφτίζουν τις παρεμβάσεις τους, που όλως τυχαίως έχουν σχεδόν πάντα στόχο τους πρώην συντρόφους τους και ελάχιστα έως και καθόλου την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.
Το κακό όμως είναι ότι επιμένουν στην προσπάθειά τους να αποδείξουν ότι ασκούν αντιπολίτευση και -το χειρότερο- αναμένουν ότι θα πειστεί έστω και ένας σοβαρός παρατηρητής της πολιτικής πραγματικότητας. Έτσι λοιπόν, ας δεχτούμε ότι είναι “αριστερό” να αναζητούν το μεταρρυθμιστικό σοσιαλισμό στις παραγράφους του μνημονίου, ζώντας στησοσιαλδημοκρατική νιρβάνα και πιστεύοντας ότι το πρόβλημα με την αστική τάξη είναι ότι “δεν κάθεται ήσυχη, ακίνητη βρε αδερφέ, να την φορολογήσουμε“, όπως περιγράφει εύγλωττα ο Ηρακλής Μπογδάνος. Δεκτό και το θερμό χειροκρότημα στον Παπανδρέου (αλλά και στο Παπαθεμελή και το Μάνο) στο ιδρυτικό τους συνέδριο. Όλα αυτά εντάσσονται ούτως ή άλλως στον “πολιτικό πολιτισμό”, με τη μορφή λογότυπου που συμβολίζει το κυρίαρχο κομματικό μάρκετινγκ της Δημ.Αρ.
Όταν όμως ξαμολιέσαι σε εφημερίδες, μπλογκ και ραδιόφωνα με χουλιγκάνικη διάθεση για τους (πρώην) συντρόφους σου και με τραμπουκική ορολογία που θα ζήλευε κι ο Πάγκαλος, τότε αναλαμβάνει η θυμοσοφία να σου χτυπήσει το καμπανάκι: μην χέζεις εκεί που τρως.
Όπως πάντα, το παιχνίδι του άθλιου ισοπεδωτισμού -ευθυγραμμισμένο με την παγκαλική ρητορική- άνοιξε ο μέντορας του Κουβέλη, Λεωνίδας Κύρκος, με την περίφημη συνέντευξη στο Βήμα τις ημέρες του συνεδρίου της ΔημΑρ, όπου ούτε λίγο ούτε πολύ αποκάλεσε τα κινήματα πολιτικής ανυπακοής, νοσταλγούς του Μουσολίνι («Και ο Μουσολίνι καλούσε σε ανυπακοή»)
A. Νεφελούδης: "Αναρωτιέμαι αν στο ιδεολογικό οπλοστάσιο των παχυλά αμοιβόμενων συνδικαλιστών του ΣΥΝ, περιέχονται χειρονομίες και εκφράσεις σεξουαλικού περιεχομένου"
Ήταν να μη γίνει η αρχή. Μετά τον Κύρκο, σειρά πήραν στελέχη και φίλοι της ΔημΑρ, σκορπίζοντας το γέλιο (αλλά και την αηδία) στην επίδειξη υπερβάλοντα ζήλου στη στρέβλωση και την κατασυκοφάντηση. Ανάμεσα στα όσα γράφτηκαν και ειπώθηκαν, ξεχωρίζει το άρθρο “Η ιδεολογία του τραμπουκισμού, ο Συν-Σύριζα και οι παχυλά αμοιβόμενοι συνδικαλιστές του” τού Ανδρέα Νεφελούδη (μέλος της ΔημΑρ και υποψήφιος δημάρχος Ν. Σμύρνης), όπου αφήνεται να εννοηθεί ότι ο Σύριζα στρατολογεί συνδικαλιστές του (παχυλά αμοιβόμενους) προκειμένου να βιαιοπραγούν, έχοντας ανάγει τον τραμπουκισμό σε συστατικό στοιχειο της δράσης του, συμπληρώνοντας μάλιστα ότι αυτό συμβαίνει ήδη από το 2008. Ένα άθλιο κείμενο που θα έκανε τόσο τον Θεόδωρο Πάγκαλο όσο και τον Προκόπη Παυλόπουλο περήφανους για την πολιτική παρακαταθήκη τους. Περισσότερο έμπειρος στην πολιτική, ο Θεόδωρος Μαργαρίτης, ελλίσσεται στις κακοτοπιές, όταν σε συνέντευξή του στον 984 επιχειρεί να ταυτίσει τους αναρχικούς με τους χρυσαυγίτες, με αφορμή την (ομολογουμένως τραγική) εισβολή ομάδας αναρχικών στην ομιλία του Τζέιμς Γουότσον στην Πάτρα.
Ακόμη όμως κι αν υπάρχει όλη η καλή διάθεση να δεχτούμε ότι οι “ίσες αποστάσεις απέναντι στη βία” μπορούν να αποτελέσουν κεντρικό πολιτικό πρόταγμα και πως η κριτική προς τα αριστερά γίνεται “καλή τη πίστη”, είναι αδύνατο να προσπεράσουμε την νεοφιλελεύθερη στροφή που εμφανίζει δειλά-δειλά ο χώρος της ΔημΑρ, στην προσπάθεια να υποστηριχθεί το -υποτιθέμενο- μεταρρυθμιστικό περιεχόμενο του Μνημονίου. Είναι γνωστό ότι από την αρχή η ΔημΑρ συντάχθηκε με την άποψη που θέλει την οικονομική κρίση να αποτελεί ιδιαίτερο ελληνικό φαινόμενο που ωφείλεται στην (άνευ πολιτικού προσήμου) κακοδιαχείριση και το “υπερτροφικό δημόσιο”. Μήνα με το μήνα, γίνεται φανερό ότι το περιεχόμενο του Μνημονίου δεν αποτελεί καν πρόβλημα, καθώς, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Γεράσιμος Γεωργάτος(μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΔημΑρ), στο μπλογκ του διευθυντή ειδήσεων του Mega,aixmi.gr: “Οι ελληνικές δραματικές ιδιαιτερότητες και οι ευρωπαϊκές αδυναμίες δεν αντιμετωπίζονται με αντιμνημονιακές ιαχές που καλλιεργούν νοσταλγικές αυταπάτες”. Η τυπικά πασοκική γραμμή που θέλει όποιον αντιτίθεται στην πολιτική του μνημονίου, να το κάνει από συντηρητισμό και νοσταλγία του διεφθαρμένου παρελθόντος, αναλύεται διεξοδικά: “Όποιος επιμένει να χαϊδεύει τα αυτιά του αριστερού κοινού (…) καλλιεργεί την ψευδαίσθηση ότι μπορεί η Ελλάδα να επανέλθει στην πρότερη κατάσταση της ασύδοτης δημόσιας και ιδιωτικής σπατάλης και προτείνει να οδηγηθεί «επαναστατικά» η χώρα σε πτώχευση και οι πολίτες σε εξαθλίωση, με τον αποκλεισμό της από κάθε μηχανισμό και δυνατότητα δανεισμού”.
Με λίγα λόγια η Δημοκρατική Αριστερά “απαγορεύει” την αντίδραση στο μεταρρυθμιστικό περιεχόμενο του μνημονίου, άσχετα από την κατεύθυνση των μεταρρυθμίσεων. Άλλωστε, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η αστική μας δημοκρατία είναι πλήρως διασφαλισμένη και απόλυτα λειτουργική. Κάτι που μας υπενθυμίζει εμμέσως η επίσημη ανακοίνωση της Δημ.Αρ. για την 44η επέτειο από τη Δικτατορία: «Η 44ή επέτειος της επιβολής της χούντας των συνταγματαρχών βρίσκει τη χώρα σε μια κρίσιμη καμπή και την κοινωνία αντιμέτωπη με το φάσμα της χρεοκοπίας. Ο φόβος για το αύριο έχει δημιουργήσει συνθήκες έντονης απογοήτευσης για τους πολίτες. Οι συγκρίσεις με το 1967, όμως, σε κάθε περίπτωση είναι άστοχες και ιστορικά λαθεμένες».
Έως και οι ΟΠ εμφανίζονται με πιο ριζοσπαστικό πρόσωπο απέναντι στην νεοφιλελεύθερη επίθεση του ΠΑΣΟΚ, διαχωρίζοντας τις θέσεις (και τις σχέσεις) τους από την ΔημΑρ. Ορθώς δε, διαμαρτύρονται για τη φίμωση που δέχονται σε σχέση με το νεότευκτο κόμμα Κουβέλη από τα καθεστωτικά ΜΜΕ, τα οποία τους θυμούνται μόνο όταν υπάρχει κάποια νέα δήλωση Τρεμόπουλου για το Σκοπιανό και την κόντρα του με τον Ψωμιάδη.

Τα νέα όρια του ρεφορμισμού

Ο προσχηματικός (επίσημος) αντιπολιτευτικός λόγος της ΔημΑρ ακολουθεί κατά πόδας τις επιλογές του ΠΑΣΟΚ. Κάθε φορά που η κυβερνηση οπισθοχωρεί ένα βήμα σε ό,τι αφορά τα κοινωνικά και εργασιακά κεκτημένα, από πίσω της ακολουθεί ο Κουβέλης. Όταν ήρθε το Μνημόνιο το ζήτημα για τη ΔημΑρ ήταν το πώς θα “μοιραστεί” στους πολίτες. Όταν άρχισαν να πετσοκόβονται μισθοί και συντάξεις, η Δημοκρατική Αριστερά έβγαλε ανακοινώσεις συμπαράστασης στους χαμηλόμισθους. Όταν έπεσε στο τραπέζι η δημόσια περιουσία, ο Κουβέλης την υποδέχτηκε με έναν ελαφρύ σκεπτικισμό (σε ό,τι αφορά τις ΔΕΚΟ και το περιβάλλον), φτάνοντας ακόμη και στο σημείο να παραδεχτεί ότι “δεν είναι ταμπού η εκποίηση“. Όταν προστέθηκαν τα 26 δισεκατομμύρια καπέλο στα μέτρα και πάλι η ρητορική εξαντλήθηκε σε… πράξεις διαίρεσης. Αύριο, μεθαύριο, με την πλήρη κινεζοποίηση της εργασίας ποια θα είναι η νέα “κόκκινη γραμμή” της ΔημΑρ; Η αργία του Σαββατοκύριακου; Αυτό δεν είναι ρεφορμισμός, παρά μόνον άτακτη υποχώρηση.
Η πραγματικότητα ωστόσο είναι ακόμη χειρότερη. Αν παρακολουθήσει κάποιος τον εσωτερικό και δημόσιο διάλογο μεταξύ στελεχών και φίλων του κόμματος, μάλλον θα ανατριχιάσει στη διαπίστωση ότι η κριτική που ασκείται στο ΠΑΣΟΚ έρχεται από τα δεξιά του. Καρικατούρες βγαλμένες από τα κόμικ του σημιτικού εκσυγχρονισμού ασκούν κριτική στη ΔημΑρ για “στρογγύλεμα των θέσεών της”. Υποστηρίζουν ότι πρέπει να απαλλαγούμε από το ΠΑΣΟΚ όχι γιατί υπέγραψε το Μνημόνιο, αλλά γιατί είναι ανίκανο να το εφαρμόσει αποτελεσματικά. Από εμμονικοί έως κατευθυνόμενοι αναλυτές των κυρίαρχων μίντια, όπως Μανδραβέλης, Σωμερίτης, Πρετεντέρης, Μαρίνος, Γεωργελές κ.α., δεν θα μπορούσαν να φανταστούν τόσο προνομιακή θέση στο κοινό του δικομματισμού όσο σε εκείνο της αυτοαποκαλούμενης “Δημοκρατικής Αριστεράς”. Γνήσιοι παρακολουθητές της νεοσυντηρητικής προπαγάνδας και ακούσιοι συμμέτοχοι στο “Δόγμα του Σοκ”, τα μέλη της ΔημΑρ αναπαράγουν την επικοινωνιακή μέθοδο του “πολιτικά ορθού” καταγγελτισμού προς κάθε αριστερό ανάχωμα μπροστά στην άτακτη υποχώρηση της εργασιακής πραγματικότητας έναν ολόκληρο αιώνα πίσω. Κάθε αντίδραση στην εφαρμογή του μνημονίου ταυτίζεται με συντηρητισμό που επιζητεί να μην αλλάξει τίποτε. Κάθε ταξική ανάλυση βαφτίζεται προγονολατρία. Κάθε τοπική συλλογικότητα αποδίδεται εντελώς ανεγκέφαλα την ακροδεξιά. Κάθε ακτιβισμός τυποποιείται στην κατηγορία “τυφλη βία” κατά… ΕΛΟΤ! Ο παγκαλική ρητορεία βρίσκει ένθερμους υποστηρικτές στο χώρο αυτό και ταυτόχρονα η ίδια ακριβώς δικομματική μυωπία απέναντι στα ιστορικά προεόρτια του Δεκέμβρη του 2008 μετατρέπεται σε πλήρη τύφλωση στην παρούσα ιστορική πραγματικότητα.
Ο Γιώργος Παπανδρέου θεωρείται από ανθρώπους της ΔημΑρ απαράδεκτα... "αντιμνημονιακός"
Η ομολογία ότι “αν το Μνημόνιο κρινόταν από εμάς, θα το ψηφίζαμε” που γίνεται στην συνέδριο της ΔημΑρ από τον Μάνο Ματσαγγάνη είναι αποκαλυπτική των εσωτερικών πολιτικών διεργασιών. Στο πνεύμα του απολίτικου μεταρρυθμισμού, σε συνάρτηση με τη μονίμως υποβόσκουσα σταλινική παράδοση του χώρου της “ανανεωτικής αριστεράς”, έχει οδηγήσει τα μέλη της να αναζητούν πρωτοπορίες σε ακραία συντηρητικές νεοκαπιταλιστικές εφαρμογές και σε πρόσωπα-ηγέτες ικανά και αποφασιστικά να τις υλοποιήσουν.
Η πλήρης απονεύρωση του πολιτικού λόγου από τα νοήματά του, έχει αντικαταστήσει ακόμη και αυτή τη δύσμοιρη ζύμωση σε ένα τμήμα της Αριστεράς, με την παραγωγή πολιτικού μάρκετινγκ σε επιτελικό επίπεδο. Πλέον, ο πολιτικός λόγος υποκαθίσταται από μότο κενά ουσιαστικού περιεχομένου κατασκευασμένα από μία ελίτ (ή αν προτιμάτε αυτοθεωρούμενη ελίτ), που θα μπορούσαν να διαφημίζουν από παιδικές τροφές έως ασφαλιστικές υπηρεσίες, ή ακόμη και να φιλοξενούνται σε πολύχρωμα “bumper stickers”.  «Προοδευτικός Μεταρρυθμισμός ή Αριστερίστικος Λαϊκισμός», «Οικονομική Διακυβέρνηση ή Εθνικιστική Υστερία», «Νομιμοφροσύνη ή Βία», θα μπορούσαν να αποτελούν συνθήματα στους τοίχους ενός μεταμοντέρνου καπιταλιστικού σχολείου και όχι διλήμματα ενός γνήσια Αριστερού σχηματισμού.
Φαίνεται, τέλος, ότι το μεγαλύτερο μειονέκτημα της “ανανεωτικής αριστεράς”, η άκαιρη ερμηνεία της πολιτικής πραγματικότητας, δεν την έχει εγκαταλείψει. Από το “γιατί δεν θα γίνει δικτατορία” του 1967, έως το φλερτ με το “πείραμα Μαρκεζίνη”, ο χώρος της “ανανέωσης” πάσχει εμφανώς στον τομέα του συγχρονισμού. Το ίδιο και σήμερα, σε καιρούς κατάρρευσης του μεταρρυθμιστικού μύθου της διακυβέρνησης Σημίτη και της καταβαράθρωσης του μνημονιακού προτάγματος, ψάχνει το σκουπιδοτενεκέ του πολιτικοϊστορικού γίγνεσθαι για γκουρμέ αποφάγια.

Υπάρχει κοινό;

Η μετεκλογική μεθόδευση του σχηματισμού της Δημοκρατικής Αριστεράς από την ετερόκλητη κοινοβουλευτική ομάδα που τη συγκρότησε αρχικά, δεν αφήνει αμφιβολίες σχετικά με τις μικροπολιτικές σκοπιμότητες που κρύβονται πίσω από αυτήν την κίνηση. Δεύτερο βήμα, η αναζήτηση ενός κοινού έτοιμου να δεχτεί τις αυτάρεσκες και αυτοπροσδιοριζόμενες “προοδευτικές”, πλην εντυπωσιακά ρηχές, κατευθύνσεις της ΔημΑρ. Η καλπάζουσα σήψη του πολιτικού (και όχι μόνο) σκηνικού σίγουρα απελευθερώνει κοινωνικές ομάδες προς αναζήτηση νέας κομματικής στέγης. Τα υπόλοιπα είναι θέμα πολιτικού μάρκετινγκ, όπως ανέφερα παραπάνω.
Ένα ελιτίστικο τμήμα προοδευτικών (άνθρωποι ανώτερης κοινωνικής τάξης που αντιλαμβάνονται την αριστερά με ηθικοπλαστικούς όρους και λιγότερο με πολιτικούς) αλλά καιαπογοητευμένοι νοσταλγοί της σημιτικής παντοκρατορίας, αποτελούν αναμφίβολα τον πλέον προνομιακό χώρο έκφρασης της ΔημΑρ. Από δίπλα και ένα τμήμα φιλελεύθερων δεξιών που απεχθάνονται την υποκρισία και τον παραγοντισμό της Μπακογιάννη και ψάχνονται μεταξύ Στέφανου Μάνου και Ανδρέα Ανδριανόπουλου, Γιώργου Παπανδρέου και Αλέκου Παπαδόπουλου, για τον καλύτερο εκφραστή του λεγόμενου “υγιούς καπιταλισμού”.
Με λίγα λόγια η ΔημΑρ δεν αποτελεί ισχυρό διασπαστικό φορέα στο χώρο της πολιτικής Αριστεράς, κάτι που υποδεικνύει και η χαμηλότατη δημοσκοπική της επιρροή. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν συμβάλει με την ύπαρξή της και μόνο στη γενικότερη εικόνα ενός παζλ αταίριαστων κομματιών, ενώ ταυτόχρονα δεν πρέπει να υποτιμάται ο ρόλος της στο χρόνιο αποσυντονισμό της αριστερής πολιτικής έκφρασης. Το 30% των απογοητευμένων από το σύνολο της πολιτικής ψηφοφόρων, βρίσκουν έναν ακόμη λόγο να μην πλησιάζουν την Αριστερά και ούτε να αναζητούν στήριξη στους ταξικούς τους συμμάχους. Οι υποψιασμένοι, που δεν ικανοποιούνται από τις -σε μεγάλο βαθμό προκάτ- αναλύσεις της κοινοβουλευτικής αριστεράς, ακόμη και οι ριζοσπαστικοποιημένοι που όμως αμφισβητούν τις ικανότητες και την αποτελεσματικότητα των εξωκοινοβουλευτικών κλειστών επαναστατικών κλαμπ και των “αμόλυντων” μαρξιστών, έρχονται αντιμέτωποι με μία ακόμη τραγελαφική ενδοαριστερή κόντρα που απαξιώνει συνολικά το χώρο. Η χρήση “πολιτικά ορθής” επιχειρηματολογίας είναι τόσο εμφανώς ρηχή και εμπαθής, ώστε να επιδεινώνει τη γενικότερη αίσθηση ενός μικροκομματικού κατιναριού επαγγελματιών “αριστερών” και πολιτικών καιροσκόπων, αφόρητα ανίκανων να αποτελέσουν ελπίδα για μία διέξοδο με τη συμμετοχή λαϊκών μαζών.
(*) Την έκφραση “πασόκοι με πολιτικά” τη διάβασα σε αυτό εδώ το μπλογκ πρώτη φορά από τον φίλο Capybara, αν ως “πνευματικός πατέρας” της έκφρασης φέρεται ο καθηγητής Γ. Ρούσσης. Όπως και να έχει τις τελευταίες ημέρες υιοθετείται από ολοένα και περισσότερους.
Ζαphod

Δευτέρα 25 Απριλίου 2011

Εκδηλώσεις «Φιλοσοφικού Καφενείου» του Τμήματος Πολιτισμού του ΣΥΝ



Το Τμήμα Πολιτισμού του Συνασπισμού διοργανώνει έναν ευρύ κύκλο σεμιναρίων-εκδηλώσεων στο πλαίσιο της επαναδραστηριοποίησης της πρωτοβουλίας του «Φιλοσοφικού Καφενείου» 19/4-28/6/2011


Φιλοσοφικό καφενείο
Καφενείο «Αθηναϊκό»
Ακαδημίας 50 Αθήνα (Είσοδος από Σόλωνος)
7.30 μ.μ.
ΑΤΟΜΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
(2ος Κύκλος)
Αγαπητοί φίλοι,
Θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε, ότι η συζήτηση με θέμα «Το Άτομο στη Νεωτερικότητα», με τον Καθηγητή Πολιτικής και Ηθικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθήνας, κ. Γιώργο Μανιάτη, που ήταν προγραμματισμένη για την Μ. Τρίτη 19 Απριλίου, αναβάλλεται. Η ημερομηνία κατά την οποία θα πραγματοποιηθεί, θα σας ανακοινωθεί σύντομα. Κατά τ’ άλλα, το πρόγραμμα των συζητήσεων του Φιλοσοφικού Καφενείου παραμένει το ίδιο.
Ευχαριστούμε για την κατανόηση.
ΤΟ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ
3 Μαΐου 2011Ο Εγωκεντρισμός στον Σύγχρονο Κόσμο
Βασίλης Καραποστόλης
Καθηγητής Πολιτισμού και Επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο Αθήνας
17 Μαΐου 2011Άτομο και Κοινωνία: Θεωρητική θεμελίωση και Πολιτικές Επιπτώσεις
Αριστείδης Μπαλτάς
Καθηγητής Φιλοσοφίας Επιστημών στο Πολυτεχνείο Αθήνας
31 Μαΐου 2011Η Συγκρότηση του Υποκειμένου στη Νεωτερικότητα
Θάνος Λίποβατς
Καθηγητής Πολιτικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθήνας
14 Ιουνίου 2011Το Μετανεωτερικό Άτομο
Νίκος Δεμερτζής
Καθηγητής Επικοινωνίας και ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Αθήνας
28 Ιουνίου 2011Άτομο και Κοινωνία: Μια Κριτική Ανακεφαλαίωση
Διαμάντης Λεβεντάκος
Διευθυντής του Κέντρου Πολιτιστικών Μελετών

Παρασκευή 22 Απριλίου 2011

Η ΑΝΟΙΧΤΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΚΑΤΑΓΓΕΛΛΕΙ!


  ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ – ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ               19/04/2011

 Ξεπέρασε κάθε όριο το θράσος των ελεγκτών λεωφορείων!
Τη Δευτέρα 18/4/2011 πραγματοποιήθηκε η ανακοινωμένη εβδομαδιαία Ανοιχτή Συνέλευση Κατοίκων Αγίας Παρασκευής. Εκείνη την ώρα συζητιόταν το κίνημα άρνησης πληρωμών ενάντια σε αυξήσεις των τιμών κάθε κοινωνικού αγαθού, μεταξύ αυτών και οι μετακινήσεις (ΜΜΜ). Για το συγκεκριμένο θέμα εδώ και μήνες, η Α.Σ.Κ.Α.Π. πραγματοποιεί παρεμβάσεις σε λεωφορεία και σταθμούς μετρό της περιοχής μας. Κατά τη διάρκεια της συνέλευσης, η οποία γινόταν στον δημόσιο χώρο της πλατείας Αγ.Ιωάννη, συνέβη το παρακάτω γεγονός, που είναι και η αιτία αυτής της ανακοίνωσης.
Λίγα μέτρα από το χώρο της συνέλευσης, κοντά στη στάση του λεωφορείου, έγινε αντιληπτό σε κάποιους από εμάς, ότι γίνεται επιβολή προστίμου σε 4 μαθητές και μαθήτριες από 2 ελεγκτές. Η αλληλεγγύη της συνέλευσης είναι δεδομένη, απέναντι σε όσες και όσους δεν έχουν να πληρώσουν ή επιλέγουν συνειδητά να αντισταθούν στο αυξημένο χαράτσι του εισιτηρίου. Αυτό που μέχρι τώρα όμως δεν είχαμε συναντήσει είναι η τακτική του εκβιασμού και της απειλής που πουλάνε οι ελεγκτές σε ανθρώπους  που τυχαίνουν πιο ευάλωτοι  στην εξουσία τους. Όταν άτομα της συνέλευσης πλησίασαν τους ελεγκτές για να διαμαρτυρηθούν και να υπερασπιστούν τους μαθητές που ήταν στα χέρια τους, ακολούθησαν διαπληκτισμοί με αυτούς, η μία εκ των οποίων, υποστήριζε με πάθος το ρόλο της και απειλούσε τους πάντες.
Αρχικά στην μία από τις 2 κοπέλες είχε κρατηθεί παράνομα η αστυνομική της ταυτότητα. Η ένταση κορυφώθηκε όμως, όταν η άλλη κοπέλα μας ενημέρωσε ότι η συγκεκριμένη ελεγκτής είχε απαιτήσει και είχε τσεπώσει από την παρέα που δεν είχε χρήματα για ολόκληρο το πρόστιμο, το ποσό των 20 ευρώ ώστε να τους τη χαρίσει… Η ελεγκτής εν μέσω παράκρουσης κάλεσε την αστυνομία φωνάζοντας ότι δέχεται σωματική επίθεση(!) από 30 άτομα εκστομίζοντας ένα σωρό άλλες μυθοπλασίες. Επίσης για να αντιστρέψει το εις βάρος της κλίμα φώναζε δήθεν να της επιστραφεί το μπλοκάκι       (για να μη χάσει την προμήθεια από τα πρόστιμα), που κάποιοι υποτίθεται της είχαν κάψει(!), και που ως δια μαγείας μόλις κατέφθασε η αστυνομία βρέθηκε στην τσάντα της! Από τις φωνές και τους διαπληκτισμούς περίοικοι και περαστικοί  συγκεντρώθηκαν στο σημείο και φώναζαν στους ελεγκτές να τα μαζεύουν και να φύγουν ως ανεπιθύμητοι.
Πέρα από λογική, η ελεγκτής επικαλώντας το ‘λειτούργημά’ της, ζήτησε από τους  αστυνομικούς ( 2 περιπολικά και 2 μηχανές ΔΙΑΣ)  να πάρουν τα στοιχεία όλων των ατόμων που βρίσκονταν εκεί, για να τους ασκηθεί μήνυση. Από τον συγκεντρωμένο κόσμο (40 και πλέον άτομα) δηλώθηκε κατηγορηματικά πως δεν πρόκειται να γίνει κάτι τέτοιο, όπως και συνέβη. Τονίσαμε πως πρόκειται για μια αυθόρμητη πολιτική παρέμβαση αλληλεγγύης απέναντι στους εκβιασμούς και την καταστολή των ελεγκτών-κεφαλοκυνηγών, και ότι αν θέλουν να πάρουν κάποιον στο τμήμα αυτή θα είναι η ελεγκτής που έχει διαπράξει παράβαση καθήκοντος, κατάχρηση εξουσίας και απόπειρα παθητικής δωροδοκίας.       Στην πραγματικότητα αποδείχτηκε ότι, πέρα από τον κατασταλτικό τους ρόλο, τώρα παίζουν και ρόλο χωροφύλακα «που κάνει τα στραβά μάτια» αντί κάποιου ποσού.  
 Τελικά οδηγήθηκαν στο Α.Τ. Αγίας Παρασκευής οι 2 ελεγκτές, μετά από απόφασή της κοπέλας που είχε δεχτεί τον έλεγχο ώστε να καταγραφεί το περιστατικό. Εκεί επιβεβαιώθηκαν και τα ψέματα αλλά και η μίζα της κρατικής λειτουργού. Στο αστυνομικό τμήμα συγκεντρώθηκαν ταυτόχρονα 30 περίπου άτομα δηλώνοντας την έμπρακτη συμπαράστασή τους, με σκοπό να διασφαλιστεί ότι  η παρέα των παιδιών δεν θα υποστεί καμία επίπτωση για το περιστατικό και πως θα αποχωρήσει μετά την καταγραφή του γεγονότος, μαζί με τον συγκεντρωμένο κόσμο, όπως και τελικά έγινε. Εξυπακούεται ότι δεν τέθηκε κανένα θέμα επιβολής προστίμου στους μαθητές και φυσικά τους επιστράφηκαν τα 20 ευρώ που τους είχε αποσπάσει η ελεγκτής.
     Οι ελεγκτές μπορεί να γλύτωσαν το αυτόφωρο αλλά δεν ήταν και αυτός ο σκοπός της κινητοποίησης μας. Στόχος ήταν να δωθεί μια άμεση απάντηση απέναντι στην τρομοκρατία που ασκούν καθημερινά μέσα στα ΜΜΜ , να καταδειχθεί ο εισπρακτορικός ρόλος τους στη δεδομένη κοινωνική και οικονομική συγκυρία και να ενισχυθεί η αλληλεγγύη μεταξύ των επιβατών.                                                                                                                                                            Τα ολοένα και ενισχυόμενα σώματα ασφαλείας που το κράτος επιβάλλει στα λεωφορεία για να κυνηγούν «λαθρεπιβάτες» εργάτες, άνεργους, μετανάστες, νεολαίους και να παίρνουν τις μίζες τους θα συναντούν την έμπρακτη αντίσταση όσων επιλέγουν να αγωνίζονται, μέχρι οι μετακινήσεις να γίνουν ελεύθερες και να περάσουν στα χέρια της κοινωνίας όπως και κάθε άλλη καθημερινή ανάγκη της ζωής μας.
 Ελεγκτές - εκβιαστές έξω από τις γειτονιές
 Ανοιχτή Συνέλευση Κατοίκων Αγίας Παρασκευής


Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ από τα Ενθέματα της Αυγής


17 Απριλίου 2011

Αυτογνωσία ή Αυτοκατάργηση;


του Νικόλα Σεβαστάκη
 Διάβασα το μεγάλης έκτασης κείμενο που γράφτηκε από τον Δαμιανό Παπαδημητρόπουλο και συνυπογράφεται από ακόμα πέντε γνωστές δημόσιες φωνές του χώρου της «Δημοκρατικής Αριστεράς» (δημοσιεύεται στο The Books Journal,  τεύχος 6, Απρίλιος 2011). Φέρει έναν πολύ εντυπωσιακό τίτλο: «Από την χρεοκοπία στην αυτογνωσία». Το περιεχόμενό του όμως είναι ακόμα πιο εντυπωσιακό, με την έννοια ότι θα προκαλέσει θετικές ή αρνητικές εκπλήξεις, ανάλογα βέβαια με το πώς τοποθετείται ο αναγνώστης του, τόσο ως προς τις περιγραφές καταστάσεων όσο και ως προς την κατεύθυνση της προβληματικής του.
Ρενέ Μαγκρίτ, «Το διπλό μυστικό», 1927
Δεν είναι υπερβολή να πω ότι αισθάνθηκα παράξενα με το μοτίβο που διατρέχει τη συγκεκριμένη ανάλυση. Αναφέρομαι στην, πολύ συμβατική πλέον, αρνητική περιγραφή της Μεταπολίτευσης, των τριών τελευταίων δεκαετιών, ως μιας «ιστορίας [του] λαϊκισμού». Όχι όμως όποιου και όποιου λαϊκισμού, αλλά ενός αριστερού ή πάντως αριστερόστροφου λαϊκισμού στον οποίον, κατά τον συγγραφέα, βυθίστηκαν άπαντες: φυσικά το «ανδρεοπαπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ» αλλά και τα κόμματα και οι οργανώσεις της Αριστεράς, τα συνδικάτα, οι αντιεξουσιαστές, ακόμα και η συντηρητική παράταξη, ιδιαίτερα της τελευταίας κυβερνητικής θητείας. Αυτό είναι το πρώτο και βασικό σημείο το οποίο, φυσικά, δεν παρουσιάζει κάποια αναλυτική πρωτοτυπία. Προσφάτως, για παράδειγμα, στο συνέδριο του Economist ο διευθυντής του ΙΟΒΕ Γ. Στουρνάρας χαρακτήρισε την μεταπολιτευτική Ελλάδα «χώρα αριστερισμού». Η αναγωγή μιας αντιφατικής ιστορικής περιόδου στο μονοσήμαντο επίπεδο ενός κατακλυσμιαίου λαϊκισμού αποτελεί εδώ και πολλά χρόνια προσφιλές εξηγητικό σχήμα στον λόγο της κεντροαριστερής ή κεντροδεξιάς σχολής των «εκσυγχρονιστών».
Ρενέ Μαγκρίτ, «Ο απατηλός καθρέφτης», 1928
Το κείμενο ωστόσο δεν εξαντλείται στη διεκτραγώδηση του λαϊκισμού της σύγχρονης ελληνικής περιπέτειας. Περισσότερο ενδιαφέρον έχουν κάποια βήματα παραπάνω στην ανατομία του ελληνικού προβλήματος. Στο επίκεντρο έρχεται εδώ το ελληνικό πρόβλημα ως ευθύνη της Αριστεράς ή ως υπαιτιότητακαι της ελληνικής ΑριστεράςΚυρίως δε αυτής. Και σε αυτή την «Αριστερά» εντάσσονται άπαντες, από το επί δεκαετίες κυβερνών ΠΑΣΟΚ μέχρι τον αντιεξουσιαστικό χώρο, δίχως ιδιαίτερη αξιολόγηση των διαφορών ως προς τους ρόλους, τη θέση, τις πολιτικές κουλτούρες, τη σχέση με την άσκηση της πολιτικής εξουσίας. Σε αυτό το δεύτερο επίπεδο, το ερμηνευτικό σχήμα συμπληρώνεται και με έναν άλλον σημαντικό όρο: δεν είναι απλώς ο «λαϊκισμός» που έφερε την χρεοκοπία. Είναι, λένε, η διαμόρφωση μιας ατομικιστικής κοινωνίας, μιας κοινωνίας των διάσπαρτων ατομικιστικών απαιτήσεων, των μυριάδων «ιδιωτικών βουλήσεων» που έπνιξαν τον δημόσιο χώρο και οδήγησαν στην κατάρρευση της έννοιας του γενικού συμφέροντος. Και αυτό το οποίο προσθέτει μια ξεχωριστή πλοκή στην αφήγηση αφορά το βασικό υποκείμενο ή τον κύριο οργανωτή και εκφραστή αυτής της ατομικιστικής εξέγερσης εναντίον του γενικού συμφέροντος. Ο υπαίτιος κατονομάζεται: είναι, και εδώ, η ελληνική Αριστερά. Η Αριστερά που, κατά τον Παπαδημητρόπουλο και τους συνυπογράφοντες, πέρασε από την εποχή της αυτοθυσίας και της ανιδιοτελούς αφοσίωσης στο πεδίο του γενικευμένου ατομικισμού ως η αγωνιστική, μαχητική, οργανωμένη εκδοχή αυτού του ατομικισμού.
Γενικευμένος λαϊκισμός, ανεύθυνος ατομικισμός και η ελληνική-αριστερή παθολογία
Ο γενικευμένος λαϊκισμός (κακό συλλογικό) σε συνδυασμό με τον ανεύθυνο ατομικισμό (αντικοινωνικό ατομικό) συναπαρτίζουν λοιπόν το ελληνικό μας πρόβλημα, την ιδιάζουσα ελληνική παθολογία ως μια κατά βάση αριστερή ή αριστερότροπη παθολογία.
Τα παραπάνω συγκροτούν, σε μεγάλο βαθμό, το βασικό πλαίσιο της αφήγησης. Η μεταπολιτευτική ιστορία προσεγγίζεται ως ένα χρονικό συνεχούς διέγερσης και επιθετικής ανάδειξης ατόμων, ομάδων, συντεχνιών και διεκδικητικών εγωισμών, ένα διαρκές πραξικόπημα το οποίο δεν προέρχεται από κάποιες κορυφές του κράτους και των ελίτ αλλά από την ίδια την κοινωνία, από τα «κάτω». Και εννοείται ότι σε αυτό το σαθρό ηθικοπολιτιστικό υπέδαφος φυτρώνει και ένα εξίσου προβληματικό και ασυγκρότητο κράτος, μια κρατική διεύθυνση η οποία γνωρίζει να τακτοποιεί απλώς τα μικροσυμφέροντα, τα προνόμια, τα εκβιαστικά βέτο ή τις ανεύθυνες αρνήσεις των πελατών της.
Η περιγραφή στηρίζεται φυσικά σε γνωστές φωτογραφίες και οικείες, αν και στερεότυπες όπως καταγράφονται, εικόνες. Όμως το συγκεκριμένο κείμενο είναι μια ολοκληρωμένη αφήγηση. Και κατά τη γνώμη μου πρέπει να θεωρηθεί  το πιο συνεπές μέχρι τώρα κείμενο εργασίας για την ανίχνευση ενός πολιτικού δρόμου που θα ήθελε να συνδυάσει τον νεοφιλελεύθερο «ρεαλισμό» στην οικονομία με ένα είδος ρεπουμπλικανικής ηθικής ως προς τις αξίες του νέου πολίτη. Επιχειρεί να συνδυάσει δηλαδή τους κανόνες της παραγωγής πλούτου και ευημερίας –υπό το μοναδικό πραγματικό πλαίσιο: το νεοφιλελεύθερο– με στοιχεία μιας αγωγής του πολίτη.
Ας μην εκληφθεί όμως ο χαρακτηρισμός σαν  αφοριστική ή δυσφημιστική ετικέτα σε κάποιον ή κάποιους που σκέφτονται διαφορετικά. Ο ορίζοντας του κειμένου είναι εξάλλου μια συγκεκριμένη έκκληση: να φτιάξουμε επιτέλους «κράτος που να λειτουργεί». Η διαφορά της συγκεκριμένης έκκλησης από παρόμοια συνθήματα επανίδρυσης/ μεταρρύθμισης που θα συναντήσει κανείς στα προγράμματα κάθε λογής πολιτικών σχηματισμών, φιλελεύθερων ή και συντηρητικών, είναι ότι πλαισιώνεται με ηθικούς-κοινωνιολογικούς όρους. Δεν θέλει δηλαδή να είναι απλώς η εμπειρική διαπίστωση –την οποία κάνουν άλλωστε τόσοι και τόσοι– για τον θάνατο ή την ματαιότητα μιας Αριστεράς του σοσιαλισμού, ενός οποιοδήποτε αντικαπιταλισμού, αλλά μια υπόθεση για τη συνέχιση του ονόματος ακόμα και μετά την πλήρη εγκατάλειψη των περισσότερων θέσεων οι οποίες φτιάχνουν την αριστερή ταυτότητα ως ταυτότητα με αναφορά στη σοσιαλιστική επιδίωξη (για να μην αναφερθούμε σε κάτι πιο ριζοσπαστικό, σε κάποια ιδέα η προοπτική κομμουνισμού κλπ.).
Έχουμε λοιπόν το χρονικό ενός πανταχού παρόντος λαϊκισμού, μαζί με μια εποπτεία των στερεότυπων του ελληνικού ατομικισμού. Από μόνες τους όμως αυτές οι διαπιστώσεις δεν θα οδηγούσαν στο επιθυμητό για τους συγγραφείς κάλεσμα της «αυτογνωσίας». Για να δικαιωθεί αυτό το κάλεσμα ως πρόσκληση για αποδοχή του ορίζοντα που ιδρύει το Μνημονίου και, ακόμα παραπέρα, ως παραδοχή του γεγονότος «ότι δεν υπάρχει αριστερή διέξοδος από την κρίση», το κείμενο επιστρατεύει έναν σκληρό πραγματισμό. Για την ακρίβεια επαναφέρει στοιχεία του γνωστού «μαρξιστικού» ντετερμινισμού  –οι νόμοι της Ιστορίας, οι νόμοι της κοινωνικοϊστορικής εξέλιξης– και τα συγκολλά με το πρόσταγμα της προσαρμογής, της προσαρμογής ως επίγνωσης/αποδοχής των αναπόδραστων όρων της κατάστασης. Ο νεοφιλελευθερισμός, λένε, δεν είναι ιδεολογία αλλά κατάσταση. Το ότι ο νεοφιλελευθερισμός δεν συνιστά απλώς έναν ιδεολογικό λόγο θα μπορούσε να το προσυπογράψει και μια ριζοσπαστική ανάλυση, όπως άλλωστε συμβαίνει στη διεθνή συζήτηση για τον χαρακτήρα των νεοφιλελεύθερων μετασχηματισμών. Αλλά η λέξη «κατάσταση», έτσι όπως επανέρχεται στο κείμενο, προσεγγίζει υπερβολικά το πεδίο της order of things, μιας φυσικής συνθήκης που παρουσιάζεται ως μοίρα μιας ολόκληρης ιστορικής περιόδου. Φυσικά το κείμενο δεν λέει ότι αυτή η κατάσταση είναι αδύνατο να αλλάξει. Λέει όμως ότι είναι τόσο απίθανο να αλλάξει, ώστε το μοναδικό που θα έπρεπε να κάνει ο έχων αυτογνωσία/αυτεπίγνωση είναι να συμφιλιωθεί ανοιχτά με «τους όρους του πεδίου» προσβλέποντας σε κάποιες πολύ μικρές χαραμάδες.
Κανένα πρόβλημα με μια τέτοια επιλογή και εκτίμηση. Το ερώτημα όμως που έρχεται στο  νου είναι: Γιατί θα πρέπει αυτό να το κάνει η Αριστερά και οι αριστεροί; Γιατί άραγε το ζητούμενο μιας νέας «εθνικής αυτογνωσίας» να είναι η αυτοκατάργηση μιας συγκεκριμένης οπτικής, η αυτοκτονία της Αριστεράς ως βούλησης μετασχηματισμού των όρων του (νεοφιλελεύθερου) πεδίου και ως ιστορικού κινήματος το οποίο αποβλέπει στην ανατροπή της παρούσας «οικονομικής δικτατορίας» (οι ίδιοι αναφέρουν τον όρο δικτατορία);
Η θέση η οποία προβάλλεται είναι ότι η Αριστερά μετά τη μεταπολίτευση διολίσθησε στον ακραίο βολονταρισμό. Και ως φάρμακο για αυτή τη νόσο προτείνεται τώρα μια υπερβολική δόση «ρεαλισμού», τόσο μεγάλη όμως ώστε, κατά τη γνώμη μου, δεν αφήνει κανένα περιθώριο για τη διάσωση των στοιχειωδέστερων προϋποθέσεων μιας, όποιας, Αριστεράς. Διότι βέβαια το αποτελεσματικό κράτος και η υπευθυνότητα του πολίτη δεν μπορεί να μονοπωλούνται ως στόχοι από την Αριστερά. Το κράτος, ας πούμε, προσεγγίζεται πλέον ως ο φορέας του γενικού συμφέροντος απέναντι στο αρχιπέλαγος των μερικών συμφερόντων. Ούτε καν ως πεδίο διαφορετικών ταξικών εγκλήσεων, ούτε καν ως συμπύκνωση συσχετισμών δύναμης ανάμεσα σε αστικές μερίδες και αντίπαλα ταξικά συμφέροντα. Σα να καλούμαστε να κάνουμε ένα μεγάλο άλμα από τον Μαρξ στον Χέγκελ και στο δικό του «έλλογο ηθικό κράτος». Ή στον Φερντινάντ Λασάλ και στην παράδοση ενός κρατικού «σοσιαλισμού» με γερμανική ορθολογικότητα.
Αλλά και στην αφήγηση της οικονομικής χρεοκοπίας μάταια θα αναζητούσε κανείς γεγονότα στα οποία δεν πρωταγωνίστησε βεβαίως η Αριστερά αλλά οι κυρίαρχες πολιτικοεπιχειρηματικές ελίτ, η ιθύνουσα τάξη και οι διαπλοκές της. Το πάρτυ του χρηματιστηρίου, ο τυχοδιωκτισμός των Ολυμπιακών Αγώνων, τα τερατώδη εξοπλιστικά, οι σπατάλες των «κομματικών μάνατζερ», όλα αυτά τα πολύ βαρύνοντα σε υλικές και ηθικές συνέπειες ζητήματα δεν βρίσκουν θέση στη γενεαλογία της χρεοκοπίας μας. Αντίθετα, συναντούμε την εξωφρενική θέση ότι το «ασθενές ιδιωτικό κεφάλαιο» στριμώχτηκε και κυριολεκτικά δεινοπάθησε σε έναν τρόπο παραγωγής καπιταλιστικό ως προς την παραγωγή αλλά σοσιαλιστικό ως προς την αμοιβή της εργασίας(!) και ελευθέριο ως προς την κατανάλωση.
Η αφήγηση ωστόσο εμπλουτίζεται με πολλά στοιχεία ηθικολογίας. Η καλή Αριστερά, είπαμε, είναι αυτή της αυτοθυσίας, της ανιδιοτέλειας. Στο σημείο αυτό ανασύρεται μια σχεδόν μεταφυσική ιδέα της ανιδιοτέλειας του παρελθόντος σε σχέση με τον χυδαίο υλισμό της πρόσφατης ιστορίας. Είναι, θα έλεγε κανείς, εκείνη η Αριστερά που παραδέχεται την ανημπόρια της, αλλά οι άλλοι τη σέβονται και την υπολήπτονται ως κάτι ευγενές και συγχρόνως σεμνό και καλοπροαίρετο. Ηττημένη είτε από το μετεμφυλιακό κράτος και τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του είτε, τώρα, από τους «όρους του πεδίου» και τη σκληρή αλήθεια των αγορών. Οι συγγραφείς αντιλαμβάνονται λοιπόν ως αναγκαία πράξη αυτογνωσίας την πρόθυμη αποδοχή του επαχθούς για να αποφευχθεί, ενδεχομένως, το μελλοντικά επαχθέστερο. Και προδιαγράφουν τον εξής ρόλο για τη χρήσιμη Αριστερά: να είναι μια δύναμη «παραγωγισμού»-οικονομικού ρεαλισμού, τεχνολογικών αλλαγών προς έναν νέο καπιταλισμό,  προνοώντας συγχρόνως και για τις ευπαθείς ομάδες, για τις πλέον αδύναμες κατηγορίες του πληθυσμού. Όσο για την πλειονότητα του κόσμου της εξαρτημένης μισθωτής εργασίας ή ακόμα και των κατώτερων μικροαστικών στρωμάτων; Αυτοί όλοι πρέπει απλώς να υπερβούν τον κακό ατομικισμό τους, να ξεπλύνουν το κρίμα των «σοσιαλιστικών αμοιβών» του παρελθόντος. Η αγωνιστική διεκδίκηση, οι κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις εμφανίζονται εφεξής αν όχι ως κακόφημα πράγματα σίγουρα ως συμπτώματα της μεγάλης νόσου του γενικευμένου λαϊκισμού/ατομικισμού. Ενώ συγχρόνως προξενεί εντύπωση η απουσία της οικολογικής προβληματικής, η εμμονή σε μια τυπική εκσυγχρονιστική και ακραία λειτουργιστική θεώρηση των κοινωνικών αλλαγών, παράλληλα με την ισοπεδωτική αντιμετώπιση κάθε αριστερού βολονταρισμού.
Οι άξονες μιας γόνιμης αυτογνωσίας
Ο ουσιαστικός κριτικός αναστοχασμός για τα όρια, τις αδυναμίες, τις πολιτικές και πολιτιστικές παθολογίες των υποκειμένων της Αριστεράς είναι πάντοτε αναγκαίος. Ποια όμως θα μπορούσε να είναι η υπόθεση εργασίας η οποία θα οργανώσει το αυτοκριτικό βλέμμα; Οι άξονες μιας γόνιμης αυτογνωσίας θα μπορούσαν να περιλάβουν πολλά σημεία: τις αποτυχίες της πολιτικής Αριστεράς να οργανώσει την εκπροσώπηση των λαϊκών τάξεων, να πολιτικοποιήσει επαρκώς τους συντεχνιασμούς, να ενσωματώσει με πειστικό τρόπο τη ριζοσπαστική οικολογική και πολιτισμική μέριμνα σε μια πολιτική αμφισβήτησης του κυρίαρχου μοντέλου ανάπτυξης/μεγέθυνσης. Όχι απλώς περιγραφές συμπτωμάτων και επιλήψιμων πράξεων, αλλά μια συζήτηση για τα πιθανά αίτια, μια συζήτηση που δεν μπορεί να μην λάβει υπόψη της και τις εξελίξεις στον ευρωπαϊκό χώρο. Το ότι η Αριστερά έπαιξε συχνά στο μικροπολιτικό γήπεδο των αντιπάλων της, ότι δεν κατανόησε έγκαιρα πολλές από τις κοινωνικές και πολιτισμικές αλλαγές της ύστερης μεταπολίτευσης, ότι έδωσε ενίοτε μάχες που δεν άξιζαν αλλά και μάχες που την τιμούν, όλα αυτά θα μπορούσαν να γίνουν στοιχεία μιας ουσιαστικής επανεκκίνησης ιδεών και πρακτικών. Οι ατομικισμοί της περιόδου της «ευημερίας» αποτέλεσαν το πεδίο άσκησης της εξουσίας του κράτους του δικομματισμού, της εκλογικής του εμπέδωσης και της κοινωνικής του κυριαρχίας. Ναι, η Αριστερά επιχείρησε να διεμβολίσει αυτό το πεδίο, να φτιάξει τους δικούς της χώρους επιρροής σε ένα έδαφος πολλαπλώς υπονομευμένο από τη δυναμική της εξατομίκευσης. Εδώ έπαιξε, και πολλές φορές έχασε. Πάει όμως πολύ να εγκαλείται ουσιαστικά ως το αρχι-υποκείμενο του ατομικισμού ο οποίος εξάλλου ριζώνει στη μακρά διάρκεια του κοινωνικού μας σχηματισμού.
Τι σχέση έχουν όμως όλα αυτά με την υιοθέτηση όλων σχεδόν των κατηγοριών τις οποίες απευθύνουν εδώ και χρόνια οι επιφυλλίδες της Καθημερινής και τα εργοδοτικά Ινστιτούτα Μελετών; Ποια λογική επιτάσσει την αυτογνωσία ως προτεσταντική αυτοενοχοποίηση για όλα περίπου τα δεινά του (ελληνικού) κόσμου;
Το κείμενο «Από τη  χρεοκοπία στην αυτογνωσία» προσπερνά τέτοιου είδους ερωτήματα. Καλεί τους αριστερούς να γίνουν φιλάνθρωποι στην κοινωνική πολιτική, νεοφιλελεύθεροι στον πυρήνα της οικονομικής πολιτικής αλλά –και αυτό έχει ενδιαφέρον– και ως προς την «παραγωγική αναδιάρθρωση» της εκπαίδευσης, ενάρετοι στο φρόνημά τους ως «πολίτες του δημοκρατικού μας κράτους».
Το κάλεσμα είναι απολύτως θεμιτό ως ένα σύνολο ιδεών για συζήτηση. Αλλά, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, μια τέτοια πρόταση, η οποία δεν κρύβει την ριζική πλέον αντίθεση προς το αντικείμενό της, δεν απευθύνεται στην Αριστερά και στο μέλλον της. Απευθύνεται περισσότερο αλλού. Ενδεχομένως σε ένα υποκείμενο αγνώστου πολιτικής ταυτότητας και προσανατολισμού, σε ένα κάποιο «Πράγμα» όπως αποκαλούσαν χαριτολογώντας στην Ιταλία τη δική τους πορεία προς την αυτοκατάργηση…
Ο Νικόλας Σεβαστάκης διδάσκει στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ
Χαρακτικό του Όττο Νίκελ, από το λεύκωμα «Πεπρωμένο», 1930
Ρενέ Μαγκρίτ, «Το διπλό μυστικό», 1927