Παρασκευή 5 Ιουλίου 2013

Άλλη μία νίκη του ΚΚΕ;



Δύο Έλληνες ευρωβουλευτές του ΚΚΕ, οι Γιώργος Τούσσας και Χαράλαμπος Αγγουράκης, ψήφισαν σε ψηφοφορία του Ευρωκοινοβουλίου υπέρ της διατήρησης των υψηλών μπόνους στον χρηματοπιστωτικό τομέα.

Μπορεί οι άνθρωποι να μην κατανόησαν τι ψήφιζαν.

Μπορεί όμως με την ψήφο τους να εντείνουν την παγκόσμια δυστυχία φέρνοντας όμως έτσι την επανάσταση της πρωτοπόρας εργατικής τάξης κοντύτερα.

Ανεξερεύνητες οι βουλές του ΚΚΕ... 

Financial Times:   http://goo.gl/22rUW
The Press project: http://goo.gl/6lTS0

Σχετική διάψευση από το ΚΚΕ υπάρχει εδώ.

Δευτέρα 1 Ιουλίου 2013

Egyptian Rebel Campaign - حملة توقيعات حركة تمرد




Το κίνημα Tamarod της Αιγύπτου, στην αναζήτηση της γνησιότητας και της αποτελεσματικότητάς του.

Ανάλογα με το αν η γνησιότητα αποδειχθεί και η αποτελεσματικότητα επιτευχθεί θα έχουμε να κάνουμε με ένα από τα σημαντικότερα πολιτικά και κοινωνικά φαινόμενα της νέας εποχής. Θα έχουμε ίσως να κάνουμε με την σηματοδότηση του τέλους μιας ολόκληρης περιόδου  και -πιθανόν- της αρχής μιας νέας.

Η ανάπτυξη και αφύπνιση αυτών των μεγάλων χωρών, με μέσο όρο ηλικίας των πολιτών τους ακόμη και κάτω από τα 24 χρόνια, είναι πλέον το κεντρικό πολιτικό και κοινωνικό φαινόμενο. O μέσος όρος ηλικίας την Αίγυπτο είναι 24,8 έτη και το 32,3% του πληθυσμού είναι κάτω των 14 ετών (οι αριθμοί αυτοί για την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι περίπου 45 και 15% αντίστοιχα). Οι πολίτες των χωρών αυτών εκτός από νέοι έχουν και σχετικά καλό επίπεδο εκπαίδευσης που συμπληρώνεται από ταχύτατη και εύκολη πληροφόρηση μέσω του Διαδικτύου.
Οι άνθρωποι αυτοί έχουν την βαθιά πεποίθηση πως τους αξίζει ένα καλύτερο και δικαιότερο μέλλον και δεν διστάζουν να δώσουν ζωές για να ενισχύσουν αυτό το όραμα.

Αυτό που τα τελευταία χρόνια διακυβεύεται στην Αίγυπτο είναι η επαναφορά της τεράστιας αυτής χώρας στο διεθνές προσκήνιο και μάλιστα στην θέση που πραγματικά της αξίζει: 

Ανεξάρτητος πολιτικός και πολιτισμικός κόμβος, ηγέτιδα δύναμη της Μέσης Ανατολής.

Η επαναφορά αυτή ίσως έχει την δυναμική να αλλάξει ολόκληρο το γεωπολιτικό τοπίο του πλανήτη.
Όμως, διάφορες κινήσεις του Μόρσι όπως και η προθυμία του Αμερικανόστροφου στρατού να 'υποστηρίξει' το κίνημα, δημιουργούν δεύτερες σκέψεις και αμφιβολίες σχετικά με τους πραγματικούς συσχετισμούς. Ίδωμεν.

(του Θανάση Κοντονάτσιου)

Κυριακή 30 Ιουνίου 2013

Καταρρέει η προπαγάνδα των "επενδύσεων"



 Άσχημο παιχνίδι έπαιξε η «τύχη» στην κυβέρνηση: την ίδια μέρα που το Μέγαρο Μαξίμου πανηγύριζε για την επιλογή του αγωγού ΤΑΡ για τη μεταφορά του αζέρικου φυσικού αέριου στην Ευρώπη και ο πρωθυπουργός, από τη φιέστα στις εγκαταστάσεις της κινεζικής Cosco στον Πειραιά, επαναλάμβανε το γνωστό παραμύθι ότι «οι επενδύσεις είναι η απάντηση στην κρίση», την ίδια μέρα δινόταν στη δημοσιότητα η ετήσια έκθεση του ΟΗΕ για τις επενδύσεις που αποτελεί ισχυρό κόλαφο για την κυβερνητική προπαγάνδα και θριαμβολογία.

Σύμφωνα, λοιπόν, με την έκθεση WIR (World Investment Report) της Υπηρεσίας των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και τις Επενδύσεις (UNCTAD), με θέμα τη ροή ξένων επενδύσεων ανά τον κόσμο, που παρουσιάστηκε την Τετάρτη στην Αθήνα οι Ξένες Άμεσες Επενδύσεις (ΞΑΕ) που εισέρευσαν στην Ελλάδα το 2012 ήταν μόλις 1,5% του ΑΕΠ, δηλαδή 2,945 δις δολάρια, κατατάσσοντας την Ελλάδα στην 119η θέση μεταξύ 141 χωρών όσον αφορά την προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Η πραγματικότητα όμως είναι ακόμα χειρότερη, καθώς σχεδόν στο σύνολό τους οι παραπάνω εισροές ΞΑΕ το 2012 δεν αφορούσαν νέες και «παραγωγικές» επενδύσεις, αλλά επρόκειτο για εισροή κεφαλαίων από ξένους χρηματοοικονομικούς κυρίως ομίλους που «απορροφήθηκαν» σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου θυγατρικών τους οι οποίες δραστηριοποιούνται εντός της ελληνικής επικράτειας.

Η έκθεση του ΟΗΕ καταρρίπτει με εκκωφαντικό τρόπο τον μύθο που καλλιεργείται με ένταση από τους κυβερνώντες με την αμέριστη υποστήριξη των ΜΜΕ, ότι τάχα οι επενδύσεις, πρώτα απ’ όλα από το ξένο κεφάλαιο,  αποτελούν τη μοναδική ελπίδα για τη σωτηρία της χώρας και την έξοδο από την κρίση.  Αποδεικνύεται περίτρανα ότι παρά το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις των τελευταίων τριών ετών έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να μετατρέψουν τη χώρα σε χώρα «φιλική προς την επιχειρηματικότητα» και την κερδοφορία, οι πολυπόθητες επενδύσεις, από ξένους και εγχώριους επιχειρηματικούς ομίλους, παραμένουν άπιαστο όνειρο. Παρά την τρομακτική μείωση των μισθών, την κατάργηση των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων, παρά την αλματώδη επέκταση της ευέλικτης και ανασφάλιστης  εργασίας,  παρά τις νέες φοροαπαλλαγές του κεφαλαίου και τα «αναπτυξιακά κίνητρα», παρά τις άγριες περικοπές κοινωνικών δαπανών (κοινωνική ασφάλιση, πρόνοια, υγεία, παιδεία), οι «επενδυτές» δεν ήρθαν...

Η αλήθεια είναι ότι δεν πρόκειται να έρθουν ακόμα και αν η χώρα μετατραπεί σε μια απέραντη Ειδική Οικονομική Ζώνη (ΕΟΖ), όπως με κυνισμό απαίτησαν από την πρώτη στιγμή οι Γερμανοί βιομήχανοι. Δεν πρόκειται να έρθουν για τον ίδιο λόγο που δεν πάνε και στις γειτονικές βαλκανικές χώρες, οι οποίες βρίσκονται επίσης στο «πάτο» της παραπάνω έκθεσης του ΟΗΕ για τις ΞΑΕ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Βουλγαρία, που αν και έχει κατώτατο μισθό 150 ευρώ, κατώτατη σύνταξη 75 ευρώ, ενιαίο φόρο 10% για τα κέρδη των επιχειρήσεων, ανύπαρκτο κοινωνικό κράτος και 80% του λαού κάτω από τα όρια της φτώχειας, δεν αποτελεί ...ελκυστικό τόπο για επενδύσεις. Το 2012 οι ΞΑΕ ανήλθαν στο 1,899 δις δολάρια, ενώ το πρώτο δίμηνο του 2013 έπεσαν στα 40,3 εκατομμύρια ευρώ ή 0,1% του ΑΕΠ της χώρας!

[ ... ]
 
[ περισσότερα εδώ ]

Τρίτη 25 Ιουνίου 2013

Οι Ρίζες του Μίσους



Κορνήλιος Καστοριάδης



Υπάρχουν δύο ψυχικές εκφράσεις του μίσους: το μίσος για τον άλλο και το μίσος για τον εαυτό μας, το οποίο συχνά δεν παρουσιάζεται ως τέτοιο. Αλλά πρέπει να καταλάβουμε ότι και τα δυο έχουν κοινή ρίζα, την άρνηση της ψυχικής μονάδας να δεχθεί αυτό που για την ίδια είναι ξένο. Η οντολογική αυτή διάρθρωση του ανθρώπου επιβάλλει αξεπέραστους εξαναγκασμούς σε κάθε κοινωνική οργάνωση και σε κάθε πολιτικό πλάνο. Καταδικάζει αμετάκλητα κάθε ιδέα για μία«διαφανή» κοινωνία, κάθε πολιτικό πλάνο που αποσκοπεί στην άμεση οικουμενική συμφιλίωση.

Κατά τη διαδικασία κοινωνικοποίησης, οι δύο διαστάσεις του μίσους χαλιναγωγούνται σε σημαντικό βαθμό, τουλάχιστον όσον αφορά τις πιο δραματικές εκδηλώσεις τους. Εν μέρει αυτό επιτυγχάνεται μέσω του μόνιμου αντιπερισπασμού που ασκείται στην καταστροφική τάση από τους «εποικοδομητικούς» κοινωνικούς σκοπούς – την εκμετάλλευση της φύσης, τον συναγωνισμό διαφόρων ειδών (τις «ειρηνικές» αγωνιστικές δραστηριότητες, όπως ο αθλητισμός, τον οικονομικό ή πολιτικό ανταγωνισμό, κτλ). Όλες αυτές οι διέξοδοι κατευθύνουν ένα μέρος του μίσους και της«διαθέσιμης» καταστροφικής ενέργειας, αλλά όχι το σύνολο τους.

Το κομμάτι του μίσους και της καταστροφικότητας που απομένει φυλάσσεται σε μία δεξαμενή έτοιμη να μετατραπεί σε καταστροφικές δραστηριότητες, σχηματοποιημένες και θεσμοθετημένες, που στρέφονται εναντίον άλλων ομάδων – δηλαδή να μετατραπεί σε πόλεμο. Αυτό δεν σημαίνει ότι το ψυχικό μίσος είναι η «αιτία» του πολέμου. Αλλά το μίσος είναι, αναμφίβολα, ένας όρος, όχι μόνο απαραίτητος αλλά και ουσιαστικός, του πόλεμοι».

Το μίσος καθορίζει τον πόλεμο και εκφράζεται μέσω αυτού, Η φράση του Αντρέ Μαλρό «είθε η νίκη σε αυτό τον πόλεμο να ανήκει σε όσους πολέμησαν χωρίς να τον αγαπούν» εκφράζει μία ελπίδα που στην πραγματικότητα διαψεύδεται σε όλους σχεδόν τους πολέμους. Αλλιώς δεν θα καταλαβαίναμε πώς εκατομμύρια άνθρωποι στη διάρκεια της ιστορίας ήταν πρόθυμοι, από τη μία στιγμή στην άλλη, να σκοτώσουν αγνώστους ή να σκοτωθούν από αυτούς. Και όταν η δεξαμενή του μίσους δεν βρίσκει διέξοδο στον πόλεμο, εκδηλώνεται υπόκωφα με τη μορφή της περιφρόνησης, της ξενοφοβίας και του ρατσισμού.

Οι καταστροφικές τάσεις των ατόμων συνάδουν απόλυτα με την ανάγκη μίας κοινωνίας να ενδυναμώνει τη θέση των νόμων, των αξιών και των κανόνων της, ως μοναδικά στην τελειότητα τους και ως τα μόνα αληθινά, ενώ οι νόμοι, τα πιστεύω και τα έθιμα των άλλων είναι κατώτερα, λανθασμένη, άσχημα, αηδιαστικά, φριχτά, διαβολικά.

Και αυτό, με τη σειρά του, βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με τις ψυχικές ανάγκες του ατόμου. Γιατί ό,τι υπάρχει πέρα από τον κύκλο σημασιών που τόσο επίπονα περιέβαλε στον δρόμο προς την κοινωνικοποίηση είναι λανθασμένο, άσχημο, ασύνετο. Το αυτό συμμερίζεται η ομάδα στην οποία ανήκει: φυλή, χωριό, έθνος, θρησκεία. Πρέπει να γίνει σαφώς αντιληπτό ότι κάθε απειλή προς τις θεσμοθετημένες ομάδες, στις οποίες ανήκουν τα άτομα, βιώνεται από αυτά ως πιο σοβαρή από μία απειλή κατά της ζωής τους,

Τα χαρακτηριστικά αυτά παρατηρούνται με μεγαλύτερη ένταση στις εντελώς κλειστές κοινωνίες: στις αρχαϊκές ή παραδοσιακές αλλά ακόμη περισσότερο στις σύγχρονες απολυταρχικές. Η κύρια απάτη είναι πάντα: οι κανόνες μας είναι το καλό· το καλό είναι οι κανόνες μας· οι κανόνες μας δεν είναι ίδιοι με τους δικούς τους· άρα οι κανόνες τους δεν είναι καλοί. Επίσης: ο θεός μας είναι ο αληθινός· η αλήθεια είναι ο θεός μας· ο θεός μας δεν είναι ίδιος με τον δικό τους· άρα ο θεός τους δεν είναι ο αληθινός.

Πάντα φαινόταν σχεδόν αδύνατο οι ανθρώπινες ομάδες να αντιμετωπίζουν το διαφορετικό ως ακριβώς αυτό: απλώς διαφορετικό. Επίσης, ήταν σχεδόν αδύνατο να αντιμετωπίζουν τους θεσμούς των άλλων ως ούτε κατώτερους ούτε ανώτερους αλλά απλώς ως διαφορετικούς. Η συνάντηση μίας κοινωνίας με άλλες συνήθως ανοίγει τον δρόμο για τρεις πιθανές εκτιμήσεις: οι άλλοι είναι ανώτεροι από εμάς είναι ίσοι ή είναι κατώτεροι. Αν δεχτούμε ότι είναι ανώτεροι, οφείλουμε να απαρνηθούμε τους θεσμούς μας και να υιοθετήσουμε τους δικούς τους. Αν είναι ίσοι θα μας ήταν αδιάφορο αν οι άλλοι είναι χριστιανοί ή ειδωλολάτρες. Οι δύο αυτές πιθανότητες είναι απαράδεκτες. Διότι αμφότερες προϋποθέτουν ότι το άτομο πρέπει να εγκαταλείψει τα σημεία αναφοράς του ή τουλάχιστον να τα θέσει υπό αμφισβήτηση.

Δεν απομένει λοιπόν παρά η τρίτη πιθανότητα: οι άλλοι είναι κατώτεροι. Αυτό βεβαίως αποκλείει την πιθανότητα οι άλλοι να είναι ίσοι με εμάς, με την έννοια ότι οι θεσμοί τους απλώς δεν συγκρίνονται με τους δικούς μας. Ακόμη και στην περίπτωση «μη θρησκευτικών» πολιτισμών, μία τέτοια παραδοχή θα δημιουργούσε αναπάντητα ερωτηματική στο καθαρώς θεωρητικό επίπεδο: πώς αντιμετωπίζει κανείς κοινωνίες που δεν αναγνωρίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, επιβάλλουν στους πολίτες τους σκληρές ποινές ή έχουν απαράδεκτα έθιμα;

Ο δρόμος προς την αναγνώριση του διαφορετικού αρχίζει στο ίδιο σημείο και έχει τα ίδια κίνητρα με την αμφισβήτηση των δεδομένων θεσμών της κοινωνίας, την απελευθέρωση των σκέψεων και των πράξεων, εν ολίγοις τη γέννηση της δημοκρατίας και της φιλοσοφίας. Εδώ μπαίνει κανείς σε πειρασμό να πει ότι το άνοιγμα της σκέψης και ο μερικός και σχετικός εκδημοκρατισμός των πολιτικών καθεστώτων της Δύσης συνοδεύτηκαν από την παρακμή του σωβινισμού, της ξενοφοβίας και του ρατσισμού. Ωστόσο, δεν μπορούμε να δεχτούμε αυτή την ιδέα χωρίς να θέσουμε ισχυρούς περιορισμούς. Αρκεί να σκεφτούμε με πόσο ακραία επιθετικότητα επανεμφανίστηκε ο εθνικισμός, η ξενοφοβία και ο ρατσισμός τον 20ό αιώνα σε χώρες «ανεπτυγμένες» και «δημοκρατικές».

Όλα όσα ειπώθηκαν μέχρι εδώ αφορούν τον αποκλεισμό του άλλου. Δεν αρκούν για να «εξηγήσουμε» γιατί αυτός ο αποκλεισμός γίνεται διάκριση, περιφρόνηση, απομόνωση, και τελικά μίσος, λύσσα και δολοφονική τρέλα. Δεν πιστεύω όμως ότι μπορεί να υπάρξει γενική «εξήγηση».

Μπορώ μόνο να αναφέρω έναν παράγοντα που αφορά τις μαζικές εκρήξεις εθνικού και ρατσιστικού μίσους στη σύγχρονη εποχή. Η κατάρρευση, στις καπιταλιστικές κοινωνίες, σχεδόν όλων των αρχών είχε ως επίπτωση τη συσπείρωση για λόγους ταύτισης γύρω από τη «θρησκεία», το «έθνος» ή τη «ράτσα» και όξυνε το μίσος προς τους ξένους. Η κατάσταση δεν είναι διαφορετική στις μη ευρωπαϊκές κοινωνίες που υφίστανται το σοκ της εισβολής του μοντέρνου τρόπου ζωής, άρα και την κονιο­ποίηση των παραδοσιακών ση­μείων αναφοράς με τα οποία ταυτίζονται τα άτομα. Το αποτέλεσμα είναι η αύξηση του θρησκευτικού και/ή εθνικού φανατισμού.

Μία τελευταία παρατήρηση που αφορά τον ρατσισμό. Το κύριο και καθοριστικό χαρακτηριστικό του ρατσισμού είναι η «απαραίτητη μη μετατρεψιμότητα» του άλλου. Ο θρησκευτικά μισαλλόδοξος δέχεται με χαρά τον προσηλυτισμό των απίστων ο «λογικά» εθνικιστής χαίρεται όταν ξένα εδάφη προσαρτώνται στη χώρα του και οι κάτοικοι τους «αφομοιώνονται» Δεν είναι όμως τέτοια η περίπτωση του ρατσιστή. Οι γερμανοί εβραίοι θα ήθελαν να παραμείνουν πολίτες του Τρίτου Ράιχ· αλλά οι ναζιστές ούτε να το ακούσουν.

Ακριβώς γιατί στην περίπτωση του ρατσισμού το αντικείμενο του μίσους πρέπει να είναι «μη μετατρέψιμο». Γι” αυτό ο ρατσιστής επικαλείται ή εφευρίσκει δήθεν φυσικά (βιολογικά), άρα μη μετατρέψιμα, χαρακτηριστικά του αντικειμένου του μίσους του: το χρώμα του δέρματος του, τα διακριτικά γνωρίσματα του προσώπου του. Τέλος, θα ήταν απολύτως δικαιολογημένο να συνδέσουμε αυτή την ακραία μορφή του μίσους προς τον άλλο με το πιο σκοτεινό, πιο άγνωστο και πιο συγκρατημένο είδος μίσους: το μίσος προς τον εαυτό μας.

Η αυτονομία, δηλαδή η πλήρης δημοκρατία, και η αποδοχή του άλλου δεν αποτελούν φυσική ανθρώπινη κλίση. Αμφότερες συναντούν τεράστια εμπόδια. Γνωρίζουμε από την ιστορία ότι ο αγώνας για τη δημοκρατία είχε μέχρι σήμερα οριακά μεγαλύτερη επιτυχία από τον αγώνα κατά του σωβινισμού, της ξενοφοβίας και του ρατσισμού. Αλλά για όσους είναι στρατευμένοι στο μοναδικό πολιτικό πλάνο που χρήζει υπεράσπισης, το πλάνο της οικουμενικής ελευθερίας, ο μοναδικός ανοικτός δρόμος είναι η συνέχιση του αγώνα κόντρα στο ρεύμα.