Σάββατο 31 Μαρτίου 2012

Η ΔΗΜΑΡ τραβάει την ...κατηφόρα



Η τόλμη να είσαι καθεστωτικός (από την ΑΥΓΗ)

Ημερομηνία δημοσίευσης: 30/03/2012
Του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου*

Από την ίδρυσή του, το 1974, το ΠΑΣΟΚ στηρίχτηκε σε έναν πρωτόγνωρο για τα μεταπολεμικά δεδομένα κοινωνικό ριζοσπαστισμό, αυτόν της Μεταπολίτευσης. Στο έδαφος αυτής της κοινωνικής συνθήκης (τα κόμματα φέρουν πάντα στο ακέραιο το κλίμα της συγκυρίας στην οποία συγκροτήθηκαν), το ΠΑΣΟΚ δημιούργησε προσδοκίες σε ένα δυναμικό που ξεκινούσε από αγωνιστές της άκρας Αριστεράς και έφτανε μέχρι το προδικτατορικό Κέντρο
Οι αναγνώστες της Αυγής θα θυμούνται την έκκληση «κατά του λαϊκισμού και της ανευθυνότητας στον δημόσιο λόγο», που απηύθυναν πέρσι τον Ιούνη, εν μέσω καθολικής κοινωνικής αγανάκτησης, 32 άνθρωποι «των γραμμάτων και των τεχνών», υπό τη δραματική προτροπή «Τολμήστε!». Χάριν της «επιβίωσης της Ελλάδας», σημείωναν εκεί οι υπογράφοντες, οι υπεύθυνες δυνάμεις θα έπρεπε να παραμερίσουν αγκυλώσεις και ιδιοτέλειες, διότι η χώρα χρειάζεται ηγεσία «εθνικής ανασυγκρότησης», ώστε οι κατακτήσεις της να περιφρουρηθούν και να αποφευχθεί η εθνική καταστροφή.

Θυμήθηκα το κείμενο των «32» -προοίμιο του κατοπινού «Για την Ελλάδα, τώρα!», των Διαμαντοπούλου, Χατζιδάκη και Αλιβιζάτου-, με αφορμή προχτεσινό σημείωμα του Μάκη Διόγου, μέλους της Κεντρικής Επιτροπής της ΔΗΜ.ΑΡ., με τον εξίσου δραματικό τίτλο «Πρέπει να τολμήσουμε!» (protagon 28.3.2012). Ποιο είναι αυτό το τόσο τολμηρό που προτείνει εκεί ο αρθρογράφος; «Ανανεωτές της Αριστεράς, Σοσιαλδημοκράτες, Αριστεροί Φιλελεύθεροι, Οικολόγοι, Μεταρρυθμιστές πρέπει να βρούμε κοινό βηματισμό και να αντιμετωπίσουμε τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα», μεταξύ αυτών, και τον «καθημερινό φασισμό των συντεχνιακών μειοψηφιών».

Διαβάζοντας τις κοινοτοπίες του Διόγου, και ανακαλώντας την περσινή έκκληση των 32 (αυτοί, και όχι η Αριστερά, είναι οι προνομιακοί συνομιλητές του κόμματος), πείστηκα πόσο λάθος έχουν πολλοί αριστεροί να κατηγορούν τη ΔΗΜ.ΑΡ. ως «νέο ΠΑΣΟΚ». Ο πανσυλλεκτισμός, ο προεδροκεντρισμός και ο κυβερνητισμός της ΔΗΜ.ΑΡ. μπορεί να εξηγούν την αναλογία, κατά τη γνώμη μου όμως δεν αρκούν για να την επιβεβαιώσουν.

Από την ίδρυσή του, το 1974, το ΠΑΣΟΚ στηρίχτηκε σε έναν πρωτόγνωρο για τα μεταπολεμικά δεδομένα κοινωνικό ριζοσπαστισμό, αυτόν της Μεταπολίτευσης. Στο έδαφος αυτής της κοινωνικής συνθήκης (τα κόμματα φέρουν πάντα στο ακέραιο το κλίμα της συγκυρίας στην οποία συγκροτήθηκαν), το ΠΑΣΟΚ δημιούργησε προσδοκίες σε ένα δυναμικό που ξεκινούσε από αγωνιστές της άκρας Αριστεράς και έφτανε μέχρι το προδικτατορικό Κέντρο. Ήταν τα χρόνια της προτροπής «αυτοοργανωθείτε», χάρη στην οποία χιλιάδες άνθρωποι έφτιαξαν σωματεία, φοιτητικούς συλλόγους, αγροτικούς συνεταιρισμούς και κινήσεις γυναικών, διάβασαν Μαρξ (όπως και να τον διάβασαν και ό,τι κι αν κατάλαβαν...), παρακολούθησαν τη διαδρομή εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων (όπως κι αν αυτά κατέληξαν) και γέμισαν τις γειτονιές με δραστήριες κομματικές οργανώσεις.

Τι σχέση μπορεί να έχουν όλα αυτά με ένα κόμμα που μιλάει στην κοινωνία αποκλειστικά μέσω των τηλεοπτικών στούντιο και των μεγάλων συγκροτημάτων του Τύπου; Τι σχέση έχει το δυναμικό που επένδυσε προσδοκίες (πριν διαψευστεί οικτρά) με τον ακατάσχετο Ψαριανό και τον αχαρακτήριστο Χωμενίδη ή με τη νεολαία της ΔΗΜΑΡ, που καταγγέλλει ως «ανομικούς» φοιτητές και πανεπιστημιακούς που κινητοποιούνται κατά του νόμου Διαμαντοπούλου; Τι σχέση έχει με το ΠΑΣΟΚ του τότε με το σημερινό «υπέρ» του Αμοιρίδη στον μόνιμο Μηχανισμό Στήριξης των τραπεζών, που μετά έγινε «κατά» (διότι έχομε και εκλογές), και τι σχέση έχει η καταγγελία κατά της Die Linke από τον Γεωργάτο, που επίσης μαζεύτηκε σε δεύτερο χρόνο (διότι, είπαμε, έχομε και εκλογές); Σε τι μοιάζουν δύο κόμματα, με το ένα τη δεκαετία του '70 να υποστηρίζει τα ένοπλα κινήματα των «εξαρτημένων» χωρών, και το άλλο σήμερα να καταπίνει αμάσητη (και) την ελληνοϊσραηλινή προσέγγιση, όπως εξάλλου και κάθε κρατική στρατηγική, με πρώτη τη «δεσμευτική» μνημονιακή; Και πώς σχετίζονται, τέλος, ένα ΠΑΣΟΚ που ως το '89 κατηγορείται από τη ΝΔ ότι υποθάλπει τη «17Ν», με μια ΔΗΜ.ΑΡ. που το 2012 αφήνει αιχμές κατά του ΣΥΡΙΖΑ για υποκίνηση επεισοδίων και υποδαύλιση της βίας; Παρεμπιπτόντως: αν αυτό δεν είναι κιτρινισμός και χαφιεδισμός, τότε οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους.

Έχει ενδιαφέρον ότι όλα τα προαναφερθέντα «επιτεύγματα» της ΔΗΜ.ΑΡ. -και δεν αναφέρομαι καθόλου στις αδιανόητες δηλώσεις στελεχών της για το μεταναστευτικό, εν μέσω κατασκευής στρατοπέδων συγκέντρωσης (κι εδώ η ΔΗΜ.ΑΡ. είναι πιο κοντά στον Σαββόπουλο των «32», παρά στην ανανεωτική αριστερά που επικαλείται...)- σημειώνονται πολύ πριν το κόμμα αναλάβει οποιαδήποτε κυβερνητική ευθύνη, όπως διακαώς επιδιώκει. Εύλογα αναρωτιέται κανείς: αν μια σειρά από «ολισθήματα» και ένας τόσο ψοφοδεής καθεστωτισμός χαρακτηρίζουν ένα κόμμα πριν αυτό δοκιμαστεί «στα δύσκολα», τι είδους παραχωρήσεις θα κάνει αυτό όταν η χώρα πάψει επιτέλους να διοικείται από μονοκομματικές κυβερνήσεις - όταν δηλαδή, και με τη δική τους συμβολή, πάψει να υφίσταται αυτό που οι πρώην συναγωνιστές μας αναγνωρίζουν από δεκαετίες ως τη μείζονα αιτία των δεινών στη χώρα; (Η παρούσα συγκυβέρνηση, που ως γνωστόν υποστήριξε το 40% του κόμματος, δεν μετράει, ως «εκτάκτων συνθηκών»).

Αν υπάρχει μια προσωρινή, έστω, απάντηση, αυτή θα μπορούσε να αναζητηθεί στον μέχρι στιγμής απολογισμό της θητείας Καμίνη στον Δήμο της Αθήνας -μια θητεία που, περιέργως, η ΔΗΜ.ΑΡ. φαίνεται να μην χρεώνεται πολιτικά, μολονότι στην υποψηφιότητα του πρώην Συνηγόρου η ίδια «έπαιξε τα ρέστα της».

Θυμάμαι εκείνη την απίστευτη εκπομπή με τον Μπουτάρη, στους «Πρωταγωνιστές» του Θεοδωράκη, όταν ο μόλις εκλεγμένος Καμίνης, χωρίς να έχει δεχτεί την παραμικρή πίεση από τους συνομιλητές του, πρότεινε να αναλάβει ο στρατός την αποτροπή της εισόδου «λαθρομεταναστών» στα σύνορα - ό,τι δηλαδή έλεγε και ο Κακλαμάνης προεκλογικά, ενθουσιάζοντας τους ελληνόψυχους του κέντρου και όχι μόνο. Μετά και την εύλογη επιπλέον πίεση που υφίσταται (;) στη θέση πια του δημοτικού άρχοντα, ο εκλεκτός της ΔΗΜ.ΑΡ. συνέχισε, από τότε και μέχρι σήμερα, στην ίδια ρότα: πότε καταφερόμενος κατά των εργαζομένων του δήμου και των κινητοποιήσεών του, πότε ζητώντας από την κυβέρνηση την εκδίωξη των Ρομά απ' τον Βοτανικό, πότε ξηλώνοντας τα παγκάκια όπου επιβίωναν οι άστεγοι του κέντρου της Αθήνας, χάριν της εορταστικής εικόνας της πόλης. Τελευταίο «χτύπημα», η παρότρυνση και των άλλων δήμων της περιφέρειας, να δεχτούν κι αυτοί στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών - το πρόβλημα δεν είναι μόνο της Αθήνας και οι «σκούπες» από μόνες τους δεν αρκούν.

Μ' αυτά και μ' εκείνα, αν ζούσε ακόμα ο Καστοριάδης, μάλλον δεν θα είχε επιφύλαξη να το πει: «Δημοκρατική Αριστερά» - δύο λέξεις, δύο ψέματα.



* Ο Δημοσθένης Παπαδάτος - Αναγνωστόπουλος είναι μέλος της ΚΠΕ του ΣΥΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια: