Παρασκευή 28 Ιουνίου 2019

Συνέντευξη της Εκπροσώπου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία στο Newsbeast.gr

Έφη Αχτσιόγλου: Το 2014 δεν ξέραμε αν η χώρα μας έχει αύριο και τώρα σχεδιάζουμε την Ελλάδα του 2023

Συνέντευξη της Εκπροσώπου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία στο Newsbeast.gr

- Μπορεί να είστε ένα σχετικά νέο πρόσωπο στην πολιτική σκηνή του τόπου αλλά αφήσατε ήδη το στίγμα σας. Είστε μια δυναμική γυναίκα. Μία από τις έξι γυναίκες που πρέπει να προσέξουμε τα επόμενα χρόνια, σύμφωνα με δημοσίευμα των Financial Times. Σε προσωπικό επίπεδο πού θέλετε να το φτάσετε; Ποιο είναι το όραμά σας;
Ξέρετε τα τελευταία χρόνια ήταν, μεταξύ άλλων, μια καλή άσκηση στο πόσο επισφαλές είναι να κάνουμε μακροπρόθεσμες προβλέψεις για το προσωπικό μας μέλλον. Η διάσταση του απρόβλεπτου τελικά δεν αφορά μόνο τις μεγάλες ιστορικές αφηγήσεις, αλλά διαπερνά την καθημερινότητα του καθενός και της καθεμίας από εμάς. Και αυτή είναι μια χρήσιμη υπόμνηση. Όπως φαντάζεστε, δεν είχα προσχεδιάσει το ότι κάποια στιγμή θα είχα την τιμή, και την ευθύνη, να βρεθώ επικεφαλής του υπουργείου Εργασίας. Στο πνεύμα αυτό, πιστεύω ότι οι προσωπικοί μας στόχοι μεταβάλλονται μέσα στο χρόνο και συναρτώνται από συλλογικές αναζητήσεις και προβληματισμούς. Και το δικό μου όραμα είναι ακριβώς αυτό: να μπορώ με τη δουλειά και τη σκέψη μου, από όποια θέση, να συμβάλλω σε ένα συλλογικό σχέδιο που έχει στο επίκεντρό του την ανάδυση ενός νέου υποδείγματος οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής.

- Το διάστημα των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς, είχατε βιώσει φόβο για μια πιθανή αποτυχία η οποία θα μπορούσε να είχε αντίκτυπο στον κόσμο αλλά και θα σας στιγμάτιζε; Πόσο αλλάζει ένας άνθρωπος όταν γίνεται υπουργός;
Δεν ήταν ακριβώς φόβος. Ήταν μια βαθιά αγωνία που προέκυπτε από την επίγνωση ότι κάθε απόφαση, κάθε λέξη από το κείμενο της συμφωνίας, θα επηρέαζε τις ζωές χιλιάδων ανθρώπων. Αυτό εμπεριέχει ένα τρομακτικό φορτίο ευθύνης. Και αυτό το φορτίο ευθύνης το νιώθαμε όλοι και όλες που είχαμε συμμετοχή στη δύσκολη φάση της διαπραγμάτευσης. Και αν κρατάω κάτι από την εμπειρία της διαπραγμάτευσης, είναι ότι παλέψαμε για πολλά. Και αυτό το «πολλά» εμπεριέχει και την υπεράσπιση δικαιωμάτων και υποδομών που ήταν στο στόχαστρο, εμπεριέχει όμως και την προσπάθεια να κερδίσουμε περισσότερα.
Πολλά περισσότερα από όσα ήταν διατεθειμένοι να μας παραχωρήσουν οι θεσμοί και σίγουρα πολλά περισσότερα από όσα θα επεδίωκε ή θα κατάφερνε η εγχώρια αξιωματική αντιπολίτευση. Και η αντίδρασή της με βοήθησε στο να αλλάξω σε κάτι. Να συνειδητοποιήσω ότι δεν είναι ζητούμενο να είναι όλοι ευχαριστημένοι από τις αποφάσεις σου. Ζητούμενο είναι να νιώθεις ότι έπραξες το καλύτερο δεδομένων των συνθηκών για τα συμφέροντα των πολλών, των ανώνυμων, των εκατομμυρίων ανθρώπων που ζουν και εργάζονται στη χώρα αυτή.
 - Ποια είναι τα όρια της δικής σας ηθικής; Μέχρι πού φτάνει; Πότε αρχίζουν οι κόκκινες γραμμές σας;
Σε έναν τόπο που η πολιτική είναι κατάστικτη από εξαγγελίες περί ηθικής και, συγχρόνως, πρακτικές διαφθοράς, κανείς πρέπει να είναι πάρα πολύ προσεκτικός γι’ αυτά που λέει για να μην φανεί υποκριτικός.
Σε αυτό το πλαίσιο, αν έπρεπε να ορίσω έναν καταστατικό κανόνα για την πολιτική, θα έλεγα να μην είναι η επιδίωξη της εξουσίας αυτοσκοπός και να μπορεί κανείς να αντισταθεί σε αυτόν τον πειρασμό.
Και νομίζω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, όσα λάθη κι αν έκανε, ήταν πιστός σε αυτή την αρχή.
Η δική μου κόκκινη γραμμή; Να έρθει κάποια στιγμή που να θεωρώ ότι η διαπλοκή οικονομικών συμφερόντων και πολιτικής είναι κάτι το φυσιολογικό.

- Πριν τις Ευρωεκλογές, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, υπήρχε η αίσθηση πως οδεύατε στην κάλπη αφ’ υψηλού. Το τελευταίο διάστημα η εικόνα δείχνει να έχει αλλάξει. Χαμηλοί τόνοι και άλλη στρατηγική. Μήπως τελικά δεν είχατε εκτιμήσει σωστά την πραγματική εικόνα που επικρατούσε στην κοινωνία;
Είναι προφανές ότι μετά από κάθε εκλογικό αποτέλεσμα, οι πολιτικές δυνάμεις οφείλουν να αποδεχτούν και να ερμηνεύσουν το μήνυμα που στέλνει η κοινωνία. Ως προς το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών δεν συμφωνώ ότι ήταν υφολογικό το ζήτημα. Αυτό που ανέδειξε το αποτέλεσμα είναι ότι οι ανάγκες και οι προσδοκίες της κοινωνίας μας ήταν μεγαλύτερες απ’ όσα μπορέσαμε να κάνουμε τα τέσσερα αυτά χρόνια. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έγιναν πολλά βήματα αλλά το ότι ο κόσμος περίμενε περισσότερα. Καλούμαστε λοιπόν να μιλήσουμε ακριβώς για το τι ορίζουμε ως περισσότερα.
Γνωρίζουμε όλοι ότι τώρα, για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια, μπορούμε να κάνουμε αυτήν την συζήτηση και ο λόγος είναι απλός: γιατί η κρίση και τα μνημόνια είναι οριστικά πίσω μας. Η επίγνωση αυτή τροφοδοτεί και το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ για την επόμενη μέρα: σχεδιάζουμε και οραματιζόμαστε την Ελλάδα στην οποία η κρίση θα είναι οριστικά το παρελθόν. Και για αυτόν τον λόγο, τώρα που έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε περισσότερα, έχει εξαιρετική σημασία η επιλογή που θα κάνει ο ελληνικός λαός. Αν θα προχωρήσουμε με ένα σχέδιο για περισσότερες θέσεις εργασίας με αυξημένους μισθούς και δικαιώματα, για καλύτερη υγεία και παιδεία, για δικαιότερη φορολογία ή θα επιστρέψουμε στις πολιτικές που δημιούργησαν και όξυναν την κρίση.

- Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να αναδειχθεί πρώτο κόμμα; Γυρίζει η μεγάλη διαφορά που διαμορφώθηκε στις Ευρωεκλογές ή θα ψάξετε μια διαχειρίσιμη ήττα και μετά επιθετική αντιπολίτευση;
Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να αναδειχθεί πρώτο κόμμα. Είναι αναμφίβολα μια δύσκολη μάχη, μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, αλλά είναι μια μάχη ανοιχτή. Δεν είναι η πρώτη φορά που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μία δύσκολη συγκυρία και πιστεύω ότι και αυτή τη φορά θα τα καταφέρουμε. Οι εθνικές εκλογές έχουν το δικό τους ισχυρό διακύβευμα, το οποίο δεν συνδέεται με αυτό τον ευρωεκλογών. Και οι πολίτες ξέρουν ότι ψηφίζουν για τη ζωή τους. Ξέρουν ότι η ψήφος τους αφορά την πολιτική που θα ασκηθεί από την αμέσως επόμενη μέρα στη χώρα, εν προκειμένω αν θα προχωρήσουμε με ένα σχέδιο εμβάθυνσης των κατακτήσεών μας στο οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, ή αν θα προχωρήσουμε με το ακραία νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα του κ. Μητσοτάκη, επιστρέφοντας στην ουσία στο δρόμο που μας οδήγησε πριν χρόνια στην κρίση.

- Πώς θα καταφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ, εάν συνεχίσει και μετά τις εκλογές να είναι κυβέρνηση, να δημιουργήσει 500.000 νέες θέσεις εργασίας την επόμενη τετραετία;
Δεσμευόμαστε ότι θα δημιουργήσουμε 500.000 θέσεις εργασίας και με αυτόν τον τρόπο θα αποκαταστήσουμε πλήρως το 1 εκατομμύριο θέσεων εργασίας που χάθηκαν κατά την διάρκεια της κρίσης. Αυτός ο στόχος είναι απολύτως ρεαλιστικός και στηρίζεται εν πολλοίς στα όσα καταφέραμε αυτήν την τετραετία, όπου δημιουργήσαμε περισσότερες από 400.000 νέες θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα.
Εδώ υπάρχει μια κρίσιμη παράμετρος. Οι περισσότερες θέσεις εργασίας πρέπει να συνδυάζονται με βελτιωμένες αποδοχές και κατοχυρωμένα δικαιώματα. Γι’ αυτό έχουμε συγκεκριμένο πλάνο που περιλαμβάνει κίνητρα για τη δημιουργία θέσεων πλήρους απασχόλησης, επέκταση περισσότερων κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας, διαδοχικές αυξήσεις του κατώτατου μισθού, επιδότηση εισφορών για αύξηση του καθαρού μισθού των εργαζομένων. Και στο ζήτημα της ποιότητας των θέσεων εργασίας δώσαμε συγκεκριμένα δείγματα γραφής. Θα σας πω μόνο ένα παράδειγμα από τον κλάδο των ξενοδοχείων: η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων σήμανε ότι οι μέσες μηνιαίες αποδοχές των εργαζομένων αυξήθηκαν κατά 103 ευρώ.

- Τα μνημόνια γονάτισαν τον ελληνικό λαό. Αυτό το αποδέχονται όλες οι πολιτικές δυνάμεις. Είναι σήμερα η Ελλάδα μια φτωχή χώρα; Μπορεί να ανατραπεί αυτή η κατάσταση;
Η Ελλάδα μπορεί να είναι μια χώρα σήμερα λιγότερο πλούσια από την αρχή της κρίσης αλλά δεν είναι μια φτωχή χώρα. Η οικονομία σημειώνει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, δημιουργούνται χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας, τα δημόσια οικονομικά μας είναι ρυθμισμένα και οργανωμένα σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο επίπεδο, ο κρατικός προϋπολογισμός πλεονασματικός, τα δημόσια ταμεία εύρωστα με ισχυρά αποθεματικά και το δημόσιο χρέος ρυθμισμένο πια ώστε οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας να μην ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ της. Αλλά αφήνοντας στην άκρη τη διάσταση των οικονομικών μεγεθών, η Ελλάδα δεν είναι μια φτωχή χώρα. Ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές μας δεν ήμασταν φτωχή χώρα σε αλληλεγγύη, σε ανθρωπιά, σε δημιουργικότητα.
Η δύναμη μας να ξεπερνάμε τις δυσκολίες, η ικανότητα να σκεπτόμαστε και να δίνουμε λύσεις σε συνθήκες κρίσης έδειξε ότι ακόμα είμαστε μια χώρα πλούσια σε ανθρώπους και δημιουργικές δυνάμεις. Δεν υποτιμώ το αναντίρρητο γεγονός ότι στα χρόνια της ύφεσης φτάσαμε στα όρια μίας ανθρωπιστικής κρίσης. Άλλωστε η αντιμετώπιση αυτής της κρίσης ήταν και η πρώτη προτεραιότητα της κυβέρνησης μας. Είναι όμως ιδιαιτέρα σημαντικό να θυμόμαστε ότι είμαστε μια κοινωνία με μοναδικές δυνατότητες, προϋπόθεση όμως για την αξιοποίηση τους είναι μια πολιτική που να υπηρετεί τους πολλούς και όχι τους λίγους.

- Η αύξηση του κατώτατου μισθού ήταν και παραμένει ένα σημαντικό νομοθέτημα, μια επιτυχία που σε προσωπικό επίπεδο την καρπώνεστε εσείς και η ομάδα σας. Τι άλλο θα θέλατε να κάνετε και τελικά δεν προλάβατε; Ή δε σας το επέστρεψαν οι καταστάσεις;
Πάντα υπάρχει η αίσθηση ότι μπορούσες να κάνεις περισσότερα και δεν πρόλαβες. Ωστόσο νομίζω ότι σε επίπεδο απολογισμού υπάρχουν ήδη πολύ σημαντικά πράγματα: η κατάργηση του υποκατώτατου μαζί με την αύξηση του κατώτατου μισθού, η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, η μείωση της αδήλωτης εργασίας κατά περισσότερες από δέκα μονάδες, τα μέτρα που πήραμε για την ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων και τον περιορισμό της παραβατικότητας στους χώρους δουλείας, για την τήρηση των ωραρίων και τη δήλωση και πληρωμή των υπερωριών, για την προστασία των εργαζομένων στις εργολαβίες, για την πληρωμή των μισθών κ.α.
Για να μην αποφύγω όμως την ερώτησή σας θα ήθελα να είχαμε στην διάθεση μας περισσότερο χρόνο και ιδίως περισσότερο χρόνο με πολιτική ελευθερία για να προχωρήσουμε μέτρα για την ενίσχυση των σχέσεων πλήρους απασχόλησης, για την κάλυψη και άλλων τυφλών σημείων που επιτρέπουν παραβατικότητα στην αγορά εργασίας, αλλά και κυρίως για την ενίσχυση της εργασίας των γυναικών. Αυτοί οι στόχοι υπάρχουν στο πρόγραμμά μας για την επόμενη τετραετία και ελπίζω οι πολίτες να μας δώσουν την ευκαιρία να τους επιτύχουμε ώστε η Ελλάδα το 2023, στο τέλος της επόμενης τετραετίας δηλαδή, να είναι μια ριζικά διαφορετική χώρα.

- Ποιο ήταν το μεγαλύτερο καλό που πρόσφερε στον τόπο η κυβέρνησή σας;
Αν μπορούσε κάποιος να βάλει δίπλα-δίπλα το τι παρέλαβε αυτή η κυβέρνηση και το τι αφήνει θα έβλεπε τι έχει αλλάξει στην χώρα. Το 2014 ζούσαμε με το υπαρξιακό άγχος αν η χώρα μας έχει αύριο, σήμερα αυτό το άγχος έχει εξοβελιστεί από τις ζωές μας. Το πιο σημαντικό που κατάφερε η διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι η χώρα επανήλθε σε μια κανονική πορεία, μπορούμε πλέον να σχεδιάζουμε το μέλλον μας χωρίς την ασφυκτική εξάρτησή μας, πολιτική και οικονομική, από τους δανειστές μας.
Είναι αλήθεια ότι η κυβέρνηση μας αναγκάστηκε να πάρει δύσκολες αποφάσεις αλλά αποφάσεις που συνεπάγονταν πολύ λιγότερες θυσίες σε σχέση με το παρελθόν.Ταυτόχρονα στήριξε ουσιαστικά αυτούς που είχαν πληγεί στα χρόνια της κρίσης. Είναι μεγάλο βήμα μπροστά για όλους μας το ότι πηγαίνουμε σε εκλογές με το ερώτημα ποια είναι η καλύτερη προοπτική για την επόμενη τετραετία χωρίς τους περιορισμούς του παρελθόντος.
 - Ένα σημαντικό λάθος που αν μπορούσατε σήμερα, ως κυβέρνηση, θα το παίρνατε πίσω ή θα το αλλάζατε;
Δεν ξέρω αν είναι ακριβώς λάθος, με την έννοια ότι δεν αντοιστοιχεί σε μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή ή σε ένα γεγονός. Πάντως, υπάρχει κάτι που θα άλλαζα αν μπορούσα.
Αυτό είναι ότι μετά το 2015 ήμασταν αρκετές φορές διστακτικοί στο να προχωρήσουμε σε ριζικά μέτρα και τομές που η κοινωνία περίμενε από εμάς, λόγω του δυσμενέστατου συσχετισμού δυνάμεων στην Ευρώπη. Όμως, η κοινωνική δυναμική που μας είχε αναδείξει περίμενε τέτοια μέτρα και τομές.
Αν θέλει κανείς να το δει αυτό πιο παραγωγικά, ως εμπειρία από τα χρόνια της διακυβέρνησης, θα ήταν ότι, τώρα πια, που έχουμε κατακτήσει τη δημοσιονομική μας ισορροπία, που έχουμε αντιμετωπίσει τα φαινόμενα της φτωχοποίησης του ελληνικού πληθυσμού, φαινομενα που βρήκαμε στις αρχές του 2015, τώρα πια είμαστε σε θέση και είμαστε έτοιμοι να προχωρήσουμε σε πιο ριζικές τομές και μεταρρυθμίσεις για την ανακούφιση των πολλών.

- Η Νέα Δημοκρατία, αν της δοθεί η ευκαιρία να κυβερνήσει, είναι έτοιμη να μειώσει τη φορολογία. Γιατί δεν το κάνατε εσείς αυτό ώστε να τους προλάβετε και ουσιαστικά αλλά και στη μάχη των εντυπώσεων;
Καταρχήν η Νέα Δημοκρατία φαίνεται να έχει αλλάξει θέση. Παρακολουθώντας τις πρόσφατες συνεντεύξεις του κυρίου Μητσοτάκη τι καταλαβαίνει κανείς; Υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα για τη φορολογία, αλλά ισχυρές διαβεβαιώσεις λιτότητας για το κοινωνικό κράτος. Δείτε πιο συγκεκριμένα: δήλωσε ότι το 2019 δεν θα προχωρήσει σε καμία μείωση φόρου, υποσχέθηκε για το 2020 τη μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση (κάτι που η κυβέρνηση ήδη έχει κάνει) και παραπέμπει σε βάθος τετραετίας τις όποιες φοροελαφρύνσεις. Στο ίδιο πνεύμα, δηλώνει ότι για να προχωρήσει σε αυτές θα πρέπει πρώτα να διαπραγματευτεί με τους εταίρους και να έχει την έγκρισή τους.
Εμείς αντίθετα δημιουργήσαμε τον δημοσιονομικό χώρο για να υπάρξει μείωση της φορολογίας και ήδη προχωρήσαμε σε σημαντικές μειώσεις στις ασφαλιστικές εισφορές των ελευθέρων επαγγελματιών και τον ΕΝΦΙΑ, σε κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος για τους συνεταιρισμούς, σε μείωση της φορολογίας επιχειρήσεων, μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση, την ενέργεια και τα τρόφιμα. Για το 2020, θα προχωρήσουμε- εφόσον είμαστε στη διακυβέρνηση- σε μείωση στο 50% της προκαταβολή φόρου, σε κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για εισοδήματα έως 20.000 ευρώ, σε περαιτέρω μείωση του ΕΝΦΙΑ, μείωση του συντελεστή ΦΠΑ από το 13% στο 11% για όλο το φάσμα των προϊόντων και υπηρεσιών και σε μείωση του πρώτου συντελεστή φορολογίας εισοδήματος από το 22% στο 20%. Κι αυτές οι φοροελαφρύνσεις θα πραγματοποιηθούν σε συνδυασμό με αντίστοιχο πακέτο κοινωνικών δαπανών, προσλήψεων στην Υγεία και Παιδεία και ενίσχυσης του κοινωνικού κράτους.
Όμως υπάρχει και μια άλλη κρίσιμη διαφορά. Η Νέα Δημοκρατία θεωρεί πως οι μικρομεσαίοι και οι επιχειρηματικές ελίτ πρέπει να ελαφρυνθούν εξίσου. Η δικιά μας αντίληψη για τις φορολογικές ελαφρύνσεις είναι ότι πρέπει να είναι κλιμακωτές και άρα μεγαλύτερες όσο μικρότερα είναι τα εισοδήματα των πολιτών. Αυτό μας επιτρέπει να διατηρήσουμε τη δημοσιονομική ισορροπία και να προχωρήσουμε και στην αύξηση των κοινωνικών δαπανών.

- Ποια στελέχη της Νέας Δημοκρατίας θα θέλατε να είχαν αριστερές αντιλήψεις και τελικά να τα είχατε δίπλα σας, σε κοινό αγώνα, και όχι απέναντί σας;
Είναι δύσκολη αυτή η ερώτηση. Γιατί όμως; Γιατί σκεφτόμαστε, τουλάχιστον από την δική μας πλευρά, ότι οι άνθρωποι είναι αδιαχώριστοι από τις εμπειρίες τους, τις ιδέες του και τις πράξεις τους. Για να πω πιο άπλα, με μια άλλη πολιτική και κοινωνική διαδρομή θα ήμουν διαφορετικός άνθρωπος, όπως θα ήταν και τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας που με καλείτε να «επιλέξω». Αυτά που λέμε, αυτά που πιστεύουμε, αυτά που πράττουμε δεν είναι ρόλοι. Επομένως είναι λίγο επισφαλής η υπόθεση του πως θα ήταν ο τάδε ή ο δείνα αν είχε την αντιδιαμετρική ιδεολογική τοποθέτηση.

- Τελικά γιατί αξίζει να ψηφίσει κάποιος ΣΥΡΙΖΑ;
Γιατί στις 7 Ιουλίου θα ψηφίσουμε για τις ζωές μας. Δεν είναι μια ψήφος αφηρημένη ή μία επιλογή ανάμεσα σε δύο συγκλίνοντα σχέδια. Υπάρχει ένα ξεκάθαρο ερώτημα: επιστροφή στο γνώριμο παρελθόν της ανασφάλειας ή συνέχιση της προσπάθειας για ένα νέο οικονομικό και πολιτικό υπόδειγμα. Και από αυτό το βασικό ερώτημα προκύπτει το επόμενο: θα συνεχίσουμε την προσπάθεια να μειώσουμε τις κοινωνικές ανισότητες ή θα εμπιστευτούμε τις τύχες της κοινωνίας σε όσους θεωρούν τις ανισότητες και την όξυνσή τους μία φυσική συνθήκη των κοινωνιών;
Η Νέα Δημοκρατία, συνεπικουρούμενη από μια διάχυτη στα ΜΜΕ καταστροφολογία, προετοιμάζει ήδη το έδαφος για επιστροφή στις συνταγές των χειρότερων ημερών της κρίσης, θεωρώντας όπως λένε οι ίδιοι φυσικό τους σύμμαχο το ΔΝΤ. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να επιστρέψουμε στο παρελθόν. Έχουμε τη δυνατότητα να οραματιστούμε την Ελλάδα του 2023, έχουμε τη δυνατότητα να κερδίσουμε το στοίχημα της ανάπτυξης με την κοινωνική πλειοψηφία στο επίκεντρο, έχουμε την ικανότητα να σχεδιάσουμε ένα διαφορετικό κοινωνικό και οικονομικό υπόδειγμα που θα υπηρετεί τα συμφέροντα των πολλών.

Τρίτη 11 Ιουνίου 2019

Με σχέδιο και όραμα για την επόμενη τετραετία

Η εικόνα ίσως περιέχει: 1 άτομο, κείμενο
Προγραμματικό εναρκτήριο λάκτισμα της προεκλογικής περιόδου από τον πρωθυπουργό - "Για πρώτη φορά μετά από δέκα χρόνια συζητάμε για το δικό μας πρόγραμμα για την ερχόμενη τετραετία" τόνισε ο Αλ. Τσίπρας, υπογραμμίζοντας ότι θα το εγκρίνει ο λαός και όχι η τρόικα - "Το δίλημμα των εκλογών: Ή θα κρατήσουμε την Ελλάδα στα χέρια μας ή θα τη δώσουμε πίσω σε αυτούς που τη χρεοκόπησαν. Αυτή είναι απόφαση για τη ζωή μας"
"Τώρα αποφασίζουμε για τη ζωή μας". Με αυτό το σύνθημα ο ΣΥΡΙΖΑ εκκίνησε χθες την προεκλογική εκστρατεία από το Μέγαρο Μουσικής, όπου ο Αλέξης Τσίπρας, ο Αλ. Χαρίτσης, η 'Ε. Αχτσιόγλου, η Μ. Ξενογιαννακοπούλου και ο Ν. Ηλιόπουλος παρουσίασαν αναλυτικα το πρόγραμμα της επόμενης τετραετίας.
Λίγη ώρα νωρίτερα ο πρωθυπουργός είχε επισκεφτεί το Προεδρικό Μέγαρο, όπου ζήτησε από τον Πρ. Παυλόπουλο τη διάλυση της Βουλής και την προκήρυξη πρόωρων εκλογών που θα διεξαχθούν στις 7 Ιουλίου. "Έχουμε μπει σε έναν ενάρετο κύκλο, ο οποίος δεν πρέπει επ' ουδενί να διαταραχθεί, διότι αυτό θα σήμαινε πως οι θυσίες και οι κόποι του ελληνικού λαού θα διακινδύνευαν" ανέφερε στη σύντομη συνομιλία του με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Δικό μας πρόγραμμα

"Έχουμε την πολυτέλεια, για πρώτη φορά μετά από δέκα χρόνια, να συζητάμε για το δικό μας πρόγραμμα για την ερχόμενη τετραετία" τόνισε ο Αλ. Τσίπρας, υπογραμμίζοντας ότι αυτό το πρόγραμμα θα το εγκρίνει ο ελληνικός λαός "και όχι η τρόικα". Κάτι που συμβαίνει, σημείωσε, γιατί η κυβέρνηση έβγαλε τη χώρα από τα Μνημόνια. "Αυτό ακόμη και πριν από λίγους μήνες δεν ήταν αυτονόητο ότι θα συμβεί. Δεν ήταν απλό. Δεν ήταν βέβαιο. Δεν ήταν δεδομένο. Κάποιοι επίμονα πίστευαν καθ' όλη τη διάρκεια της διαδρομής ότι δεν θα αντέξουμε" είπε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε ότι η μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού λαού "πίστεψε ότι μπορούμε". "Χάρη στη δική τους επιμονή κάναμε το όραμα πράξη" επισήμανε και κάλεσε τους πολιτικούς αντιπάλους του να μιλήσουν προεκλογικά με επιχειρήματα, να συγκρίνει ο ελληνικός λαός προγράμματα και σχέδια.

Ανάσα για όσους έβαλαν πλάτη στα δύσκολα

"Σε όλη αυτή τη δύσκολη διαδρομή αναγκαστήκαμε πολλές φορές να σφίξουμε τα δόντια και να πάρουμε δύσκολες αποφάσεις. Κάποιους πικράναμε. Πολλούς δυσαρεστήσαμε" είπε χαρακτηριστικά ο Αλ. Τσίπρας, επισημαίνοντας ωστόσο ότι "είχαμε ευθύνη να φτάσουμε στο ξέφωτο" και κάποιοι "έπρεπε να βοηθήσουν περισσότερο προκειμένου να μην μείνει κανείς πίσω στη διαδρομή. Να μην έχουμε απώλειες". Ξεκαθάρισε ότι κατανοεί την κόπωση και των θυμό αυτών των ανθρώπων, καλώντας τους όμως να αναλογιστούν αν άξιζε τον κόπο αυτή η προσπάθεια. "Αν άξιζε τον κόπο να μην μείνει κανείς μόνος και αβοήθητος. Αν άξιζε τον κόπο να βγουμε από την κρίση χωρίς απώλειες" και να θυμηθούμε πού ήταν η χώρα πριν τέσσερα χρόνια και πού βρίσκεται σήμερα. "Σήμερα", τόνισε, "η Ελλάδα έχει ξανά ανοιχτό τον δρόμο μπροστά της. Γιατί όλοι μαζί αντέξαμε. Και τώρα μπορούμε να ανεβούμε ψηλότερα. Τώρα μπορούμε να δώσουμε ανάσα σε όσους έβαλαν πλάτη στα δύσκολα".

Σήμερα η Ελλάδα είναι πάλι μια ασφαλής χώρα

Θέτοντας το "κρίσιμο ερώτημα", ο Αλ. Τσίπρας τόνισε πως αυτό είναι αν η Ελλάδα θα συνεχίσει την πορεία προς τα εμπρός ή αν θα ξαναγυρίσει πίσω στα δύσκολα και δραματικά χρόνια. Απάντηση, όπως επισήμανε, που θα δοθεί από τον ελληνικό λαό, που είναι ο μόνος "που μπορεί να κλείσει οριστικά την καταπακτή πίσω μας, αλλά και να ανοίξει μπροστά μας διάπλατα τον φεγγίτη για ένα πιο φωτεινό μέλλον". "Είναι ο μόνος που μπορεί να δώσει την απάντηση αν το πολιτικό σύστημα που χρεοκόπησε τη χώρα θα τελειώσει οριστικά ή αν οι θύτες θα επιστρέψουν ως εκδικητές". Αυτοί, πρόσθεσε, "που έκαναν πολιτική χρεώνοντας τις γενιές του μέλλοντος, που μας χρεοκόπησαν, που θέλουν να επιστρέψουν ως δήθεν λυτρωτές από τα δεινά που οι ίδιοι δημιούργησαν".
Όπως σημείωσε χαρακτηριστικά, ο ΣΥΡΙΖΑ παρέλαβε μια Ελλάδα ανήμπορη να πληρώσει μισθούς και συντάξεις, "που δεν έβγαζε τον μήνα, που θα μπορούσε να την εκβιάσει όποιος τη δάνειζε όσο-όσο. Αυτή είναι η πιο σκληρή μνήμη, η πατρίδα που αφέθηκε έρμαιο στις βουλές του κάθε κερδοσκόπου". "Σήμερα η Ελλάδα είναι πάλι μια ασφαλής χώρα" που κανένας δεν μπορεί να την εκβιάσει. Γι' αυτό, πρόσθεσε, "όλοι οι Έλληνες βρισκόμαστε ενώπιον μιας ιστορικής απόφασης κι αυτό είναι το δίλημμα των εκλογών: Ή θα κρατήσουμε την Ελλάδα στα χέρια μας ή θα τη δώσουμε πίσω σε αυτούς που τη χρεοκόπησαν. Αυτή είναι απόφαση για τη ζωή μας".

Αμετανόητοι οι υπαίτιοι της καταστροφής

Αναφερόμενος στους "υπαίτιους της καταστροφής", που λένε πως "το κοντέρ μηδένισε" με την εκλογική τους ήττα το 2015, τόνισε πως αυτή η ήττα "δεν εξαγνίζει κι αυτό γιατί παραμενουν στις ίδιες προγραμματικές θέσεις, παραμένουν αμετανόητοι, παραμένουν ίδιοι". "Τι άλλαξαν στο πρόγραμμά τους; Γιατί δεν πέτυχαν τότε και θα πετύχουν τώρα;" σημείωσε και πρόσθεσε: "Γιατί δεν έφεραν ποτέ την ανάπτυξη και τις φοροελαφρύνσεις και θα τις φέρουν τώρα; Γιατί δεν έφεραν ποτέ την επενδυτική άνοιξη, παρά μόνο τον χειμώνα, και θα τη φέρουν τώρα; Γιατί δεν έφεραν ποτέ την πρόοδο, τη δικαιοσύνη και το φως και θα τα φέρουν τώρα;".
"Οι ευθύνες του παλιού πολιτικού συστήματος για την οικονομική και ηθική χρεοκοπία είναι τεράστιες. Και δεν παίρνουν συγχωροχάρτι. Ο μόνος τρόπος για να βγούμε οριστικά από την κρίση, μια και καλή, είναι να τελειώσουμε οριστικά με τις αιτίες της. Με αυτά αλλά και με αυτούς που διαχειρίστηκαν αυτές τις αιτίες" σημείωσε ο Αλ. Τσίπρας.

Προσκλητήριο αλλαγής

"Τώρα ήρθε η ώρα να είναι σε θέση κάθε Ελληνίδα και κάθε Έλληνας να ζήσει καλύτερα" είπε ο πρωθυπουργός. "Να αισθανθεί στην καθημερινότητά του ότι οι κόποι έπιασαν τόπο. Να σχεδιάσει κάθε ελληνική οικογένεια με ηρεμία και ασφάλεια μια καλύτερη ζωή. Γι' αυτούς και τα παιδιά τους" συνέχισε.
"Εμείς, που έχουμε αποδείξει πως τα καταφέραμε στα πολύ δύσκολα, δικαιούμαστε την ευκαιρία να κυβερνήσουμε αυτή τη φορά χωρίς τα χέρια δεμένα πίσω από την πλάτη, χωρίς Μνημόνια και αυστηρή επιτροπεία, για αποδείξουμε ότι μπορούμε να εγγυηθούμε μια καλύτερη ζωή για όλες και όλους σε αυτή τη χώρα" υπογράμμισε ο πρωθυπουργός. Απηύθυνε, τέλος, προσκλητήριο αλλαγής, και πρώτα απ' όλους στους νέους καλώντας τους να βγουν μπροστά, να διεκδικήσουν και να απαιτήσουν μια καλύτερη Ελλάδα, να πάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους.

Δευτέρα 3 Ιουνίου 2019

Η ενηλικίωση του ΣΥΡΙΖΑ (από την ΑΥΓΗ)

Του Κώστα Δουζίνα*
Η εκτίμηση των εκλογών γίνεται κυρίως στο μικροεπίπεδο: τι πήγε λάθος στην επικοινωνιακή πολιτική, γιατί οι οικονομικές ελαφρύνσεις δόθηκαν τόσο αργά, μήπως η αρνητική εκστρατεία δεν βοήθησε. Όλα αυτά και πολλά άλλα επηρέασαν το εκλογικό αποτέλεσμα. Αλλά η ανάλυση που παραμένει στο εμπειρικό -και επιφανειακό- επίπεδο ενός φαινομένου γίνεται πολυπαραγοντική, οι αιτιακές σχέσεις πολλαπλασιάζονται, αιτίες και αποτελέσματα συγχέονται. Είναι χρήσιμη η συζήτηση αλλά για να βγάλουμε μακροπρόθεσμα συμπεράσματα πρέπει να εξετάσουμε τα βαθύτερα αίτια και τα δομικά χαρακτηριστικά της πολιτικής συγκυρίας.
Η υποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί ήττα στο εκλογικό πεδίο αλλά κομβικό σταθμό στην πορεία ενηλικίωσής του. Το κόμμα τού 4% εκτινάχθηκε στο 37% το 2015 αντλώντας ψήφους από τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ. Αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε τις εκλογικές νίκες χωρίς να έχει ιδεολογική ηγεμονία. Η απάντηση σε όσους κατηγορούν τον ΣΥΡΙΖΑ ότι πρόδωσε τις αξίες του είναι πως ο λαός δεν τον ψήφιζε όταν ήταν ένα μικρό αριστερό κόμμα. Οι διαδοχικές νίκες το 2014 και 2015 δεν μπορούν να αποδοθούν αποκλειστικά στα ριζοσπαστικά διαπιστευτήρια του ΣΥΡΙΖΑ. Η νίκη στις εκλογές προέκυψε από την εναντίωση στα Μνημόνια αλλά και στη δυναστική και εξουσιολάγνα λογική της Δεξιάς και του ΠΑΣΟΚ. Η Ελλάδα ψήφισε τη ριζοσπαστική Αριστερά αλλά δεν έγινε πλειοψηφικά αριστερή.
Η πολυσυλλεκτική εκλογική πελατεία του 2015 αποτελούσε σημαντική πρόκληση για τη μακροζωία της κυβέρνησης και την ευημερία του κόμματος. Ήταν ανομοιογενής, εύθραυστη, αποδείχτηκε προσωρινή. Η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ ήταν περισσότερο μια καταδικαστική ετυμηγορία για τα Μνημόνια παρά μια θετική υιοθέτηση των σοσιαλιστικών ιδανικών. Αυτή η «ανωμαλία» έγινε φανερή το 2014, με την ταυτόχρονη διεξαγωγή των ευρωπαϊκών και αυτοδιοικητικών εκλογών. Ο ΣΥΡΙΖΑ προηγήθηκε με άνεση στις πρώτες αλλά έχασε τους περισσότερους δήμους και περιφέρειες, με σημαντική εξαίρεση την Αττική. Οι αποτυχίες στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, στα εργατικά συνδικάτα, τους επαγγελματικούς και φοιτητικούς συλλόγους, ήταν και παραμένουν αποτέλεσμα της περιορισμένης γείωσης του κόμματος στην κοινωνία των πολιτών και τους κοινωνικούς θεσμούς. Ο αντίκτυπος των δεκαετιών διακυβέρνησης από τη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ στην Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν μπορεί εύκολα να ανατραπεί. Οι δήμαρχοι και οι δημοτικοί σύμβουλοι είναι κοινωνικά εδραιωμένοι, διαθέτουν ένα εκτεταμένο πελατειακό δίκτυο που μοιράζει εργολαβίες και ικανοποιεί χάρες σε τοπικό επίπεδο. Η αποκάλυψη αυτών των δικτύων και της τοπικής μικροδιαφθοράς απαιτεί χρόνο και αποφασιστικότητα. Είναι αναγκαία η αλλαγή νοοτροπίας και συμπεριφορών, όχι η απλή αντικατάσταση μερικών προσώπων.
Το 2015, η έλλειψη κοινωνικής γείωσης συγκαλύφτηκε από τον ούριο άνεμο της αντιμνημονιακής διαχωριστικής γραμμής. Η αριστερή κυβέρνηση δεν κατάφερε όμως να κάνει κυρίαρχες τις ιδέες της Αριστεράς. Οι προτεραιότητες ήταν άλλες. Σίγουρα, ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε περισσότερα για την κοινωνία από οποιοδήποτε άλλο κόμμα. Η Ελλάδα του 2019 είναι σε ασύγκριτα καλύτερη κατάσταση από αυτήν του 2015. Αλλά οι επιτυχίες στην οικονομική πολιτική, η εμβάθυνση του κοινωνικού κράτους, η αρχή της επιστροφής των απολεσθέντων στη διάρκεια της κρίσης δεν ήταν αρκετές για να καλύψουν την ελλιπή κοινωνική γείωση και την απουσία ηγεμονίας. Έτσι η αναντιστοιχία μεταξύ των αποτελεσμάτων του 2015 και της «κοινής γνώμης» οδήγησε στην υποχώρηση του 2019. Οι κεντροδεξιοί, αλλά όχι οι πασοκογενείς, επέστρεψαν στον φυσικό τους χώρο. 12% των ψηφοφόρων του 2015, ένα 4% του εκλογικού σώματος, γύρισε στο σπίτι τους και δεν μπορέσαμε να τους αντικαταστήσουμε. Έτσι αντιστράφηκε η νίκη των ευρωεκλογών του 2014 και έχουμε χειρότερα αποτελέσματα στις αυτοδιοικητικές εκλογές. Ένα κόμμα δεν μπορεί να διατηρήσει την εκλογική δύναμη στηριγμένο στην αδιαμεσολάβητη σχέση μεταξύ της ηγεσίας και του λαού. Ο γενικός αυτός κανόνας ισχύει ακόμη περισσότερο για την Αριστερά. Η αντιπροσώπευση των εργαζομένων και η έκφραση των ελπίδων τους μπορεί να γίνει μόνο μέσα από μια πυραμιδωτή και δημοκρατική θεσμική οργάνωση.
Εδώ όμως, δίπλα στη σχετική αποτυχία, εμφανίζονται και οι θετικές πλευρές των εκλογών: η ενηλικίωση του ΣΥΡΙΖΑ. Το 24% των ευρωεκλογών αποτελεί την απαρχή του αγώνα για την ιδεολογική ηγεμονία. Ο σκληρός πυρήνας, το ένα τέταρτο των ψηφοφόρων που μπορεί να πλησιάσει το τρίτο όταν προστεθούν οι αριστεροί που δεν πήγαν να ψηφίσουν ή επέλεξαν τη «χαλαρή» ή τιμωρητική ψήφο, είναι ένα σταθερό θεμέλιο για την «επίθεση στον ουρανό». Το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών θα είναι αναμφίβολα καλύτερο, χωρίς να αποκλείεται και κάποιο "θαύμα» ανάλογο με αυτά που άλλαξαν την πολιτική ιστορία το 2015. Το σίγουρο είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα βγει από τις εκλογές ως η πλειοψηφική Αριστερά είτε στο πολιτικό στερέωμα είτε στο σύνολο της κοινωνίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι το νέο ΠΑΣΟΚ αλλά όχι με την κοινότοπη ερμηνεία περί δήθεν «πασοκοποίησής» του. Η ριζοσπαστική Αριστερά θα είναι το κυρίαρχο κόμμα του νέου διπολισμού.

Μια πλειάδα αντιφάσεων

Πώς θα χτίσουμε στο σταθερό θεμέλιο του 2019 για να πετύχουμε την ιδεολογική ηγεμονία; Η απόκτηση κοινωνικής γείωσης, η ανακοπή της κυριαρχίας ατομοκεντρικών συμπεριφορών, απόρροιες της καπιταλιστικής βιοπολιτικής, και η αντιστροφή των δεξιόστροφων ιδεολογιών αποτελούν τον μεσο-μακροπρόθεσμο στόχο. Πολιτικά, η εμπειρία της διακυβέρνησης και των προβλημάτων που αντιμετώπισε δίνουν το πιο σημαντικό μάθημα. Θα έλεγα ότι βασικό της χαρακτηριστικό ήταν οι αντιφάσεις.
Η μεγαλύτερη ήταν μεταξύ της αριστερής ιδεολογίας και των πολιτικών λιτότητας που επιβλήθηκαν από τους δανειστές. Η αντίφαση πήρε συγκεκριμένες μορφές. Εμφανίστηκε όταν η ιδεολογία των υπουργών ήρθε σε σύγκρουση με τις πολιτικές που τους επιβλήθηκαν. Οι αντιφάσεις επεκτάθηκαν στις σχέσεις μεταξύ κυβέρνησης και κόμματος. Οι τοπικές οργανώσεις αποτελούν την κοινοτική έκφραση του κόμματος, τα παρακλάδια και τις εκδηλώσεις ενός «συλλογικού» διανοούμενου. Το κόμμα δεν είναι «γραφείο ευρέσεως εργασίας», σε αντίθεση με τα συστημικά, και δεν έγινε τέτοιο. Παρενέβαινε στην κυβέρνηση όταν διακυβεύονταν θεμελιώδεις αξίες ή όταν θίγονταν τα συμφέροντα μιας μεγάλης μερίδας του πληθυσμού. Αλλά, ταυτόχρονα, η κυβέρνηση έπρεπε να συμβουλεύεται το κόμμα και τους βουλευτές του, να αφουγκράζεται τις αγωνίες και τις προσδοκίες των πολιτών. Αυτό συχνά δεν γινόταν και έτσι η κρίσιμη διαμεσολάβηση κυβέρνησης κοινωνίας και βουλευτών ατόνησε. Παράλληλα, κάποιοι υπουργοί απομακρύνθηκαν ιδεολογικά από το κόμμα. Παρερμήνευσαν την αλλαγή που έφερε η άνοδος στην κυβέρνηση ως αλλαγή καθεστώτος και θέλησαν να καθησυχάσουν τους κατεστημένους φορείς, παραμελώντας τους ψηφοφόρους και την ιδεολογία τους. Η έλλειψη ηγεμονίας έγινε έλλειψη επικοινωνίας. Μη κατανοώντας τη διαφορά μεταξύ εξουσίας και κυβέρνησης πίστεψαν ότι είχαν την εξουσία, ενδυναμώνοντας έτσι τους πραγματικούς κατόχους της.
Οι εντάσεις αυτές επεκτάθηκαν στις σχέσεις με τα κοινωνικά κινήματα. Η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ χτίστηκε στη βάση της αντίστασης και του πολιτικού ακτιβισμού. Μετά τις εκλογές, η κοινωνική κινητοποίηση ατόνησε. Η εκλογή μιας κυβέρνησης που υποστηρίζει τα αιτήματα των κοινωνικών κινημάτων επιδρά κατευναστικά. Η εκλογική νίκη αποτελεί την κορύφωση των αντιστάσεων και ο λαός επιστρέφει στο σπίτι του. Αλλά έτσι χάθηκε ο δυναμισμός του δρόμου που προωθεί κοινωνικά αιτήματα και κρατάει την κυβέρνηση σε εγρήγορση.
Το κόμμα πρέπει να μετατρέψει τις ψήφους σε θέσεις στην καρδιά και τον νου των ψηφοφόρων. Πρέπει να γυρίσουμε προς τα πίσω, στην πηγή της επιτυχίας, να συνδυάσουμε το κόμμα με τον δρόμο, την κάλπη με τη λαϊκή κινητοποίηση. Αυτά για αργότερα. Τώρα πρέπει να βγούμε στους δρόμους με ένα καθαρό, θετικό μήνυμα ελπίδας. Κάναμε πολλά, θα κάνουμε περισσότερα. Πρέπει να βάλουμε δίπλα στη βελτίωση της καθημερινότητας το όραμά μας για το μέλλον του τόπου, τη μεταφορά πόρων από το κεφάλαιο στην εργασία και ισχύος από το κράτος στους πολίτες. Ο οικονομισμός των τελευταίων μηνών δεν αρκεί. Έπρεπε να έχουμε μάθει πια ότι δεν είναι μόνο “the economy, stupid”.
Ποια διαχωριστική γραμμή μπορεί να αντικαταστήσει το αντιμνημόνιο; Το τριπλό μέτωπο της αριστερής κυβέρνησης: το ταξικό στις αναδιανεμητικές πολιτικές, το δικαιωματικό-κινηματικό στην προστασία και αναγνώριση δικαιωμάτων και ταυτοτήτων, τέλος, το λαϊκό (οι πολλοί) που περιλαμβάνει μέσα του τα άλλα δύο. Όπως έλεγε ο Χέγκελ, για να εμπεδωθεί μια ριζική αλλαγή, η ιστορία πρέπει να επαναληφθεί. Στις 7 Ιουλίου πάμε για την επανάληψη της ιστορίας όχι ως φάρσας αλλά ως μικρού έπους.

* Ο Κώστας Δουζίνας είναι βουλευτής Α' Πειραιά, πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων, καθηγητής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου