ΠΩΣ ΝΑ ΜΗ ΤΙΜΗΣΕΙΣ ΤΕΤΟΙΟΝ ΙΕΡΕΑ. .
.
Αυτή η μάνα μου η καθαρίστρια!
Αρχιμανδρίτης Βασίλειος Βαρβέλης
Γραμματέας του πατριαρχείου Αλεξανδρείας και πάσης
Αφρικής.
Δευτέρα, 16 Ιουνίου 2014
«Η μάνα μου καθαρίστρια, εγω παιδί κ ανήψι καθαριστριών.
Έλαμπαν τα σπίτια που δούλευε 6 μέρες την εβδομάδα και την έβδομη, την Κυριακή, (στην «αργία» της), να καθαρίσει και το δικό μας το σπίτι κ εμάς, να μαγειρέψει ενα πιάτο ζεστό φαγητο, να πλεινει, ν απλώσει, να σιδερώσει, να μας αγκαλιάσει και να ξεκουραστεί.
Αυτή η μάνα μου!
Αυτές οι Περιστεριώτισες οι μανάδες των φίλων μας, που ξεκινούσαν χαράματα νηστικιές, αφήνοντας τα παιδια στους δρόμους, για να φτάσουν στην Εκάλη, στη Φιλοθέη, στο Ψυχικό, με κρύο, με βροχή, με χιόνι, με ζέστη και να γίνουν «παραδουλεύτρες» όπως τις έλεγαν οι «Κυρίες», για να μας μεγαλώσουν, με το μεροκάματο τους, να μας μορφώσουν, να γίνουμε άνθρωποι. Και οι περισσότεροι γίναμε!
Κ οταν επέστρεφε η μάνα απ τη δουλεία, έχοντας μεσα στην τσάντα της την βρεγμένη της ρόμπα που φορούσε οταν σφουγγάριζε με τα γόνατα τα πατώματα, μικρός εγώ, πολύ μικρός, την ρώταγα με αγωνία:
– Μαμά τι μου έφερες?
– Κούραση παιδί μου, η απάντηση της. Κούραση.
Μεγαλώσαμε με τα ρούχα που έδιναν οι «Κυρίες» στη μάνα μας για ψυχικό. Δικό μας ρούχο δεν είχαμε. Αποφόρια. Μ αυτά ντυνόμασταν.
Μανάδες ηρωίδες!
Σ αυτές τις μανάδες σήκωσε το χέρι του ο Φασισμός. Αυτές τις μανάδες χτύπησαν οι «μπράβοι» των 500 ευρώ.
Αντι να φιλήσουν το χέρι τους,τις έστειλαν στα νοσοκομεία.
Αυτοί που σκότωσαν τον «αδελφό» μας και το «παιδί» μας, τον Γρηγορόπουλο,
αυτοί που προσφέρουν ασυλία στους Ναζιστές, σάρκα από την σάρκα τους, αυτοί που πουλάνε πρέζα στις πιάτσες για να μην ξυπνήσει ποτέ ο λαός, αυτοί που εκδίδουν πόρνες για να μαζεύουν τα ποσοστά,
αυτοί που φέρονται απάνθρωπα στους μετανάστες,
αυτοί που εκβιάζουν καταστηματάρχες,
αυτοί που πάντα υπηρετούν την εκάστοτε εξουσία πιστά, οι ταγματαλήτες στην κατοχή, οι ασφαλίτες στη χούντα, για να λάβουν ως ανταπόδωση το » μέρισμά τους..» τόλμισαν και σήκωσαν το βέβηλο χέρι τους, στις μανάδες μας.
Σ ολα αυτά τα ανθρωπάρια, με τους γυμνασμένους μύες και το ελάχιστο μυαλό, που με την στάση και την συμπεριφορά τους έφτυσαν τις ίδιες τις μανάδες τους, γυρίζω την πλάτη.
Σκληραίνω την καρδιά μου.
Δεν τους ευλογώ πια. Δεν μου βγαίνει.
Δεν έχω ευχή γ αυτούς.
Ολοι αυτοί, θα με βρούν μπροστά τους, στον αγώνα.
Φωνάζω δυνατά:
Ξυπνήστε όλοι, ξύπνα επιτέλους λαέ του Θεού πριν να ειναι αργά.
«ΑΚΟΥΣΑΤΕ οὖν, βασιλεῖς, καὶ σύνετε· μάθετε, δικασταὶ περάτων γῆς. 2 ἐνωτίσασθε οἱ κρατοῦντες πλήθους και γεγαυρωμένοι ἐπὶ ὄχλοις ἐθνῶν· 3 ὅτι ἐδόθη παρὰ τοῦ Κυρίου ἡ κράτησις ὑμῖν καὶ ἡ δυναστεία παρὰ ῾Υψίστου, ὃς ἐξετάσει ὑμῶν τὰ ἔργα καὶ τὰς βουλὰς διερευνήσει· 4 ὅτι ὑπηρέται ὄντες τῆς αὐτοῦ βασιλείας οὐκ ἐκρίνατε ὀρθῶς, οὐδὲ ἐφυλάξατε νόμον, οὐδὲ κατὰ τὴν βουλὴν τοῦ Θεοῦ ἐπορεύθητε. 5 φρικτῶς καὶ ταχέως ἐπιστήσεται ὑμῖν, ὅτι κρίσις ἀπότομος ἐν τοῖς ὑπερέχουσι γίνεται…»
Δευτέρα, 16 Ιουνίου 2014
«Η μάνα μου καθαρίστρια, εγω παιδί κ ανήψι καθαριστριών.
Έλαμπαν τα σπίτια που δούλευε 6 μέρες την εβδομάδα και την έβδομη, την Κυριακή, (στην «αργία» της), να καθαρίσει και το δικό μας το σπίτι κ εμάς, να μαγειρέψει ενα πιάτο ζεστό φαγητο, να πλεινει, ν απλώσει, να σιδερώσει, να μας αγκαλιάσει και να ξεκουραστεί.
Αυτή η μάνα μου!
Αυτές οι Περιστεριώτισες οι μανάδες των φίλων μας, που ξεκινούσαν χαράματα νηστικιές, αφήνοντας τα παιδια στους δρόμους, για να φτάσουν στην Εκάλη, στη Φιλοθέη, στο Ψυχικό, με κρύο, με βροχή, με χιόνι, με ζέστη και να γίνουν «παραδουλεύτρες» όπως τις έλεγαν οι «Κυρίες», για να μας μεγαλώσουν, με το μεροκάματο τους, να μας μορφώσουν, να γίνουμε άνθρωποι. Και οι περισσότεροι γίναμε!
Κ οταν επέστρεφε η μάνα απ τη δουλεία, έχοντας μεσα στην τσάντα της την βρεγμένη της ρόμπα που φορούσε οταν σφουγγάριζε με τα γόνατα τα πατώματα, μικρός εγώ, πολύ μικρός, την ρώταγα με αγωνία:
– Μαμά τι μου έφερες?
– Κούραση παιδί μου, η απάντηση της. Κούραση.
Μεγαλώσαμε με τα ρούχα που έδιναν οι «Κυρίες» στη μάνα μας για ψυχικό. Δικό μας ρούχο δεν είχαμε. Αποφόρια. Μ αυτά ντυνόμασταν.
Μανάδες ηρωίδες!
Σ αυτές τις μανάδες σήκωσε το χέρι του ο Φασισμός. Αυτές τις μανάδες χτύπησαν οι «μπράβοι» των 500 ευρώ.
Αντι να φιλήσουν το χέρι τους,τις έστειλαν στα νοσοκομεία.
Αυτοί που σκότωσαν τον «αδελφό» μας και το «παιδί» μας, τον Γρηγορόπουλο,
αυτοί που προσφέρουν ασυλία στους Ναζιστές, σάρκα από την σάρκα τους, αυτοί που πουλάνε πρέζα στις πιάτσες για να μην ξυπνήσει ποτέ ο λαός, αυτοί που εκδίδουν πόρνες για να μαζεύουν τα ποσοστά,
αυτοί που φέρονται απάνθρωπα στους μετανάστες,
αυτοί που εκβιάζουν καταστηματάρχες,
αυτοί που πάντα υπηρετούν την εκάστοτε εξουσία πιστά, οι ταγματαλήτες στην κατοχή, οι ασφαλίτες στη χούντα, για να λάβουν ως ανταπόδωση το » μέρισμά τους..» τόλμισαν και σήκωσαν το βέβηλο χέρι τους, στις μανάδες μας.
Σ ολα αυτά τα ανθρωπάρια, με τους γυμνασμένους μύες και το ελάχιστο μυαλό, που με την στάση και την συμπεριφορά τους έφτυσαν τις ίδιες τις μανάδες τους, γυρίζω την πλάτη.
Σκληραίνω την καρδιά μου.
Δεν τους ευλογώ πια. Δεν μου βγαίνει.
Δεν έχω ευχή γ αυτούς.
Ολοι αυτοί, θα με βρούν μπροστά τους, στον αγώνα.
Φωνάζω δυνατά:
Ξυπνήστε όλοι, ξύπνα επιτέλους λαέ του Θεού πριν να ειναι αργά.
«ΑΚΟΥΣΑΤΕ οὖν, βασιλεῖς, καὶ σύνετε· μάθετε, δικασταὶ περάτων γῆς. 2 ἐνωτίσασθε οἱ κρατοῦντες πλήθους και γεγαυρωμένοι ἐπὶ ὄχλοις ἐθνῶν· 3 ὅτι ἐδόθη παρὰ τοῦ Κυρίου ἡ κράτησις ὑμῖν καὶ ἡ δυναστεία παρὰ ῾Υψίστου, ὃς ἐξετάσει ὑμῶν τὰ ἔργα καὶ τὰς βουλὰς διερευνήσει· 4 ὅτι ὑπηρέται ὄντες τῆς αὐτοῦ βασιλείας οὐκ ἐκρίνατε ὀρθῶς, οὐδὲ ἐφυλάξατε νόμον, οὐδὲ κατὰ τὴν βουλὴν τοῦ Θεοῦ ἐπορεύθητε. 5 φρικτῶς καὶ ταχέως ἐπιστήσεται ὑμῖν, ὅτι κρίσις ἀπότομος ἐν τοῖς ὑπερέχουσι γίνεται…»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου