Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2016
Κορνήλιος Καστοριάδης, ο φιλόσοφος της αυτονομίας (left.gr)
Ο Κορνήλιος Καστοριάδης γεννήθηκε το 1922 στην Κωνσταντινούπολη και υπήρξε ένας φιλόσοφος που το έργο του μέσα από την διεπιστημονικότητα και την πολυεδρικότητα του κατάφερε να είναι οικουμενικό. Η συμμετοχή του σε ποικίλες πολιτικές και φιλοσοφικές συγκρούσεις αλλά και η σύζευξη γνωστικών πεδίων όπως της φιλοσοφίας, της πολιτικής, της ψυχανάλυσης, της οικονομίας, της βιολογίας τον καθιστούν έναν από τους σημαντικότερους φιλοσόφους του 20ου αιώνα. Έφυγε από τη ζωή, σαν σήμερα, 26 Δεκεμβρίου του 1997
Βιογραφία
Η συμμετοχή του σε ποικίλες πολιτικές και φιλοσοφικές συγκρούσεις αλλά και η σύζευξη γνωστικών πεδίων όπως της φιλοσοφίας, της πολιτικής, της ψυχανάλυσης, της οικονομίας, της βιολογίας τον καθιστούν έναν από τους σημαντικότερους φιλοσόφους του 20ου αιώνα.
Η αφετηρία της ενεργής πολιτικής δράσης του στάθηκε ο τροτσκιστής Άγης Στίνας, στην ομάδα του οποίου προσχωρεί ο Καστοριάδης το 1943, επιλογή που προκαλεί την δίωξη του όχι μόνο από τους Γερμανούς αλλά και το ΚΚΕ του οποίου την στάση αποδοκίμασε κατά τα Δεκεμβριανά. Το 1944 φεύγει με το πορτογαλικό πλοίο Ματαρόα για το Παρίσι όπου και εγκαθίσταται μόνιμα. Εκεί, γίνεται μέλος της τροτσκιστικής Τετάρτης Διεθνούς και του Διεθνιστικού Κομμουνιστικού Κόμματος, με τους οποίους όμως σταδιακά διακόπτει κάθε σχέση.
Μαζί με τον Claude Lefort ιδρύει την ομάδα «Socialisme ou Barbarie» («Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα»), που από την επόμενη χρονιά έως το 1965 εξέδιδε το ομώνυμο περιοδικό. Από πολύ νωρίς, λοιπόν, ο Κ. Καστοριάδης υποστηρίζει ότι ο στόχος των κομμουνιστικών κομμάτων δεν είναι η δημιουργία μίας αταξικής κοινωνίας αλλά μίας κομματικής δικτατορίας.
Το περιοδικό αυτό, το οποίο άσκησε καθοριστική επίδραση στον Μάη του ’68, ήταν ιδιαίτερα επικριτικό στα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού και αποτέλεσε βήμα για γνωστούς διανοητές της Γαλλίας όπως ο Lyotard και ο Debord.
Επίσης, τα βιβλία η Γραφειοκρατική Κοινωνία (1973), η Πείρα του Εργατικού Κινήματος (1974),το Περιεχόμενο του Σοσιαλισμού, ο Σύγχρονος Καπιταλισμός και Επανάσταση, η Γαλλική Κοινωνία (1979), προκύπτουν από κείμενα της εποχής.
Μέσω του περιοδικού, ασκείται σφοδρή κριτική απέναντι στο ρωσικό καθεστώς αλλά και στα δυτικά φιλελεύθερα καθεστώτα θεωρώντας και τα δύο απορροές του γραφειοκρατικού καπιταλισμού.
Ήδη από τα χρόνια του περιοδικού ο Καστοριάδης ήταν πολέμιος της ιστορικής τελεολογίας, δηλαδή είχε διαπιστώσει ότι οι διάφορες δομές (οικονομικές, πολιτικές, πολιτισμικές) δεν προδικάζουν τελεολογικά την εξέλιξη των κοινωνιών.
Αντίθετα, όπως λέει ο Στέφανος Ροζάνης, «έβλεπε τον άνθρωπο ως φορέα απελευθέρωσης των ψυχικών, συναισθηματικών, ενεργητικών και γλωσσικών δυνάμεων. Δυνάμεων που τον ωθούν σε μία υπεύθυνη προσωπική παρέμβαση στο πεδίο των κοινωνικών δράσεων, και άρα τον δομούν ως τελεστή της ανθρώπινης ιστορίας».
Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Καστοριάδης εξέδιδε τα κείμενά του με ψευδώνυμα (Pierre Chaulieu, Paul Cardan, Marc Noiraud κ.α ) καθώς φοβόταν την απέλαση του στην Ελλάδα διότι δεν είχε ακόμη την γαλλική υπηκοότητα. Προς τα τελευταία χρόνια του περιοδικού, ο Καστοριάδης απομακρύνεται από τη μαρξιστική φιλοσοφία και θεωρία της Ιστορίας όσο και από την μαρξιστική οικονομική ανάλυση και στρέφεται προς την ψυχανάλυση, εργάζεται και ο ίδιος ως ψυχαναλυτής μέχρι τον θάνατό του, και γίνεται μέλος της επονομαζόμενης Τέταρτης Ομάδας, ενός κινήματος διαφωνούντων της σχολής του Lacan.
Η μεγαλύτερη συνεισφορά του Καστοριάδη προέρχεται από την σύζευξη της κοινωνικής θεωρίας και της ψυχανάλυσης, η οποία χαρακτηρίζει σταδιακά το σύνολο της σκέψης του, πράγμα το οποίο αποτυπώνεται στο σημαντικότερο βιβλίο του «Η Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας» (1975) και στη σειρά τα «Σταυροδρόμια του Λαβυρίνθου».
Κεντρικός όρος στον στοχασμό του Καστοριάδη είναι «η αυτονομία» της οποίας στόχος είναι η συνειδητοποίηση της αυτοθέσμισης της κοινωνίας. Οι ανθρώπινες κοινωνίες θα πρέπει να μπουν στην εξαιρετικά δύσκολη διαδικασία να συνειδητοποιήσουν την αυτοθέσμιση τους: το γεγονός ότι οι άνθρωποι ενώ συγκροτούνται οι ίδιοι σε κοινότητες, ταυτόχρονα ευθύνονται για την ιστορία τους η οποία είναι αποτέλεσμα της δική τους θέλησης και δράσης.
«Η πολιτική για τον Καστοριάδη υπάρχει όταν υπάρχει η αυτοστοχαστική δράση των ανθρώπων ως συλλογικότητας και δεν υπάρχει όταν οι άνθρωποι εκχωρούν τις επιθυμίες τους, τα όνειρά τους, την δράση τους, την εξουσία τους, στους δήθεν αντιπροσώπους τους που αντιπροσωπεύουν οικογενειακά, κομματικά, ιδιωτικά και προσωπικά συμφέροντα», όπως λέει ο Γιώργος Οικονόμου μαθητής του Κορνήλιου Καστοριάδη.
Το 1979 ο Καστοριάδης εξελέγη διευθυντής της Ecoles des Hautes Etudes en Sciences Sociales. Εκτός από την απασχόλησή του ως ψυχαναλυτής, εργαζόταν ως ειδικός στον ΟΟΣΑ έως το 1970. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης διατηρούσε δυνατούς δεσμούς με την Ελλάδα και τα τελευταία χρόνια της ζωής του έδωσε πολλές διαλέξεις σε ελληνικά πανεπιστήμια. Το 1989 αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτορας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και το 1993 στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης.
Έφυγε από τη ζωή τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 26 Δεκεμβρίου του 1997.
Κορνήλιος Καστοριάδης: Μια πνευµατική βιογραφία
Ο Κ. Καστοριάδης µιλά για την πολιτική του στράτευση, αναλύει τη σκέψη του, µιλά για την Ελλάδα, το '68, το µαρξισµό. Επίσης µιλούν οι Ζακ Λακαριέρ και Ντανιέλ Κον Μπεντίτ. Το έργο του Κορνήλιου Καστοριάδη, η πνευµατική του διαδροµή είναι σε όλους λίγο-πολύ γνωστή. Από το µαρξισµό ως την άρνησή του, περνώντας µέσα από τη φιλοσοφία, την ψυχανάλυση, την οικονοµία, ακόµη και από µια ορισµένη πολιτική επιστήµη, για να µην αναφερθούµε στην ενασχόλησή του µε τις θετικές επιστήµες. Αποκλήθηκε πνεύµα ανατρεπτικό, "τιτάνας του πνεύµατος" κατά τον Εντγκάρ Μορέν, επιχείρησε να επεξεργαστεί νέες έννοιες για την κοινωνική και ατοµική απελευθέρωση, παίρνοντας πάντα τις προφυλάξεις του από κάθε είδους "ουτοπικά προτάγµατα"... Από την «Αυγή», 4/1/1998
Η συνέντευξη παραχωρήθηκε το 1996 στο γαλλικό ραδιόφωνο, στο πλαίσιο ειδικού αφιερώµατος στον µεγάλο στοχαστή. Παρατίθεται μεγάλο μέρος της και ιδιαίτερα τα σημεία που περιγράφουν τη διανοητική πορεία του Κ. Καστοριάδη, τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Γαλλία.
Ποια είναι η πνευµατική σας διαδροµή;
Κορνήλιος Καστοριάδης: Ω... κάθε φορά που µου ζητούν συνέντευξη, µε ερωτούν τα ίδια πράγµατα... (γέλια)... Έχω την εντύπωση ότι επαναλαµβάνοµαι...
Θα ήθελα να σας ρωτήσω τι ήταν για σας η Ελλάδα όταν ήσασταν νέος. Γεννηθήκατε στην Κωνσταντινούπολη, θα µπορούσατε να µιλήσετε για την παιδική σας ηλικία, αργότερα, για την αγωνιστική σας στράτευση;
Κ.Κ.: Γεννήθηκα στην Κωνσταντινούπολη και πήγαµε στην Αθήνα όταν ήµουν τριών µηνών, πρακτικά, όλα αυτά τα χρόνια τα πέρασα στην Αθήνα. Οι γονείς µου έχουν πεθάνει εδώ και πολύ καιρό, τους σκέφτοµαι πάντα µε αγάπη. Συνεισέφεραν τα µέγιστα για να µε κάνουν αυτό που είµαι. Ο πατέρας µου, µε το σεβασµό που πάντα είχε για τα πνευµατικά πράγµατα, θα ήθελε να είχε συνεχίσει τις σπουδές του, υποχρεώθηκε όµως να εργαστεί και έτσι τελείωσε µόνο το Λύκειο. Θαύµαζε τη Γαλλία, το δηµοκρατικό καθεστώς, τη γαλλική ευγένεια, είχε µια βολταιρική πλευρά, ήταν άθεος, αντιµοναρχικός, δηµοκρατικός.
Σας άφησε δηλαδή παρακαταθήκες, που τις φέρατε σε πέρας...
Κ.Κ.: Βέβαια. Και ελπίζω ότι τις πήγα και πιο πέρα... Θυµάµαι κάποιες στιγµές µε ιδιαίτερη συγκίνηση, όπως για παράδειγµα το 1928, όταν ήµουν έξι χρονών, το κέντρο της Αθήνας συγκλονιζόταν από διαδηλώσεις, γιατί είχε εκδηλωθεί απόπειρα πραξικοπήµατος. Με θυµάµαι στην πόρτα του σπιτιού, µε τη µητέρα µου και ένα φίλο του πατέρα µου να έρχεται να τον πάρει για να πάνε στη διαδήλωση. Ο πατέρας µου του λέει, περίµενε λίγο, µπαίνει στο σπίτι για να πάρει το περίστροφό του και να πάει στη διαδήλωση. Η µητέρα µου πέφτει πάνω του, Καίσαρα άσ' το, του λέει...
Καίσαρα;
Κ.Κ.: Ναι, ο πατέρας µου λεγόταν Καίσαρας, η µητέρα µου Σοφία, υπήρχαν βλέπετε κληρονοµιές..., την απώθησε ευγενικά και έφυγε... Για µένα αυτή παραµένει µια εικόνα πολιτικής στράτευσης, όπου κάποιος είναι έτοιµος να πληρώσει µε το αίµα του. Η µητέρα µου ήταν ευγενέστατη, πολύ όµορφη, έπαιζε πιάνο, αγαπούσε τη µουσική, περνούσα ώρες ολόκληρες καθισµένος πλάι της παίζοντάς µου στο πιάνο Μπετόβεν, Σοπέν... Στα δεκαπέντε µου, ήθελα να γίνω συνθέτης. Σπούδασα τέσσερα πέντε χρόνια αρµονία και αντίστιξη και, έπειτα, όταν άκουσα τη σύγχρονη µουσική (εκείνης της εποχής), στην καλύτερη περίπτωση ήταν Ραβέλ, Μπάρτοκ, Σκριαµπίν (γέλια), που δεν γνώριζα, γιατί τότε δεν υπήρχαν δίσκοι... Και, τότε, είπα στον εαυτό µου, όπως έλεγε ο Καντ, η τέχνη είναι δουλειά της µεγαλοφυϊας, αν δεν την έχεις, δεν αξίζει τον κόπο..., και περιορίσθηκα σε αυτοσχεδιασµούς. Εδώ και µια δεκαετία δεν µπορώ να αυτοσχεδιάσω στο πιάνο, έχω να το αγγίξω πάνω από πέντε χρόνια. Πάντα, όµως, νιώθω δεµένος µε αυτό... Έπειτα, είχα και άλλες ευκαιρίες στη ζωή µου. Υπήρχε µια Γαλλίδα γκουβερνάντα που ο πατέρας µου είχε φέρει από τη Λιόν, πολύ περίεργο πρόσωπο, λεγόταν Μαξιµίν, πήρε την ελληνική υπηκοότητα, ντυνόταν αρχαιοελληνικά, ήταν φιλόσοφος, µε διατριβή στη φιλοσοφία των µαθηµατικών. Στην αρχή ήµουν µικρός, δεν µπορούσα να επωφεληθώ τίποτε από αυτή, όταν όµως έγινα δεκατριών - δεκατεσσάρων ετών διαβάζαµε Τολστόι, Ρ. Ρολάν, µου µιλούσε για τη φιλοσοφία κ.λπ. Ήµουν τυχερός και στη φοίτησή µου στο Λύκειο, γιατί σε κάθε τάξη βρισκόταν ένας καθηγητής, µια ξεχωριστή φυσιογνωµία, που έστρεφε ακόµη περισσότερο το ενδιαφέρον µου σε πνευµατικά ζητήµατα.
Αυτό που µε εντυπωσιάζει στις βιογραφίες των προσωπικοτήτων είναι ότι διατείνονται πως από τα τρία τους µόλις χρόνια έχουν στο πετσί τους τον Σαίξπηρ, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη... Ποτέ δεν πίστεψα σε τέτοια παραµύθια. Εσείς λέτε ότι αρχίσατε να διαβάζετε στα δεκατρία σας, είναι κάτι το φυσιολογικό...
Κ.Κ.: Και λίγο νωρίτερα. Όταν ήµουν εφτά χρόνων, διάβαζα πολύ, διάβαζα την ελληνική έκδοση της Ρωµαϊκής Ιστορίας του Μόµσεν, του Ντιρί, Πλάτωνα από ελληνική εγκυκλοπαίδεια. ∆εκατριών - δεκατεσσάρων χρόνων, συνάντησα το µαρξισµό και τη φιλοσοφία. ∆εκατριών, όχι τριών... (γέλια).
Νοµίζω ότι κάποια στιγµή βρεθήκατε κοντά µε ανθρώπους της Miteleuropa. Στην Ελλάδα υπήρχαν πολλοί τέτοιοι, γερµανόφωνοι διανοούµενοι...
Κ.Κ.: Ναι. Η Ελλάδα ήταν και παραµένει ακόµη σε κάποιο βαθµό, παρά τις επίµονες προσπάθειες της γαλλικής κυβέρνησης να καταστρέψει αυτή την κληρονοµιά, χώρα διαποτισµένη από τη γαλλική κουλτούρα. Από µια στιγµή και µετά, αρχίζει να υπάρχει µια αγγλική επιρροή, η γερµανική, περιέργως, αναπτύχθηκε µετά τον Α' Παγκόσµιο Πόλεµο. Ωστόσο, υπάρχει και µια άλλη πλευρά. Η Ελλάδα ήταν και είναι µικρή χώρα µε περιορισµένη εθνική παραγωγή, έστω και αν υπάρχουν ποιητές και λογοτέχνες. Εξαιτίας αυτού, οι µεταφράσεις διαδέχονταν η µία την άλλη, περισσότερο από ό,τι στη Γαλλία. Έτσι, αυτό έδινε ένα χαρακτήρα Miteleuropa, ανθρώπους, δηλαδή, διαποτισµένους από µία µόνο κουλτούρα... Βέβαια, µετά το 1933, µε το χιτλερικό καθεστώς στη Γερµανία, η επιρροή αυτή εντάθηκε. Πέρα όµως από αυτό, εγώ, στο Πανεπιστήµιο, είχα τρεις σχετικά νέους καθηγητές που είχαν σπουδάσει στη Γερµανία (κάτι µεταξύ νεοκαντιανισµού και υπαρξισµού στυλ Γιάσπερς). Όπως και στη λογοτεχνία, άλλωστε. Προσωπικά, ανακάλυψα πολύ νωρίς Ρίλκε και Χέλντερλιν. Όλα αυτά πρόσθεσαν κάποιες κοσµοπολίτικες προκαταλήψεις.
Έχω πάει δύο φορές στην Ελλάδα. Πριν πάω, είχα µια ειδυλλιακή εικόνα για τη χώρα. Όταν επισκέφθηκα όµως για πρώτη φορά την Αθήνα, συνάντησα µια άλλη, άσχηµη εικόνα. Το πλήθος πιο ανατολικό παρά δυτικό, οι άνθρωποι, συγχωρήστε µε, µάλλον άσχηµοι. Πώς περάσαµε από αυτή την ειδυλλιακή Ελλάδα στη σύγχρονη Αθήνα, όπου και εσείς έχετε αυτές τις αρνητικές όψεις;
Κ.Κ.: Η ερώτησή σας είναι πράγµατι πολύ δύσκολη. Αφήνω την απάντηση στον Ζακ Λακαριέρ και ίσως, στο τέλος, προσθέσω κάτι...
Ζακ Λακαριέρ: Υπάρχει κάτι που οι περισσότεροι δυτικοί δεν το καταλαβαίνουν, γιατί δεν το έχουν αισθανθεί. Είτε είµαστε Γάλλοι, Γερµανοί ή Ιταλοί, έχουµε µια δύσκολη και διαιρεµένη ιστορία, αλλά είναι η ίδια. Με τα απρόοπτά της, τους πολέµους της, είναι όµως η ιστορία µας. Οι Έλληνες δεν είχαν ιστορία. Τους ξέφυγε εντελώς, ήδη από το 1453...
Κ.Κ.: Και πιο πριν...
Ζ.Λ.: Τέσσερις αιώνες Οθωµανικής κατοχής παρήγαγαν διάφορα πράγµατα, την Αθήνα για την οποία µιλήσατε, το πλήθος, την άναρχη δόµηση, αυτή την παραφροσύνη... Το 1831, µετά τον πόλεµο της Ανεξαρτησίας, όταν έπρεπε να επιλεγεί πρωτεύουσα, ο Βαυαρός πρίγκιπας είπε: Μα, προφανώς, η Αθήνα... Η Αθήνα, τότε, είχε τέσσερις χιλιάδες κατοίκους, εκ των οποίων οι τριακόσιοι ήταν βοσκοί. Κάπως έτσι η Αθήνα έγινε πρωτεύουσα, ήταν µια πόλη που ξεκίνησε από το µηδέν. Στην Ελλάδα, λοιπόν, έχουµε δύο ιστορίες: µια Ελλάδα τρισχιλιετή και µια Ελλάδα εκατόν πενήντα ετών. Και όταν πηγαίνετε εκεί, προφανώς, βλέπετε τη δεύτερη... Με όλα αυτά, άλλοι λαοί ξέχασαν την κουλτούρα τους, όχι όµως οι Έλληνες, που κράτησαν τη γλώσσα τους...
Κ.Κ.: Υπάρχει η παράδοση των Ελλήνων ως λαός, όχι µόνο τυπικά η Ανεξαρτησία, αλλά η αυτονοµία στη διαχείριση των υποθέσεών τους, που διακόπτεται µε τη ρωµαϊκή κατάκτηση και ξαναρχίζει µετά την Ανεξαρτησία. Αρχικά, για πέντε αιώνες, έχουµε τους Ρωµαίους, µετά την Ανατολική Ρωµαϊκή Αυτοκρατορία, αλλά αυτή η αυτοκρατορία είναι ρωµαϊκή, δηλαδή είναι απόλυτη µοναρχία, όπου η θεοποίηση των Ρωµαίων αυτοκρατόρων στη Ρώµη µετά το θάνατό τους αντικαταστάθηκε από τη θεοκρατική-χριστιανική πλευρά, άρα υπάρχει για δέκα αιώνες µια όλο και περισσότερο ελληνική ζωή στην υπόστασή της, το κρατικό όµως καπάκι ήταν ανατολικο-δεσποτικό, όπως πάνω κάτω ήταν η Ρωµαϊκή Αυτοκρατορία µετά τον Αύγουστο. Αυτή η πλευρά φαίνεται στις λέξεις που παρέµειναν στα νέα ελληνικά, προσδιορίζοντας τους Έλληνες αυτής της εποχής...
Ζ.Λ.: Ρωµιοσύνη...
Κ.Κ.: Ρωµιός... γραικός (στα λατινικά)..., ενώ για τη ∆ύση οι τελευταίοι δέκα αιώνες ήταν αιώνες δηµοκρατίας -που αρχίζει µε τις κοµµούνες του Μεσαίωνα- δεν υπήρξαν στην Ελλάδα...
Ζ.Λ.: Η Ελλάδα, όπως ξέρετε, γνώρισε πολλούς δεσποτισµούς (βαυαρικό κ.λπ.) και, κατά µία έννοια, το 1981 γίνεται δηµοκρατία µε την εκλογή του ΠΑΣΟΚ. Πρακτικά, η ελεύθερη έκφραση και η ελεύθερη ενασχόληση µε τα κοινά αρχίζουν µετά τους συνταγµατάρχες...
Νοµίζω ότι η ∆. Ευρώπη πάντα ζούσε µε ένα µύθο της Αρχαίας Ελλάδας. Πώς όµως έγινε και οι Γερµανοί, για παράδειγµα, οι ροµαντικοί, στα τέλη του 18ου και στον 19ο αιώνα, ρίχτηκαν στην Ελλάδα σαν σε θήραµα; Τι υπήρχε σε αυτό το φαντασιακό, που κόλλησε τόσο καλά µε τη Γερµανία, για να πάει ως τον Χάιντεγγερ, που έλεγε ότι υπάρχουν γλώσσες που επιτρέπουν τη φιλοσοφία, δηλαδή τα ελληνικά και τα γερµανικά;
Κ.Κ.: Ως προς το πρώτο σκέλος της ερώτησής σας, υπάρχουν πολλά πράγµατα που µπορούν να ειπωθούν. Αν είχα χρόνο, θα έγραφα µια ιστορία του ευρωπαϊκού φαντασιακού σε σχέση µε την Ελλάδα. Κάθε αιώνας -και κάθε χώρα- οικοδόµησαν µια Ελλάδα ανάλογα µε τις επιθυµίες τους και τις φαντασιακές τους σηµασιοδοτήσεις. Είναι πολύ καθαρή η Ελλάδα του 17ου αιώνα στη Γαλλία, η Ελλάδα του 17ου ως τον 19ο αιώνα και τώρα η Ελλάδα που παραλίγο να ερµηνευθεί στρουκτουραλιστικά τα τελευταία τριάντα χρόνια. Το ίδιο ισχύει και για την Αγγλία και τη Γερµανία. Στην Αγγλία, όπως και στη Γαλλία, υπήρχε η ιδέα ότι η αρχαιοελληνική δηµοκρατία ήταν όχι η "εξουσία των µαζών" αλλά η "εξουσία των καθαρµάτων", ότι ο κόσµος έκανε το οτιδήποτε κ.λπ. Αυτή η αντίληψη δέσποσε για µεγάλο διάστηµα, µέχρι την εµφάνιση ενός µεγάλου ιστορικού, του Τζορτζ Μπροντ, γύρω στα 1860-1870, που αποσαφήνισε τα πράγµατα. Από εκείνη ακριβώς την περίοδο ξεκινά ο µύθος, η εξιδανίκευση. Το ίδιο περίπου συνέβη και στη Γερµανία, υπάρχει µε τον Βιλαµόβιτς µια φαντασιακή εξιδανίκευση, ωστόσο ο γερµανικός ροµαντισµός είναι εντελώς διαφορετικό πράγµα, κολυµπάει στο πάθος. Καταρχήν, εκδηλώνεται η ανάγκη των Γερµανών ποιητών και στοχαστών γι' αυτή την εποχή. Όλοι αυτοί ζητούν την ανανέωση της Γερµανίας και το κάνουν στρεφόµενοι στην Ελλάδα ως µοντέλο, ως πολικό αστέρα. Και αυτό, σε ορισµένους, είναι ορατό, όχι τόσο στο πολιτικό επίπεδο όσο ως "ολική θέαση" της ζωής: οµορφιά, αρµονία, απλότητα, πρόκειται για µια φωτεινή εστία στην ύπαρξη της ανθρωπότητας, που µαγνητίζει όλα τα βλέµµατα. Ο Χάιντεγγερ είναι µια άλλη ιστορία, κάτι το πολύ µπερδεµένο. Φυσικά και υπάρχει επιστροφή στο πνεύµα της ελληνικής φιλοσοφίας, που προέρχεται από τον Νίτσε, ο θαυµασµός των προσωκρατικών στον Νίτσε, η τραγική φιλοσοφία κ.λπ. Νοµίζω όµως ότι, από την άλλη πλευρά, στον Χάιντεγγερ δεν υπάρχει ούτε λέξη για την πολιτική κληρονοµιά, για τη σεξουαλικότητα ή τον έρωτα. Και δεν είναι τυχαίο. Πιστεύω ότι έχουµε να κάνουµε µε την αλύσωση ενστίκτων στο στοχασµό του Χάιντεγγερ που οδηγούν στο ναζισµό, σε κάθε περίπτωση, στον γερµανικό εθνικισµό.
Στη συζήτησή µας µε τον Ζ. Λακαριέρ µιλήσαµε για την οµορφιά της µητρικής σας γλώσσας. ∆ιαβάζοντάς σας όµως, ήδη από τη δεκαετία του '50, βλέπουµε ότι γρήγορα υιοθετείτε την πανεπιστηµιακή, την κοινωνιολογική γλώσσα. Γιατί; Πρόκειται για κάποια ασυνείδητη εκ µέρους σας παραχώρηση, που έγινε το "επαγγελµατικό σας σπίτι"; Η µήπως µόνο έτσι µπορούσε να γίνει, δηλαδή µόνο έτσι µπορούσατε να γράφετε;
Κ.Κ.: Επιχειρώ να γράφω ως κάποιος που θέλει να γίνεται κατανοητός από όλους. Κάποιος µου έλεγε τις προάλλες ότι γράφω ως Αγγλοσάξωνας, εντελώς πρακτικά...
Είναι αλήθεια...
Κ.Κ.: Το µοντέλο της γραφής µου είναι ο Αριστοτέλης...
Το παράδοξο σε σας είναι ίσως η ελευθερία του χρόνου στα φιλοσοφικά ή κοινωνιολογικά σας κείµενα, από την άλλη πλευρά, υπάρχει µια σταθερή επιστροφή σε λέξεις-έννοιες, σε µια δοµή που βαραίνει τη γλώσσα...
Κ.Κ.: Ίσως υπάρχει µια επίδραση της γερµανικής θεωρητικής γλώσσας, γιατί υπάρχουν φιλόσοφοι τους οποίους διάβασα πολύ, Καντ, Χέγκελ, τον Μαξ Βέµπερ που µε επηρέασε πάρα πολύ, ως προς την αυστηρότητα των εννοιών, την εννοιοδότηση. Στα κείµενά µου υπάρχουν, σταθερά, έννοιες, ορισµοί, είναι κάτι το πολύ "γερµανικό", αρχαίο, µεσαιωνικό γερµανικό.
Όταν ασκείτε κοινωνική κριτική, γράφετε ελεύθερα, όταν όµως επιχειρείτε να εγκαθιδρύσετε µια θετικότητα, µια θεωρία, παγιδεύεστε στη γλώσσα...
Κ.Κ.: ∆εν νοµίζω. Έγραψα προγραµµατικά κείµενα, όπως ένα κείµενο του 1957, για το περιεχόµενο του σοσιαλισµού, που είναι, όπως θα λέγαµε σήµερα (όρο που βέβαια απορρίπτω) ένα "ουτοπικό πρόταγµα", η περιγραφή µιας µελλοντικής κοινωνίας. Ένα µεγάλο κείµενο, που περιβάλλεται από σειρά ρητορικών προφυλάξεων. Την άσκηση αυτή δεν την επανέλαβα, περιοριζόµουνα, κάθε φορά, στις αρχές που θα πρέπει να διέπουν µια ελεύθερη και αυτόνοµη κοινωνία. Γιατί; ∆ιότι µια από τις κεντρικές µου ιδέες είναι ότι µόνο µέσα από το κίνηµα των ανθρώπινων συλλογικοτήτων µπορούν να αναδυθούν οι νέες πραγµατικές απαντήσεις στα πολιτικά προβλήµατα του καιρού µας. Αν υποθέσουµε ότι θα υπάρξει µια λαϊκή συνέλευση, εγώ θα ανέλθω στο βήµα, θα εκθέσω την άποψή µου, "αυτά πρέπει να κάνουµε, αυτό το Σύνταγµα πρέπει να ψηφίσουµε", θα είναι όµως η άποψή µου ως απλού πολίτη και µόνο. ∆εν θεωρώ τον εαυτό µου "προφήτη", ούτε ως κάποιον που δίνει την οριστική πολιτική αλήθεια, εκτός και αν µιλάµε για τις µεγάλες κατευθύνσεις, σε επίπεδο αρχών, δηλαδή της ενσάρκωσης της κοινωνικής και πολιτικής αυτονοµίας, που θα πρέπει να οριστούν από τους ίδιους τους άντρες και τις ίδιες τις γυναίκες και από κανέναν άλλο. ∆εν δίνω το δικαίωµα στον εαυτό µου να περιγράψει τι ακριβώς µπορεί να είναι µια µελλοντική κοινωνία. Αντίθετα, επιχειρώ να δείξω γιατί η σηµερινή τάξη είναι ανυπόφορη (...)
Απ' ό,τι µου λέγατε, έχετε χρόνια να συναντήσετε τον Ντανιέλ Κον Μπεντίτ. Σήµερα, είναι εδώ παρών, σε µια συνάντηση δύο επαναστατικών γενεών...
Ντανιέλ Κον Μπεντίτ: Ο Κορνήλιος είναι πάντα επαναστάτης, εγώ όχι... (γέλια). Τον γνώρισα µέσα από την επιθεώρηση "Σοσιαλισµός ή Βαρβαρότητα", που διάβαζε ο αδελφός µου, αποφεύγοντας, έτσι, τα λάθη που έκαναν αυτοί...
Κάτι που σηµαίνει ότι υπάρχει µια σχέση διανοητικής πατρότητας;
Ντ.Κ.Μπ.: Είναι προφανές. Πολλά οφείλω σήµερα στις διανοητικές διαµάχες που αυτοί ξεκίνησαν.
"Αυτοί", δηλαδή ποιοι, η γενιά του Κορνήλιου;
Ντ.Κ.Μπ.: Η γενιά του αδελφού µου, που είναι µεν µεγαλύτερος από µένα, κάλλιστα όµως θα µπορούσε να είναι πνευµατικό του παιδί...
Κ.Κ.: Ο Μάης του '68 ήταν κάτι το καταπληκτικό... Η οµάδα (σηµ.: του "Σοσιαλισµός ή Βαρβαρότητα") δεν λειτουργούσε τότε, ανασυστάθηκε µε αφορµή τα γεγονότα, βγήκε µια µικρή µπροσούρα, που ένα µέρος της περιλήφθηκε στο συλλογικό βιβλιαράκι "Το Ρήγµα" ("La Breche", µε κείµενα των Κλ. Λεφόρ, Εντ. Μορέν, Κ. Καστοριάδη). Κάναµε µερικές συνεδριάσεις, αλλά δεν συµµετείχα άµεσα...
Ντ.Κ.Μπ.: Οι απόψεις και των τριών θεωρώ ότι ερµηνεύουν και σήµερα, κατά τον καλύτερο τρόπο, τα γεγονότα...
Κ.Κ.: Μετά τα γεγονότα, µου διηγήθηκαν µια κωµική ιστορία. Ο Ντάνι ήταν στο Πανεπιστήµιο της Ναντέρ φοιτητής κοινωνιολογίας και ο Τουρέν ήταν τότε κοινωνιολόγος. Μου έλεγαν, λοιπόν, ότι, ενώ ο Τουρέν µιλούσε για τη σύγχρονη κοινωνία, ο Ντάνι σηκωνόταν συνέχεια και του έλεγε, τι είναι αυτά που λέτε, όλα αυτά έχουν αναιρεθεί από το "Σοσιαλισµός ή Βαρβαρότητα"...
Ντ.Κ.Μπ.: ∆εν ήταν ακριβώς έτσι... Καταρχήν, στη Ναντέρ ήταν ο Τουρέν, ο Λεφέβρ, ο Μποντριγιάρ ήταν βοηθός, µια αρκετά όµορφη σκηνή. Ο Τουρέν, πριν από τα γεγονότα, µιλούσε για την ανάπτυξη της γαλλικής κοινωνίας, λέγοντας ότι το κλασικό προλεταριάτο, όπως είχε περιγραφεί από τον Μαρξ, δεν υπήρχε πλέον και εκεί του είπα ότι πρέπει να διαβάσει το "Σοσιαλισµός ή Βαρβαρότητα", για να δει ότι πράγµατι το προλεταριάτο υπάρχει. Ότι δεν ήταν µόνο διανοητική φαντασίωση θεωρητικών µαρξιστών... Βέβαια, δεν µπορούµε να πούµε ότι οι Τουρέν, Λεφέβρ, Μποντριγιάρ "δεν καταλάβαιναν". Το πρόβληµα µε τον Τουρέν ήταν ότι ήταν καθηγητής, ενώ δεν ήταν ο Καστοριάδης. Οι φοιτητές, όµως, όταν αναµετρώντο µε τον Τουρέν, όπως, άλλωστε, και µε τον κάθε καθηγητή, δανείζονταν επιχειρήµατα από αλλού... Ο Μποντριγιάρ µόλις άρχιζε τις αναλύσεις του και, έτσι, βρισκόµαστε στο σταυροδρόµι πολλών σχολών σκέψης, κάτι που ήταν γοητευτικό. Το ενδιαφέρον για µένα -ως προς το "Σοσιαλισµός ή Βαρβαρότητα"- ήταν ότι συµµετείχα σε µια µικρή ελευθεριακή οµάδα, η πλειοψηφούσα τάση της οποίας ήταν αναρχίζουσα, ενώ εµείς ήµασταν στη µειοψηφία και θέλαµε να ανταµώσουµε έναν ανοιχτό µαρξισµό µε τις ελευθεριακές ενορµήσεις. Ο ελευθεριακός µαρξισµός ήταν κάτι ανάµεσα στον Ντανιέλ Ντιράν, το "Σοσιαλισµός ή Βαρβαρότητα" και, έπειτα, τα "Επιχειρήµατα" (Εντ. Μορέν). Αρδεύαµε από ό,τι υπήρχε στη Γαλλία, από τις µεγάλες σχολές σκέψης.
Κ.Κ.: Το πιο σηµαντικό από όλα ήταν η αυθόρµητη "εκκόλαψη" του "Κινήµατος της 22 Μάρτη" (σηµ.: πρόκειται για την οµάδα στην οποία συµµετείχε ο Κον Μπεντίτ) και τα γεγονότα που έγιναν στη Ναντέρ. Ήµασταν η µόνη επιθεώρηση στην Ευρώπη, ίσως σε όλο τον κόσµο, εκτός των ΗΠΑ, που αναλύσαµε τα γεγονότα του Μπέρκλεϊ. Εκεί είδαµε την εξέγερση της νεολαίας κατά της κατεστηµένης τάξης.
Ντ.Κ.Μπ.: Το γοητευτικό στο "Σοσιαλισµός ή Βαρβαρότητα" - πέρα από τη σπανιότητα τέτοιων επιθεωρήσεων της εποχής: έκανε ακόµη και κριτική κινηµατογράφου- ήταν µια αντίληψη για το πολιτικό, που προέβλεπε προδροµικά αυτό που αργότερα θα αναδυθεί ως "πολιτισµικές επαναστάσεις". Προσέδιδε, δηλαδή, στην πολιτική όλες τις διαστάσεις της καθηµερινής πραγµατικότητας. Κι όλα αυτά, όντας, από τη µια πλευρά, "παραδοσιακή" επιθεώρηση -ταξική πάλη, προλεταριάτο- ενώ, από την άλλη πλευρά, υπερέβαινε αυτή την "παραδοσιακότητα", γιατί έδινε θέση σε νεολαιίστικα κινήµατα, όπως του Μπέρκλεϊ ή του Βιετνάµ, δεν επιχειρούσε να τα επανενσωµατώσει στα παραδοσιακά σχήµατα, αλλά έλεγε: ιδού τα νέα κινήµατα, που ενδεχοµένως δεν υπερβαίνουν τις κοινωνικές τάξεις, αλλά και που δεν εξηγούνται από µια παραδοσιακή ανάλυση της πάλης των τάξεων... ∆υστυχώς, χάσαµε, από το κίνηµα του '68 αναδύθηκαν οι πιο "παραδοσιακοί", που µετά έγιναν γνωστοί. Οι τροτσκιστές και οι µαοϊκοί ήταν οι τάσεις που πριν και κατά τη διάρκεια του '68 αντιπαλεύαµε...
Κ.Κ.: Και αυτό ήταν το δράµα του "µετά-'68". Γιατί οι άνθρωποι που έδρασαν στα γεγονότα πήγαν στο σπίτι τους και όσοι συνέχισαν να κάνουν κάτι δεν βρήκαν τίποτε άλλο από το να ξαναπέσουν σε µικρο-γραφειοκρατικές οµάδες, τροτσκιστές-µαοϊκοί, αν και για τους µαοϊκούς πρέπει να βάλουµε µια υποσηµείωση. Αυτοί οι τελευταίοι έτρεφαν ψευδαισθήσεις για την αυτοαποκαλούµενη "Κινεζική Πολιτισµική Επανάσταση", πίστευαν ότι η Κίνα ήταν µια µικρή ευκαιρία...
Ντ.Κ.Μπ.: Και µια απάντηση στο σταλινισµό... Ήταν µια φαντασµαγορική ψευδαίσθηση, που, όµως, από µια στιγµή και µετά λειτούργησε... Χάσαµε λοιπόν, γιατί, επιπλέον, αυτή η "σχολή σκέψης" δεν αναγνωρίσθηκε στη Γαλλία. Υπήρχε κόσµος που επικαλείτο τον Αλτουσέρ και άλλους, αυτοί ήταν το "πρωτοσέλιδο" της πνευµατικής κίνησης, ενώ οι Καστοριάδης, Λεφόρ, Μορέν, είχαν για καιρό απορριφθεί από τη "δηµοκρατία των διανοουµένων" (...)
Είστε πολιτικά στρατευµένος από πολύ µικρός, όπως είπατε, συνεχίσατε µετά το 1945 στη Γαλλία. Έχουµε, µεταξύ άλλων, έναν Καστοριάδη που ασχολείται µε την ψυχανάλυση και από εκεί ίσως προέρχεται και η έννοια "φαντασιακό" που χρησιµοποιείτε, µια λέξη- κλειδί στο έργο σας.
Κ.Κ.: ∆εν σχετίζεται τόσο µε την πολιτική όσο µε την απόρριψη του µαρξισµού. Όταν έπαψα να είµαι µαρξιστής -διαδικασία που ξεκίνησε το 1953 και διήρκεσε ως το 1960- το πρώτο πράγµα προς απόρριψη ήταν η αντίληψη για την ιστορία, που οµογενοποιούσε όλη την ιστορία της ανθρωπότητας, τη συρρίκνωνε στις "παραγωγικές δυνάµεις". Ήταν η εποχή που διάβαζα πολύ µυθολογία και έκανα πολλά ταξίδια στην Άπω Ανατολή, για επαγγελµατικούς λόγους. Θυµάµαι, όταν πήγα στο Μπανγκόγκ, που δεν έχει καµιά σχέση µε το σηµερινό, και επισκέφθηκα τις παγόδες, οικοδοµηµένες µε απίθανους τρόπους, µε τα πιο βίαια και κιτς χρώµατα, αναρωτήθηκα τι σηµαίνει "οι παραγωγικές δυνάµεις της Καµπότζης... σχετίζονται µε αυτό..." (γέλια)..., ήταν µια αυθαίρετη κατασκευή των ανθρώπων που το έφτιαξαν. Το αυθαίρετο- δηµιουργία, το µη εξηγήσιµο-δηµιουργία, είναι πάντα µετά τη φαντασία. Προφανώς, εδώ δεν υπάρχει µόνο η φαντασία των ατόµων αλλά και η φαντασία ενός λαού, που αποκαλώ φαντασιακό, ριζικό φαντασιακό, που θεσµίζει µια κοινωνία. Αυτή ήταν η αφετηρία, έπειτα µπολιάσθηκε µε µια επιστροφή- επανερµηνεία του Φρόιντ, όσον αφορά τη διάσταση της φαντασίας στην ψυχή του ενός και µοναδικού προσώπου. Όπως και σε ένα άλλο πεδίο, στο κατεξοχήν πεδίο, αυτό της λογοτεχνίας, της τέχνης, ακόµη και η τεχνική είναι φαντασιακή οικοδόµηση.
Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2016
ΠΑΙΔΙ,ΓΟΝΕΙΣ,ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΟ ΤΡΙΓΩΝΟ ΤΩΝ ΒΕΡΜΟΥΔΩΝ;
ΤΟ ΔΙΚΤΥΟ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΑΓ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ
ΣΑΣ ΚΑΛΕΙ ΣΕ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ:
ΠΑΙΔΙ,ΓΟΝΕΙΣ,ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΟ ΤΡΙΓΩΝΟ ΤΩΝ ΒΕΡΜΟΥΔΩΝ;
"Διάβασες; Έγραψες καλά στο τεστ; Σε βγάλανε έξω απ΄την τάξη; Όλοι παράπονα έχουν από σένα. Είσαι άχρηστος-η, δεν μου έμοιασες καθόλου.
Πάλι άργησες. Όλη τη μέρα στο facebook είσαι. Θα σου πάρω το playstation αν δε φέρεις καλούς βαθμούς.
Θα σου πάρω το playstation 16 αν φέρεις καλούς βαθμούς...και το κινητό και η TV δεν πάνε πίσω. Αυτά και άλλα πολλά. "
ΤΗΝ ΤΕΤΑΡΤΗ 7 /12 στις 7.30μμ.
ΣΤΗ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ (ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΥ 13)
Θα μιλήσουν
- Ο ΨΥΧΙΑΤΡΟΣ-ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΝΙΚΟΣ ΣΙΔΕΡΗΣ.
- ΕΣΕΙΣ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ, ΟΙ ΔΑΣΚΑΛΟΙ, ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ.
Φέρτε τις ερωτήσεις σας και ΕΛΑΤΕ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΣΑΣ για να μη μείνουμε μεταξεταστέοι.
Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2016
Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2016
Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2016
ΟΛΕΣ/ΟΛΟΙ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΣΥΡΙΖΑ ( ΑΘΗΝΑΣ- ΟΜΟΝΟΙΑ) ΣΤΙΣ 5.30ΜΜ ΚΑΙ ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΑΜΕΡ. ΠΡΕΣΒΕΙΑ.
ΑΠΟΨΕ,ΟΛΕΣ/ΟΛΟΙ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΣΥΡΙΖΑ ( ΑΘΗΝΑΣ- ΟΜΟΝΟΙΑ) ΣΤΙΣ 5.30ΜΜ ΚΑΙ ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΑΜΕΡ. ΠΡΕΣΒΕΙΑ.
Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2016
ΜΜΕ: 4η ΕΞΟΥΣΙΑ Ή 1η;
ΜΜΕ: 4η ΕΞΟΥΣΙΑ Ή 1η;
Ανοιχτή εκδήλωση
Ο.Μ. ΣΥΡΙΖΑ Αγ. Παρασκευής
ΔΕΥΤΕΡΑ
14 ΝΟΕΜΒΡΗ , 19.30 στο 2ο
ΓΥΜΝΑΣΙΟ (Νεαπόλεως 7)
Ομιλητές:
ΚΩΣΤΑΣ ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ (τ. διευθυντής ρ/σ ΣΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ)
ΤΑΚΗΣ ΨΑΡΙΔΗΣ (δημοσιογράφος- ραδιοφωνικός
παραγωγός)
Θα γίνουν παρεμβάσεις από δημοσιογράφους της ΕΡΤ και από το
κοινό. Θα ακολουθήσει συζήτηση.
Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2016
Ο αγώνας πότε δικαιώνεται; Πού πάει η ΕΡΤ;
«ΔΙΟΤΙ ΔΕΝ ΣΥΝΕΜΜΟΡΦΩΘΗΝ…»
Η επιστολή του Σταύρου Καπάκου προς τους εργαζόμενους της ΕΡΤ
Αγαπητοί συνάδελφοι, Επί 17 μήνες δώσαμε μαζί έναν δύσκολο αλλά ωραίο αγώνα. Πήραμε την ΕΡΤ από τα συντρίμμια και την κρατήσαμε όρθια. Κερδίσαμε όλοι μαζί τη μάχη της ενημέρωσης σε όλα τα μεγάλα γεγονότα της πολυτάραχης περιόδου ( εκλογές – δημοψήφισμα, επίσκεψη Πάπα , επίσκεψη Πούτιν, διαπραγμάτευση, τρομοκρατικά χτυπήματα , προσφυγικό , Ολυμπιακοί Αγώνες, Σύνοδοι κορυφής, ΒΡΕΧΙΤ και άλλα πολλά). Όλοι μαζί αποδείξαμε ότι η ΕΡΤ μπορεί να πρωταγωνιστήσει στα μεγάλα γεγονότα και να δώσει με αξιώσεις τη μάχη για πραγματικές ειδήσεις , αξιόπιστη και πλουραλιστική ενημέρωση. Ελπίζω να αισθανθήκατε όλοι πιο ελεύθεροι από ποτέ αυτή την περίοδο.
Γνωρίζετε καλά ότι ήμουν ένας από σας ,σας εκτιμούσα και με εκτιμούσατε. Τα γνωρίζουμε αυτά και τα σεβόμαστε όλοι. Κρατήστε ένα μεγάλο μπράβο και ένα μεγαλύτερο ευχαριστώ, για ότι πετύχαμε όλοι μαζί κάτω από αντίξοες συνθήκες. Είμαι βέβαιος ότι θα συναντιόμαστε καθημερινά στην μάχη για την αυτονομία και την αξιοπιστία της ενημέρωσης, που ευτελίζεται από εξουσιαστικές συμπεριφορές και αντιλήψεις τύπου στρατιωτικού καραβανά .
Είναι αυτή η αντίληψη που οδήγησε στην επίδοση της αποπομπής μου με δικαστικό κλητήρα και μάλιστα με την πρωτοφανή κατηγορία της «άρνησης συμμόρφωσης προς τις οδηγίες» !
Η δημοσιογραφία δεν είναι τάγμα νεοσυλλέκτων…. Όπως είπε ένας μεγάλος του Ευρωπαικού Πολιτισμού «η συνείδησή μας παραμένει αδιάψευστος κριτής , αρκεί να μην την έχουμε δολοφονήσει» και θέλω να πιστεύω ότι μόνο λίγες γρατσουνιές έχω στη συνείδησή μου. Άλλοι όμως αποδεικνύονται μικροί έως και μοιραίοι.
Ήρθα στην ΕΡΤ για δουλειά και όχι δουλειές . Kαταλαβαινόμαστε τώρα….
Σας χαιρετώ, δεν σας αποχαιρετώ Σταύρος Καπάκος
Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2016
Ολόκληρη η ομιλία του Αλ. Τσίπρα στην Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ
Ολόκληρη η ομιλία του Αλ. Τσίπρα στην Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ:
Σύντροφοι και Συντρόφισσες,
Θέλω να ξεκινήσω καλοσωρίζοντας όλους και όλες στη νέα
Κεντρική Επιτροπή. Είναι η πρώτη σύνοδος της Κ.Ε. μετά την εκλογή της
από το 2ο συνέδριο του κόμματός μας.
Της Κεντρικής Επιτροπής που θα επιφορτιστεί με το
πολιτικό καθήκον να πάρει στην πλάτη της τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια περίοδο
δύσκολη αλλά και γεμάτη προκλήσεις.
Έχουμε μπροστά μας μια σειρά από ανοιχτά μέτωπα. Για την
ελληνική κοινωνία, για τους εργαζόμενους και τη Νεολαία αλλά και για
την ίδια την Αριστερά.
Έχουμε μπροστά μας μια σειρά από μάχες τόσο στο
εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό που η έκβασή τους θα κρίνει την πορεία
της χώρας για πολλά χρόνια, η έκβασή τους θα κρίνει την πορεία της χώρας
στον 21ο αιώνα θα έλεγα.
Θα κρίνει όμως και τη θέση της Αριστεράς στο νέο πολιτικό τοπίο που έχει διαμορφωθεί σε Ελλάδα και Ευρώπη τα τελευταία χρόνια.
Η ευθύνη είναι μεγάλη.
Μεγάλη είναι όμως και η αποφασιστικότητά μας να βγούμε όρθιοι από αυτές τις μεγάλες μάχες. Να βγούμε νικητές.
Η νέα κεντρική επιτροπή προέκυψε από ένα Συνέδριο που
έδωσε σαφείς και καθαρές απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα και στα μεγάλα,
τα κρίσιμα πολιτικά διλήμματα της περιόδου.
Επιβεβαίωσε το πολιτικό μας σχέδιο. Να συνεχίσουμε να
δίνουμε τον αγώνα από θέσεις διακυβέρνησης, ώστε να πετύχουμε τον στόχο
για την οριστική έξοδο από την κρίση με την κοινωνία όρθια.
Για να βγούμε επιτέλους από την μέγγενη της επιτροπείας,
να αποκαταστήσουμε την οικονομική αυτονομία, την οικονομική ανεξαρτησία
της χώρας μας και να οικοδομήσουμε μια Ελλάδα της ισότητας, της
αλληλεγγύης και της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Επιβεβαίωσε το συνέδριο την πολιτική μας επιλογή να μην
υποχωρήσουμε μπροστά στις δυνάμεις του παλιού και χρεοκοπημένου
πολιτικού συστήματος και της οικονομικής ολιγαρχίας που επιδιώκουν, εδώ
και ενάμιση χρόνο, αλλά ιδίως το τελευταίο διάστημα, με μεγάλη ένταση,
την παλινόρθωσή τους.
Επιβεβαίωσε επίσης τη δέσμευσή μας προς τον ελληνικό λαό
να κάνουμε ότι περνάει από το χέρι μας για να αντιπαρατεθούμε με το
σύστημα της διαπλοκής και της διαφθοράς, που έχει τεράστιες ευθύνες και
για τη λεηλασία της ελληνικής κοινωνίας και για τη χρεοκοπία της χώρας.
Να προστατέψουμε δηλαδή το δημόσιο συμφέρον.
Αλλά και να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για την
επιστροφή στην ανάπτυξη, αλλά αυτή η ανάπτυξη να μην είναι απλά αριθμοί,
για την επιστροφή σε μια δίκαιη ανάπτυξη.
Με την προστασία των συμφερόντων της κοινωνικής
πλειοψηφίας και με διαρκή μέριμνα ανακατανομής βαρών και αναδιανομής
εισοδήματος.
Ώστε να μπορέσουμε μέσα στην επόμενη πενταετία, που
έχουμε βάλει στόχο και ορόσημο το 2021, μέσα σ’ αυτή την πενταετία να
μπορέσουμε να καταφέρουμε να καταπολεμήσουμε αποτελεσματικά, όχι μόνο τα
συμπτώματα της καταστροφικής πολιτικής της λιτότητας, αλλά κυρίως τις
αιτίες που οδήγησαν τη χώρα στο χείλος της καταστροφής.
Και αναφέρομαι στην ανισοκατανομή του εισοδήματος, στη
γενικευμένη φοροδιαφυγή, στο πελατειακό και διεφθαρμένο κράτος, στην
απορύθμιση της αγοράς εργασίας.
Και βεβαίως στόχος μας διαρκής, στόχος ουσιαστικός είναι
να αφήσουμε ένα βαθύ αριστερό ίχνος, προοδευτικό ίχνος, προοδευτικό
αποτύπωμα στις ίδιες τις δομές της ελληνικής κοινωνίας.
Με την εμβάθυνση των δημοκρατικών θεσμών και την
ενίσχυση της κοινωνικής πλειοψηφίας στην καθημερινή της σύγκρουση με το
καθεστώς της ολιγαρχίας.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Το 2ο Συνέδριο του κόμματός μας, μας έδωσε σαφή εντολή μάχης.
Ώστε να υπερβούμε παραλείψεις, κενά και δυσλειτουργίες που έκαναν την εμφάνισή τους το προηγούμενο διάστημα.
Και η εντολή νομίζω ήταν σαφής: Να δημιουργήσουμε ένα
ενιαίο πολιτικό κέντρο που θα δίνει τον τόνο στις μάχες που έχουμε να
δώσουμε.
Διότι έχουμε ανάγκη για μια ενιαία και συλλογική καθοδήγηση στους πολιτικούς αγώνες που έχουμε μπροστά μας.
Μας έδωσε εντολή νομίζω το συνέδριο, και πρέπει αυτό να
το συνομολογήσουμε όλοι, να τελειώνουμε με τις αυτονομήσεις, την έλλειψη
συντονισμού και λογοδοσίας.
Να μην επιτρέψουμε την αναπαραγωγή ενός πλαστού διχασμού
μεταξύ κόμματος και κυβέρνησης, αλλά ταυτόχρονα να μην επιτρέψουμε και
την μετατροπή του κόμματος σε ένα κόμμα που θα βρίσκεται σε διαρκή
εξάρτηση από το κράτος.
Η εντολή του Συνεδρίου ήταν το κόμμα μας να αποτελέσει το κέντρο του πολιτικού αγώνα.
Να αναβαθμιστούν τα πολιτικά του όργανα. Η Κεντρική Επιτροπή και η Πολιτική Γραμματεία.
Ώστε να χαράξουν την πολιτική μας στρατηγική στα όρια της εντολής του Συνεδρίου.
Αλλά και να έχουν τον καθοριστικό ρόλο σε όλες τις κρίσιμες αποφάσεις.
Για την πολιτική μας τακτική αλλά και για την ανοικοδόμηση του κόμματος.
Ώστε η ευθύνη των χειρισμών αλλά και όλων των πολιτικών αποφάσεων να είναι συλλογική, όπως οφείλει.
Διότι σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία δεν δικαιούμαστε να οδηγηθούμε σε έκρηξη υποκειμενισμών.
Δεν δικαιούμαστε να επιτρέψουμε την χάραξη ξεχωριστών ή
ακόμα και προσωπικών στρατηγικών. Διότι η υπόθεση της διακυβέρνησης με
ό,τι αυτή συνεπάγεται θα κρίνει πολλά το επόμενο διάστημα.
Τόσο για τη χώρα όσο και για την Αριστερά.
Διότι, σύντροφοι και συντρόφισσες, ας μιλήσουμε ανοιχτά,
ας μην γελιόμαστε. Έχουμε μπει, ιδίως το τελευταίο διάστημα, σε μια
φάση πολεμική.
Το χρεοκοπημένο πολιτικό σύστημα και οι συνέταιροι του
δίνουν, όπως όλοι πια τώρα αντιλαμβάνονται, έναν αγώνα δίχως αύριο, έναν
λυσσαλέο αγώνα εναντίον μας. Παίζουν την τρίτη πράξη της λεγόμενης
αριστερής παρένθεσης.
Και ξέρουν πάρα πολύ καλά οι αντίπαλοί μας ότι αυτή θα είναι και η τελευταία πράξη του έργου.
Αν αποτύχουν και τώρα, η επιχείρηση παλινόρθωσης του
παλιού πολιτικού καθεστώτος, του καθεστώτος που οικοδομήθηκε τα
τελευταία χρόνια και το χαρακτηρίζουμε ως καθεστώς της μεταπολίτευσης, η
επιχείρηση παλινόρθωσής του θα καταρρεύσει οριστικά και αμετάκλητα.
Η αναδιάταξη των πολιτικών συσχετισμών που πέτυχε ο ΣΥΡΙΖΑ θα λάβει χαρακτηριστικά μακράς διάρκειας.
Και η Αριστερά θα σταθεροποιηθεί στον τόπο μας ως ο μεγάλος προοδευτικός πόλος του πολιτικού μας συστήματος.
Και ακόμα περισσότερο –κι αυτό είναι το πιο σημαντικό-
θα έχει τη δυνατότητα να προχωρήσει μαζί με το λαό στις μεγάλες δομικές
μεταρυθμίσεις που έχει ανάγκη ο τόπος.
Για την παραγωγική ανασυγκρότηση, τη δίκαιη ανάπτυξη και την αναδιανομή, για την εμβάθυνση της δημοκρατίας και της δικαιοσύνης.
Και είναι ακριβώς αυτή η εξέλιξη που θα ανατρέψει τις σταθερές που δημιουργήθηκαν στη χώρα για περισσότερο από σαράντα χρόνια.
Αυτή την εξέλιξη είναι που τρέμουν. Αυτή την εξέλιξη θέλουν πάση θυσία να αποφύγουν.
Αυτός ο τρόμος εξηγεί και τη γενικευμένη επίθεση
ψεύδους, συκοφαντίας και κατατρομοκράτησης που έχει λάβει και μάλιστα,
όπως είπα πρόσφατα και στη Βουλή, έχει πάρει τον χαρακτήρα ενός
ιδιότυπου πραξικοπήματος ενάντια σε μια κυβέρνηση που έχει λάβει την
εντολή από τον ελληνικό λαό δύο φορές στην κάλπη των πανελλαδικών
εκλογών και άλλες δυο, μια στις ευρωεκλογές την πρώτη θέση και μια σε
ένα κρίσιμο δημοψήφισμα, άρα έχει επανειλημμένως μέσα σε σύντομο χρονικό
διάστημα λάβει λαϊκή εντολή και επιβεβαίωση από την μεγάλη πλειοψηφία
του ελληνικού λαού.
Κι όταν μιλώ για ιδιότυπο πραξικόπημα, μιλώ για μιντιακό
πραξικόπημα, οργανωμένο και ενορχηστρώμένο από αυτούς που για χρόνια
είχαν κάνει το κράτος πελάτη τους και είχαν συνηθίσει να δανείζονται
δημόσια χρήμα από τις δημόσιες τράπεζες με αέρα.
Και ταυτόχρονα ήλεγχαν σχεδόν απόλυτα και την ενημέρωση του ελληνικού λαού.
Και τώρα που βλέπουν να χάνουν τα προνόμοιά τους.
Τώρα που βλέπουν μια κυβέρνηση αποφασισμένη να
υλοποιήσει όλα όσα είχε υποσχεθεί στον ελληνικό λαό για χτύπημα της
διαπλοκής κι αυτού του φαύλου κύκλου της διαφθοράς, τώρα που βλέπουν ότι
αυτά τα εννοούμε, να κόψουμε αυτόν τον ομφάλιο λώρο και τον φαύλο
κύκλο, αντεπιτίθενται με κάθε μέσο που διαθέτουν.
Όμως δεν θα τους περάσει.
Γιατί δεν πρόκειται να υποχωρήσουμε σε κανέναν από τους μεγάλους αγώνες που έχουμε μπροστά μας.
Εμείς άλλωστε έχουμε μάθει να ζούμε, να επιβιώνουμε και
να κερδίζουμε έχοντας απέναντι εχθρικά, υπονομευτικά, πολεμικά μέσα
ενημέρωσης.
Ο βρεγμένος την βροχή δεν τη φοβάται.
Αυτοί είναι που δεν έχουν μάθει να ζουν δίχως πρόσβαση σε κρατικές διευκολύνσεις και θαλασσοδάνεια.
Αυτοί είναι που δεν έχουν μάθει να περνάνε από το δημόσιο ταμείο και να πληρώνουν τα νόμιμα.
Δεν έχουν μάθει να είναι ίσοι απέναντι στους νόμους όπως όλοι οι άλλοι Έλληνες πολίτες.
Για εμάς –το έχω ξαναπεί άλλωστε- η διαρκής σύγκρουση με αυτό που ονομάζουμε διαπλοκή δεν είναι πληγή. Είναι παράσημο.
Είναι το διαρκές σήμα στους απλούς πολίτες ότι δεν
συμβιβαζόμαστε, δεν γινόμαστε όμοιοι με το σύστημα εξουσίας που
λεηλάτησε την κοινωνία και αργότερα βύθισε τη χώρα μας στη χρεοκοπία.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Η προσπάθεια αυτή, η προσπάθεια σύγκρουσης, εννοώ, με τα
φαινόμενα της διαπλοκής και με όλες τις παθογένειες του πολιτικού
συστήματος τα τελευταία χρόνια. Βρίσκεται, διεξάγεται παράλληλα, με την
προσπάθειά μας για την έξοδο από την κρίση σε μια εξαιρετικά κρίσιμη
καμπή, σε ένα εξαιρετικά δύσκολο σημείο.
Και πρέπει τώρα να είμαστε, πιστεύω, αυστηρά προσηλωμένοι σ’ αυτόν τον στόχο.
Να προχωρήσουμε με σταθερά και προσεκτικά βήματα στο
σχέδιο μας, στον οδικό χάρτη που έχουμε συμφωνήσει, χωρίς να
επηρεαζόμαστε από φωνές, χωρίς να επηρεαζόμαστε από την προσπάθεια
αποπροσανατολισμού μας από τον στόχο.
Το σχέδιό μας είναι σαφές, είναι η χώρα, το συντομότερο
δυνατό να απαλλαγεί από αυτό το καθεστώς της σκληρής, αυταρχικής
επιτροπείας.
Θέλω εδώ να θυμίσω κάτι σχετικά με τη συμφωνία του καλοκαιριού του 2015.
Το πρόγραμμα στο οποίο συμφωνήσαμε με τους δανειστές, ήταν επιλογή μας να είναι εμπροσθοβαρές.
Να έχει δηλαδή την πλειοψηφία των δύσκολων μέτρων
ενταγμένα στην πρώτη του περίοδο, ώστε στη συνέχεια να προσανατολιστούμε
στην αναπτυξιακή προοπτική της οικονομίας.
Με αυτή την έννοια, το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης είχε και τον υψηλότερο βαθμό δυσκολίας.
Το καταφέραμε, όμως, χωρίς πρόσθετα μέτρα, παρά το ότι
το ζητούσαν μέρος των πιστωτών μας αν θυμάστε, χωρίς πρόσθετα μέτρα στα
ήδη βεβαρημένα από την πενταετία της κρίσης, μεσαία και χαμηλά στρώματα
της ελληνικής κοινωνίας.
Και έτσι, τώρα βρισκόμαστε στη φάση που πρέπει να
προχωρήσουμε στα όσα προβλέπει η δεύτερη αξιολόγηση. Όμως ταυτόχρονα –κι
αυτό είναι ίσως το πιο ουσιώδες που προβλέπει η συμφωνία του
καλοκαιριού του 2015- τώρα είναι και η ώρα να παρθούν οριστικές και
προωθητικές αποφάσεις σε ότι αφορά το ζήτημα του χρέους.
Διότι από την πλευρά μας έχουμε πράξει τα δέοντα. Το
πολιτικό βάρος που πήραμε εμείς στις πλάτες μας είναι επουσιώδες μπροστά
στις θυσίες που έχει κάνει τόσα χρόνια ο ελληνικός λαός κι αυτός ο λαός
είναι πάνω απ’ όλα που δικαιούται άμεσα μια λύση για το χρέος, ώστε να
χαράξει επιτέλους μια νέα σταθερή πορεία προς την ευημερία.
Έχουμε λοιπόν μπροστά μας μια σειρά κρίσιμων αποφάσεων
σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Και ιδιαίτερα σε ότι αφορά την συγκεκριμενοποίηση
των μέτρων για την απομείωση του χρέους, που δεν είναι μόνο ανάγκη αλλά
και συμβατική υποχρέωση από την πλευρά των εταίρων μας που προβλέπεται
από την ίδια τη συμφωνία.
Και νομίζω ότι έχουμε καταστήσει σε όλους σαφές ότι δεν χωράνε περαιτέρω καθυστερήσεις.
Οι σχετικές αποφάσεις του Eurogroup του περασμένου Μαΐου
βρίσκονται σε θετική κατεύθυνση, όμως η δέσμευση πρέπει να δώσει
σύντομα τη θέση της στην υλοποίηση.
Διότι η Ελλάδα υλοποιεί και πετυχαίνει τους στόχους της.
Και η ελληνική οικονομία έχει ήδη μπει σε μια τροχιά
ανάκαμψης που δεν πρέπει να ανακοπεί με τεχνητό τρόπο. Αντιθέτως πρέπει
να επιταχυνθεί αυτή η τροχιά.
Δεν μπορεί να ανακοπεί με πολιτικές αποφάσεις που θα
φρενάρουν την πορεία που ακολουθείται. Αντιθέτως οι πολιτικές αποφάσεις
πρέπει να είναι τέτοιες που να δίνουν ακόμη περισσότερο αναπτυξιακή
ώθηση.
Και, επαναλαμβάνω, σήμερα κάτι τέτοιο δεν είναι μόνο αναγκαίο αλλά είναι και εφικτό.
Και αυτή μας η θέση έχει σημαντικούς πια συμμάχους στην
ευρωπαϊκή ηγεσία, που δείχνουν έμπρακτα την υποστήριξή τους στην
προσπάθεια μας.
Και είμαι πεπεισμένος ότι βρισκόμαστε σε καλό δρόμο.
Η Ελλάδα δικαιούται το συντομότερο δυνατόν να ενταχθεί στο πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Το έχει ανάγκη περισσότερο από κάθε άλλη χώρα της ευρωζώνης που είναι ενταγμένη σ’ αυτό.
Και πιστεύω ότι έναντιον αυτού ουδείς μπορεί σήμερα εκ
των εταίρων μας να έχει σοβαρά επιχειρήματα. Και δεν έχει σοβαρά
επιχειρήματα.
Για να ενταχθεί η χώρα στο πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης της ΕΚΤ οι όροι είναι σαφείς.
Είναι απαραίτητο να συγκεκριμενοποιθούν τα μέτρα για το χρέος στο πλαίσιο των αποφάσεων του Γιούρογκρουπ του περασμένου Μάη.
Και αυτό, σύμφωνα με τον οδικό χάρτη της ίδιας της απόφασης, θα γίνει. Πρέπει να γίνει και θα γίνει.
Και θα γίνει ταυτόχρονα με το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, που κι αυτή πρέπει να κλείσει και θα κλείσει στην ώρα της.
Αναρωτιέμαι όμως, συντρόφισσες και σύντροφοι, στο θέμα αυτό ποια είναι η στάση της ΝΔ και του κ. Μητσοτάκη.
Μιας παράταξης που ενόσω ήταν στη κυβέρνηση είχε την
άποψη, σε ότι αφορά το χρέος της χώρας, την άποψη του γερμανού υπουργού
Οικονομικών. Δηλαδή ότι το χρέος είναι βιώσιμο, δεν χρειάζεται να
συζητάμε γι αυτό, δεν χρειάζονται μέτρα για το χρέος, παρά μόνο
πιστοποιητικό βιωσιμότητας που θα μας το εκδώσουν κάπου στις Βρυξέλλες ή
στο Βερολίνο.
Και όσο είναι στην αντιπολίτευση, η ίδια παράταξη
υιοθετεί την άποψη του Δ.Ν.Τ σε ότι αφορά τα μέτρα, δηλαδή ότι πρέπει να
ανταλλάξουμε πιθανώς μικρότερα πλεονάσματα στο μέλλον με ακόμη πιο
σκληρές και βάναυσες περικοπές σε μισθούς συντάξεις και κοινωνικό
κράτος.
Υιοθετώντας δηλαδή απόλυτα το κυνικό επιχείρημα
ορισμένων εκ των εταίρων μας, ότι μια πιθανή λύση για το χρέος θα
μειώσει τη διάθεση για μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα.
Που είναι άποψη ταυτόσημη της παραδοχής ότι το χρέος
αποτελεί ευθέως έναν μοχλό εκβιασμού για την επιβολή και μάλιστα εσαεί
προγραμμάτων λιτότητας στην Ελλάδα.
Αυτή είναι λοιπόν η θέση της ΝΔ και του κ. Μητσοτάκη.
Και ο ελληνικός λαός δεν μπορεί να ξεχνά και δεν ξεχνά,
πώς χειρίστηκαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις την κρίση και με ποιον τρόπο
λεηλάτησαν την ελληνική κοινωνία επί πέντε χρόνια, καταστρέφοντας το ¼
του εθνικού μας πλούτου μέσα σε πέντε χρόνια και εκτοξεύοντας την
ανεργία από το 7 στο 27%.
Και κυρίως ο ελληνικός λαός δεν μπορεί να έχει και δεν
έχει αυταπάτες για το τι θα συνέβαινε στη χώρα δίχως την πολιτική αλλαγή
του του 2015.
Για το τι θα συνέβαινε τώρα αν την κρίσιμη
διαπραγμάτευση για το χρέος δεν την έκαναν οι υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ και
την έκαναν οι συνεργάτες του κ. Μητσοτάκη, δηλαδή οι ομοϊδεάτες του κ.
Σόιμπλε.
Ή πολύ περισσότερο τι θα γινόταν αν οι διαπραγματεύσεις
για αυτή τη δεύτερη αξιολόγηση που αφορά τις εργασιακές σχέσεις
διεξάγονταν με εκπροσώπους της ελληνικής πλευράς τους ακραίους
νεοφιλελεύθερους συνεργάτες του κ. Μητσοτάκη, που είναι πάντα ένα βήμα
πιο μπροστά από στις πιο ακραίες θέσεις που έχουν ακουστεί από την
πλευρά των πιστωτών μας.
Αναφέρομαι σε θέσεις και απόψεις που θεωρούν ότι η
περαιτέρω απορρύθμιση της εργασίας στη χώρα μας και το σάρωμα των
εργασιακών δικαιωμάτων, συνιστούν αναπτυξιακό εργαλείο.
Μια θέση που μας βρίσκει σθεναρά απέναντι και θα συνεχίσει να μας βρίσκει απέναντι.
Γιατί η αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας δεν μπορεί και δεν πρέπει να βασιστεί στα συντρίμμια της εργασίας.
Το μοντέλο της εσωτερικής υποτίμησης, που αποτέλεσε τον
βασικό διακηρυγμένο στόχο των προγραμμάτων της επιθετικής λιτότητας που
εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα, άφησε πίσω του συντρίμμια. Κι όταν αυτό το
παραδέχονται ακόμα και οι εμπνευστές αυτού του μοντέλου, αναγνωρίζοντας
τα λάθη τους στους πολλαπλασιαστές της λιτότητας, δεν μπορεί εμείς
σήμερα να συνεχίζουμε να συζητάμε γι αυτό.
Άφησε πίσω του συντρίμμια τόσο στο επίπεδο ζωής των
εργαζομένων όσο όμως και στην ίδια την περιβόητη υπόθεση της
ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Δεν έγινε πιο ανταγωνιστική
η ελληνική οικονομία.
Ο δικός μας σχεδιασμός βρίσκεται ακριβώς στον αντίποδα,
στην υιοθέτηση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου στο οποίο η προστασία της
εργασίας είναι προϋπόθεση για την παραγωγή νέου πλούτου.
Η δίκαιη ανάπτυξη είναι μια διαδικασία μέσα από την
οποία επιδιώκουμε να προσανατολίσουμε πόρους και να ενισχύσουμε
επενδύσεις που κατευθύνονται προς την καινοτομία και τα πεδία εντάσεως
γνώσης.
Στον αντίποδα δηλαδή μιας οικονομίας εντάσεως εργασίας
που συνδέει τα πάντα με το χαμηλό εργατικό κόστος και αδιαφορεί για την
παραγωγικότητα του βασικού φορέα της παραγωγής που είναι ο ίδιος ο
εργαζόμενος.
Με βάση αυτή τη λογική, συντρόφισσες και σύντροφοι, στην
Ελλάδα θα πρέπει να μπει ένα τέλος και στην υπαμειβόμενη εργασία και
στην αδήλωτη εργασία και στο διαρκή φόβο της απόλυσης.
Και το σημαντικότερο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση –το
έχουμε τονίσει και το επαναλαμβάνουμε και τώρα- είναι η επαναφορά των
συλλογικών διαπραγματεύσεων που αποτελούν την βάση της προστασίας του
κάθε εργαζόμενου ανά κλάδο και φυσικά είναι και αναπόσπαστο κομμάτι
αυτού που ονομάζουμε ευρωπαϊκό κεκτημένο και δεν μπορούμε να το
επικαλούμαστε αλά καρτ.
Με βάση αυτές τις αρχές προσερχόμαστε στις
διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη αξιολόγηση, εντείνοντας όμως,
επαναλαμβάνω, παράλληλα και τη δουλειά μας στο κομμάτι της καταπολέμησης
της μαύρης εργασίας, η οποία οφείλει να είναι ύψιστη προτεραιότητα για
να έχει ουσιαστικό περιεχόμενο και η έκβαση της τρέχουσας
διαπραγμάτευσης σε ότι αφορά δηλαδή στο να πάρουμε αποφάσεις για
μεταρρυθμίσεις που θα έχουν αποτέλεσμα. Θα τονώσουν και την
ανταγωνιστικότητα της οικονομίας αλλά και την ισορροπία της κοινωνίας.
Σύντροφοι και Συντρόφισσες,
Θέλω να επιστρέψω όμως στο πρώτο κομμάτι της εισήγησής
μου, στη μάχη κατά της διαπλοκής, για να πω δυο λόγια σε σχέση με τις
εξελίξεις, σε σχέση με το μέτωπο, που είναι μέρος του μεγάλου πολέμου
της διαπλοκής, για την ολοκλήρωση του διαγωνισμού για τις τηλεοπτικές
άδειες.
Ξέρετε, αυτό δεν είναι απλά ένα επιμέρους μέτωπο του
πολέμου ενάντια στη διαπλοκή. Θα έλεγα ότι είναι ένα μέτωπο που αφορά
την ίδια την υπεράσπιση της Δημοκρατίας και του κράτους Δικαίου στον
τόπο. Γιατί, για πρώτη φορά υπήρξε στον τόπο μια κυβέρνηση που αποφάσισε
να αψηφήσει πιέσεις, εκβιασμούς και απειλές και να υλοποιήσει τη
δέσμευση να βάλει τάξη στην ασυδοσία του τηλεοπτικού τοπίου.
Επιτρέψτε μου να γίνω αναλυτικός, να πάρω τα πράγματα
από την αρχή, διότι θέλω να αξιοποιήσω την ευκαιρία. Δεν απευθύνομαι
τούτη την ώρα μόνο στην Κεντρική Επιτροπή αλλά και στους πολίτες που μας
ακούνε και δεν έχουν συχνά τη δυνατότητα να ακούνε την άλλη άποψη ή
όταν την ακούν, την ακούν διαστρεβλωμένη.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Στην προσπάθειά μας να προχωρήσουμε στο διαγωνισμό, δεν
είχαμε δυστυχώς απέναντί μας μόνο τους ιδιοκτήτες μέσων ενημέρωσης,
στους οποίους αναφέρθηκα στην αρχή της ομιλίας μου. Δυστυχώς, είχαμε
απέναντί μας και τη ΝΔ του κ. Μητσοτάκη, που από την πρώτη στιγμή της
εκλογής του φρόντισε να αλλάξει τη στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης,
αρχίζοντας στην πραγματικότητα από τις πρώτες μέρες να ξεπληρώνει τα
γραμμάτια της εκλογής του.
Από την πρώτη στιγμή επιχείρησε να μποϊκοτάρει την συγκρότηση ΕΣΡ, ώστε να καταφέρει να μπλοκάρει το διαγωνισμό.
Πατώντας πάνω στην ειδική πλειοψηφία των 4/5 που
απαιτείται για τη συγκρότηση ΕΣΡ. Και πατώντας πάνω σ’ αυτή την ειδική
πλειοψηφία, αρνήθηκε να προτείνει καν υποψηφιότητες για την συγκρότηση
του ΕΣΡ.
Στόχος του ήταν εξ αρχής να μην γίνει κανέναν διαγωνισμός. Και γι' αυτό υπονόμευσαν την προσπάθεια συγκρότησής του.
Και τώρα οι ίδιοι άνθρωποι που μπλόκαραν και συνεχίζουν
να μπλοκάρουν τη συγκρότηση ΕΣΡ, χρησιμοποιούν το επίχειρημα ότι η
διενέργεια διαγωνισμού δίχως ΕΣΡ είναι αντισυνταγματική.
Δηλαδή μας κατηγορούν ότι επιλέξαμε τη μόνη εναλλακτική
λύση που είχαμε εξαιτίας της δικής τους απόφασης να μπλοκάρουν τη
διαδικασία εκλογής ΕΣΡ.
Και λένε συνειδητά ψέματα ότι για τους όρους του
διαγωνισμού αποφάσισε μόνος του ο αρμόδιος υπουργός, ενώ η αλήθεια είναι
ότι αποφάσισε κατά πλειοψηφία η Βουλή των Ελλήνων, αποφάσισαν οι
εκπρόσωποι που πρόσφατα έλαβαν την εντολή του ελληνικού λαού να τον
εκπροσωπούν στην εθνική αντιπροσωπεία.
Ποιό είναι όμως το πραγματικό διακύβευμα ;
Το πραγματικό διοακύβευμα είναι αν επιτέλους σε αυτόν τον τόπο θα αποφασίζει η Βουλή με την πλειοψηφία της.
Αν θα αποφασίζει η εκλεγμένη κυβέρνηση ή θα αποφασίζουν τα οργανωμένα οικονομικά συμφέροντα.
Το πραγματικό διακύβευμα είναι αν η λαϊκή ετυμηγορία και
η λαϊκή βούληση θα είναι επιτέλους σ’ αυτόν τον τόπο πάνω από τα
συμφέροντα που εδώ και 27 χρόνια έκαναν αεροπειρατεία και κατέλαβαν
δίχως να δώσουν μισό ευρώ τις δημόσιες συχνότητες.
Διότι αν αποδεχθούμε το επιχείρημα ότι χωρίς τα 4/5 της
Βουλής που απαιτούνται για την συγκρότηση του ΕΣΡ, δεν θα μπορέσει ποτέ
να ρυθμιστεί το τηλεοπτικό τοπίο, είναι σα να παραδεχόμαστε ότι η δύναμη
των ιδιοκτητών ΜΜΕ είναι κατά πολύ ισχυρότερη από τη δεδηλωμένη
πλειοψηφία των εκλεγμένων αντιπροσώπων του ελληνικού λαού.
Και δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία και ας αφήσουν τώρα αυτά
τα κόλπα ότι δήθεν παρεμβαίνουμε. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι όποια
και αν είναι η απόφαση του ΣτΕ θα είναι δεσμευτική για την ελληνική
κυβέρνηση.
Η εκτελεστική εξουσία δεσμεύεται από δικαστικές
αποφάσεις και έχει σαφή συνταγματική και πολιτική υποχρέωση να μην
παρεμβαίνει στη δικαστική εξουσία.
Αυτό όμως δεν σημαίνει και ότι οφείλει να σωπαίνει.
Όχι μόνο δεν θα σωπάσουμε. Αντιθέτως υποχρεούμαστε να έχουμε άποψη και να την πούμε δημόσια.
Και είναι πράγματι ακραία ειρωνικό, αυτοί που κατά
καιρούς στο παρελθόν –όλοι τα θυμόμαστε- έχουν κάνει επάγγελμα τις
παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη.
Και αυτοί που έχουν καταστρώσει μαζί με οργανωμένα
συμφέροντα ένα όργιο παρεμβάσεων και τρομοκράτησης των δικαστών, να
κάνουν κριτική σε εμάς που στο κάτω-κάτω το μόνο που επιδιώκουμε είναι
την προστασία του δημόσιου συμφέροντος.
Ε, λοιπόν δεν πρόκειται να σταματήσουμε, λοιπόν, να λέμε την αλήθεια στον ελληνικό λαό.
Και αυτό δεν συνιστά παρέμβαση.
Αυτό είναι υποχρέωσή μας και θα το κάνουμε και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε.
Για να μην αναφερθώ στις δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες
δηλώσεις, του κ. Μητσοτάκη και στελεχών της ΝΔ, στις οποίες εκφράζουν
την βεβαιότητα ότι ο νόμος είναι αντισυνταγματικός και θα καταπέσει στο
Συμβούλιο της Επικρατείας.
Αν αυτό δεν είναι προεξόφληση του αποτελέσματος, τότε τι είναι;
Ή μήπως το όργιο των τηλεοπτικών σταθμών, και ιδίως όσων
δεν έχουν λάβει άδεια, που ασκούν καθημερινά απίστευτη πίεση στα όρια
του μπούλινγκ σε δικαστές, αυτό τι είναι; Δεν είναι απόπειρα πίεσης,
εκφοβισμού, επηρεασμού;
Ενώ, βεβαίως τις τελευταίες μέρες γίναμε μάρτυρες μιας ακόμη αθλιότητας.
Μια ανώνυμη καταγγελία που δόθηκε από αγνώστους μαζικά σε όλους τους δικαστές του ΣτΕ πριν από δύο χρόνια
και αφορά την πιθανότητα παρέμβασης δικαστή του ΣτΕ στη
διαδικασία ανάδειξης δικαστών, να εμφανίζεται ως δήθεν παρούσα –και όχι
προ δύο ετών- παρούσα παρακρατική ενέργεια για τον εκφοβισμό εν όψει της
απόφασης για τις τηλεοπτικές άδειες.
Και προσέξτε: Δεν πρόκειται εδώ για ζητήματα που αφορούν την ιδιωτική ζωή.
Αυτή είναι ιερή και απαραβίαστη.
Το ζήτημα αφορά τον έλεγχο πράξης που σχετίζεται με μια
ενδεχόμενη παρέμβαση στη θεσμική λειτουργία, την ανάδειξη δικαστών που
αφορά ευθέως το δημόσιο συμφέρον.
Και μάλιστα να εμφανίζεται πρώην υπουργός και βουλευτής
της ΝΔ, ο κ. Τζαβάρας, να καταγγέλλει δημοσίως ότι ο εν λόγω δικαστής
εκβιάζεται διότι, όπως πολύ καλά γνωρίζει, μέσα στο ΣτΕ
επιχειρηματολόγησε υπέρ της αντισυνταγματικότητας του Νόμου.
Και διερωτώμαι: πόθεν ο κ. Τζαβάρας δύναται να γνωρίζει
την άποψη και την συνακόλουθη στάση του συγκεκριμένου δικαστή στις
συνεδριάσεις του ΣτΕ;
Είναι ερωτήματα που χρήζουν απαντήσεων.
Γιατί ο ελληνικός λαός, που σε τελική ανάλυση είναι και ο τελικός μας κριτής, δεν τρώει κουτόχορτο.
Καταλαβαίνει τι ακριβώς συμβαίνει. Τι διακυβεύεται και τι παίζεται τούτες τις μέρες, τούτους τους μήνες.
Και καταλαβαίνει ποιοι είναι αυτοί που εκπροσωπούν τα
συμφέροντά του και ποιοί συγκρούονται για να υπερασπιστούν ιδιοτελή και
ιδιωτικά συμφέροντα.
Καταλαβαίνει ποιοί δίνουν μάχη για την υπεράσπιση του
δημοσίου συμφέροντος και ποιοί δίνουν μάχη για να επιστρέψουν από τα
δημόσια ταμεία στις τσέπες κάποιων λίγων τα 258 εκατομμύρια που έχουν
ήδη αξιοποιηθεί σε κοινωνικές δράσεις, νοσοκομεία, σχολεία, παιδικούς
σταθμούς.
Να δοθούν πίσω στις τσέπες αυτών που έχουν μάθει να μη δίνουν λογαριασμό σε κανέναν όλα αυτά τα χρόνια.
Εμείς λοιπόν συντρόφισσες και σύντροφοι έχουμε άποψη και δεν πρόκειται να σωπάσουμε.
Θα τη λέμε με σαφήνεια και καθαρά:
Το καθεστώς της μη αδειοδότησης, όπως κατ’ επανάληψη έχει κρίνει το ίδιο το ΣτΕ, είναι αντισυνταγματικό.
Και ο νόμος που έχουμε φέρει, έχουμε ψηφίσει, έχουμε
εφαρμόσει και ο οποίος έχει δικαιωθεί από την ίδια την εκτίμηση της
μεγάλης πλειοψηφίας της κοινής γνώμης, έρχεται να απαντήσει σε αυτή την
αντισυνταγματική πραγματικότητα που εδώ και 27 χρόνια βιώναμε.
Δίνει λύση σε ένα ανεπίτρεπτο θεσμικό βραχυκύκλωμα για το οποίο ευθύνεται η ΝΔ και ο κ. Μητσοτάκης, προσωπικά.
Δίνει μια ορθή, τη μόνη ορθή νομική και πολιτική λύση,
στην μείζονα θεσμική ανισορροπία: τη λειτουργία εθνικών τηλεοπτικών
σταθμών χωρίς νόμιμη άδεια, που είχε λάβει χαρακτηριστικά de facto
καθεστώτος. Και αυτό ακριβώς εμείς θέλουμε να σταματήσει. Τα de facto
καθεστώτα .
Η οικονομική ισχύς δεν μπορεί σε μια δημοκρατική πολιτεία να δημιουργεί δίκαιο.
Και αν θέλετε, αν κάποιοι θέλουν να ψάξουν για εκείνους
που παρεμβαίνουν στη δικαστική λειτουργία με θεσμικά ανεπίτρεπτο τρόπο,
δεν έχουν παρά να δουν τι ακριβώς μας είπε ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης, αν
θυμάστε, κλείνοντας την ομιλία του στη Βουλή, στην πρόσφατη προ
ημερησίας διάταξη συζήτηση στη Βουλή, που εμείς προκαλέσαμε, για τη
διαπλοκή:.
Σας διαβάζω ακριβώς τα λόγια του:
«Υπάρχουν δικαστές στην Αθήνα και δεν θα αργήσει η μέρα
που η θεσμική εκτροπή που επιχειρείτε θα πέσει στο κενό μαζί με την ίδια
την Κυβέρνηση σας».
Τι θα πει αυτό; Ομολογία πραξικοπήματος; Τι θα πει
υπάρχουν δικαστές στην Αθήνα; Ποιοι είναι αυτοί που τους ξέρει αυτός κι
εμείς δεν τους ξέρουμε; Μήπως ξέρει κάτι που εμείς δεν ξέρουμε; Και προς
τι ο απειλητικός τόνος;
Ε, λοιπόν εδώ θα το δηλώσουμε ξεκάθαρα. Αυτή δεν είναι
μια μάχη ενός υπουργού. Είναι μια μάχη μιας παράταξης και ολόκληρου του
ελληνικού λαού για να μπει επιτέλους φως στο σκοτάδι της διαπλοκής εδώ
και τόσα χρόνια. Και αν θέλει ο κ. Μητσοτάκης, τις απειλές να τις
απευθύνει στο κόμμα του.
Όχι στην Αριστερά.
Την αριστερά την απείλησαν πολύ ισχυρότεροι από εκείνον και δεν την λύγισαν.
Ούτε την τρόμαξαν.
Δεν θα την τρομάξει λοιπόν το παιδί της Siemens και το παιδί της διαπλοκής.
Ετικέτες
2ο Συνέδριο ΣΥΡΙΖΑ,
Αλέξης Τσίπρας
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)