Σάββατο 6 Ιουλίου 2013

Να μην ξεχνιόμαστε ... (ένα άρθρο από το RedNotebook)



 
Αποχαιρέτα τον ΣΥΝασπισμό που χάνεις
Ένα σημαντικό και ιστορικό κομμάτι του κόμματος «θρήνησε» για την απώλεια
 
Του Βασίλη Στόλη

Ιεροσυλία,  θα έλεγε κάποιος, το να παραφράζεις τον ποιητή προκειμένου να δείξεις την απώλεια ενός πολιτικού οργανισμού, μετά από 20 χρόνια ζωής στην ελληνική και ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Μιας ζωής με διάφορα (πάνω-κάτω, μέσα-έξω) που, αν μη τι άλλο, οφείλει κανείς ως μέλος του (και μη) να αναλύσει για να βγάλει χρήσιμα συμπεράσματα. Συμπεράσματα που οφείλουν να αποτελέσουν και αυτά υλικό οικοδόμησης για τον νέο ΣΥΡΙΖΑ.

Σε ανύποπτο χρόνο, και ζώντας σε περίοδο με απελευθερωμένη την επιστημονική διαστροφή,  έγραψα για την «ιστορία του ΣΥΝ, που είναι η ιστορία της πάλης των τάσεων». Άλλη μια ιερόσυλη παράφραση η οποία,  αν φαίνεται ευρηματική,  είναι γιατί πατάει πάνω σε γεγονότα που αποτέλεσαν κάτι περισσότερο από ένα μέρος της λειτουργίας του ΣΥΝ αυτά τα 20 χρόνια.

Επί του θέματος, ο ΣΥΝ είναι γνωστός για τις τάσεις του. Λειτουργώντας με πρωτοποριακό για τα δεδομένα και την παράδοση της ελληνικής αριστεράς τρόπο, μέσα από τη καταστατική θεσμοθέτηση των τάσεων, ο ΣΥΝ κατέστησε την ενδοκομματική διαπάλη σε  βασική λειτουργία για πολλά χρόνια, αν όχι για όλα τα χρόνια της ζωής του ως κόμμα. Ωστόσο, δεν είναι τόσο απλό,  την διαπάλη αυτή να την ταυτίσουμε με την ιδεολογική.

Πιο αναλυτικά, η λειτουργία των τάσεων, όλα αυτά τα χρόνια, όχι μόνο δεν προώθησε την μορφή του μαζικού κόμματος αλλά, με την επίκληση του «κοινού καλού» του κόμματος, οι τάσεις,  ευρισκόμενες σε ανταγωνισμό μεταξύ τους και σε μια διαδραστική σχέση με τη βάση του κόμματος,  προωθούσαν τα στελέχη τους στα κομματικά όργανα διαμορφώνοντας εντός τους συσχετισμούς. Έτσι, βλέπαμε τους συσχετισμούς να αλλάζουν κάθε τόσο (2000, 2004 με τις στροφές του κόμματος προς την αριστερά). Αυτή η πολύπλοκη σχέση (σε ανταγωνίζομαι και σε «τρώω» στη βάση, τα «βρίσκω» μαζί σου στην Κεντρική Επιτροπή, και αντίστροφα) περιόρισε την ρήξη διατηρώντας τη δυνατότητα σε μια «οργανωμένη αντιπολίτευση» να λειτουργεί αντιπαραθετικά ακόμα και με τις αποφάσεις του κόμματος, και μάλιστα δημοσίως.

Έτσι, το κόμμα αντιμετώπισε συνοπτικά τα εξής προβλήματα: λειτούργησαν εντός του εκλογικές μηχανές ανάδειξης αντιπροσώπων, οι τασικές διαδικασίες υποκατέστησαν τις κομματικές διαδικασίες, πρόσωπα βασιζόμενα σε αυτούς τους ανταγωνισμούς αναδείχθηκαν ως «η άλλη άποψη» ακόμα και μέσα από κανάλια και εφημερίδες των εκδοτών που καταγγέλλουμε σήμερα (θυμηθείτε τους Ανανεωτικούς στο MEGA), η κατάρτιση ψηφοδελτίων και η ανάδειξη βουλευτών γινόταν με βάση τους τασικούς συσχετισμούς και,  το χειρότερο, σύντροφοι/σες που «δεν μιλάνε μεταξύ τους» ή, ακόμα χειρότερα, τη μια μέρα «δε μιλάνε» και την επόμενη συνεργάζονται εις βάρος άλλου/άλλης.

Γιατί γινόντουσαν όλα αυτά σε ένα κόμμα του 3%; Για ποια εξουσία όλα αυτά; Σε αυτό το σημείο εντοπίζεται ένα άλλο πρόβλημα: ο πλουραλισμός των απόψεων και η δυνατότητα ζύμωσης και έκφρασής τους στη κομματική ζωή γίνεται αντικείμενο χρήσης. Η ετερογένεια και η διαφορετικότητα δεν αποτελούν πλούτο,  αλλά γίνονται εργαλείο. Εργαλείο για να «περάσουμε τη δικιά μας άποψη, που είναι η σωστή», για να «μη μας πάνε οι άλλοι στο ΠΑΣΟΚ», για να «μη μας πάνε οι άλλοι στο ΚΚΕ»,  και άλλα γνωστά κλισέ και μη.

Προτού όμως βιαστούμε να καταδικάσουμε τις τάσεις, υποστηρίζοντας βιαστικά ότι εκ των πραγμάτων οδηγούν στην γραφειοκρατικοποίηση του κόμματος, πρέπει να υπολογίσουμε και τις θετικές προσπάθειες που έγιναν από πλευράς τάσεων: για συνύπαρξη, για ζύμωση, για την διαφύλαξη της εφαρμογής στρατηγικών αποφάσεων του κόμματος (η υπόθεση του ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα), για το άνοιγμα της κουβέντας σε ιδεολογικές βάσεις, για την προγραμματική εμβάθυνση και ξεκαθάρισμα.

Πρέπει, επίσης, να αναλογιστούμε και τον ρόλο της βάσης. Της βάσης που, όσο δεν λειτουργούσε και δεν έκανε μαζική πολιτική, συνέβαλε στην υποκατάσταση της κομματικής λειτουργίας από τις τάσεις. Μια βάση πο,υ όταν λειτούργησε και βγήκε προς τα «έξω», έκανε ρήξεις και με τον εαυτό της και με τα στεγανά των τάσεων και με την κατάσταση της εμπεδωμένης ήττας που υπήρχε στην ελληνική αριστερά ως το ξεκίνημα του 21ου αιώνα.

Η σημαντικότερη ρήξη που πραγματοποιήθηκε ήταν αυτή στο συνέδριο του 2010, που έτρεψε σε φυγή την ανανεωτική πτέρυγα. Την τάση που λειτούργησε σαν κόμμα μέσα στο κόμμα, προσπαθώντας διακαώς να αλλοιώσει τα εναλλακτικά χαρακτηριστικά που απέκτησε ο Συνασπισμός με αρχή το 2000,  και την στροφή του προς τα κινήματα και την μαζική πολιτική, κι άρα προς την Αριστερά. Η ρήξη αυτή, ωστόσο, δεν έγινε αποδεκτή από όλους όσοι αποτέλεσαν τον Συνασπισμό μετά από εκείνον τον θερμό Ιούνιο.

Ένα σημαντικό και ιστορικό κομμάτι του κόμματος «θρήνησε» για την απώλεια. Οι παραπομπές είναι χαρακτηριστικές:

«Η αποχώρηση των συντρόφων της Ανανεωτικής Πτέρυγας αποτελεί σοβαρό πλήγμα για το κόμμα μας σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης, το οποίο θα έπρεπε να πρωτοστατεί πιο ενωμένο, πιο μαζικό και πιο μαχητικό στους αγώνες των εργαζομένων για να διατηρήσουν τις θεμελιώδεις εργασιακές, ασφαλιστικές και κοινωνικές κατακτήσεις τους. Η ηγεσία του ΣΥΝ θα πρέπει να πάρει άμεσες πρωτοβουλίες για να μην ολοκληρωθεί αυτή η κίνηση με οριστική διάσπαση που θα μας πάει πολλά χρόνια πίσω, και νομίζω ότι υπάρχουν ακόμα σχετικά περιθώρια που πρέπει να τα αξιοποιήσουμε» (Δ. Στρατούλης).  [1]

«Θεωρώ λάθος την αποχώρηση των λεγόμενων Ανανεωτικών από τον ΣΥΝ κι αυτό ανεξάρτητα από αφορμές, ευθύνες και πραγματικές αιτίες αυτής της αποχώρησης [...] Η ευθύνη είναι συλλογική» (Π. Λαφαζάνης).[2] 

«Την πιο κρίσιμη στιγμή- την στιγμή που έπρεπε να προετοιμαζόμαστε για τη μεγάλη ταξική και πολιτική σύγκρουση- χάσαμε την αυτοπεποίθηση, την ενωτική διάθεση και τον προσανατολισμό μας, επιλέγοντας το εσωτερικό πεδίο και τη ανακύκλωση της διαίρεσης και της κρίσης. Η διαλυτική εσωστρέφεια και οι αντιπαραθέσεις για ένα άδειο πουκάμισο πρέπει να εγκαταλειφθούν δια παντός» (Σ. Παπαδογιάννη). [3]
Τον Συνασπισμό με τα καλά του και τα κακά του τον αποχαιρετάμε. Μήπως είναι η «εποχή των τεράτων»,  που πεθαίνει το παλιό και γεννιέται το καινούριο; Ας μην γίνουμε υπερβολικοί και μελοδραματικοί κι ας μην κλάψουμε, όπως οι σύντροφοι, για τον Κουβέλη που μας άφησε τότε. Ας κρατήσουμε τα καλά υλικά για να φτιάξουμε το καινούριο. Νομίζω πως είμαστε σε καλό δρόμο... 

Βασίλης Στόλης 


Δεν υπάρχουν σχόλια: