Κυριακή 3 Αυγούστου 2014

Μασουλώντας το ζωντανό πτώμα της Αργεντινής


του Γρεγκ Πάλαστ
 μετάφραση: Δημήτρης Ιωάννου
Ποιος είναι ο Πολ Σίνγκερ, ο άνθρωπος πίσω από τα funds που ηγούνται της κερδοσκοπικής επίθεσης κατά της Αργεντινής, ο οποίος μάλιστα δεν μας είναι διόλου άγνωστος στην Ελλάδα, καθώς το 2012 εκβίαζε το ελληνικό κράτος; Δημοσιεύουμε ένα σχετικό απόσπασμα από το βιβλίο του ερευνητή αμερικανού δημοσιογράφου Greg Palast, Billionaires & Ballot Bandits: How to Steal an Election in 9 Easy Steps, που κυκλοφόρησε τα τέλη του 2012 από τον οίκο Seven Stories Press.
ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Τα αφεντικά μου στο Κέντρο Τηλεόρασης του BBC, στο Λονδίνο, δέχτηκαν ένα τηλεφώνημα από τη Νέα Υόρκη. Στην άλλη άκρη της γραμμής, ένας απ’ τους αγροίκους που πληρώνονται από τον δισεκατομμυριούχο Πολ Σίνγκερ, νούμερο ένα χρηματοδότη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος στη Νέα Υόρκη, δωρητή ενός εκατομμυρίου δολαρίων στο super-PAC του Μιτ Ρόμνεϊ[1] και κορυφαίου χρηματοδότη της προεκλογικής εκστρατείας των Ρεπουμπλικανών για τη Γερουσία. Πιο γνωστός ως «Σίνγκερ ο Γύπας».
«Ξέρουμε κάποια πράγματα για τον Γκρεγκ Πάλαστ».
Α ναι, προφανώς και ξέρουν.
Κι εγώ ξέρω κάποια πράγματα γι’ αυτούς.
Είχα μόλις επιστρέψει από ένα ταξίδι μου στον Ποταμό Κονγκό για λογαριασμό του BBC και του Guardian. Ο μπράβος του Σίνγκερ υπονόησε πως ο κ. Σίνγκερ θα προτιμούσε το BBC να μην ασχοληθεί μαζί του — ιδίως σε ένα ντοκιμαντέρ με θέμα τα βασανισμένα του θηράματα: τα παιδιά και τα θύματα της χολέρας.

paul-singer 

Όπως όλα τα όρνεα, ο Σίνγκερ το γλεντάει όταν κάποιοι πεθαίνουν. Κυριολεκτικά. Για παράδειγμα, έβγαλε ένα κάρο λεφτά αγοράζοντας τη χρεοκοπημένη εταιρεία αμιάντου Owens Corning. Η εταιρεία είχε αποκρύψει από τους εργάτες της ότι, δουλεύοντας με το προϊόν της, θα πάθαιναν αμιάντωση. Είναι φρικτό να πεθαίνεις από την αρρώστια αυτή. Οι πνεύμονες καλύπτονται από έναν ινώδη ιστό και δεν μπορείς να αναπνεύσεις. Η εταιρεία υποχρεώθηκε να πληρώσει τα έξοδα νοσηλείας σε δεκάδες χιλιάδες εργαζομένους της και, όταν αυτοί πέθαναν, αποζημιώσεις στις οικογένειές τους.
Τότε όμως ο Σίνγκερ κινητοποίησε τις πολιτικές του διασυνδέσεις για να μειώσει τις υπεσχημένες αποζημιώσεις και πρόσφερε ψίχουλα στους εργάτες του. Αυτοί, στο κατώφλι του θανάτου, τα δέχτηκαν. Με τους εργάτες του αμίαντου νεκρούς ή φτηνά εξαγορασμένους, τα εργοστάσια θανάτου του Σίνγκερ άξιζαν πλέον μια περιουσία… κι έτσι ο Σίνγκερ πέτυχε το πρώτο μεγάλο του «κυνήγι».[2]
Μετά ήταν η σειρά του Περού, όπου ο Σίνγκερ, με έναν πιστωτικό-νομικό ελιγμό, ελιγμό εξαιρετικά αμφιλεγόμενο για να τον επιχειρήσει οποιοσδήποτε άλλος, κατάφερε να αρπάξει τον έλεγχο ολόκληρου του χρηματοπιστωτικού συστήματος της χώρας. Όταν ο σκανδαλιάρης πρόεδρος, Αλμπέρτο Φουτζιμόρι, αποφάσισε ότι ήταν καλή ιδέα να την κάνει απ’ τη χώρα πριν τον συλλάβουν με την κατηγορία του φόνου, ο Σίνγκερ (όπως μου έχει πει ο περουβιανός δικηγόρος Μαρκ Σίμροτ) βοήθησε τον Φουτζιμόρι να αποδράσει υπό τον όρο ο Αρχιδολοφόνος να δώσει εντολή στο υπουργείο Οικονομικών να του μεταβιβάσει 58 εκατομμύρια δολάρια. Για το δωράκι αυτό, ο Σίνγκερ, που είχε ήδη αρπάξει το προεδρικό αεροπλάνο του Περού, έδωσε τα κλειδιά του στον δραπέτη.
Ειρήσθω εν παρόδω, το όνομα «Γύπας» δεν το έδωσα εγώ στον Σίνγκερ. Οι ίδιοι οι τραπεζίτες φίλοι του τον βάφτισαν έτσι, και το εκφέρουν πάντοτε με θαυμασμό.
Αυτό που προκάλεσε το απειλητικό τηλεφώνημα στο BBC από τον γορίλα του Σίνγκερ ήταν το ντοκιμαντέρ μου από τα Κονγκό (υπάρχουν δύο χώρες στην Αφρική με αυτό το όνομα, το Κονγκό και η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό). Στη Δυτική Αφρική μαίνεται μια επιδημία χολέρας εξαιτίας της έλλειψης καθαρού νερού. Η έρευνά μας αποκάλυψε ότι ο Σίνγκερ πλήρωσε περίπου 10 εκατομμύρια δολάρια για κάποιο «χρέος» που υποτίθεται ότι βάραινε το Κονγκό. Για να πάρει πίσω τα 10 εκατομμύριά του, ο Σίνγκερ άρχισε να αρπάζει από τη φτωχή χώρα περιουσιακά στοιχεία αξίας περίπου 400 εκατομμυρίων δολαρίων.
Καθαρό νερό για το Κονγκό; Ξεχάστε το — ο Σίνγκερ και οι γύπες συνάδελφοί του το άρπαξαν όλο.
Στην Αφρική, μίλησα με τον Ουίνστον Τέμπμαν, ο οποίος έχει υπηρετήσει και ως εκπρόσωπος του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ στη Σομαλία. Μου ζήτησε να ρωτήσω τον Γύπα και τα φιλαράκια του αν γνωρίζουν πως είναι υπαίτιοι για τον θάνατο βρεφών.
Είναι νόμιμο. Είναι αρρωστημένο. Είναι ο Σίνγκερ.
Τώρα που το καλοσκέφτομαι, στο μεγαλύτερο μέρος του πολιτισμένου κόσμου, δεν είναι νόμιμο. Η Βρετανία, η Γερμανία, η Ολλανδία και πολλά άλλα κράτη έχουν κηρύξει παράνομες τις μεθόδους κατάσχεσης του Σίνγκερ. Στην Ευρώπη, ο Σίνγκερ αντιμετωπίζεται ως τραπεζικός απατεώνας. Στις ΗΠΑ, ως «δημιουργός θέσεων εργασίας».
Ο Σίνγκερ ο Γύπας πρωταγωνιστεί σε πάμπολλα θετικά δημοσιεύματα, ιδίως στους New York Times, από τις σελίδες των οποίων ο πτωματοφάγος πρόσφερε μια λευκή επιταγή σε όποιον ντόπιο Ρεπουμπλικάνο γερουσιαστή θα ψήφιζε υπέρ του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών. Μην το πάρετε σαν μια αλτρουιστική πράξη ηθικού θάρρους: ήταν περισσότερο η άσκηση του droit de seigneur, του δικαιώματος του φεουδάρχη να ξεπαρθενεύει τις νύφες που ορεγόταν, στις περιοχές τις οποίες διαφέντευε. Ο γιος του Γύπα ήθελε να παντρευτεί έναν άλλο άντρα, κι έτσι ο Γύπας θα εξαγόραζε το νομοθετικό σώμα της Πολιτείας της Νέας Υόρκης, ώστε να επικυρώσει τη γαμήλια τελετή. (Όσο για το γεγονός ότι ο Σίνγκερ θα έδινε πολύ περισσότερα χρήματα σε υποψηφίους που θα καθιστούσαν τον γάμο των ομοφύλων παράνομο σε ομοσπονδιακό επίπεδο, ε τι να κάνουμε, το χρήμα βαραίνει πιο πολύ από το αίμα.)
Κι όμως, με τη βοήθεια του Τύπου που έκανε λόγο για χρηματοδότηση του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος για την προώθηση των κοινωνικών δικαιωμάτων, η επιρροή του Σίνγκερ στο πολιτειακό νομοθετικό σώμα εκατονταπλασιάστηκε. Άσκησε πιέσεις για τη διά του νόμου αλλαγή του υπολογισμού των επιτοκίων στις τοκογλυφικές του επιχειρήσεις ανά τον κόσμο — και αυτή η αλλαγή θα του εξασφαλίσει από το Κονγκό εκατοντάδες εκατομμύρια παραπάνω.
Το τελευταίο χτύπημα του Γύπα ήταν στο χρεοκοπημένο ελληνικό κράτος, το 2012. Οι τράπεζες-πιστωτές της Ελλάδας πήραν τις «λίβρες σάρκας» που τους αναλογούσαν,[3] αλλά άφησαν και κάποιες δικές τους, αφού διέγραψαν το 80% του δανειακού κεφαλαίου. Μόνο δύο «τραπεζίτες» διαφώνησαν: ο δισεκατομμυριούχος Κεν Νταρτ και ο Σίνγκερ ο Γύπας διεμήνυσαν στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και στην ελληνική κυβέρνηση πως τα ήθελαν όλα πίσω. Ο Σίνγκερ και ο Νταρτ δεν δέχονταν τη διαγραφή όχι του 80% αλλά ούτε καν του 8% των ομολόγων που διακρατούσαν, κι ας είχαν προφανώς πληρώσει ένα μικρό μέρος της ονομαστικής τους αξίας λίγες εβδομάδες νωρίτερα. Ή η ελληνική κυβέρνηση θα πλήρωνε στους Σίνγκερ και Νταρτ πολλές φορές τα ποσά που οι κερδοσκόποι επένδυσαν, ή οι Σίνγκερ και Νταρτ θα υπονόμευαν ολόκληρη τη συμφωνία, κατεδαφίζοντας ό,τι είχε μείνει όρθιο από την ελληνική οικονομία — και, μαζί με αυτήν, και την υπόλοιπη Ευρώπη.
Σε κατάσταση ομηρίας, η ελληνική κυβέρνηση έψαξε το άδειο πορτοφόλι της και πλήρωσε στους Σίνγκερ και Νταρτ όσα απαιτούσαν μέχρι το τελευταίο σεντ. Οι συν-επενδυτές του Σίνγκερ στην Elliott Management (το fund του) σκότωσαν ένα ακόμα θήραμα. [...]
Τώρα, οι οπλαρχηγοί της UBS, της JPMorgan και της Citibank συστρατεύονται με τον Ομπάμα και τη Χίλαρι Κλίντον.[4] Το τραπεζικό κατεστημένο βλέπουν τους γύπες όπως ο Σίνγκερ σαν οικονομικούς ταύρους στο υαλοπωλείο, σαν τρομοκράτες σε ελικόπτερα που είναι έτοιμοι να τραβήξουν την περόνη απ’ τη χειροβομβίδα. Εάν οι απαιτήσεις του Σίνγκερ δεν ικανοποιηθούν, δεν έχει πρόβλημα να τινάξει στον αέρα το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Σε αυτόν τη σύγκρουση τιτάνων, ο Ομπάμα και η Κλίντον είναι απλοί στρατιώτες, δεν είναι οι στρατηγοί. Η μάχη διεξάγεται ανάμεσα στους δισεκατομμυριούχους πίσω από τις μεγάλες τραπεζικές δυνάμεις απ’ τη μια πλευρά, και στους δισεκατομμυριούχους κερδοσκόπους των hedge funds απ’ την άλλη. Οι μεν είναι άπληστοι και τρομακτικοί και οι δε είναι άπληστοι και ωμά επικίνδυνοι. Κάντε την επιλογή σας.
Αυτή είναι λοιπόν η πραγματική σύγκρουση: ένας ολοκληρωτικός πόλεμος για τον έλεγχο του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Στις ΗΠΑ, τα PACs (Επιτροπές Πολιτικής Δράσης) είναι οργανισμοί που συλλέγουν συνεισφορές και δωρεές για λογαριασμό εκλογικών υποψηφίων, νομοθετικών πρωτοβουλιών κ.λπ. Στα Super-PACs θεωρητικά δεν επιτρέπεται να υποστηρίζουν ευθέως συγκεκριμένα κόμματα ή υποψηφίους, παρά μόνο άλλου τύπου πολιτικές δράσεις, και γι’ αυτό έχουν πολύ λιγότερους περιορισμούς από τα «παραδοσιακά» PACs ως προς την προέλευση και το ύψος των συνεισφορών (Σ.τ.Μ.).
[2]    Ο Πάλαστ χρησιμοποιεί τον όρο «killing», που σημαίνει κυριολεκτικά «φόνος», αλλά μεταφορικά χρησιμοποιείται και για τις μεγάλες οικονομικές επιτυχίες (Σ.τ.Μ).
[3]    Αναφορά στον Έμπορο της Βενετίας του Σαίξπηρ. Χρησιμοποιείται για να δηλώσει μια νόμιμη μεν, παράλογη δε, απαίτηση εξόφλησης χρέους. (Σ.τ.Μ.).
[4] Το βιβλίο εκδόθηκε το 2012, όταν η Χίλαρι Κλίντον ήταν ακόμα υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: