Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
Σας ευχαριστώ για την πρόσκληση να ενημερώσω την Επιτροπή Περιφερειών στη σημερινή συνεδρίασή σας με θέμα «Τοπική Αυτοδιοίκηση : Από τον “Καλλικράτη” στον “Κλεισθένη”».
Όπως ασφαλώς γνωρίζετε, το Υπουργείο Εσωτερικών έθεσε σε δημόσια διαβούλευση, η οποία ολοκληρώθηκε προχθές Δευτέρα 14 Μαΐου ένα εκτεταμένο σχέδιο νόμου με τίτλο : «Μεταρρύθμιση του θεσμικού πλαισίου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης –Εμβάθυνση της Δημοκρατίας – Ενίσχυση της Συμμετοχής –Βελτίωση της οικονομικής και αναπτυξιακής λειτουργίας των ΟΤΑ [Πρόγραμμα «ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ Ι»] – Ρυθμίσεις για τον εκσυγχρονισμό του πλαισίου οργάνωσης και λειτουργίας των ΦΟ.ΔΣ.Α – Ρυθμίσεις για την αποτελεσματικότερη, ταχύτερη και ενιαία άσκηση των αρμοδιοτήτων σχετικά με την απονομή ιθαγένειας και την πολιτογράφηση – Λοιπές διατάξεις αρμοδιότητας ΥΠΕΣ».
Κατ’ αρχάς, να αποσαφηνίσω ότι η σημερινή μου ενημέρωση αφορά μόνο το πρώτο μέρος του νομοσχεδίου που περιλαμβάνει τις σχετικές με τη μεταρρύθμιση του θεσμικού πλαισίου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης διατάξεις. Για τα θέματα των ΦΟ.ΔΣ.Α., καθώς και τα θέματα ιθαγένειας, υπάρχουν άλλοι καθ’ ύλην αρμόδιοι συνάδελφοι, ο Γενικός Γραμματέας Συντονισμού Διαχείρισης Αποβλήτων και ο Ειδικός Γραμματέας Ιθαγένειας, επομένως δεν θα ήθελα να υπερβώ τα όρια της αρμοδιότητάς μου.
Θα ήθελα να ξεκινήσω, για την πληρότητα της ενημέρωσης των μελών της Επιτροπής, υπενθυμίζοντας τη διαδικασία που ακολουθήθηκε και την πορεία που διανύθηκε μέχρι να φτάσουμε στην κατάθεση του συγκεκριμένου σχεδίου
νόμου προς δημόσια διαβούλευση και, εν συνεχεία, προς συζήτηση και ψήφιση στη Βουλή.
Όπως οι περισσότεροι και οι περισσότερες θα θυμάστε, η μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης υπήρξε από τις κεντρικού χαρακτήρα προγραμματικές δεσμεύσεις της παρούσας Κυβέρνησης.
Σε εφαρμογή της δέσμευσης αυτής, με το άρθρο 5 του ν. 4368/2016 (το λεγόμενο «παράλληλο πρόγραμμα») συστάθηκε ειδική Επιτροπή στο Υπουργείο Εσωτερικών, με έργο την επεξεργασία προτάσεων για το θέμα.
Η Επιτροπή συγκροτήθηκε τον Ιούνιο του ίδιου έτους, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, υπό την προεδρία μου, ως Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου, και με τη συμμετοχή :
• Πρώτον, επιτελικών στελεχών του Υπουργείου,
• Δεύτερον, ειδικών επιστημόνων και εμπειρογνωμόνων σε θέματα Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Περιφερειακής Ανάπτυξης και
• Τρίτον, και κυριότερο, εκπροσώπων της Κεντρικής Ένωσης Δήμων, της Ένωσης Περιφερειών, της ΠΟΕ-ΟΤΑ και της ομοσπονδίας των εργαζομένων στις Περιφέρειες (ΟΣΥΑΠΕ). Μάλιστα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η διαπαραταξιακή έκφραση των φορέων της Αυτοδιοίκησης, οι αντιπροσωπείες της ΚΕΔΕ και της ΕΝΠΕ ήταν τριμελείς, επιπλέον των οικείων προέδρων, των κ.κ. Πατούλη και Αγοραστού, που ούτως ή άλλως μετείχαν στις συνεδριάσεις.
Για την υποβοήθηση της Επιτροπής και τη σε βάθος επεξεργασία των επιμέρους θεμάτων συγκροτήθηκαν επιπλέον τέσσερις Θεματικές Ομάδες, στις οποίες επίσης μετείχαν εκπρόσωποι των αυτοδιοικητικών φορέων και με τη συμμετοχή συνολικά πάνω από 100 στελεχών, επί συνολικά οκτώ μήνες.
Την 1η Μαρτίου 2017 η Επιτροπή παρέδωσε στον Υπουργό Εσωτερικών και έδωσε στη δημοσιότητα τις προτάσεις στις οποίες είχε καταλήξει και επί των οποίων έγινε εκτεταμένος δημόσιος διάλογος επί ένα και πλέον έτος, στα συνέδρια της ΚΕΔΕ και της ΕΝΠΕ, σε εκδηλώσεις σε όλη την Ελλάδα, αλλά και σε κατ’ ιδίαν συναντήσεις της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Εσωτερικών με φορείς και αιρετούς.
Το σχέδιο νόμου που δόθηκε σε δημόσια διαβούλευση έτυχε επεξεργασίας από τα υπηρεσιακά και πολιτικά στελέχη του Υπουργείου, με βάση το ανωτέρω πόρισμα της Επιτροπής και λαμβάνοντας υπόψη τις απόψεις, παρατηρήσεις, συμφωνίες και διαφωνίες που είχαν διατυπωθεί τόσο από θεσμικούς φορείς, όσο και από συλλογικότητες και απλούς πολίτες, κατά τη διάρκεια της ετήσιας και πλέον δημόσιας συζήτησης.
Αυτή τη στιγμή, μετά και την ολοκλήρωση και της τυπικής δημόσιας διαβούλευσης επί δεκαπέντε ημέρες, γίνεται η τελική επεξεργασία του σχεδίου νόμου, λαμβανομένων υπόψη και των σχολίων που διατυπώθηκαν, προκειμένου να κατατεθεί προς συζήτηση και ψήφιση στη Βουλή.
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
Εισερχόμενος στην ουσία του σχεδίου νόμου, θα μου επιτρέψετε, για την οικονομία της συζήτησης που θα ακολουθήσει, να ξεκινήσω από τα θέματα που δεν περιλαμβάνει το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου, παρ’ όλο που περιλαμβάνονταν στο πόρισμα της Επιτροπής του ΥΠΕΣ και είναι στην πρόθεση του Υπουργείου να τα ρυθμίσει στην επόμενη φάση, στο πλαίσιο του «Κλεισθένη ΙΙ».
Συγκεκριμένα, αναφέρομαι στο μείζον θέμα του επανασχεδιασμού των αρμοδιοτήτων κάθε διοικητικού επιπέδου, δηλαδή του κεντρικού Κράτους, των κρατικών Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού.
Αντιλαμβάνεστε ότι το συγκεκριμένο θέμα, αναγόμενο στον πυρήνα του τρόπου οργάνωσης και λειτουργίας του νεότερου ελληνικού Κράτους είναι και θεσμικά ευαίσθητο και διοικητικά σύνθετο.
Σκοπός του Υπουργείου δεν ήταν η εισαγωγή και ψήφιση ενός ακόμη καταλόγου αρμοδιοτήτων, που θα μετέφερε αρμοδιότητες από το ένα διοικητικό επίπεδο στο άλλο.
Αντίθετα, περιγράψαμε μία μεθοδολογία η οποία – ξεκινώντας από την έννοια των δημόσιων πολιτικών – θα σχεδίαζε εκ νέου όλες τις σχετικές αρμοδιότητες, μπαίνοντας σε βάθος.
Διότι, όπως πολύ καλά γνωρίζετε, όντες έμπειροι οι περισσότεροι στα θέματα διοίκησης, μία φράση σε έναν νόμο, η οποία αναφέρει απλώς ότι το τάδε θέμα είναι αρμοδιότητα, λόγου χάρη, του Δήμου, κρύβει από πίσω της ένα πλέγμα συχνά δαιδαλώδους ή και απαρχαιωμένης νομοθεσίας και μια σειρά διοικητικών διαδικασιών.
Γι’ αυτό και στόχος μας είναι, παράλληλα προς τον ριζικό επανασχεδιασμό των αρμοδιοτήτων, να προχωρήσουμε στην απλοποίηση και προτυποποίηση των διοικητικών διαδικασιών πίσω από αυτές. Μάλιστα, για το σκοπό αυτό υλοποιούμε και σχετικό συγχρηματοδοτούμενο έργο μέσω του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Μεταρρύθμιση Δημόσιου Τομέα».
Δυστυχώς, το σχέδιο νόμου δεν κατέστη εφικτό να περιλάβει αναλυτική ρύθμιση για το θέμα αυτό – το οποίο δικαιολογημένα η Τοπική Αυτοδιοίκηση αναδεικνύει ως μείζον.
Ως ένα βαθμό, για την έλλειψη αυτή οφείλονται συνταγματικά εμπόδια. Όπως ξέρετε, υπάρχουν σημαντικές αρμοδιότητες τις οποίες η Τοπική Αυτοδιοίκηση διεκδικεί να αναλάβει και τις οποίες πρέπει να σκεφτούμε σοβαρά να της αποδώσουμε, ιδίως ενόψει της καθιέρωσης της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, που δημιούργησε μεγάλες και στιβαρές διοικητικές δομές που έχουν και την πολιτική νομιμοποίηση και τη διοικητική και οικονομική υποδομή να ασκήσουν πιο σύνθετες αρμοδιότητες.
Ωστόσο, θα πρέπει με ειλικρίνεια και σεβόμενος το θεσμικό ρόλο της Επιτροπής σας, να πω ότι για την έλλειψη οφείλεται επίσης η τρομερή γραφειοκρατία και η απουσία ενός θεσμοποιημένου forum που θα αναλάμβανε να επεξεργαστεί με συγκροτημένο τρόπο τη σχετική πρόταση.
Για το λόγο λοιπόν αυτό, και προκειμένου να προετοιμάσουμε τον «Κλεισθένη ΙΙ» γρήγορα και αποτελεσματικά, στο υπό κατάθεση σχέδιο νόμου έχουμε περιλάβει δύο άρθρα :
• Το πρώτο, το άρθρο 203, περιλαμβάνει τις βασικές αρχές με τις οποίες θα γίνει ο ανακαθορισμός των αρμοδιοτήτων, καθώς και τη σχετική διαδικασία και συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα. Ειδικότερα, προβλέπεται η σύσταση μικτών Διυπουργικών Επιτροπών Ανακαθορισμού Αρμοδιοτήτων και Διαδικασιών (Δ.Ε.ΑΝ.Α.Δ.) με έργο την καταγραφή των αρμοδιοτήτων και διαδικασιών της κεντρικής διοίκησης, των αποκεντρωμένων διοικήσεων και της τοπικής αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού, ανά πεδίο δημόσιας πολιτικής κάθε Υπουργείου, την αξιολόγηση των όρων αποτελεσματικής άσκησης αυτών, τον εντοπισμό προβλημάτων και δυσλειτουργιών και τη διατύπωση πρότασης για την αντιμετώπιση αυτών, σύμφωνα με τις αρχές της εγγύτητας, της επικουρικότητας και της αποτελεσματικότητας. Μάλιστα, στις εν λόγω Επιτροπές, προβλέπεται η συμμετοχή και εκπροσώπων της ΚΕΔΕ και της ΕΝΠΕ, προκειμένου η Αυτοδιοίκηση να έχει λόγο όχι μόνο στο τελικό προϊόν της εργασίας τους, αλλά και στην ίδια τη διαμόρφωσή του. Το δε έργο των Επιτροπών αυτών, προβλέπεται να ολοκληρωθεί μέσα σε τέσσερις μήνες από τη συγκρότησή της, ήτοι συνολικά μέσα σε πέντε μήνες από την ψήφιση του σχεδίου νόμου.
• Το δεύτερο, το άρθρο 204, προβλέπει τη σύσταση Μόνιμης Επιτροπής Ελέγχου Αρμοδιοτήτων Τοπικής Αυτοδιοίκησης, η οποία θα αναλάβει να διασφαλίσει τον διαρκή έλεγχο, την εποπτεία και την παροχή γνώμης για κάθε ζήτημα σχετικό με τη μεταβολή του νομοθετικού πλαισίου καθορισμού των αρμοδιοτήτων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, προκειμένου να γίνει σεβαστή η πρόβλεψη του άρθρου 102 παρ. 5 του Συντάγματος και να περιοριστεί το σημερινό φαινόμενο διαρκών αποσπασματικών μεταφορών αρμοδιοτήτων, χωρίς σχεδιασμό και κοστολόγηση, στους Δήμους και στις Περιφέρειες.
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,
Επιτρέψτε μου, στο χρόνο που μου απομένει, να παρουσιάσω κωδικοποιημένα τις βασικές επιλογές του υπό κατάθεση σχεδίου νόμου «Κλεισθένης Ι».
Αναφέρομαι σε βασικές επιλογές και όχι σε ρυθμίσεις, καθώς εκκρεμεί η οριστικοποίηση των επιμέρους διατάξεων, με βάση και τις παρατηρήσεις που έχουν κατατεθεί στη δημόσια διαβούλευση. Άλλωστε, αντικείμενο της σημερινής συνεδρίασης είναι η συζήτηση επί της γενικότερης στρατηγικής στα
θέματα τοπικής αυτοδιοίκησης και περιφερειακής πολιτικής, αφού η τυπική ανάγνωση του νομοσχεδίου, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής, θα ακολουθήσει στην αρμόδια Επιτροπή.
Όπως έχουμε κατ’ επανάληψη πει σε δημόσιες τοποθετήσεις μας, τόσο εγώ όσο και ο Υπουργός, κ. Σκουρλέτης, ο πρώτος στόχος της προσπάθειάς μας είναι η εμβάθυνση της δημοκρατικής και συλλογικής λειτουργίας της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Γνωρίζετε πολύ καλά ότι – παράλληλα προς την οικονομική και κοινωνική κρίση – τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας δοκιμάστηκαν και οι δημοκρατικοί θεσμοί. Όσοι και όσες παρακολουθείτε τακτικά τις κοινωνικοπολιτικές έρευνες, θα έχετε διαπιστώσει τη διαρκή απαξίωση και την υποβάθμιση στη συνείδηση των πολιτών θεσμών που αποτελούν πυλώνες της κοινωνικής μας συγκρότησης και του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Σε αυτό το – κατά κοινή ομολογία – ανησυχητικό πλαίσιο θεωρούμε ύψιστης σημασίας την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στις συλλογικές δημοκρατικές διαδικασίες και την άμεση εμπλοκή τους στη λήψη των αποφάσεων που τους αφορούν. Και, βέβαια, στην προσπάθεια αυτή ο χώρος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ως ο εγγύτερος προς τους πολίτες, αλλά και εκείνος που διατηρεί σε μεγάλο βαθμό το κύρος του, παρά τη γενικευμένη κρίση εμπιστοσύνης, αποδεικνύεται κρίσιμος.
Με αυτή την έννοια το υπό κατάθεση σχέδιο νόμου εστιάζει σε πολύ μεγάλο βαθμό στα θέματα δημοκρατικής διακυβέρνησης των Δήμων και των Περιφερειών, συμμετοχής των πολιτών και προστασίας των δικαιωμάτων τους.
Στο πλαίσιο αυτό, εντάσσονται, μεταξύ άλλων :
1ον. Η αποσύνδεση του χρόνου διεξαγωγής των αυτοδιοικητικών εκλογών από τις ευρωεκλογές.
2ον. Η καθιέρωση ως εκλογικού συστήματος για τις αυτοδιοικητικές εκλογές της απλής αναλογικής σε δύο γύρους. Στον πρώτο γύρο θα κατανέμεται το σύνολο των εδρών κάθε συμβουλίου, με απλή αναλογική, ενώ – αν κανένας συνδυασμός δεν έχει λάβει την απόλυτη πλειοψηφία στον πρώτο γύρο – θα γίνεται επαναληπτική ψηφοφορία μεταξύ των δύο πρώτων συνδυασμών, για την εκλογή του Δημάρχου ή του Περιφερειάρχη.
Στο σημείο αυτό, επιτρέψτε μου να διευκρινίσω το εξής : Ο δεύτερος γύρος δεν συνδέεται με κανενός είδους «μπόνους» εδρών στον εκλεγόμενο Δήμαρχο ή Περιφερειάρχη. Αντιλαμβανόμαστε δε πλήρως τις απόψεις που επισημαίνουν ότι πιθανόν η έμμεση εκλογή του Δημάρχου ή του Περιφερειάρχη να είναι πιο συμβατή νομικά και θεσμικά με το σύστημα της απλής αναλογικής, ωστόσο θα πρέπει να πάρουμε υπόψη μας και τον συμβολικό και πολιτικό ρόλο που παίζει το πρόσωπο του Δημάρχου ή του Περιφερειάρχη στις τοπικές κοινωνίες, οι
οποίες έχουν συνηθίσει διαρκώς από τη μεταπολίτευση και μετά, να έχουν λόγο στο πρόσωπο του επικεφαλής.
3ον. Η ενίσχυση του ρόλου της Δημοτικής και Περιφερειακής Επιτροπής Διαβούλευσης, την οποία εισήγαγε ως θεσμό ο «Καλλικράτης», με ρυθμίσεις που διευκολύνουν τη συγκρότησή της και ενισχύουν την αυτονομία της έναντι της εκάστοτε δημοτικής ή περιφερειακής αρχής.
4ον. Η αναβάθμιση θεσμών άμεσης κοινωνικής συμμετοχής, και ιδίως των τοπικών και περιφερειακών δημοψηφισμάτων, τα οποία ενεργοποιούνται για πρώτη φορά και θα δώσουν τη δυνατότητα στις τοπικές κοινωνίες, είτε με πρωτοβουλία του οικείου Δημοτικού/ Περιφερειακού Συμβουλίου είτε με λαϊκή πρωτοβουλία, να εκφραστούν πάνω σε κρίσιμα θέματα που τις απασχολούν.
5ον. Η αναμόρφωση του θεσμού του Δημοτικού και Περιφερειακού Συμπαραστάτη, λαμβάνοντας υπόψη τις δυσκολίες που συνάντησε η πρακτική εφαρμογή ενός πολύ θετικού θεσμού κατά τις τελευταίες δύο αυτοδιοικητικές περιόδους και σύμφωνα με τις κατευθύνσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης. Έτσι, ο Δημοτικός και Περιφερειακός Διαμεσολαβητής θα διέπεται πλέον από ένα ολοκληρωμένο θεσμικό πλαίσιο, που θα αναβαθμίζει την προσωπική και λειτουργική του ανεξαρτησία και θα θωρακίζει την άσκηση των καθηκόντων του, προς όφελος της καλύτερης προστασίας των δικαιωμάτων των πολιτών και της αναβαθμισμένης λειτουργίας των αυτοδιοικητικών υπηρεσιών, στα πρότυπα της εξαιρετικά θετικής εμπειρίας από την εικοσαετή λειτουργία του Συνηγόρου του Πολίτη.
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
Δεύτερος στόχος της προσπάθειάς μας είναι αυτός της ενίσχυσης της διοικητικής αποτελεσματικότητας και της επιχειρησιακής ικανότητας των ΟΤΑ, προς όφελος της εξυπηρέτησης των πολιτών και των επιχειρήσεων.
Στην κατεύθυνση αυτή, γίνονται ωστόσο αρκετά βήματα ήδη από το παρόν σχέδιο νόμου.
Το πρώτο βήμα αφορά στην κατάταξη των Δήμων σε πέντε διακριτές κατηγορίες, με βάση τον πληθυσμό τους, το βαθμό αστικότητας, καθώς και τα κριτήρια της ορεινότητας και της νησιωτικότητας.
Σκοπός μας είναι η κατηγοριοποίηση αυτή να λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων των Δήμων, την κατάρτιση των Οργανισμών Εσωτερικής Υπηρεσίας τους, την κατανομή των ΚΑΠ, καθώς και την αξιοποίηση της χρηματοδότησης από εθνικούς ή ευρωπαϊκούς πόρους.
Πρόκειται για μια πρωτοβουλία που σκοπεύει να καλύψει ένα, κατά τη γνώμη μας, θεσμικό έλλειμμα του «Καλλικράτη». Συγκεκριμένα, με τις συνενώσεις Δήμων, αλλά και με την εφαρμογή της αρχής «κάθε νησί και Δήμος», ο
«Καλλικράτης» δημιούργησε ασύμμετρες μεταξύ τους δομές, τις οποίες όμως ενέταξε σε ένα ενιαίο θεσμικό πλαίσιο, με αποτέλεσμα κάποιοι μεγάλοι αστικοί Δήμοι να ασφυκτιούν και άλλοι, μικρότεροι, να πελαγοδρομούν προσπαθώντας να ανταπεξέλθουν σε μια πλειάδα υποχρεώσεων που, αντικειμενικά, τους υπερβαίνει.
Υπενθυμίζω ότι για το θέμα έχει γίνει και μελέτη της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Αττικής, με επιστημονικούς υπευθύνους τους καθηγητές κ. Νίκο Χλέπα και Γιάννη Ψυχάρη.
Το δεύτερο βήμα αφορά την ενίσχυση της ενδοδημοτικής και ενδοπεριφερειακής αποκέντρωσης, με την αναμόρφωση του θεσμού των κοινοτήτων, αλλά και των χωρικών Αντιπεριφερειαρχών και των Περιφερειακών Ενοτήτων.
Το πλεονέκτημα του «Καλλικράτη» είναι ότι μέσω των συνενώσεων των Δήμων, αλλά και μέσω της καθιέρωσης της περιφερειακής δευτεροβάθμιας Αυτοδιοίκησης, στη θέση των Νομαρχιών, δημιούργησε πιο μεγάλες και ισχυρές διοικητικές δομές. Εν μέρει δε, οφείλεται στην επιλογή αυτή το γεγονός ότι οι ελληνικοί ΟΤΑ, με όλες τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν και το μεγάλο βάρος που σήκωσαν στο πλαίσιο της δημοσιονομικής προσαρμογής, κατάφεραν να αντέξουν.
Ωστόσο, η επιλογή αυτή είχε και ένα τίμημα. Έπληξε το αίσθημα εγγύτητας που φυσιολογικά είχε κάθε πολίτης, κυρίως προς το Δήμο και δευτερευόντως προς τον Νομό του. Έτσι, ειδικά σε περιπτώσεις εκτεταμένων συνενώσεων ή απομονωμένων και δυσπρόσιτων περιοχών, πυροδοτήθηκαν αντιδράσεις και τάσεις αυτονόμησης, οι οποίες δεν υπαγορεύονται πάντοτε από τοπικιστικά κριτήρια, αλλά συχνά εδράζονται σε βάσιμα αιτήματα που αφορούν τη δυνατότητα των κατοίκων να διαχειρίζονται την άμεση καθημερινότητά τους.
Με αυτή τη λογική και προκειμένου να διαφυλαχθεί η κεντρική επιλογή του Υπουργείου να μην τεθεί – εκτός ενδεχομένως από κάποιες οριακές περιπτώσεις – ζήτημα εκ νέου αλλαγής των διοικητικών ορίων, στο σχέδιο νόμου προτείνεται μία σειρά ρυθμίσεων που στηρίζει διοικητικά και πολιτικά το ρόλο των Κοινοτήτων.
Το τρίτο βήμα αφορά το περιεχόμενο και τον τρόπο άσκησης της προβλεπόμενης από το Σύνταγμα κρατικής εποπτείας των ΟΤΑ. Όπως ξέρετε, ήδη από τον «Καλλικράτη» είχε προβλεφθεί ο θεσμός του Ελεγκτή Νομιμότητας και της Αυτοτελούς Υπηρεσίας Εποπτείας ΟΤΑ, ως αρμόδιων για την άσκηση του ελέγχου νομιμότητας των πράξεων των ΟΤΑ και του πειθαρχικού ελέγχου των αιρετών τους. Ωστόσο, ο θεσμός δεν ενεργοποιήθηκε ποτέ, λόγω πρακτικών δυσκολιών, ενόψει και της δυσμενούς δημοσιονομικής συγκυρίας με την οποία συνέπεσε. Με το σχέδιο νόμου επέρχονται κάποιες σημειακές βελτιώσεις που θα διευκολύνουν την άμεση
έναρξη λειτουργίας του, ενώ παράλληλα αποσαφηνίζεται το περιεχόμενο και η έκταση της κρατικής εποπτείας επί των ΟΤΑ, καθώς επίσης και ο ρόλος των επιμέρους κρατικών φορέων στο πλαίσιο αυτό.
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
Θα ολοκληρώσω την ενημέρωσή σας με μια αναφορά στον τρίτο στόχο των προσπαθειών μας, που δεν είναι άλλος από την εξασφάλιση της οικονομικής βιωσιμότητας των ΟΤΑ και την ουσιαστική εμπλοκή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στο σχεδιασμό και στην υλοποίηση της αναπτυξιακής στρατηγικής σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο – στον μεγάλο, με άλλα λόγια, εθνικό στόχο της περιόδου.
Στο πλαίσιο αυτό, με το υπό κατάθεση σχέδιο νόμου προχωράμε στα εξής :
• Πρώτον, εξειδικεύεται νομοθετικά το περιεχόμενο και η διαδικασία κατάρτισης των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων των Δήμων και των Περιφερειών
• Δεύτερον, προβλέπεται η συγκρότηση Επιτροπής Παρακολούθησης & Υλοποίησης Χωρικού και Αναπτυξιακού Σχεδιασμού Τοπικού και Περιφερειακού Επιπέδου, με τη συμμετοχή των συναρμόδιων Υπουργείων, των εκπροσώπων της Αυτοδιοίκησης και εκπροσώπων κοινωνικών φορέων, η οποία θα είναι αρμόδια για την παρακολούθηση του βαθμού υλοποίησης του χωρικού και αναπτυξιακού σχεδιασμού σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, την ενημέρωση και υποστήριξη των ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού σε θέματα εναρμόνισης του σχεδιασμού τους με τον χωρικό και αναπτυξιακό σχεδιασμό των άλλων επιπέδων διοίκησης και το συντονισμό του χωρικού και αναπτυξιακού τοπικού και περιφερειακού σχεδιασμού, με σκοπό τη διαμόρφωση συνεκτικών πολιτικών σε εθνικό επίπεδο.
• Τρίτον, εισάγονται ρυθμίσεις που θα διευκολύνουν την εκτέλεση έργων από τους Δήμους, μέσω της υποστήριξής τους από τη ΜΟΔ και την ΕΕΤΑΑ, μέσω της διεύρυνσης του κύκλου των φορέων του ευρύτερου Δημοσίου, με τους οποίους οι ΟΤΑ μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις, μέσω της θεσμοθέτησης του διαδημοτικού συνδέσμου τεχνικής υπηρεσίας, ως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, με ειδικό σκοπό τη μελέτη και εκτέλεση των τεχνικών έργων των Δήμων που τον συναπαρτίζουν. Πρόκειται για παρεμβάσεις που αναμένεται να ενισχύσουν την επιχειρησιακή ικανότητα των ΟΤΑ και αναμένεται να αναβαθμίσουν σημαντικά τη δυνατότητα, κυρίως των μικρότερων Δήμων, να αξιοποιούν διαθέσιμες χρηματοδοτήσεις προς όφελος των τοπικών τους κοινωνιών.
• Τέταρτον, διαμορφώνονται νέα πεδία αναπτυξιακής δράσης των ΟΤΑ. Συγκεκριμένα, δίνεται στους ΟΤΑ η δυνατότητα να συνιστούν αυτοτελώς ή να συμμετέχουν σε αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες με αντικείμενο
δραστηριότητες στους τομείς της ενέργειας, των υποδομών και μεταφορών, του τουρισμού και εν γένει της αξιοποίησης τοπικών φυσικών πόρων ή περιοχών ή εγκαταστάσεων σημαντικής τουριστικής ή αναπτυξιακής αξίας.
• Πέμπτον, αναμορφώνεται ο αλγόριθμος υπολογισμού της κατανομής των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (ΚΑΠ), με την προσθήκη επιπλέον ουσιαστικών κοινωνικών κριτηρίων, όπως η κατηγορία στην οποία ανήκει κάθε Δήμος, σύμφωνα με όσα προανέφερα, το ποσοστό ανεργίας στον οικείο ΟΤΑ, το επίπεδο του παραγόμενου στον ΟΤΑ ΑΕΠ, ως ποσοστό προς το συνολικό ΑΕΠ της χώρας κ.λπ.
• Τέλος, σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική εποπτεία των ΟΤΑ, επανέρχεται η ρύθμιση που είχε προωθηθεί και στο παρελθόν, χωρίς να καταφέρει να ψηφιστεί, λόγω της πρόωρης διάλυσης της Βουλής, επί της οποίας και είχαν εκφράσει τη σύμφωνη γνώμη τους τα όργανα της Αυτοδιοίκησης, σχετικά με το ρόλο και τον τρόπο λειτουργίας του Παρατηρητηρίου Οικονομικής Αυτοτέλειας ΟΤΑ. Βασικό πρόβλημα του θεσμού μέχρι σήμερα ήταν ο – σε μεγάλο βαθμό – τιμωρητικός χαρακτήρας του, η προσήλωσή του αποκλειστικά στην απόκλιση από τους δημοσιονομικούς στόχους, αλλά και η έλλειψη δημοκρατικής νομιμοποίησης και ελέγχου του, παρά το γεγονός ότι οι ΟΤΑ απολαύουν συνταγματικά κατοχυρωμένης αυτοτέλειας. Με το υπό κατάθεση σχέδιο νόμου, επιδιώκουμε το Παρατηρητήριο να λειτουργήσει υποστηρικτικά προς την Αυτοδιοίκηση, με στόχο την ουσιαστική οικονομική βιωσιμότητα των ΟΤΑ, μεμονωμένα και στο σύνολο, αλλά και τη λογοδοσία του Παρατηρητηρίου, μέσω περιοδικών εκθέσεων προς όλους τους αρμόδιους για δημοσιονομικά θέματα φορείς, αλλά και προς τη Βουλή.
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
Θα θέσω στο σημείο αυτό μία τελεία, καθώς είναι αντικειμενικά αδύνατη, αλλά και εκφεύγει του σκοπού της σημερινής συνεδρίασης, μία διεξοδική παρουσίαση όλων των ρυθμίσεων του υπό κατάθεση σχεδίου νόμου, το οποίο θα έχετε την ευκαιρία να συζητήσετε διεξοδικά με τον κ. Υπουργό κατά την τακτική κοινοβουλευτική διαδικασία.
Θα ήθελα ωστόσο, εν είδει κατακλείδας και πριν τις ερωτήσεις και τις τοποθετήσεις των κυρίων κυρίων Βουλευτών, μελών της Επιτροπής, αλλά και των Προέδρων της ΚΕΔΕ και της ΕΝΠΕ, να επισημάνω το εξής :
Από την τριετή και πλέον θητεία μου στο Υπουργείο Εσωτερικών και τη συνεργασία μου με όλα τα στελέχη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ανεξαρτήτως πολιτικής και κομματικής τοποθέτησης, θεωρώ ότι στους στόχους της μεταρρύθμισης – Δημοκρατία, Συμμετοχή, Αποτελεσματικότητα, Διαφάνεια, Οικονομική Βιωσιμότητα, Αναπτυξιακή Προοπτική – υ
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
Σας ευχαριστώ για την πρόσκληση να ενημερώσω την Επιτροπή Περιφερειών στη σημερινή συνεδρίασή σας με θέμα «Τοπική Αυτοδιοίκηση : Από τον “Καλλικράτη” στον “Κλεισθένη”».
Όπως ασφαλώς γνωρίζετε, το Υπουργείο Εσωτερικών έθεσε σε δημόσια διαβούλευση, η οποία ολοκληρώθηκε προχθές Δευτέρα 14 Μαΐου ένα εκτεταμένο σχέδιο νόμου με τίτλο : «Μεταρρύθμιση του θεσμικού πλαισίου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης –Εμβάθυνση της Δημοκρατίας – Ενίσχυση της Συμμετοχής –Βελτίωση της οικονομικής και αναπτυξιακής λειτουργίας των ΟΤΑ [Πρόγραμμα «ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ Ι»] – Ρυθμίσεις για τον εκσυγχρονισμό του πλαισίου οργάνωσης και λειτουργίας των ΦΟ.ΔΣ.Α – Ρυθμίσεις για την αποτελεσματικότερη, ταχύτερη και ενιαία άσκηση των αρμοδιοτήτων σχετικά με την απονομή ιθαγένειας και την πολιτογράφηση – Λοιπές διατάξεις αρμοδιότητας ΥΠΕΣ».
Κατ’ αρχάς, να αποσαφηνίσω ότι η σημερινή μου ενημέρωση αφορά μόνο το πρώτο μέρος του νομοσχεδίου που περιλαμβάνει τις σχετικές με τη μεταρρύθμιση του θεσμικού πλαισίου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης διατάξεις. Για τα θέματα των ΦΟ.ΔΣ.Α., καθώς και τα θέματα ιθαγένειας, υπάρχουν άλλοι καθ’ ύλην αρμόδιοι συνάδελφοι, ο Γενικός Γραμματέας Συντονισμού Διαχείρισης Αποβλήτων και ο Ειδικός Γραμματέας Ιθαγένειας, επομένως δεν θα ήθελα να υπερβώ τα όρια της αρμοδιότητάς μου.
Θα ήθελα να ξεκινήσω, για την πληρότητα της ενημέρωσης των μελών της Επιτροπής, υπενθυμίζοντας τη διαδικασία που ακολουθήθηκε και την πορεία που διανύθηκε μέχρι να φτάσουμε στην κατάθεση του συγκεκριμένου σχεδίου
νόμου προς δημόσια διαβούλευση και, εν συνεχεία, προς συζήτηση και ψήφιση στη Βουλή.
Όπως οι περισσότεροι και οι περισσότερες θα θυμάστε, η μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης υπήρξε από τις κεντρικού χαρακτήρα προγραμματικές δεσμεύσεις της παρούσας Κυβέρνησης.
Σε εφαρμογή της δέσμευσης αυτής, με το άρθρο 5 του ν. 4368/2016 (το λεγόμενο «παράλληλο πρόγραμμα») συστάθηκε ειδική Επιτροπή στο Υπουργείο Εσωτερικών, με έργο την επεξεργασία προτάσεων για το θέμα.
Η Επιτροπή συγκροτήθηκε τον Ιούνιο του ίδιου έτους, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, υπό την προεδρία μου, ως Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου, και με τη συμμετοχή :
• Πρώτον, επιτελικών στελεχών του Υπουργείου,
• Δεύτερον, ειδικών επιστημόνων και εμπειρογνωμόνων σε θέματα Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Περιφερειακής Ανάπτυξης και
• Τρίτον, και κυριότερο, εκπροσώπων της Κεντρικής Ένωσης Δήμων, της Ένωσης Περιφερειών, της ΠΟΕ-ΟΤΑ και της ομοσπονδίας των εργαζομένων στις Περιφέρειες (ΟΣΥΑΠΕ). Μάλιστα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η διαπαραταξιακή έκφραση των φορέων της Αυτοδιοίκησης, οι αντιπροσωπείες της ΚΕΔΕ και της ΕΝΠΕ ήταν τριμελείς, επιπλέον των οικείων προέδρων, των κ.κ. Πατούλη και Αγοραστού, που ούτως ή άλλως μετείχαν στις συνεδριάσεις.
Για την υποβοήθηση της Επιτροπής και τη σε βάθος επεξεργασία των επιμέρους θεμάτων συγκροτήθηκαν επιπλέον τέσσερις Θεματικές Ομάδες, στις οποίες επίσης μετείχαν εκπρόσωποι των αυτοδιοικητικών φορέων και με τη συμμετοχή συνολικά πάνω από 100 στελεχών, επί συνολικά οκτώ μήνες.
Την 1η Μαρτίου 2017 η Επιτροπή παρέδωσε στον Υπουργό Εσωτερικών και έδωσε στη δημοσιότητα τις προτάσεις στις οποίες είχε καταλήξει και επί των οποίων έγινε εκτεταμένος δημόσιος διάλογος επί ένα και πλέον έτος, στα συνέδρια της ΚΕΔΕ και της ΕΝΠΕ, σε εκδηλώσεις σε όλη την Ελλάδα, αλλά και σε κατ’ ιδίαν συναντήσεις της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Εσωτερικών με φορείς και αιρετούς.
Το σχέδιο νόμου που δόθηκε σε δημόσια διαβούλευση έτυχε επεξεργασίας από τα υπηρεσιακά και πολιτικά στελέχη του Υπουργείου, με βάση το ανωτέρω πόρισμα της Επιτροπής και λαμβάνοντας υπόψη τις απόψεις, παρατηρήσεις, συμφωνίες και διαφωνίες που είχαν διατυπωθεί τόσο από θεσμικούς φορείς, όσο και από συλλογικότητες και απλούς πολίτες, κατά τη διάρκεια της ετήσιας και πλέον δημόσιας συζήτησης.
Αυτή τη στιγμή, μετά και την ολοκλήρωση και της τυπικής δημόσιας διαβούλευσης επί δεκαπέντε ημέρες, γίνεται η τελική επεξεργασία του σχεδίου νόμου, λαμβανομένων υπόψη και των σχολίων που διατυπώθηκαν, προκειμένου να κατατεθεί προς συζήτηση και ψήφιση στη Βουλή.
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
Εισερχόμενος στην ουσία του σχεδίου νόμου, θα μου επιτρέψετε, για την οικονομία της συζήτησης που θα ακολουθήσει, να ξεκινήσω από τα θέματα που δεν περιλαμβάνει το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου, παρ’ όλο που περιλαμβάνονταν στο πόρισμα της Επιτροπής του ΥΠΕΣ και είναι στην πρόθεση του Υπουργείου να τα ρυθμίσει στην επόμενη φάση, στο πλαίσιο του «Κλεισθένη ΙΙ».
Συγκεκριμένα, αναφέρομαι στο μείζον θέμα του επανασχεδιασμού των αρμοδιοτήτων κάθε διοικητικού επιπέδου, δηλαδή του κεντρικού Κράτους, των κρατικών Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού.
Αντιλαμβάνεστε ότι το συγκεκριμένο θέμα, αναγόμενο στον πυρήνα του τρόπου οργάνωσης και λειτουργίας του νεότερου ελληνικού Κράτους είναι και θεσμικά ευαίσθητο και διοικητικά σύνθετο.
Σκοπός του Υπουργείου δεν ήταν η εισαγωγή και ψήφιση ενός ακόμη καταλόγου αρμοδιοτήτων, που θα μετέφερε αρμοδιότητες από το ένα διοικητικό επίπεδο στο άλλο.
Αντίθετα, περιγράψαμε μία μεθοδολογία η οποία – ξεκινώντας από την έννοια των δημόσιων πολιτικών – θα σχεδίαζε εκ νέου όλες τις σχετικές αρμοδιότητες, μπαίνοντας σε βάθος.
Διότι, όπως πολύ καλά γνωρίζετε, όντες έμπειροι οι περισσότεροι στα θέματα διοίκησης, μία φράση σε έναν νόμο, η οποία αναφέρει απλώς ότι το τάδε θέμα είναι αρμοδιότητα, λόγου χάρη, του Δήμου, κρύβει από πίσω της ένα πλέγμα συχνά δαιδαλώδους ή και απαρχαιωμένης νομοθεσίας και μια σειρά διοικητικών διαδικασιών.
Γι’ αυτό και στόχος μας είναι, παράλληλα προς τον ριζικό επανασχεδιασμό των αρμοδιοτήτων, να προχωρήσουμε στην απλοποίηση και προτυποποίηση των διοικητικών διαδικασιών πίσω από αυτές. Μάλιστα, για το σκοπό αυτό υλοποιούμε και σχετικό συγχρηματοδοτούμενο έργο μέσω του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Μεταρρύθμιση Δημόσιου Τομέα».
Δυστυχώς, το σχέδιο νόμου δεν κατέστη εφικτό να περιλάβει αναλυτική ρύθμιση για το θέμα αυτό – το οποίο δικαιολογημένα η Τοπική Αυτοδιοίκηση αναδεικνύει ως μείζον.
Ως ένα βαθμό, για την έλλειψη αυτή οφείλονται συνταγματικά εμπόδια. Όπως ξέρετε, υπάρχουν σημαντικές αρμοδιότητες τις οποίες η Τοπική Αυτοδιοίκηση διεκδικεί να αναλάβει και τις οποίες πρέπει να σκεφτούμε σοβαρά να της αποδώσουμε, ιδίως ενόψει της καθιέρωσης της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, που δημιούργησε μεγάλες και στιβαρές διοικητικές δομές που έχουν και την πολιτική νομιμοποίηση και τη διοικητική και οικονομική υποδομή να ασκήσουν πιο σύνθετες αρμοδιότητες.
Ωστόσο, θα πρέπει με ειλικρίνεια και σεβόμενος το θεσμικό ρόλο της Επιτροπής σας, να πω ότι για την έλλειψη οφείλεται επίσης η τρομερή γραφειοκρατία και η απουσία ενός θεσμοποιημένου forum που θα αναλάμβανε να επεξεργαστεί με συγκροτημένο τρόπο τη σχετική πρόταση.
Για το λόγο λοιπόν αυτό, και προκειμένου να προετοιμάσουμε τον «Κλεισθένη ΙΙ» γρήγορα και αποτελεσματικά, στο υπό κατάθεση σχέδιο νόμου έχουμε περιλάβει δύο άρθρα :
• Το πρώτο, το άρθρο 203, περιλαμβάνει τις βασικές αρχές με τις οποίες θα γίνει ο ανακαθορισμός των αρμοδιοτήτων, καθώς και τη σχετική διαδικασία και συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα. Ειδικότερα, προβλέπεται η σύσταση μικτών Διυπουργικών Επιτροπών Ανακαθορισμού Αρμοδιοτήτων και Διαδικασιών (Δ.Ε.ΑΝ.Α.Δ.) με έργο την καταγραφή των αρμοδιοτήτων και διαδικασιών της κεντρικής διοίκησης, των αποκεντρωμένων διοικήσεων και της τοπικής αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού, ανά πεδίο δημόσιας πολιτικής κάθε Υπουργείου, την αξιολόγηση των όρων αποτελεσματικής άσκησης αυτών, τον εντοπισμό προβλημάτων και δυσλειτουργιών και τη διατύπωση πρότασης για την αντιμετώπιση αυτών, σύμφωνα με τις αρχές της εγγύτητας, της επικουρικότητας και της αποτελεσματικότητας. Μάλιστα, στις εν λόγω Επιτροπές, προβλέπεται η συμμετοχή και εκπροσώπων της ΚΕΔΕ και της ΕΝΠΕ, προκειμένου η Αυτοδιοίκηση να έχει λόγο όχι μόνο στο τελικό προϊόν της εργασίας τους, αλλά και στην ίδια τη διαμόρφωσή του. Το δε έργο των Επιτροπών αυτών, προβλέπεται να ολοκληρωθεί μέσα σε τέσσερις μήνες από τη συγκρότησή της, ήτοι συνολικά μέσα σε πέντε μήνες από την ψήφιση του σχεδίου νόμου.
• Το δεύτερο, το άρθρο 204, προβλέπει τη σύσταση Μόνιμης Επιτροπής Ελέγχου Αρμοδιοτήτων Τοπικής Αυτοδιοίκησης, η οποία θα αναλάβει να διασφαλίσει τον διαρκή έλεγχο, την εποπτεία και την παροχή γνώμης για κάθε ζήτημα σχετικό με τη μεταβολή του νομοθετικού πλαισίου καθορισμού των αρμοδιοτήτων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, προκειμένου να γίνει σεβαστή η πρόβλεψη του άρθρου 102 παρ. 5 του Συντάγματος και να περιοριστεί το σημερινό φαινόμενο διαρκών αποσπασματικών μεταφορών αρμοδιοτήτων, χωρίς σχεδιασμό και κοστολόγηση, στους Δήμους και στις Περιφέρειες.
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,
Επιτρέψτε μου, στο χρόνο που μου απομένει, να παρουσιάσω κωδικοποιημένα τις βασικές επιλογές του υπό κατάθεση σχεδίου νόμου «Κλεισθένης Ι».
Αναφέρομαι σε βασικές επιλογές και όχι σε ρυθμίσεις, καθώς εκκρεμεί η οριστικοποίηση των επιμέρους διατάξεων, με βάση και τις παρατηρήσεις που έχουν κατατεθεί στη δημόσια διαβούλευση. Άλλωστε, αντικείμενο της σημερινής συνεδρίασης είναι η συζήτηση επί της γενικότερης στρατηγικής στα
θέματα τοπικής αυτοδιοίκησης και περιφερειακής πολιτικής, αφού η τυπική ανάγνωση του νομοσχεδίου, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής, θα ακολουθήσει στην αρμόδια Επιτροπή.
Όπως έχουμε κατ’ επανάληψη πει σε δημόσιες τοποθετήσεις μας, τόσο εγώ όσο και ο Υπουργός, κ. Σκουρλέτης, ο πρώτος στόχος της προσπάθειάς μας είναι η εμβάθυνση της δημοκρατικής και συλλογικής λειτουργίας της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Γνωρίζετε πολύ καλά ότι – παράλληλα προς την οικονομική και κοινωνική κρίση – τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας δοκιμάστηκαν και οι δημοκρατικοί θεσμοί. Όσοι και όσες παρακολουθείτε τακτικά τις κοινωνικοπολιτικές έρευνες, θα έχετε διαπιστώσει τη διαρκή απαξίωση και την υποβάθμιση στη συνείδηση των πολιτών θεσμών που αποτελούν πυλώνες της κοινωνικής μας συγκρότησης και του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Σε αυτό το – κατά κοινή ομολογία – ανησυχητικό πλαίσιο θεωρούμε ύψιστης σημασίας την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στις συλλογικές δημοκρατικές διαδικασίες και την άμεση εμπλοκή τους στη λήψη των αποφάσεων που τους αφορούν. Και, βέβαια, στην προσπάθεια αυτή ο χώρος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ως ο εγγύτερος προς τους πολίτες, αλλά και εκείνος που διατηρεί σε μεγάλο βαθμό το κύρος του, παρά τη γενικευμένη κρίση εμπιστοσύνης, αποδεικνύεται κρίσιμος.
Με αυτή την έννοια το υπό κατάθεση σχέδιο νόμου εστιάζει σε πολύ μεγάλο βαθμό στα θέματα δημοκρατικής διακυβέρνησης των Δήμων και των Περιφερειών, συμμετοχής των πολιτών και προστασίας των δικαιωμάτων τους.
Στο πλαίσιο αυτό, εντάσσονται, μεταξύ άλλων :
1ον. Η αποσύνδεση του χρόνου διεξαγωγής των αυτοδιοικητικών εκλογών από τις ευρωεκλογές.
2ον. Η καθιέρωση ως εκλογικού συστήματος για τις αυτοδιοικητικές εκλογές της απλής αναλογικής σε δύο γύρους. Στον πρώτο γύρο θα κατανέμεται το σύνολο των εδρών κάθε συμβουλίου, με απλή αναλογική, ενώ – αν κανένας συνδυασμός δεν έχει λάβει την απόλυτη πλειοψηφία στον πρώτο γύρο – θα γίνεται επαναληπτική ψηφοφορία μεταξύ των δύο πρώτων συνδυασμών, για την εκλογή του Δημάρχου ή του Περιφερειάρχη.
Στο σημείο αυτό, επιτρέψτε μου να διευκρινίσω το εξής : Ο δεύτερος γύρος δεν συνδέεται με κανενός είδους «μπόνους» εδρών στον εκλεγόμενο Δήμαρχο ή Περιφερειάρχη. Αντιλαμβανόμαστε δε πλήρως τις απόψεις που επισημαίνουν ότι πιθανόν η έμμεση εκλογή του Δημάρχου ή του Περιφερειάρχη να είναι πιο συμβατή νομικά και θεσμικά με το σύστημα της απλής αναλογικής, ωστόσο θα πρέπει να πάρουμε υπόψη μας και τον συμβολικό και πολιτικό ρόλο που παίζει το πρόσωπο του Δημάρχου ή του Περιφερειάρχη στις τοπικές κοινωνίες, οι
οποίες έχουν συνηθίσει διαρκώς από τη μεταπολίτευση και μετά, να έχουν λόγο στο πρόσωπο του επικεφαλής.
3ον. Η ενίσχυση του ρόλου της Δημοτικής και Περιφερειακής Επιτροπής Διαβούλευσης, την οποία εισήγαγε ως θεσμό ο «Καλλικράτης», με ρυθμίσεις που διευκολύνουν τη συγκρότησή της και ενισχύουν την αυτονομία της έναντι της εκάστοτε δημοτικής ή περιφερειακής αρχής.
4ον. Η αναβάθμιση θεσμών άμεσης κοινωνικής συμμετοχής, και ιδίως των τοπικών και περιφερειακών δημοψηφισμάτων, τα οποία ενεργοποιούνται για πρώτη φορά και θα δώσουν τη δυνατότητα στις τοπικές κοινωνίες, είτε με πρωτοβουλία του οικείου Δημοτικού/ Περιφερειακού Συμβουλίου είτε με λαϊκή πρωτοβουλία, να εκφραστούν πάνω σε κρίσιμα θέματα που τις απασχολούν.
5ον. Η αναμόρφωση του θεσμού του Δημοτικού και Περιφερειακού Συμπαραστάτη, λαμβάνοντας υπόψη τις δυσκολίες που συνάντησε η πρακτική εφαρμογή ενός πολύ θετικού θεσμού κατά τις τελευταίες δύο αυτοδιοικητικές περιόδους και σύμφωνα με τις κατευθύνσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης. Έτσι, ο Δημοτικός και Περιφερειακός Διαμεσολαβητής θα διέπεται πλέον από ένα ολοκληρωμένο θεσμικό πλαίσιο, που θα αναβαθμίζει την προσωπική και λειτουργική του ανεξαρτησία και θα θωρακίζει την άσκηση των καθηκόντων του, προς όφελος της καλύτερης προστασίας των δικαιωμάτων των πολιτών και της αναβαθμισμένης λειτουργίας των αυτοδιοικητικών υπηρεσιών, στα πρότυπα της εξαιρετικά θετικής εμπειρίας από την εικοσαετή λειτουργία του Συνηγόρου του Πολίτη.
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
Δεύτερος στόχος της προσπάθειάς μας είναι αυτός της ενίσχυσης της διοικητικής αποτελεσματικότητας και της επιχειρησιακής ικανότητας των ΟΤΑ, προς όφελος της εξυπηρέτησης των πολιτών και των επιχειρήσεων.
Στην κατεύθυνση αυτή, γίνονται ωστόσο αρκετά βήματα ήδη από το παρόν σχέδιο νόμου.
Το πρώτο βήμα αφορά στην κατάταξη των Δήμων σε πέντε διακριτές κατηγορίες, με βάση τον πληθυσμό τους, το βαθμό αστικότητας, καθώς και τα κριτήρια της ορεινότητας και της νησιωτικότητας.
Σκοπός μας είναι η κατηγοριοποίηση αυτή να λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων των Δήμων, την κατάρτιση των Οργανισμών Εσωτερικής Υπηρεσίας τους, την κατανομή των ΚΑΠ, καθώς και την αξιοποίηση της χρηματοδότησης από εθνικούς ή ευρωπαϊκούς πόρους.
Πρόκειται για μια πρωτοβουλία που σκοπεύει να καλύψει ένα, κατά τη γνώμη μας, θεσμικό έλλειμμα του «Καλλικράτη». Συγκεκριμένα, με τις συνενώσεις Δήμων, αλλά και με την εφαρμογή της αρχής «κάθε νησί και Δήμος», ο
«Καλλικράτης» δημιούργησε ασύμμετρες μεταξύ τους δομές, τις οποίες όμως ενέταξε σε ένα ενιαίο θεσμικό πλαίσιο, με αποτέλεσμα κάποιοι μεγάλοι αστικοί Δήμοι να ασφυκτιούν και άλλοι, μικρότεροι, να πελαγοδρομούν προσπαθώντας να ανταπεξέλθουν σε μια πλειάδα υποχρεώσεων που, αντικειμενικά, τους υπερβαίνει.
Υπενθυμίζω ότι για το θέμα έχει γίνει και μελέτη της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Αττικής, με επιστημονικούς υπευθύνους τους καθηγητές κ. Νίκο Χλέπα και Γιάννη Ψυχάρη.
Το δεύτερο βήμα αφορά την ενίσχυση της ενδοδημοτικής και ενδοπεριφερειακής αποκέντρωσης, με την αναμόρφωση του θεσμού των κοινοτήτων, αλλά και των χωρικών Αντιπεριφερειαρχών και των Περιφερειακών Ενοτήτων.
Το πλεονέκτημα του «Καλλικράτη» είναι ότι μέσω των συνενώσεων των Δήμων, αλλά και μέσω της καθιέρωσης της περιφερειακής δευτεροβάθμιας Αυτοδιοίκησης, στη θέση των Νομαρχιών, δημιούργησε πιο μεγάλες και ισχυρές διοικητικές δομές. Εν μέρει δε, οφείλεται στην επιλογή αυτή το γεγονός ότι οι ελληνικοί ΟΤΑ, με όλες τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν και το μεγάλο βάρος που σήκωσαν στο πλαίσιο της δημοσιονομικής προσαρμογής, κατάφεραν να αντέξουν.
Ωστόσο, η επιλογή αυτή είχε και ένα τίμημα. Έπληξε το αίσθημα εγγύτητας που φυσιολογικά είχε κάθε πολίτης, κυρίως προς το Δήμο και δευτερευόντως προς τον Νομό του. Έτσι, ειδικά σε περιπτώσεις εκτεταμένων συνενώσεων ή απομονωμένων και δυσπρόσιτων περιοχών, πυροδοτήθηκαν αντιδράσεις και τάσεις αυτονόμησης, οι οποίες δεν υπαγορεύονται πάντοτε από τοπικιστικά κριτήρια, αλλά συχνά εδράζονται σε βάσιμα αιτήματα που αφορούν τη δυνατότητα των κατοίκων να διαχειρίζονται την άμεση καθημερινότητά τους.
Με αυτή τη λογική και προκειμένου να διαφυλαχθεί η κεντρική επιλογή του Υπουργείου να μην τεθεί – εκτός ενδεχομένως από κάποιες οριακές περιπτώσεις – ζήτημα εκ νέου αλλαγής των διοικητικών ορίων, στο σχέδιο νόμου προτείνεται μία σειρά ρυθμίσεων που στηρίζει διοικητικά και πολιτικά το ρόλο των Κοινοτήτων.
Το τρίτο βήμα αφορά το περιεχόμενο και τον τρόπο άσκησης της προβλεπόμενης από το Σύνταγμα κρατικής εποπτείας των ΟΤΑ. Όπως ξέρετε, ήδη από τον «Καλλικράτη» είχε προβλεφθεί ο θεσμός του Ελεγκτή Νομιμότητας και της Αυτοτελούς Υπηρεσίας Εποπτείας ΟΤΑ, ως αρμόδιων για την άσκηση του ελέγχου νομιμότητας των πράξεων των ΟΤΑ και του πειθαρχικού ελέγχου των αιρετών τους. Ωστόσο, ο θεσμός δεν ενεργοποιήθηκε ποτέ, λόγω πρακτικών δυσκολιών, ενόψει και της δυσμενούς δημοσιονομικής συγκυρίας με την οποία συνέπεσε. Με το σχέδιο νόμου επέρχονται κάποιες σημειακές βελτιώσεις που θα διευκολύνουν την άμεση
έναρξη λειτουργίας του, ενώ παράλληλα αποσαφηνίζεται το περιεχόμενο και η έκταση της κρατικής εποπτείας επί των ΟΤΑ, καθώς επίσης και ο ρόλος των επιμέρους κρατικών φορέων στο πλαίσιο αυτό.
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
Θα ολοκληρώσω την ενημέρωσή σας με μια αναφορά στον τρίτο στόχο των προσπαθειών μας, που δεν είναι άλλος από την εξασφάλιση της οικονομικής βιωσιμότητας των ΟΤΑ και την ουσιαστική εμπλοκή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στο σχεδιασμό και στην υλοποίηση της αναπτυξιακής στρατηγικής σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο – στον μεγάλο, με άλλα λόγια, εθνικό στόχο της περιόδου.
Στο πλαίσιο αυτό, με το υπό κατάθεση σχέδιο νόμου προχωράμε στα εξής :
• Πρώτον, εξειδικεύεται νομοθετικά το περιεχόμενο και η διαδικασία κατάρτισης των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων των Δήμων και των Περιφερειών
• Δεύτερον, προβλέπεται η συγκρότηση Επιτροπής Παρακολούθησης & Υλοποίησης Χωρικού και Αναπτυξιακού Σχεδιασμού Τοπικού και Περιφερειακού Επιπέδου, με τη συμμετοχή των συναρμόδιων Υπουργείων, των εκπροσώπων της Αυτοδιοίκησης και εκπροσώπων κοινωνικών φορέων, η οποία θα είναι αρμόδια για την παρακολούθηση του βαθμού υλοποίησης του χωρικού και αναπτυξιακού σχεδιασμού σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, την ενημέρωση και υποστήριξη των ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού σε θέματα εναρμόνισης του σχεδιασμού τους με τον χωρικό και αναπτυξιακό σχεδιασμό των άλλων επιπέδων διοίκησης και το συντονισμό του χωρικού και αναπτυξιακού τοπικού και περιφερειακού σχεδιασμού, με σκοπό τη διαμόρφωση συνεκτικών πολιτικών σε εθνικό επίπεδο.
• Τρίτον, εισάγονται ρυθμίσεις που θα διευκολύνουν την εκτέλεση έργων από τους Δήμους, μέσω της υποστήριξής τους από τη ΜΟΔ και την ΕΕΤΑΑ, μέσω της διεύρυνσης του κύκλου των φορέων του ευρύτερου Δημοσίου, με τους οποίους οι ΟΤΑ μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις, μέσω της θεσμοθέτησης του διαδημοτικού συνδέσμου τεχνικής υπηρεσίας, ως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, με ειδικό σκοπό τη μελέτη και εκτέλεση των τεχνικών έργων των Δήμων που τον συναπαρτίζουν. Πρόκειται για παρεμβάσεις που αναμένεται να ενισχύσουν την επιχειρησιακή ικανότητα των ΟΤΑ και αναμένεται να αναβαθμίσουν σημαντικά τη δυνατότητα, κυρίως των μικρότερων Δήμων, να αξιοποιούν διαθέσιμες χρηματοδοτήσεις προς όφελος των τοπικών τους κοινωνιών.
• Τέταρτον, διαμορφώνονται νέα πεδία αναπτυξιακής δράσης των ΟΤΑ. Συγκεκριμένα, δίνεται στους ΟΤΑ η δυνατότητα να συνιστούν αυτοτελώς ή να συμμετέχουν σε αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες με αντικείμενο
δραστηριότητες στους τομείς της ενέργειας, των υποδομών και μεταφορών, του τουρισμού και εν γένει της αξιοποίησης τοπικών φυσικών πόρων ή περιοχών ή εγκαταστάσεων σημαντικής τουριστικής ή αναπτυξιακής αξίας.
• Πέμπτον, αναμορφώνεται ο αλγόριθμος υπολογισμού της κατανομής των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (ΚΑΠ), με την προσθήκη επιπλέον ουσιαστικών κοινωνικών κριτηρίων, όπως η κατηγορία στην οποία ανήκει κάθε Δήμος, σύμφωνα με όσα προανέφερα, το ποσοστό ανεργίας στον οικείο ΟΤΑ, το επίπεδο του παραγόμενου στον ΟΤΑ ΑΕΠ, ως ποσοστό προς το συνολικό ΑΕΠ της χώρας κ.λπ.
• Τέλος, σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική εποπτεία των ΟΤΑ, επανέρχεται η ρύθμιση που είχε προωθηθεί και στο παρελθόν, χωρίς να καταφέρει να ψηφιστεί, λόγω της πρόωρης διάλυσης της Βουλής, επί της οποίας και είχαν εκφράσει τη σύμφωνη γνώμη τους τα όργανα της Αυτοδιοίκησης, σχετικά με το ρόλο και τον τρόπο λειτουργίας του Παρατηρητηρίου Οικονομικής Αυτοτέλειας ΟΤΑ. Βασικό πρόβλημα του θεσμού μέχρι σήμερα ήταν ο – σε μεγάλο βαθμό – τιμωρητικός χαρακτήρας του, η προσήλωσή του αποκλειστικά στην απόκλιση από τους δημοσιονομικούς στόχους, αλλά και η έλλειψη δημοκρατικής νομιμοποίησης και ελέγχου του, παρά το γεγονός ότι οι ΟΤΑ απολαύουν συνταγματικά κατοχυρωμένης αυτοτέλειας. Με το υπό κατάθεση σχέδιο νόμου, επιδιώκουμε το Παρατηρητήριο να λειτουργήσει υποστηρικτικά προς την Αυτοδιοίκηση, με στόχο την ουσιαστική οικονομική βιωσιμότητα των ΟΤΑ, μεμονωμένα και στο σύνολο, αλλά και τη λογοδοσία του Παρατηρητηρίου, μέσω περιοδικών εκθέσεων προς όλους τους αρμόδιους για δημοσιονομικά θέματα φορείς, αλλά και προς τη Βουλή.
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
Θα θέσω στο σημείο αυτό μία τελεία, καθώς είναι αντικειμενικά αδύνατη, αλλά και εκφεύγει του σκοπού της σημερινής συνεδρίασης, μία διεξοδική παρουσίαση όλων των ρυθμίσεων του υπό κατάθεση σχεδίου νόμου, το οποίο θα έχετε την ευκαιρία να συζητήσετε διεξοδικά με τον κ. Υπουργό κατά την τακτική κοινοβουλευτική διαδικασία.
Θα ήθελα ωστόσο, εν είδει κατακλείδας και πριν τις ερωτήσεις και τις τοποθετήσεις των κυρίων κυρίων Βουλευτών, μελών της Επιτροπής, αλλά και των Προέδρων της ΚΕΔΕ και της ΕΝΠΕ, να επισημάνω το εξής :
Από την τριετή και πλέον θητεία μου στο Υπουργείο Εσωτερικών και τη συνεργασία μου με όλα τα στελέχη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ανεξαρτήτως πολιτικής και κομματικής τοποθέτησης, θεωρώ ότι στους στόχους της μεταρρύθμισης – Δημοκρατία, Συμμετοχή, Αποτελεσματικότητα, Διαφάνεια, Οικονομική Βιωσιμότητα, Αναπτυξιακή Προοπτική – υ