Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2009

Με αφορμή το debate (Χρήστος Βαλλιάνος)


Η παρακολούθηση του debate μεταξύ των έξι πολιτικών ηγετών με παρακίνησε σε κάποιες σκέψεις που ωστόσο δεν αφορούν καθόλου την εκλογομαχία.
Αφορμή για τις σκέψεις ήταν το γεγονός ότι η γραμματέας του ΚΚΕ φαίνεται ότι έχει κατοχυρώσει πλέον το αποκλειστικής εκπροσώπησης και χρήσης ενός λεξιλογίου (καπιταλισμός, ταξική εκμετάλλευση, αστική τάξη, εργατική αριστοκρατία, κλπ) που παραπέμπει στην εξ ίσου αποκλειστική κατοχή μιας ιδιαίτερης θεωρίας: του μαρξισμού: Το ΚΚΕ εμφανίζεται ως ένα ξεχωριστό κόμμα, το κόμμα της εργατικής τάξης, την οποία εκπροσωπεί εργολαβικά, και μοναδικός και αυθεντικός κάτοχος μιας θεωρίας, του μαρξισμού, εκ της οποίας πηγάζουν οι πολιτικές του θέσεις, που γι’ αυτό και μόνο είναι απόλυτα σεβαστές.
Όσο αυτονόητο φαίνεται το γεγονός αυτό σε κάποιους δημοσιογράφους και «αναλυτές», που σπεύδουν κάθε φορά να υπογραμμίσουν τη συνέπεια της πολιτικής στάσης του ΚΚΕ σε σχέση με τη γενικότερη φιλοσοφική του θεώρηση κλπ, τόσο για κάποιος άλλους, αμετανόητους αριστερούς η εικόνα αυτή φαντάζει τραγική, ή ακόμα και ιλαροτραγική: Και πώς να μην είναι έτσι; Σκεφτείτε μόνο ότι το κόμμα που μιλάει για τον καπιταλισμό και την ταξική εκμετάλλευση είναι αυτό που έχει ως στρατηγικό στόχο τον σοβιετικού τύπου κρατικό καπιταλισμό!
Βεβαίως, η άνετη χρήση ενός μαρξιστικού λεξιλογίου από τη γραμματέα του ΚΚΕ δεν σημαίνει τίποτα σε σχέση με το μαρξισμό του ΚΚΕ. Είναι γνωστό ότι αυτό που το ΚΚΕ θεωρεί μαρξισμό είναι μια φτηνή καρικατούρα της θεωρίας του Μαρξ. Η αναφορά στην εκμετάλλευση και το μονοπωλιακό καπιταλισμό δεν το εμποδίζει τελικά από το να σχηματίζει μια εικόνα της ελληνικής κοινωνίας που βρίσκεται σε εμφανή αναντιστοιχία με την ίδια την πραγματικότητα: Ας θυμηθούμε μόνο τη άποψη της Α. Παπαρήγα στο debate των αρχηγών, που θεωρεί ότι οι επιχειρήσεις παρεμβαίνουν στις πανεπιστημιακές σπουδές επιδιώκοντας την αποβλάκωση των φοιτητών!
Νομίζω ότι η εκτός ΚΚΕ Αριστερά κουβαλάει, από την εποχή της ΕΔΑ, μια «συμμετρική» παράδοση. Είναι η παράδοση της άρνησης της συλλογικής οικειοποίησης του μαρξισμού, η παράδοση της αποκλειστικά πολιτικής ενότητας, στο όνομα της απόρριψης της μοναδικής ορθοδοξίας, της χωρίς παρωπίδες αξιοποίησης της οποιασδήποτε θεωρητικής συμβολής, ακόμα και εκείνων που δηλώνουν ξένες προς το μαρξισμό, αλλά και μιας άλλης, υποδόριας αντίληψης, σύμφωνα με την οποία ο πολιτικός αγώνας είναι μια πρακτική, άμεσα αναγνωρίσιμη υπόθεση, για την οποία η θεωρητική ανάλυση είναι περίπου περιττή πολυτέλεια. Ανεξάρτητα από τις μεταξύ τους διαφορές, μ’ αυτή τη λογική χτίστηκε η ΕΔΑ, πολύ αργότερα ο ΣΥΝ, αλλά και τελευταία ο ΣΥΡΙΖΑ.
Υπάρχει κάποιο πρόβλημα σε σχέση μ’ αυτό: Φοβάμαι ότι το πρόβλημα είναι πολύ σοβαρότερο από το ότι άθελά μας, εκχωρήσαμε στον κληρονόμο της σταλινικής παράδοσης το δικαίωμα να εμφανίζεται ως ο μοναδικός και αδιαφιλονίκητος εισηγητής της μαρξιστικής θεωρίας. Πρόκειται μάλλον για το ότι μπροστά στα μεγάλα κομβικά προβλήματα του κράτους, του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος, της κρίσης, βρεθήκαμε χωρίς πυξίδα. Για να το διατυπώσω διαφορετικά, βεβαίως δεν έχει νόημα να συναγωνιζόμαστε το ΚΚΕ στο ποιος θα χρησιμοποιεί την πιο προχωρημένη μαρξιστική ή μαρξίζουσα ορολογία σ’ ένα δημόσιο διάλογο. Αν όμως μας ενδιαφέρει να αντιμετωπίσουμε την πολιτική όχι ως μια σύγκρουση κομμάτων για την υφαρπαγή ψήφων, αλλά ως μια σύγκρουση που αναπαράγει το χωρισμό της κοινωνίας σε αντίπαλα «στρατόπεδα», μια σύγκρουση επομένως που δεν αφορά την «πολιτική σκηνή», αλλά την ίδια της κίνηση της κοινωνίας, η «συνάντησή» μας με τη μαρξιστική θεωρία, και τελικά η υπέρβαση αυτής της ελάχιστης πολιτικής ενότητας, στην κατεύθυνση μιας ενότητας με ιδεολογικά και στρατηγικά χαρακτηριστικά, είναι μια επείγουσα ανάγκη.
Χρήστος Βαλλιάνος

Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2009

ΤΑ ΑΝΑΠΑΝΤΗΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΔΕΘ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ

ΤΑ ΑΝΑΠΑΝΤΗΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΔΕΘ
ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ

Συνέντευξη Τύπου έδωσαν σήμερα ο Πρόεδρος του ΣΥΝ Αλ. Τσίπρας, ο Γ. Δραγασάκης, υπεύθυνος της Επιτροπής Πολιτικού Σχεδιασμού και ΜΜΕ και ο Αντ. Νταβανέλος, εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ με θέμα «Τα αναπάντητα ερωτήματα από τη Δ.Ε.Θ. και οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ»

O Πρόεδρος του ΣΥΝ Αλ. Τσίπρας στην εισήγησή του τόνισε:

«Όσο και αν γίνεται μια τιτάνια προσπάθεια από τα Μέσα Ενημέρωσης να κάνουν το ψάρι κρέας, η αλήθεια δεν μπορεί να κρυφτεί.
Και η αλήθεια είναι ότι στη ΔΕΘ τόσο ο κ. Καραμανλής όσο και ο κ. Παπανδρέου παρουσίασαν προγράμματα σκληρής λιτότητας που ρίχνουν το κύριο βάρος της κρίσης στους οικονομικά ασθενέστερους και ενισχύουν τις ανισότητες στη διανομή του παραγόμενου πλούτου υπέρ των δυνάμεων του κεφαλαίου, όπως ακριβώς αξιώνουν «κύκλοι» τις αγοράς και επιβάλει το Σύμφωνο Σταθερότητας.
Η διαφορά ήταν ότι ενώ ο κ. Καραμανλής παρουσίασε το πακέτο των κοινωνικά ανάλγητων μέτρων του χωρίς περιτύλιγμα, ο κ. Παπανδρέου παρουσίασε το δικό του πρόγραμμα με περιτύλιγμα συμπόνιας.
Είναι φανερό ότι το ΠΑΣΟΚ και ο κ. Παπανδρέου, σε πολλές περιπτώσεις, δανείζεται τις λέξεις μας αλλά όχι τις προτάσεις μας
Το βασικό ερώτημα που και ο πρωθυπουργός και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης άφησαν αναπάντητο στη ΔΕΘ, είναι το ερώτημα που ο ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να αναδείξει όλο το προηγούμενο διάστημα και έχει θέσει στο κέντρο της προεκλογικής του εκστρατείας:
Με ποιον τρόπο θα θωρακιστεί η μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας μας απέναντι στην κρίση, πώς θα ορθώσουμε μια ασπίδα κοινωνικής προστασίας και αλληλεγγύης για τους οικονομικά ασθενέστερους;

Και για να το κάνω πιο συγκεκριμένο:

Είναι εφικτό να έχουμε έξοδο από την κρίση χωρίς προστασία της απασχόλησης, χωρίς πρόγραμμα νέων θέσεων εργασίας, χωρίς αποτελεσματική καταπολέμηση της ανεργίας και της ελαστικής εργασίας;
Εμείς λέμε όχι.
Διότι έξοδος από την κρίση δε σημαίνει να διασφαλίσουν τα κέρδη τους οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι και οι τράπεζες, αλλά να διασφαλιστεί η εργασία και το εισόδημα, να κατοχυρωθεί ένα πλαίσιο κοινωνικής προστασίας.
Πρέπει να γίνει καθαρό. Σε περίοδο κρίσης δε μπορεί να είναι όλοι κερδισμένοι. Δε μπορεί να είναι ευχαριστημένοι και όσοι θησαύρισαν την προηγούμενη περίοδο και όσοι βρέθηκαν να πληρώνουν το κόστος της κρίσης. Κάποιος λοιπόν, πρέπει να επωμιστεί το κόστος.

Το βασικό ερώτημα είναι από ποιων την τσέπη θα βγουν τα λεφτά που θα καλύψουν ελλείμματα και χρέη.
Από ό,τι ακούμε, διαβάζουμε, μαθαίνουμε, επιχειρηματίες, τράπεζες, ξένες αγορές είναι απολύτως ευχαριστημένοι με την προοπτική μιας ανώδυνης δικομματικής εναλλαγής.
Μήπως λοιπόν οι εργαζόμενοι δεν έχουν τίποτα να περιμένουν;

Επιτρέψτε μου να θέσω μια σειρά από ερωτήματα που δημιουργήθηκαν από την εμφάνιση στη ΔΕΘ, του κ. Καραμανλή και του κ. Παπανδρέου σε βασικούς άξονες πολιτικής.


Πιο συγκεκριμένα:

1) Εισοδήματα.
Η Νέα Δημοκρατία προαναγγέλλει «πάγωμα» μισθών, ενώ το ΠΑΣΟΚ από την άλλη, εκμεταλλευόμενο τον χαμηλότερο πληθωρισμό της ελληνικής οικονομίας, προαναγγέλλει αυξήσεις στο ύψος του πληθωρισμού.
Προαναγγέλλει επί της ουσίας ένα τριετές πρόγραμμα λιτότητας, τη στιγμή που θεωρεί ως προοδευτική πρόταση την αύξηση του βασικού μισθού ενός αποφοίτου υποχρεωτικής εκπαίδευσης κατά 30 λεπτά την ημέρα.
Θυμίζουμε ότι οι συνδικαλιστικές ηγεσίες της ΓΣΕΕ, δηλαδή η ΠΑΣΚΕ και η ΔΑΚΕ, υπέγραψαν την επαίσχυντη Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας που προβλέπει αυξήσεις 80 λεπτών την ημέρα.
Στην ουσία και οι δύο προτείνουν μια τελείως παράλογη εισοδηματική πολιτική σε περίοδο κρίσης, ακόμα και για «ορθόδοξους» οικονομολόγους.
Ρωτάμε λοιπόν:
Πώς είναι δυνατόν να ξεφύγει η οικονομία από την κρίση αν δεν ενισχυθούν τα πραγματικά εισοδήματα, ώστε να ενισχυθεί η κατανάλωση και με αυτό τον τρόπο να τονωθεί η οικονομική δραστηριότητα;

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει προτείνει νομοθετική ρύθμιση για διορθωτικό ποσό στον κατώτατο μισθό, 200 ευρώ το τρέχον έτος συν 100 ευρώ το επόμενο, ώστε ο κατώτατος μισθός να πλησιάσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

2) Ανεργία
Τη στιγμή που η ανεργία καλπάζει, μεσούσης της κρίσης (8,6% τον Ιούνιο), ενώ μαζί με την «κρυφή» ανεργία, οι άνεργοι εκτιμώνται στους 1,1 εκατομμύρια, δεν ακούστηκε κανένας προγραμματισμός από τα δύο κόμματα για το πώς θα αυξηθούν οι θέσεις εργασίας σε περίοδο κρίσης.
Η μόνη αναφορά του Γ. Παπανδρέου σε πολιτική για την μείωση της ανεργίας ήταν η επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών των νέων για μια τετραετία.
Με αυτό το μέτρο, που στην ουσία αποτελεί ένα ακόμη δώρο για την εργοδοσία, δεν καταπολεμάται σε καμία περίπτωση η ανεργία αφού στην ουσία, οι εργοδότες θα προτιμούν νέους εργαζομένους από τους μεγαλύτερος και έτσι απλά θα μετακυλύεται ηλικιακά η ανεργία. Ρωτάμε λοιπόν να μάθουμε:
Με ποιον συγκεκριμένο τρόπο τα δύο μεγάλα κόμματα σκοπεύουν να αντιμετωπίσουν την καλπάζουσα ανεργία;
Ο ΣΥΡΙΖΑ θέτει ξεκάθαρα ως στόχο τη δημιουργία 100.000 θέσεων εργασίας ετησίως για μια πενταετία μέσω κάλυψης των χιλιάδων οργανικών κενών στην εκπαίδευση, στην υγεία στην πρόνοια και μέσω της αύξησης των δημόσιων επενδύσεων.

3) Εργασία
Ο κ. Παπανδρέου στην ομιλία του στη ΔΕΘ έκανε αναφορά σε «εργασιακό μεσαίωνα» περιγράφοντας τις εργασιακές σχέσεις. Αυτό που ξέχασε βέβαια να αναφέρει είναι ότι αυτός ο εργασιακός μεσαίωνας, που όντως υπάρχει, είναι δημιούργημα μιας σειράς νομοθετημάτων τόσο των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ όσο και της ΝΔ. Ρωτάμε λοιπόν:
Θα καταργήσουν κάποιον από τους νόμους που έχουν καταντήσει την ελληνική αγορά εργασίας την πιο ευέλικτη στην Ευρώπη:

• Το ν. 2639/98 του ΠΑΣΟΚ που επεκτείνει τη μερική απασχόληση στο δημόσιο τομέα;
• Το ν. 2874/2000, επίσης του ΠΑΣΟΚ, που θεσπίζει την αύξηση του ορίου απολύσεων και την περαιτέρω διευθέτηση του χρόνου εργασίας;
• Το ν. 2956/2001 επίσης του ΠΑΣΟΚ που καθιερώνει τη δημιουργία εταιριών που υπενοικιάζουν εργαζόμενους σε άλλες επιχειρήσεις; Να υπενθυμίσουμε σε αυτό το σημείο πως η «υπόθεση Κούνεβα» είναι προϊόν αυτού του νόμου.
• Τους ν. 3385/2005 και 3429/2005 της Νέας Δημοκρατίας που απορρυθμίζουν πλήρως την αγορά εργασίας τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα;

Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει την κατάργηση των παραπάνω νόμων.


4) Στρατιωτικοί εξοπλισμοί
Ούτε ο κ. Καραμανλής ούτε ο κ. Παπανδρέου έκαναν την παραμικρή αναφορά σε μείωση των στρατιωτικών εξοπλισμών. Η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα στην Ευρώπη και 13η στον κόσμο σε στρατιωτικές δαπάνες με 4,1% του ΑΕΠ.
Ενώ είναι πρώτη στην Ευρώπη και 5η στον κόσμο σε στρατιωτικούς εξοπλισμούς για την περίοδο 2004-2008. Και όλα αυτά την στιγμή που υπολείπεται σημαντικά σε δαπάνες για την παιδεία, την υγεία και την προστασία του περιβάλλοντος.
Θέτουμε λοιπόν το ερώτημα τόσο στον κ Καραμανλή όσο και στον κ. Παπανδρέου. Ρωτάμε λοιπόν:
Σκοπεύουν να μειώσουν δραστικά τα εξοπλιστικά προγράμματα ώστε να εξοικονομήσουν πόρους για τις βασικές ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας; Σκοπεύουν να σηκώσουν κεφάλι στις επιταγές της διεθνούς αμυντικής βιομηχανίας και του ΝΑΤΟ;
Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει τη άμεση μείωση των εξοπλιστικών δαπανών στο μισό.

5) Τράπεζες
Η κυβέρνηση της ΝΔ, εν μέσω κρίσης, κατάφερε να διασφαλίσει 28δις. για τις τράπεζες. Ταυτόχρονα οι τράπεζες απομυζούν το δημόσιο πλούτο, αφού αξιοποιούν ένα ληστρικό μηχανισμό που τους επιτρέπει να δανείζονται με 1% από την ΕΚΤ ( τη στιγμή που το ελληνικό δημόσιο δεν μπορεί απευθείας να δανειστεί από την ΕΚΤ) και στη συνέχεια δανείζουν με 5% το ελληνικό δημόσιο, κερδίζοντας εκατομμύρια.
Η πρακτική αυτή, μεταξύ άλλων, εκτόξευσε τα κέρδη των τραπεζών το πρώτο εξάμηνο το 2009, ενώ καταληστεύει το δημόσιο χρήμα.
Οι προηγούμενες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ όχι μόνο δεν περιόρισαν την αυθαιρεσία των τραπεζών, αλλά φρόντισαν επιμελώς να την θέσουν σε ασυλία.
Ο κ. Παπανδρέου στη ΔΕΘ, παρόλο που στο ρητορικό επίπεδο παρουσιάστηκε λάβρος κατά των τραπεζών( δήλωσε ότι θα «περιορίσει την αυθαιρεσία των τραπεζών») δεν είπε τίποτα συγκεκριμένο.
Ρωτάμε λοιπόν:
• Πώς θα συνεισφέρουν οι τράπεζες με τα υψηλά τους κέρδη στην ανάληψη των βαρών που γεννά η κρίση; Με ποιόν τρόπο θα κλείσει η ληστρική ψαλίδα επιτοκίων χορηγήσεων – καταθέσεων, πώς θα μειωθούν τα μπόνους, πως θα σταματήσει η αυθαιρεσία χωρίς ουσιαστικό ρόλο του δημοσίου;
Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει ένα δημόσιο πυλώνα στο τραπεζικό σύστημα μέσω της ανάκτησης του ελέγχου της Εθνικής Τράπεζας, του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και της Αγροτικής. Προτείνει επίσης την ίδρυση τραπεζών ειδικού σκοπού τόσο για τη στέγη όσο και για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις

6) Εκποίηση δημόσιας περιουσίας
Την πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ για τις ιδιωτικοποιήσεις την γνωρίζουμε πολύ καλά και ο κ. Καραμανλής στη ΔΕΘ κατέστησε σαφές ότι θα συνεχιστεί η ίδια πολιτική εκποίησης της δημόσιας περιουσίας.
Ο κ. Παπανδρέου στην ομιλία τους στη ΔΕΘ άφησε πολλά ερωτηματικά σε σχέση με τις ιδιωτικοποιήσεις. Συγκεκριμένα:
• Ενώ όταν ψηφιζόταν η παράδοση του ΟΤΕ στην D.T. το ΠΑΣΟΚ δήλωνε ότι θα ακυρώσει τη συμφωνία, σήμερα μιλά απλώς για «επαναδιαπραγμάτευση». Το ίδιο ισχύει και με την ΟΛΥΜΠΙΑΚΗ, όπου το ΠΑΣΟΚ είχε υποστηρίξει τη συμμετοχή του δημοσίου στο νέο σχήμα, ενώ σήμερα ακόμη και αυτό το αφήνει ανοιχτό. Το ίδιο ισχύει για την συμφωνία του ΟΛΠ με την COSCO (η «ακύρωση» της συμφωνίας έγινε «επαναδιαπραγμάτευση»).
• Για την ανάγκη ανάκτησης του δημόσιου ελέγχου τηςικής ο κ. Παπανδρέου στη ΔΕΘ δήλωσε ασαφώς ότι στο τραπεζικό σύστημα υπάρχει η ανάγκη ενός πυλώνα που το ελληνικό δημόσιο «θα έχει λόγο».
• Για τα ΕΛ.ΠΕ ο κ. Παπανδρέου, παρόλο που ρωτήθηκε στην ΔΕΘ, δεν είπε τι προτίθεται να κάνει. Ένοχη σιωπή. Υπογραμμίζουμε ότι το ερώτημα αυτό το έχουμε θέσει κι εμείς σε σχέση με το μάνατζμεντ των ΕΛΠΕ και έχει ιδιαίτερη σημασία διότι είναι μέσω των ΕΛΠΕ που το ελληνικό δημόσιο συμμετέχει στον αγωγό Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολης.
Οι παλαιότερες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ ιδιωτικοποίησαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο: τον ΟΤΕ (66%), την Εθνική Τράπεζα, την Εμπορική Τράπεζα, την Γενική Τράπεζα, την ΕΤΒΑ, την Τράπεζα Κρήτης, τη ΔΕΗ (49%), τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, τον ΟΠΑΠ (25,5%), τις ακτές και μαρίνες της Αττικής, την Ολύμπικ Κέτερινγκ, τα ΚΑΕ, τα Ελληνικά Πετρέλαια (64,1%), το Καζίνο της Πάρνηθας, τον ΟΛΠ (25,5%), τον ΟΛΘ (25,7%) την ΕΥΔΑΠ (48,9%). Η τελευταία κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ στον κρατικό προϋπολογισμό του 2004 συμπεριέλαβε ως στόχο την ιδιωτικοποίηση της Νέας ΟΛΥΜΠΙΑΚΗΣ, των Ελληνικών Τουριστικών Ακινήτων, των ΕΛΤΑ και της Εταιρείας Επενδύσεων Ακίνητης Περιουσίας. Ρωτάμε λοιπόν:
Θεωρούν ότι με τις ιδιωτικοποιήσεις ό,τι έγινε, έγινε; Με δεδομένη την κρίση, είναι αυτή η επιλογή μια δικαιωμένη επιλογή;
Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει την ανάκτηση από το δημόσιο των εταιριών στρατηγικής σημασίας.

7) Φορολογικό σύστημα
Σε σχέση με τη φορολογία γνωρίζουμε ότι η κυβέρνηση της ΝΔ
(α) μείωσε το φορολογικό συντελεστή για τις ΑΕ και ΕΠΕ από το 35% στο 25%
(β) αύξησε τον ΦΠΑ από το 18% στο 19%
(γ) διατήρησε την άδικη για τους πολλούς σχέση μεταξύ των έμμεσων και άμεσων φόρων (60-40)
(δ) σχεδόν εκμηδένισε την φορολογία της περιουσίας και των εισοδημάτων της εκκλησίας
(ε) διατήρησε τον φορολογική ασυλία των εφοπλιστών, ακολουθώντας την πολιτική του ΠΑΣΟΚ.
Σε σχέση με τη φορολογία ο κ. Παπανδρέου στη ΔΕΘ παρόλο που μίλησε για ένα «δίκαιο φορολογικό σύστημα»:
(α) Εξήγγειλε την παραπέρα μείωση του φορολογικού συντελεστή για τα μη διανεμόμενα κέρδη των επιχειρήσεων, υποτίθεται για αναπτυξιακούς λόγους (επενδύσεις – θέσεις εργασίας).
Πέρα από το ότι είναι γνωστό πως τα μη διανεμόμενα κέρδη δεν χρησιμοποιούνται κατ’ ανάγκη για επενδύσεις αλλά μέσω λογιστικών αλχημειών επιστρέφουν στους μεγαλομετόχους των επιχειρήσεων. Ο συντελεστής αυτός είναι ήδη πολύ μικρός, 25%.

Ρωτάμε λοιπόν:
Που θα πάει ο συντελεστής αυτός; στο 10% στο 5% στο 0% δηλ κέρδη χωρίς κανέναν απολύτως φόρο;
(β) Μίλησε για ενιαία φορολογική κλίμακα στην οποία θα μπαίνουν όλα τα εισοδήματα αλλά άφησε ασαφές το ποια θα είναι αυτή η ενιαία κλίματα, ποιο το αφορολόγητο όριο.
Μόνο με λεπτομερή στοιχεία, που το ΠΑΣΟΚ, όμως, επιμελώς αποκρύπτει, μπορεί κανείς να κρίνει αν προτείνει ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα.
Ρωτάμε λοιπόν:
Πόσα κλιμάκια θα έχει και τι συντελεστές σε κάθε κλιμάκιο;
(γ) Δεν έκανε καμία αναφορά στο δίκαιο και αναγκαίο μέτρο της τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας, παρόλο που υποτίθεται ότι αυτό είναι στοιχείο του προγράμματός του όπως αυτό αναγράφεται στην ιστοσελίδα του. Ρωτάμε λοιπόν:
Ποια είναι η θέση τους για την τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας;
(δ) Δεν έκανε καμία αναφορά στην άδικη σχέση των έμμεσων – άμεσων φόρων παρόλο που και αυτό υποτίθεται ότι είναι στοιχείο του προγράμματός του και μάλιστα «άμεσης προτεραιότητας». Ρωτάμε λοιπόν:
Θεωρούν ότι η αναλογία άμεσων –έμμεσων φόρων είναι δίκαιη;
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη προτείνει με λεπτομέρεια ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα

8) Κοινωνική ασφάλιση
Για τη ΝΔ γνωρίζουμε ότι, παρά τις περί του αντιθέτου δεσμεύσεις της στις εκλογές του 2000, με την αντιασφαλιστική μεταρρύθμισή (ν. Πετραλιά) και τη ρύθμιση για ΒΑΕ που «πέρασε» το φωτεινό καλοκαίρι περιέκοψε ασφαλιστικά δικαιώματα και επιδείνωσε την ήδη δυσμενή κατάσταση των ασφαλιστικών ταμείων.
Ιδιαίτερη ανησυχία όμως προκαλούν και όσα είπε ο κ. Παπανδρέου στη ΔΕΘ όπου δήλωσε ότι προτίθεται να «ανοίξει το ασφαλιστικό».
Ο κ. Παπανδρέου ούτε λίγο ούτε πολύ επανέφερε τη βασική φιλοσοφία των προτάσεων Γιαννίτση, όπου ανατρέπεται ο δημόσιος και αναδιανεμητικός χαρακτήρας του ασφαλιστικού συστήματος.
Προωθείται το σύστημα των τριών πυλώνων όπου περιλαμβάνει (α) μία εθνική σύνταξη για όλους η οποία είναι τόσο χαμηλή που καταντάει προνοιακό επίδομα (500 ευρώ το άτομο και 950 το ζευγάρι είπε ο κ. Παπανδρέου), (β) ένα μέρος ανταποδοτικών των εισφορών που έχει καταβάλει ο εργαζόμενος και (γ) αμιγώς ιδιωτική ασφάλιση.
Επίσης ο κ. Παπανδρέου στην ομιλία του στη ΔΕΘ διακήρυξε τη διάσπαση του κλάδου υγείας – πρόνοιας όχι μόνο για το ΙΚΑ αλλά και για τα 4 μεγάλα ταμεία αφού δήλωσε ότι η κυβέρνησή του θα προχωρήσει στην «κοινοπραξία των τεσσάρων μεγάλων ασφαλιστικών φορέων (ΙΚΑ, ΟΓΑ, ΟΑΕΕ, ΟΠΑΔ) με στόχο τον από κοινού έλεγχο των δαπανών υγείας.»
Ρωτάμε λοιπόν:
Είναι στις προθέσεις τους να προωθήσουν ένα ασφαλιστικό σύστημα τριών πυλώνων; Θα πληρώσει ποτέ το δημόσιο τα χρέη του προς τα ασφαλιστικά ταμεία;
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εδώ και χρόνια προτείνει την ουσιαστική στήριξη του ασφαλιστικού συστήματος.

9) Παιδεία
Ενώ τα δύο κόμματα μιλούν για ενίσχυση της δημόσιας, δωρεάν παιδείας έχουν στόχο την παραπέρα εμπορευματοποίηση της παιδεία με την ιδιωτικοποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αυτό είναι διακηρυγμένος στόχος της ΝΔ, ενώ ο κ. Παπανδρέου - παρόλο που πρόκειται για θέμα που δίχασε το ίδιο το ΠΑΣΟΚ κατά την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος - επανέλαβε στη ΔΕΘ τη θέση του ότι ο ίδιος δεν διαφωνεί με τα «μη-κρατικά ιδρύματα» στην εκπαίδευση. Ρωτάμε λοιπόν:
Με ποιόν ακριβώς τρόπο τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και κολέγια θα ενισχύσουν την δημόσια, δωρεάν παιδεία (δεδομένης μάλιστα της πολύ κακής αντίστοιχης εμπειρίας από τον χώρο της υγείας).
Ο ΣΥΡΙΖΑ όπως είναι γνωστό σε όλους είναι υπέρ του δημόσιου χαρακτήρα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και έχει κάνει αγώνες για αυτό.

10) Υγεία
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι ο κ. Παπανδρέου στη ΔΕΘ όταν μίλαγε για σπατάλη έδινε για παράδειγμα τα Νοσοκομεία. Παρόλο που τα χρέη τους είναι πράγματι πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί, η αναφορά του κ. Παπανδρέου στον χαρακτηρισμό των ελληνικών νοσοκομείων από τον ΟΟΣΑ ως «άντρο διαφθοράς» και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία λέει ότι αυτά «λειτουργούν με 30% άνω του κόστους» απ’ ότι θα χρειαζόταν. Ρωτάμε λοιπόν:
Είναι αρκετά τα λεφτά που δίνονται για την υγεία, ή μήπως προοιωνίζεται παραπέρα μείωση των δαπανών για τη δημόσια υγεία;
Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει τη γενναία αύξηση των δαπανών για την υγεία και κυρίως την άμεση κάλυψη των αναγκών σε προσωπικό. Ούτε μια κενή οργανική θέση.

11) Πράσινη Ανάπτυξη
Για άλλη μια φορά, το ΠΑΣΟΚ εξαγγέλλει την "πράσινη ανάπτυξη" χωρίς να μπαίνει σε λεπτομέρειες για τις λεπτομέρειες των πολιτικών και μέτρων που θα λάβει, χωρίς να περιγράφει συγκεκριμένους όρους εφαρμογής των σχεδιασμών. Η "πράσινη ανάπτυξη" του ΠΑΣΟΚ τείνει να αποτελέσει έναν όρο-λάστιχο, που μέσα χωρούν τα πάντα - αρκεί να (λένε ότι) έχουν μια δόση περιβαλλοντικής ευαισθησίας. Ρωτάμε λοιπόν:
Θα καταργηθεί ο "δασοκτόνος" νόμος Δρυ; Θα κυρωθούν άμεσα οι δασικοί χάρτες; Θα καταργηθεί η "εκτός σχεδίου" δόμηση; Θα αποτραπούν τα σχέδια γιγαντιαίων τουριστικών μονάδων με γήπεδα γκολφ, σε εκτάσεις που το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς ορίζεται από τα χρυσόβουλα των σουλτάνων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει προτείνει μια σειρά μέτρων τόσο για την προστασία του περιβάλλοντος αλλά και μια στρατηγική για τον συνολικό οικολογικό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας.»


Γ. ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Θα ήθελα να συνεχίσω λέγοντας ότι 20 ημέρες πριν τις εκλογές, με την ολοκλήρωση της παρουσίασης των θέσεων των δύο μεγάλων κομμάτων στη Δ.Ε.Θ., το εκλογικό τοπίο αποκτά ορατότητα. Και ως ένα βαθμό αρχίζει να αποκτά ορατότητα και το μετεκλογικό τοπίο, υπό την έννοια ότι είναι πλέον σαφές ότι απέναντι στους πολίτες είναι δύο «πακέτα»: Το «πακέτο» του κ. Καραμανλή και το «πακέτο» του κ. Παπανδρέου. Το πρώτο είναι ένα πακέτο για διετές πρόγραμμα σταθεροποίησης και το δεύτερο για τριετές πρόγραμμα σταθεροποίησης. Το πρώτο είναι χωρίς περιτύλιγμα, σαφές, ξεκάθαρο, μιλάει για περικοπή των μισθών και των κοινωνικών δαπανών εδώ και τώρα. Το δεύτερο είναι ένα πρόγραμμα με περιτύλιγμα υπό την έννοια ότι -όπως είπε και ο κ. Παπανδρέου- οι λεπτομέρειες του τριετούς προγράμματος θα προκύψουν μέσα από μια διαπραγμάτευση με την Ε.Ε.
Αυτή όμως ήδη η εικόνα μας δείχνει ότι μπαίνουμε σαν κοινωνία σε μια φάση απροσδιόριστης διάρκειας όπου για μια ακόμη φορά κυριαρχούν λογικές περιοριστικές, λογικές λιτότητας, όπως έγινε το ΄85, όπως έγινε κατά διαστήματα όλα αυτά τα χρόνια, όπου διαρκώς έρχονται διάφορα σταθεροποιητικά προγράμματα για να αντιμετωπίσουν, υποτίθεται, τα προβλήματα που δημιούργησε η πολιτική η οποία ασκήθηκε.

Τίθεται, το ερώτημα: Αυτά τα δύο «πακέτα» είναι ίδια μεταξύ τους; Δεν υπάρχουν διαφορές; Είναι ταυτόσημα;

Η δική μας απάντηση σ΄ αυτό το ερώτημα είναι η εξής: Τα δύο «πακέτα» έχουν διαφορές μεταξύ τους. Δεν είναι ταυτόσημα. Αλλά το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι αυτό. Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν τα δύο «πακέτα» είναι ανταγωνιστικά μεταξύ τους ή είναι συμπληρωματικά μεταξύ τους.

Τα δύο «πακέτα» έχουν διαφορές. Το ένα είναι διετές, το άλλο είναι τριετές. Το πρώτο μιλάει για μια πολιτική γνωστή ως στρατηγική soc του ΔΝΤ, η δεύτερη στρατηγική, που κι αυτή ξεκινάει με βάση τις προτάσεις του ΔΝΤ, επεκτείνει το χρόνο προσαρμογής στα τρία χρόνια ή και περισσότερο.

Η πρώτη στρατηγική προβλέπει μηδενικές αυξήσεις στο δημόσιο τομέα. Η δεύτερη στρατηγική υπόσχεται αυξήσεις στο ύψος του πληθωρισμού, δηλαδή 0,8%.

Μπορεί κάποιος να εντοπίσει κι άλλες διαφορές, τις οποίες εμείς δεν αγνοούμε, ούτε παραβλέπουμε.
Όμως είναι προφανές ότι οι ομοιότητες είναι οι κυρίαρχες, οι ομοιότητες είναι εκείνες που προσδιορίζουν το στίγμα και των δύο «πακέτων».

Τα δύο αυτά «πακέτα» δε χωρίζονται με σινικά τείχη. Μπορεί στην πορεία του χρόνου το ένα «πακέτο» να μετεξελιχθεί στο άλλο. Θυμίζω, για να μην ακουστεί αυθαίρετη αυτή η εκτίμηση, ότι και στο παρελθόν, στις αρχές της δεκαετίας του ΄90, τις ιδιωτικοποιήσεις στην Ελλάδα τις εξήγγειλε ο κ. Μητσοτάκης. Οι ιδιωτικοποιήσεις όμως έγιναν κυρίως από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ.

Είναι προφανές, ότι το «πακέτο» του κ. Παπανδρέου έχει κάποιον άλλο σχεδιασμό. Προσπαθεί να εξοικονομήσει ένα χρόνο μεταβατικό, ένα χρόνο προσαρμογής. Προσπαθεί αυτό το χρόνο να αξιοποιήσει τα 15 δις από τα 28 του πακέτου για τις τράπεζες με έναν διαφορετικό τρόπο, όπως άλλωστε έχουν ζητήσει οι τραπεζίτες. Αυτό εμφανίζεται ως μια πολιτική στήριξης της ρευστότητας για την οικονομία.

Θέλω να επισημάνω τον κίνδυνο το μέτρο αυτό να μην οδηγήσει σε ενίσχυση της ρευστότητας της οικονομίας, αλλά στη ρευστότητα μόνο των τραπεζών. Εκείνο το οποίο ζητούσαν οι τραπεζίτες και από την παρούσα κυβέρνηση ήταν το εξής: Με εγγύηση του κράτους να δοθούν δάνεια σε υπερχρεωμένες επιχειρήσεις, οι υποχρεωμένες επιχειρήσεις να εξοφλήσουν τις τράπεζες και από εκεί και πέρα οι επιχειρήσεις θα μπορούσαν και να κλείσουν ή θα μπορούσε να γίνει οτιδήποτε άλλο. Πρόκειται δηλαδή για μια πολιτική μεταφοράς μέρους των επισφαλών δανείων από τις τράπεζες στο κράτος. Πρόκειται για μια προσπάθεια κοινωνικοποίησης των χρεών με παράλληλη ιδιωτικοποίηση των κερδών.

Εμείς λοιπόν, κοιτώντας με αντικειμενικότητα και τις δύο πολιτικές, διαπιστώνουμε ότι εκείνο που μας προτείνουν στην ουσία είναι μια άνεργη αμφίβολη ανάκαμψη. Αμφίβολη ανάκαμψη -δεν είναι βέβαιη-η οποία, και αν υπάρξει, θα είναι άνεργη. Θα συνοδεύεται από ανεργία. Κι αν κάποιος θέλει να μας διαψεύσει, καλούμε τον κ. Καραμανλή και τον κ. Παπανδρέου, αφού λένε ότι έχουν και οι δύο συγκεκριμένα προγράμματα, να πουν στον ελληνικό λαό, με βάση τα προγράμματά τους, πόσο εκτιμούν ότι θα είναι η ανεργία στο τέλος του 2010; Καλούμε και τα δύο κόμματα να δεσμευτούν για τις θέσεις απασχόλησης που θα δημιουργήσουν με την πολιτική τους.

Δεύτερον: Μας προτείνουν μια λιτότητα ξανά απροσδιόριστης διάρκειας. Και, κυρίως, μας προτείνουν μια πολιτική στην οποία οι εργαζόμενοι δεν έχουν καμία συμμετοχή στην όποια αύξηση του εθνικού εισοδήματος και της παραγωγικότητας. Αυτό σημαίνει, επομένως, ότι τα περί αναδιανομής είναι κούφια λόγια. Δεν μπορείς να πετύχεις αναδιανομή αν οι εργαζόμενοι δεν έχουν συμμετοχή στην όποια αύξηση του εθνικού εισοδήματος.

Μας προτείνουν μια πράσινη ανάπτυξη που, πέρα από τις ασάφειές της, μπορούμε να διακρίνουμε ήδη το χαρακτήρα της. Άλλος θα πληρώνει, άλλος θα κερδίζει. Διότι αυτό που ονομάζουν πράσινη ανάπτυξη, είναι μια επιδοτούμενη από το κράτος ανάπτυξη, την οποία θα πληρώνουν βεβαίως οι φορολογούμενοι. Ποιοι θα κερδίζουν όμως απ΄ αυτή την ανάπτυξη; Από την στιγμή που προβάλλεται ως ένα νέο πεδίο κερδοσκοπίας; Η απάντηση πιστεύουμε ότι είναι ορατή.

Γιατί είμαστε αντίθετοι σ΄ αυτό που μας προτείνουν; Είμαστε αντίθετοι γιατί θίγεται η κοινωνία που πονάει ήδη. Η ξεχασμένη κοινωνία των ανέργων, της επισφαλούς εργασίας, της υποβαθμισμένης ζωής. Πλήττεται η κοινωνία, που επλήγη ήδη από την πολιτική που προηγήθηκε. Πλήττεται η κοινωνία που θα έπρεπε σήμερα να νιώσει μια ανακούφιση.

Αλλά όχι μόνο γι αυτό. Είμαστε αντίθετοι γιατί μας ζητούν θυσίες χωρίς ελπίδα. Δε θίγεται κανένας από τους πυλώνες του μοντέλου που οδήγησε στη σημερινή κρίση. Δεν ακούσαμε τίποτα για τις τράπεζες. Οι τράπεζες δεν είναι απλές επιχειρήσεις. Είναι κέντρο οικονομικής δύναμης και εξουσίας.

Δεν ακούσαμε τίποτα για τα ΜΜΕ. Δεν ακούσαμε τίποτα για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τον μονόπλευρο προσανατολισμό της στον πληθωρισμό και όχι στην ανάπτυξη και καταπολέμηση της ανεργίας, καθώς και την απουσία ουσιαστικού δημοκρατικού πολιτικού ελέγχου των αποφάσεών της

Δεν ακούσαμε τίποτα για το Σύμφωνο Σταθερότητας, που είναι το πλαίσιο άσκησης πολιτικής. Άρα δεν αλλάζει τίποτα σε ό,τι συγκροτεί εκείνο το μοντέλο που οδήγησε σε κρίση.

Τέλος, είμαστε αντίθετοι και για έναν ακόμα λόγο. Πιστεύουμε ότι στις συνθήκες της κρίσης που ζούμε, σε μια χώρα υπερχρεωμένη, χωρίς ένα αξιόπιστο σχέδιο διεξόδου από την κρίση με όρους παραγωγικής ανασυγκρότησης, με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης και πλήρους απασχόλησης και με όρους αειφορίας, η ελληνική κοινωνία κινδυνεύει να γίνει έρμαιο των διεθνών αγορών και των δανειστών της και των όποιων απαιτήσεών τους, κοινωνικών, οικονομικών, ακόμα και εθνικών.

Για τους λόγους αυτούς επισημαίνουμε τους κινδύνους. Και η βασική αντίρροπη δύναμη προς αυτούς είναι ισχυρός ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή και ανάταση των κοινωνικών κινημάτων στην κοινωνία.


ΑΝΤ. ΝΤΑΒΑΝΕΛΟΣ: Να κάνω και εγώ τρεις παρατηρήσεις από τη σκοπιά περισσότερο στα εργασιακά. Η πρώτη αφορά τους μισθούς. Τα συνδικάτα, ακόμη και τα συνδικάτα με σοσιαλδημοκρατική ηγεσία, στις διαπραγματεύσεις για τις συλλογικές συμβάσεις πάντα προσέρχονται με μια αρχιτεκτονική τελείως διαφορετική από αυτή που ακούσαμε στην Θεσσαλονίκη. Διεκδικούν πληθωρισμό συν αύξηση της παραγωγικότητας συν διορθωτικό για τις απώλειες. Αντίθετα, μια πολιτική που παρουσιάστηκε ως αναδιανομή εισοδήματος δηλ. αυξήσεις στο ύψος του πληθωρισμού, είναι πάντα η αρχιτεκτονική της εργοδοσίας στις διαπραγματεύσεις για τις συμβάσεις και δεν έχει καμία σχέση με αναδιανομή.
Δεύτερη παρατήρηση. Υπήρξε μια υπόσχεση για επίδομα ανεργίας στο 70% του βασικού μισθού. Προσοχή, υπό την αίρεση της τριετίας και ετησίως με το κριτήριο της αντοχής των δημόσιων οικονομικών. Γιατί το λέω αυτό; Πρώτον, για το 70% είναι πολύ τσιγκούνικο ακόμη και τα συνδικάτα με σοσιαλδημοκρατική ηγεσία ζητάνε 80% αλλά, κυρίως, γιατί το ΠΑΣΟΚ στην προηγούμενη κυβέρνησή του το είχε πάει στο 66%, πράγμα το οποίο ποτέ δεν υλοποιήθηκε, γιατί κάθε χρόνο κρινόταν εκτός της αντοχής των δημόσιων οικονομικών .
Και τρίτον, εγώ ως εργατικός συντάκτης ομολογώ ότι το να ακούω σε μια συνέντευξη μια εξαγγελία με κυριολεκτικά θηριώδεις συνέπειες, δηλ. σε ένα χρόνο θα θεσμοθετήσω την βασική σύνταξη και παρόλο που ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ρωτήθηκε από δημοσιογράφους, δεν διευκρίνισε αν αυτό το νέο πράγμα υποκαθιστά τις σημερινές συντάξεις ή υποκαθιστά τον τρόπο υπολογισμού των σημερινών συντάξεων. Να κάνουμε ότι δεν καταλαβαίνουμε ότι αυτό μπορεί να είναι μια κορυφαία αντιμεταρρύθμιση, ότι αυτό μπορεί να είναι επιστροφή στην αρχή του συστήματος των τριών πυλώνων, είναι τουλάχιστον αθωότητα. Όταν πετάγεται ένα τέτοιο μέτρο θα όφειλε να είναι κατοχυρωμένο απέναντι σε πράγματα που σημαίνουν πολύ σκληρές εξελίξεις για τους ασφαλισμένους και τα δικαιώματά τους.


Επιτροπή Πολιτικού Σχεδιασμού και Γραφείο Τύπου ΣΥΡΙΖΑ

Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2009

Γιατί ΣΥΡΙΖΑ; 19+1 λόγοι


1. Γιατί βρέθηκε στην πρώτη γραμμή των κοινωνικών αγώνων. Στο πλευρό των πιο αδύναμων, των ανέργων, της γενιάς των 700 ευρώ.
.
2. Γιατί υπερασπίστηκε τα δημόσια αγαθά, τις κοινωνικές υπηρεσίες και το περιβάλλον από την εμπορευματοποίηση.
.
3. Γιατί οι πολίτες δεν έχουν περιμένουν τίποτα άλλο από τη Νέα Δημοκρατία, ούτε από το ΠΑΣΟΚ. Μόνο εύκολες υποσχέσεις που διαψεύδονται όταν έρθουν στην εξουσία.
.
4. Γιατί η ψήφος στη Νέα Δημοκρατία είτε στο ΠΑΣΟΚ, είναι ψήφος για την διάλυση του κοινωνικού κράτους και των εργασιακών σχέσεων. Είναι ψήφος στα golden boys του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και του ΟΟΣΑ, που απαιτούν να καθορίζουν την οικονομική και κοινωνική πολιτική της χώρας.
.
5. Γιατί δεν γίνεται να βγούμε από την κρίση ενισχύοντας αυτούς που την προκάλεσαν: τις ανεξέλεγκτες αγορές, τις Τράπεζες, το μεγάλο κεφάλαιο και τα κόμματα που τους εκπροσωπούν.
.
6. Γιατί η κρίση αντιμετωπίζεται μόνο με νέες θέσεις εργασίας, προστασία από τις απολύσεις, στήριξη των χαμηλών εισοδημάτων, βοήθεια στις μικρές επιχειρήσεις, αύξηση των κοινωνικών δαπανών.
.
7. Γιατί η χώρα μας δεν αντέχει άλλο να ξοδεύει δισεκατομμύρια ευρώ για Ατλαντικούς εξοπλισμούς και μίζες, την ώρα που το κοινωνικό κράτος εγκαταλείπεται στην τύχη του.
.
8. Γιατί η δημόσια δωρεάν παιδεία και η δημόσια υγεία είναι δικαίωμα για όλους. Και αυτό το δικαίωμα πρέπει να το υπερασπιστούμε.
.
9. Γιατί το όνειρο των νέων παιδιών, δεν χωράει στην ανεργία, τα προγράμματα stage, την επισφάλεια, τη μαύρη εργασία, τις δουλειές του ποδαριού.

10. Γιατί η δημόσια διοίκηση δεν είναι φέουδο της εκάστοτε κυβέρνησης, ούτε εργαλείο κομματικών πελατειακών σχέσεων.

11. Γιατί οι κυβερνήσεις των δύο μεγάλων κομμάτων, μας κληροδότησαν το πιο άδικο φορολογικό σύστημα της Ευρώπης.
.
12. Γιατί οι δημόσιες επιχειρήσεις πρέπει να λειτουργούν με κριτήριο την κοινή ωφέλεια και όχι την κερδοσκοπία.
.
13. Γιατί οι αγρότες χρειάζονται στήριξη ώστε να μπορέσουν να δουλέψουν και να ζήσουν με αξιοπρέπεια.
.
14. Γιατί τα δάση, οι ακτές, τα ποτάμια, ο φυσικός πλούτος της χώρας δεν είναι για εμπορική εκμετάλλευση. Ανήκουν σε όλους και πρέπει να προστατεύονται.
.
15. Γιατί οι άφθονες διακηρύξεις περιβαλλοντικής ευαισθησίας δεν αρκούν για να προστατεύουν το περιβάλλον. Χρειάζονται αγώνες. Και σύγκρουση με συγκεκριμένα συμφέροντα.
.
16. Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η μοναδική πολιτική δύναμη που αντιστέκεται αποφασιστικά στην ξενοφοβία, τον ρατσισμό, τον ακροδεξιό λαϊκισμό.
.
17. Γιατί το μέλλον μας δεν είναι οι κάμερες, οι παρακολουθήσεις, τα υπερσύγχρονα και πανάκριβα όπλα της αστυνομίας. Είναι η δημοκρατία και ο σεβασμός στην ελευθερία και τα κοινωνικά δικαιώματα.
.
18. Γιατί η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ είναι ψήφος στον αγώνα των ανθρώπων για καλύτερη ζωή.
.
19. Γιατί κερδισμένοι είναι πάντα αυτοί που αντιστέκονται και διεκδικούν τα δικαιώματά τους. Και τα δικαιώματα ολόκληρης της κοινωνίας.
.
20. Γιατί ψηφίζοντας αριστερά, δεν νοιώθεις εξαπατημένος την επόμενη ημέρα. Και ανοίγεις ένα παράθυρο στην ελπίδα για μια καλύτερη και πιο δίκαιη κοινωνία.

Τετάρτη 12 Αυγούστου 2009

Δευτέρα 22 Ιουνίου 2009

ΠΕΡΙ ΛΑΘΩΝ ΚΑΙ ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΕΩΝ



Το χειρότερο λάθος που θα μπορούσε να κάνει ο ΣΥΝ και ο ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν να «αναγνωρίσει» τα λάθη του που έκανε όλη αυτήν την περίοδο. Για το αποτέλεσμα φταίει ο Δεκέμβρης, η απομάκρυνση από τον αριστερό ευρωπαϊσμό, το εσωκομματικό πρόβλημα του ΣΥΝ, η μη εμβάθυνση του πολιτικού εγχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ, η διγλωσσία, ο Τσίπρας και οι φίλοι του, το ελλειμματικό ρίζωμα στην κοινωνία, οι «εγγονοί» και οι «εγγονές» του Μάο, η λευκή απεργία των «ανανεωτικών» κλπ.
Διαλέξτε ότι θέλετε από τα παραπάνω και να είστε σίγουροι πως η πολιτική κρίση του ΣΥΝ και του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να ξεπεραστεί. Και δεν πρόκειται να ξεπεραστεί γιατί η «αναγνώριση» των λαθών, υπό τις παρούσες εσωκομματικές συνθήκες, αποτελεί μετωνυμία της ιδεολογικής αγκύλωσης των συνιστωσών και όχι διαδικασία αυτοδιόρθωσης. Στην ουσία έχουμε να κάνουμε με πολιτικές φαντασιώσεις και όχι με έγκυρες διαπιστώσεις. Κάθε φαντασίωση αποτελεί μια μυθοπλασία που αναπαριστά τις σχέσεις μας με τα πράγματα. Επιπρόσθετα, αποτελεί ένα πέπλο για να μην αντιλαμβανόμαστε ότι ορισμένες αναπαριστώμενες σχέσεις έχουν αλλάξει.

Για παράδειγμα, αποτελεί πολιτική φαντασίωση ο «αριστερός ευρωπαϊσμός» των ανανεωτικών, γιατί ονοματίζει με φαντασιωτικό τρόπο τα ευρωπαϊκά πράγματα. Αν αντί του «αριστερού ευρωπαϊσμού» χρησιμοποιούσαμε μόνο τον «ευρωπαϊσμό», τότε θα κινδυνεύαμε να έρθουμε αντιμέτωποι με την πολιτική αποτυχία του οράματός μας γιατί η υπεροψία της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας έχει δυναμιτίσει και την πιο απλή εκσυγχρονιστική διαδικασία, πόσο μάλλον κάποιο αριστερό πρόταγμα. Το ονομάζουμε, λοιπόν «αριστερό ευρωπαϊσμό» αυτό που παλαιότερα θα ονομάζαμε απλά «ευρωπαϊσμό» για να μην αντικρίσουμε κατάματα τις ευθύνες του υπαρκτού ευρωπαϊσμού για την βαθιά και ποικιλόμορφη δυσπιστία που επιδεικνύουν οι ευρωπαϊκοί λαοί απέναντι στην ευρωπαϊκή ένωση. Αν όμως αντί της «ισχυρής ευρωπαϊκής μας ταυτότητας» χρησιμοποιούσαμε το ερώτημα «τι Ευρώπη θέλουμε;» για να ασκήσουμε πολιτική, τότε και καλύτερο ψηφοδέλτιο θα φτιάχναμε και περισσότερη επιτυχία θα είχαμε.
Αν για κάτι θα πρέπει να αισθάνεται «ένοχη» η ανανεωτική πτέρυγα αυτό θα πρέπει να είναι η άσκηση της πολιτικής με όρους ισχυρής ταυτότητας που επέτυχε και όχι η «λευκή απεργία». Η στάση που πήρε, συνέβαλε έμμεσα στο να στηθεί ένα προεκλογικό σκηνικό όπου αποδομούνται τα «εγγόνια του Μάο» ενώ μένουν στο απυρόβλητο τα «εγγόνια του Χίτλερ».

Ακόμα ισχυρότερη φαντασιωτική απάντηση στην πολιτική κρίση του ΣΥΝ, αποτελεί το «δεν αλλάζουμε γραμμή» γιατί προέρχεται από την ηγεσία του ΣΥΝ και όχι από την μειοψηφία. Είναι ισχυρότερη γιατί μαζί με τους όρους ανάπτυξης της, εμπεριέχει και τους όρους αναπαραγωγής της μειοψηφικής φαντασίωσης. Για να το πούμε διαφορετικά, για το εκλογικό αποτέλεσμα δεν φταίει η ηγεσία αλλά, κυρίως, η φαντασίωση της ηγεσίας. Η φαντασίωση της ηγεσίας λέει το εξής: Για να βγάλουμε το κόμμα από την ανυποληψία πρέπει να προσδεθούμε με τα κινήματα και αυτό θα μας φέρει και ψήφους. Η φαντασίωση της μειοψηφίας λέει το εξής: για να είμαι ορατός στην κοινή γνώμη πρέπει να έχω μια συγκεκριμένη ανανεωτική και ευρωπαϊκή φυσιογνωμία. Έτσι έχουμε από την μία, το κόμμα κοντά στα κινήματα και από την άλλη, το κόμμα – στούντιο. Οι ευθύνες δεν κατανέμονται ομοιόμορφα. Αφορούν πρωτίστως την ηγεσία αλλά συνυπάρχουν με τις ευθύνες της μειοψηφίας φτιάχνοντας, από κοινού, μια υψηλότερη ευθύνη. Το κόμμα κατασκευάζει είτε «κινηματικούς», είτε «ανανεωτικούς» επικοινωνιακούς κώδικες.

Όμως με επικοινωνιακούς κώδικες δεν αντιμετωπίζεις τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους γιατί οι κώδικες αποκρυπτογραφούνται από την υλική δραστικότητα της κυρίαρχης ιδεολογίας. Γιατί οι ταξικοί αγώνες δεν διεξάγονται μόνο στα πεζοδρόμια αλλά και στο εποικοδόμημα, στο τόπο των ιδεών.

Οι ιδεολογικές επιθέσεις του συστήματος μπορούν να εντοπιστούν σε τέσσερις χρονικές στιγμές και να αποτυπωθούν με τέσσερα δημοσκοπικά ποσοστά. Όταν το ακροατήριο σου έχει φτάσει το 18%, το πολιτικό σύστημα σε ρωτά αν έχεις πρόγραμμα. Στα γεγονότα του Δεκέμβρη, ο πολιτικός ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους που έχει το όνομα «Ελληνική Δημοκρατία», διαμεσολαβημένος από τα ΜΜΕ, σε ρωτά αν είσαι εντός η εκτός του συστήματος, τα ποσοστά σου τότε είναι γύρω στο 15%. Μετά, σε ρωτά αν θα συνεργαστείς για να δώσεις κυβερνητική διέξοδο. Τα ποσοστά σου τότε είναι γύρω στο 8% με 10%. Τέλος σου λέει ότι «όλοι οι ίδιοι είστε». Τα ποσοστά σου είναι γύρω στο 5%. Γιατί μειώνεται το ακροατήριο σου; Η απάντηση είναι γιατί διαμορφώνεται από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους και η ποιότητα του και η ποσότητα του.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, ήταν παρόν στους κινηματικούς αγώνες που τον έβγαλαν από την πολιτική ανυποληψία που μέχρι τότε βίωναν όλες ανεξαιρέτως οι συνιστώσες του. Ήταν, όμως και απών από τα μεγάλα ιδεολογικά ζητήματα της περιόδου. Απέκτησε ένα ισχυρό ακροατήριο, του ζητήθηκε να το «διαχειριστεί» ενώ θα έπρεπε να το «πολιτικοποιήσει» ανταγωνιζόμενος τους ιδεολογικούς μηχανισμούς.

Δεν θα πρέπει να μιλάμε λοιπόν για λάθη, αλλά για δομικές ανεπάρκειες και κενά της ύπαρξης ενός πολιτικού οργανισμού. Ναι, ο οργανισμός αυτός πρέπει να συνδιαμορφώσει νέες κινηματικές συλλογικότητες. Όμως, κατά πόσο μπορεί να διεξάγει ιδεολογικούς αγώνες; Τι απαιτείται για αυτό; Για παράδειγμα δεν αρκεί να μιλάς για την αισχροκέρδεια των Τραπεζών. Αυτό αποτελεί σίγουρα έναν σοβαρό κινηματικό στόχο. Όμως, ο καπιταλισμός στηρίζεται στα κέρδη και την εκμετάλλευση. Ποιος θα μιλήσει για την αναγκαιότητα μείωσης των κανονικών κερδών, δηλαδή της εκμετάλλευσης; Το κίνημα στη βάση του ακτιβισμού του δεν μπορεί γιατί αποτελεί μια έκφραση του επιτακτικού της συγκεκριμένης κατάστασης. Το πολιτικό υποκείμενο, όμως, πρέπει να αμφισβητήσει τα κέρδη και η αμφισβήτηση αυτή να συμβεί στο εποικοδόμημα της κοινωνίας. Οι δυνατότητες του κινήματος διαμορφώνονται στη κοινωνία. Οι προοπτικές του όμως καθορίζονται στο εποικοδόμημα.

Η πορεία εξόδου από την κρίση του εγχειρήματος ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να βασιστεί περισσότερο στην ανεύρεση του ιδεολογικού του ρόλου ως συλλογικού διανοούμενου των λαϊκών στρωμάτων παρά στην αναδιαμόρφωση της τράπουλας των εσωκομματικών συσχετισμών. Πρέπει να στηριχθεί στην αναζωογόνηση των τοπικών οργανώσεων παρά στην ενίσχυση των τάσεων. Πρέπει να στηριχθεί σε προγραμματικές και ιδεολογικές θέσεις παρά σε απόψεις και στάσεις. Πρέπει να στηριχθεί στην ιδεολογική ενότητα παρά στο τασικό «κοινοβούλιο» που δεν ξέρει να συνθέτει.

Πέτρος Σταύρου

Τετάρτη 17 Ιουνίου 2009

ΓΙΑ ΤΗ ΛΥΤΡΩΣΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ

Το υπέρτατο ηθικό καθήκον είναι αυτό της αληθινής αφύπνισης: όχι μόνο από τον ύπνο αλλά και από το ξόρκι της φαντασίωσης που μας ελέγχει ακόμα περισσότερο όταν δεν κοιμόμαστε.

Slavoj Zizek




Εξαιρετικά αφιερωμένο στις Συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ και στις Τάσεις του ΣΥΝ

Σάββατο 13 Ιουνίου 2009

TRY AGAIN, FAIL AGAIN, FAIL BETTER


Samuel Beckett


Συχνά ο σύντροφος Τσακόπουλος επανέρχεται με την ίδια «θεωρητική» αρματωσιά να μας υπενθυμίσει πόσο «στραβό» δρόμο έχουμε πάρει ως ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ. Οι απόψεις του σεβαστές, αν και λίγο μονότονες.
Με αφορμή το τελευταίο του άρθρο στην Αυγή, στο οποίο ασκεί κριτική στους εκλογικούς στόχους του ΣΥΝ και του ΣΥΡΙΖΑ με βάση το, όντως, πενιχρό εκλογικό αποτέλεσμα του 4,7% που ο τελευταίος πέτυχε, θέλω να παρατηρήσω τα εξής:

Απέτυχε, λέει ο σύντροφος, η γραμμή της ενότητας και της κοινής δράσης της αριστεράς, που περιλαμβάνει το ΚΚΕ είτε ως γενική αντίληψη είτε ως τακτικός ελιγμός για να κερδίσουμε τους ψηφοφόρους του.

Παρότι εδώ σκιαμαχεί καταφανώς, να υπενθυμίσω στον σύντροφο πως οι ψηφοφόροι στο ελληνικό ανταγωνιστικό κομματικό σύστημα κερδίζονται με την σχετική ήττα του αντιπάλου κόμματος και όχι με τη συνεργασία και την ενότητα. Έτσι έγινε με το ΠΑΣΟΚ και την Ένωση Κέντρου, έτσι έγινε με το ΚΚΕ εσωτερικού και το ΚΚΕ στην μεταπολίτευση, έτσι έγινε και με το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΝ στην περίοδο του Σημίτη. Στη παρούσα φάση, οι εκλογικές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ αντιπαρατάχθηκαν για την τρίτη θέση. Ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε να καταλάβει την τρίτη θέση αλλά η αποτυχία αυτή είναι διαφορετική από την αποτυχία που μας περιγράφει ο σύντροφος.

Απέτυχε, λέει ο σύντροφος, η άρνηση από τον ΣΥΡΙΖΑ της εκλογικής συνεργασίας σε προγραμματική βάση με τους Οικολόγους Πράσινους στις προηγούμενες εκλογές και αργότερα, με αιτιάσεις στενοπαραταξιακής λογικής.

Να υπενθυμίσω και εδώ στο σύντροφο ότι η μη συνεργασία αποφασίστηκε, σχεδόν, κοινή συναινέσει και από τα δύο σχήματα. Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ χρεώνεται μόνος του αυτός την στενοπαραταξιακή λογική; Μήπως ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το «κακό παιδί» που του φορτώνουμε όλα τα στραβά του κομματικού πατριωτισμού;

Απέτυχε, λέει ο σύντροφος, η πολιτική της μη άμεσης και απροκάλυπτης καταδίκης της τυφλής βίας, αλλά και της βίας, γενικότερα ως μορφής επαναστατικής ή πολιτικής πάλης στα γεγονότα, του Δεκέμβρη και οι ψευδαισθήσεις ότι με τη πολιτική μας μπορούμε να κερδίσουμε την πλειοψηφία της νεολαίας.

Ποιος σου είπε σύντροφε ότι η βία του Δεκέμβρη ήταν τυφλή; Μια χαρά είχε την όραση της και τα έβαλε (πλην ελάχιστων μικρομάγαζων) με τα «τοτέμ» του καπιταλισμού, τα πολυκαταστήματα και τις Τράπεζες. Το λάθος του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν που δεν υπάκουσε την προτροπή του πολιτικού κατεστημένου που του την είχε «στημένη», αλλά που απλώς θέλησε να κατανοήσει με κοινωνιολογικούς όρους τα κίνητρα της βίας, ενώ θα έπρεπε με πολιτικό τρόπο να «αλλάξει» τις πρακτικές ιδεολογίες που στηρίζουν τέτοιες συμπεριφορές και που όντως δεν τελεσφορούν σχεδόν ποτέ. Πάντως, για τον Βοτανικό δεν είπε τίποτα ο σύντροφος. Μήπως και εκεί δεν αφήσαμε να κτιστεί ο ναός της Πανάθας; Μήπως κόψαμε το μεροκάματο των εργατών του Βωβού; Γιατί μας βάραγε όλο το πολιτικό σύστημα;

Απέτυχε, λέει ο σύντροφος, η μεθερμηνεία της προγραμματικής πρότασης του ΣΥΝ από τον ΣΥΡΙΖΑ σε ένα μεταλλαγμένο κρατικισμό, σε ένα καλυμένο αντιευρωπαϊσμό που προσέγγιζε αυτόν του ΚΚΕ, στην κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ ως εναλλακτική στον δικομματισμό πρόταση εξουσίας που παραπέμπει στην χρεωκοπημένη "μαρξιστικολενινιστική" λογική του κόμματος στην εξουσία.

Μεταλλαγμένος κρατικισμός η ανάπτυξη του δημόσιου χώρου; Μεταλλαγμένος κρατικισμός η παραγωγή νέων δημόσιων αγαθών, μεταλλαγμένος κρατικισμός η οικονομία των αναγκών; Αν συμφωνήσουμε στα παραπάνω τότε τι πρέπει να υποστηρίξουμε ως αριστεροί; Την ανάπτυξη της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, την επικυριαρχία του ιδιωτικού κεφαλαίου, την περαιτέρω ανάπτυξη της οικονομίας των κερδών; Όχι λέει ο σύντροφος. Πρέπει να αναπτύξουμε την αυτοδιαχείριση. Ωραία και απαλή έννοια! Κατασκευάζουμε ένα λογικό σχήμα, ενδιάμεσο της αγοράς και του κράτους και ξεμπερδεύουμε με την ρετσινιά του κρατιστή αλλά και με την κατηγορία του νεοφιλελεύθερου. Και η αυτοδιαχειριζόμενη επιχείρηση τι θα είναι δημόσια η ιδιωτική; Θα παράγει δημόσια αγαθά η εμπορεύματα; Μήπως ο σύντροφος θέλει να μιλήσει για αλλαγή των παραγωγικών σχέσεων αλλά του φαίνεται πολύ παλαιομαρξιστικός ο όρος; Μάλλον όχι. Προφανώς εννοεί τη γνωστή αμερικανιά του μεικτού ενδιάμεσου τομέα, ο οποίος και στα πιο ανεπτυγμένα δυτικά κράτη φυτοζωεί με τις αγαθοεργίες του ιδιωτικού τομέα και των κρατικών παροχών.
Αλλά και το άλλο πάλι, η χρεωκοπημένη "μαρξιστικολενινιστική" λογική του κόμματος στην εξουσία τι να σημαίνει άραγε; Μήπως ότι το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ είναι μαρξιστικολενινιστικά κόμματα; Γιατί μόνα τους βρίσκονται στην εξουσία εδώ και κάτι δεκαετίες.

Απέτυχε, λέει ο σύντροφος, η συγκρότηση των εκλόγιμων θέσεων του ευρωψηφοδελτίου κάτω από μια λογική μηχανισμών και ισορροπίας ομάδων, έξω από κάθε κινηματική λογική, πλουραλισμού και αξιοκρατίας.

Σύμφωνοι, αλλά δεν είδαμε τον σύντροφο ή άλλους συντρόφους να συμφωνούν με την άποψη του «κοκκινοπράσινου δικτύου» (Μικρή τάση του ΣΥΝ) για κινηματική γυναικεία υποψηφιότητα με εναλλαγή θέσης στην Ευρωβουλή; Γιατί δεν γράφτηκε κάτι υποστηρικτικό τότε που διαμορφωνόταν το ψηφοδέλτιο; Θα είχαμε έτσι διασώσει και την ευρωπαϊκή μας ταυτότητα και την τιμή μας και την υπόληψή μας.

Τέλος, αναφέρει ο σύντροφος, πως το πρόταγμα της νέας αριστεράς, κατά τη γνώμη του, πρέπει να βασίζεται στις ιδέες της απόρριψης της βίας ως μέσου για την κατάληψη της εξουσίας και του δημοκρατικού, μεταρρυθμιστικού δρόμου για το σοσιαλισμό, της άμεσης δημοκρατίας, της αυτοδιαχείρισης και της κοινωνίας των πολιτών και ενός νέου πολιτισμικού προτύπου σε αντίθεση με το σημερινό της απαξίωσης, του ατομικισμού, της διαίρεσης και του φανατισμού.

Εδώ, εκτός του ότι το εδάφιο «μυρίζει» εποχές της δεκαετίας του 20 γιατί σήμερα βέβαια δεν αντιμετωπίζουμε τέτοια αρχαϊκά διλλήματα μεταξύ επαναστατικής και ειρηνικής κατάληψης της εξουσίας, φαίνεται πως του λείπει και κάτι!

Ενώ μιλάει για οικολογία, αυτοδιαχείριση, κοινωνία των πολιτών κλπ δεν εξηγεί καθόλου γιατί χρειαζόμαστε τον σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία. Μήπως χρειαζόμαστε τον σοσιαλισμό για πολιτιστικούς λόγους; Μήπως χρειαζόμαστε το σοσιαλισμό για ανθρωπιστικούς λόγους; Μήπως χρειαζόμαστε το σοσιαλισμό για οικολογικούς λόγους; Μα αυτά σύντροφε τα βρίσκουμε και σε μια καπιταλιστική οικονομία. Μας τα προσφέρει και η Σουηδία, η Ολλανδία, η Φιλανδία, ο Καναδάς, η Αυστραλία ακόμα και η Κόστα Ρίκα που έχει στηρίξει την οικονομία της εξολοκλήρου στην Πράσινη Ανάπτυξη. Τον σοσιαλισμό τι τον χρειαζόμαστε αφού μπορούμε να εκδημοκρατίσουμε τον καπιταλισμό; Φαίνεται λοιπόν πως κάτι λείπει από τις μεγάλες έννοιες που αναφέρονται. Και αυτό που λείπει είναι η Εκμετάλλευση. Τον σοσιαλισμό τον χρειαζόμαστε για να εξαλείψουμε την εκμετάλλευση.
Έτσι μαζί με όλα τα άλλα ωραία ας ξεκινήσουμε να μιλάμε και για την εκμετάλλευση, από τώρα. Για αυτήν δεν μιλάνε ούτε οι Οικολόγοι Πράσινοι, ούτε οι κοινωνίες των πολιτών, ούτε οι κοινοβουλευτικές δημοκρατίες.

Συντροφικά

Πέτρος Σταύρου