Η Αριστεία είναι το άλλοθι του νεοφιλελευθερισμού για την εξάλειψη του
κοινωνικού κράτους. Αν υπάρχουν κάποιοι που τα καταφέρνουν, τότε δεν
φταίει η έλλειψη "μορίων και επιδομάτων" για όσους δεν τα καταφέρνουν.
Φταίνε οι ίδιοι.
Το έχουμε καταλάβει ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει βάλει τον Στέλιο Κυμπουρόπουλο στο ευρωψηφοδέλτιο του για Τοτέμ και όχι για υποψήφιο. Στην λογική της χυδαίας και χοντροκομμένης επικοινωνιακής εκμετάλλευσης, όπως έκανε με τον πωλητή της Σχεδίας, στου οποίου το στόμα ανενδοίαστα έβαλε λόγια που ο ίδιος ποτέ δεν ξεστόμισε, όπως έκανε και με τους καλλιτέχνες, των οποίων τα αιτήματα ούτε θυμόταν για να μεταφέρει σωστά, αφού μόνος στόχος του ήταν η δημιουργία ενός προεκλογικού βίντεο που να τον παρουσιάζει όχι ως αυστηρό και ξενέρωτο γόνο αλλά ως άνθρωπο του «μέσα σ' όλα». Κι αυτά συμβαίνουν γιατί, όταν μιλά με ανθρώπους, δεν βλέπει ανθρώπους. Βλέπει τύπους κοινωνικών κατηγοριών που θα τον βοηθήσουν να χτίσει επικοινωνιακά το προφίλ του κοινωνικά ευαίσθητου, ένα προφίλ που από την θητεία του στο υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης μόνος του έχει φροντίσει να φαντάζει ξένο.
Αλλά ο τρόπος που χρησιμοποιεί τον Στέλιο Κυμπουρόπουλο, σαν σκιά της ίδιας του της αναπηρίας και σαν περίστροφο συναισθηματικού εκβιασμού, είναι ένας βαθμός χυδαιότητας που ξεπερνά τα προηγούμενα παραδείγματα. Κι αυτό γιατί, όπως και η ρητορική του για το Μακεδονικό, απευθύνεται στα χαμηλά ένστικτα της κοινωνίας. Απευθύνεται στα αντανακλαστικά του Έλληνα εκείνου, που έχει μάθει να βλέπει τα άτομα με αναπηρία μέσα από τα γυαλιά της λύπησης, που κοιτάει αφ' υψηλού και χτυπά τον άνθρωπο με αναπηρία συγκαταβατικά στην πλάτη, λες κι είναι ένα μικρό παιδί, χωρίς τα δικαιώματα αλλά και τις ευθύνες που συνεπάγεται η ιδιότητα του ενήλικου ανθρώπου.
Θα μου πουν «εξαιρετικό βιογραφικό», «αριστεία», κι ένα σωρό άλλα πράγματα για να μου αποδείξουν ότι τίποτα απ' αυτά δεν ισχύει. Καμία αμφιβολία δεν υπάρχει για το εξαιρετικό βιογραφικό και τα διαπιστευτήρια του Στέλιου Κυμπουρόπουλου. Γι αυτό και οι πολιτικοί του αντίπαλοι από την Αριστερά τον παίρνουμε στα σοβαρά. Γι αυτό κι αντιπαρατιθέμεθα με τις πολιτικές του απόψεις και θέσεις χωρίς τον φόβο ότι θα κάνουμε ένα αδύναμο πλάσμα να κλαίει. Γιατί μόνο και μόνο που έχει φτάσει εδώ που έχει φτάσει, στη δουλειά και στη ζωή του, έχει αποδείξει ότι μόνο αδύναμο πλάσμα δεν είναι. Και είναι ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που σπεύδοντας να «επέμβει» κάθε φορά που κάποιος αντιπαρατίθεται μαζί του, φέρνει την αναπηρία του στο προσκήνιο και καθιστά αυτήν αντί για εκείνον υποψήφια στο ευρωψηφοδέλτιο του.
Η Αριστερά με την Δεξιά έχουν πολύ διαφορετική αντίληψη για την ισότητα. Για την Αριστερά, η ισότητα συνιστά ίση πρόσβαση στο αγαθό. Και όχι, όπως για τη Δεξιά, ισότητα στις διαδικασίες ανεξάρτητα με την αφετηρία καθενός. Οι άνθρωποι με αναπηρία είναι άνθρωποι όπως όλοι. Η ζωή τους όμως έρχεται με πρακτικές δυσκολίες που η ζωή των ανθρώπων χωρίς αναπηρία δεν έχει. Και είναι δικαίωμα τους, και όχι «χάρη», να λαμβάνεται αυτό υπόψη, όταν π.χ. αιτούνται να καλύψουν μια θέση εργασίας στο Δημόσιο. Όχι σαν ηθική εξαργύρωση της αναπηρίας τους αλλά, απλούστατα, σαν αναγνώριση των πρακτικών και υλικών δυσκολιών που η ζωή των ανθρώπων χωρίς αναπηρία δεν έχει, όπως π.χ. η περιορισμένη δυνατότητα μετακίνησης στον χώρο.
Αυτή είναι η αντίληψη της Αριστεράς και βρίσκεται απέναντι, πολέμια, στον κοινωνικό δαρβινισμό. Που είναι η άλλη όψη της περίφημης «Αριστείας». Γιατί η Αριστεία δεν είναι τίποτα άλλο από την αποκλειστική εστίαση σε όλους εκείνους, που για διάφορους λόγους (χρήματα, υψηλό ταλέντο, τύχη, υποστηρικτική οικογένεια) πέτυχαν, αποκλείοντας από το κάδρο όλους εκείνους που, εξαιτίας της έλλειψης αυτών των συνθηκών, η αναπηρία τους τους καθήλωσε μέσα σε τέσσερις τοίχους. Η Αριστεία είναι το άλλοθι του νεοφιλελευθερισμού για την εξάλειψη του κοινωνικού κράτους. Αν υπάρχουν κάποιοι που τα καταφέρνουν, τότε δεν φταίει η έλλειψη «μορίων και επιδομάτων» για όσους δεν τα καταφέρνουν. Φταίνε οι ίδιοι.
Η Αριστερά θα αντιπαρατίθεται με τον κοινωνικό δαρβινισμό και την απαξίωση του κονωνικού κράτους, όπου κι αν τα βρίσκει. Είτε στις συνεντεύξεις του Κυριάκου Μητσοτάκη, είτε στα τουίτ του Στέλιου Κυμπουρόπουλου. Και πρέπει επιτέλους να γίνει κατανοητό: η αλληλεγγύη πάει με τον σεβασμό κι η «Αριστεία» με τη λύπηση.
Το έχουμε καταλάβει ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει βάλει τον Στέλιο Κυμπουρόπουλο στο ευρωψηφοδέλτιο του για Τοτέμ και όχι για υποψήφιο. Στην λογική της χυδαίας και χοντροκομμένης επικοινωνιακής εκμετάλλευσης, όπως έκανε με τον πωλητή της Σχεδίας, στου οποίου το στόμα ανενδοίαστα έβαλε λόγια που ο ίδιος ποτέ δεν ξεστόμισε, όπως έκανε και με τους καλλιτέχνες, των οποίων τα αιτήματα ούτε θυμόταν για να μεταφέρει σωστά, αφού μόνος στόχος του ήταν η δημιουργία ενός προεκλογικού βίντεο που να τον παρουσιάζει όχι ως αυστηρό και ξενέρωτο γόνο αλλά ως άνθρωπο του «μέσα σ' όλα». Κι αυτά συμβαίνουν γιατί, όταν μιλά με ανθρώπους, δεν βλέπει ανθρώπους. Βλέπει τύπους κοινωνικών κατηγοριών που θα τον βοηθήσουν να χτίσει επικοινωνιακά το προφίλ του κοινωνικά ευαίσθητου, ένα προφίλ που από την θητεία του στο υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης μόνος του έχει φροντίσει να φαντάζει ξένο.
Αλλά ο τρόπος που χρησιμοποιεί τον Στέλιο Κυμπουρόπουλο, σαν σκιά της ίδιας του της αναπηρίας και σαν περίστροφο συναισθηματικού εκβιασμού, είναι ένας βαθμός χυδαιότητας που ξεπερνά τα προηγούμενα παραδείγματα. Κι αυτό γιατί, όπως και η ρητορική του για το Μακεδονικό, απευθύνεται στα χαμηλά ένστικτα της κοινωνίας. Απευθύνεται στα αντανακλαστικά του Έλληνα εκείνου, που έχει μάθει να βλέπει τα άτομα με αναπηρία μέσα από τα γυαλιά της λύπησης, που κοιτάει αφ' υψηλού και χτυπά τον άνθρωπο με αναπηρία συγκαταβατικά στην πλάτη, λες κι είναι ένα μικρό παιδί, χωρίς τα δικαιώματα αλλά και τις ευθύνες που συνεπάγεται η ιδιότητα του ενήλικου ανθρώπου.
Θα μου πουν «εξαιρετικό βιογραφικό», «αριστεία», κι ένα σωρό άλλα πράγματα για να μου αποδείξουν ότι τίποτα απ' αυτά δεν ισχύει. Καμία αμφιβολία δεν υπάρχει για το εξαιρετικό βιογραφικό και τα διαπιστευτήρια του Στέλιου Κυμπουρόπουλου. Γι αυτό και οι πολιτικοί του αντίπαλοι από την Αριστερά τον παίρνουμε στα σοβαρά. Γι αυτό κι αντιπαρατιθέμεθα με τις πολιτικές του απόψεις και θέσεις χωρίς τον φόβο ότι θα κάνουμε ένα αδύναμο πλάσμα να κλαίει. Γιατί μόνο και μόνο που έχει φτάσει εδώ που έχει φτάσει, στη δουλειά και στη ζωή του, έχει αποδείξει ότι μόνο αδύναμο πλάσμα δεν είναι. Και είναι ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που σπεύδοντας να «επέμβει» κάθε φορά που κάποιος αντιπαρατίθεται μαζί του, φέρνει την αναπηρία του στο προσκήνιο και καθιστά αυτήν αντί για εκείνον υποψήφια στο ευρωψηφοδέλτιο του.
Η Αριστερά με την Δεξιά έχουν πολύ διαφορετική αντίληψη για την ισότητα. Για την Αριστερά, η ισότητα συνιστά ίση πρόσβαση στο αγαθό. Και όχι, όπως για τη Δεξιά, ισότητα στις διαδικασίες ανεξάρτητα με την αφετηρία καθενός. Οι άνθρωποι με αναπηρία είναι άνθρωποι όπως όλοι. Η ζωή τους όμως έρχεται με πρακτικές δυσκολίες που η ζωή των ανθρώπων χωρίς αναπηρία δεν έχει. Και είναι δικαίωμα τους, και όχι «χάρη», να λαμβάνεται αυτό υπόψη, όταν π.χ. αιτούνται να καλύψουν μια θέση εργασίας στο Δημόσιο. Όχι σαν ηθική εξαργύρωση της αναπηρίας τους αλλά, απλούστατα, σαν αναγνώριση των πρακτικών και υλικών δυσκολιών που η ζωή των ανθρώπων χωρίς αναπηρία δεν έχει, όπως π.χ. η περιορισμένη δυνατότητα μετακίνησης στον χώρο.
Αυτή είναι η αντίληψη της Αριστεράς και βρίσκεται απέναντι, πολέμια, στον κοινωνικό δαρβινισμό. Που είναι η άλλη όψη της περίφημης «Αριστείας». Γιατί η Αριστεία δεν είναι τίποτα άλλο από την αποκλειστική εστίαση σε όλους εκείνους, που για διάφορους λόγους (χρήματα, υψηλό ταλέντο, τύχη, υποστηρικτική οικογένεια) πέτυχαν, αποκλείοντας από το κάδρο όλους εκείνους που, εξαιτίας της έλλειψης αυτών των συνθηκών, η αναπηρία τους τους καθήλωσε μέσα σε τέσσερις τοίχους. Η Αριστεία είναι το άλλοθι του νεοφιλελευθερισμού για την εξάλειψη του κοινωνικού κράτους. Αν υπάρχουν κάποιοι που τα καταφέρνουν, τότε δεν φταίει η έλλειψη «μορίων και επιδομάτων» για όσους δεν τα καταφέρνουν. Φταίνε οι ίδιοι.
Η Αριστερά θα αντιπαρατίθεται με τον κοινωνικό δαρβινισμό και την απαξίωση του κονωνικού κράτους, όπου κι αν τα βρίσκει. Είτε στις συνεντεύξεις του Κυριάκου Μητσοτάκη, είτε στα τουίτ του Στέλιου Κυμπουρόπουλου. Και πρέπει επιτέλους να γίνει κατανοητό: η αλληλεγγύη πάει με τον σεβασμό κι η «Αριστεία» με τη λύπηση.