Κυριακή 7 Ιουλίου 2013

ΑΠΕ για την ΟΙΚΟ – ΛΟΓΙΑ – ΟΙΚΟ – ΝΟΜΙΑ




του Γιάννη Μπενίση, μέλους της επιτροπής ενεργειας και της ΚΠΕ του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ

Ένα από τα θέματα που απασχόλησαν το φετινό Left Forum στην Νεα Υόρκη ήταν αυτό που ο καθηγητής Βαλερστάϊν χαρακτήρισε ως «καρκίνο» του συστήματος. Πρόκειται για το γεγονός ότι επί 500 χρόνια ο καπιταλισμός αναπτύχθηκε κατατρώγοντας τούς φυσικούς πόρους του πλανήτη χωρίς να τούς αναπληρώνει. Το πρόβλημα αυτό έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και απειλεί άμεσα την ζωή  στο πλανήτη. Δεν μπορούμε πια να μιλάμε για μέλλον, για ανάπτυξη, για οικονομία αν αυτή δεν είναι οικολογική, σημαντική πτυχή της οποίας είναι οι ΑΠΕ.

Ενώ λοιπόν παγκοσμίου φήμης διανοητές αντιλαμβάνονται την ουσιαστική σημασία των ΑΠΕ στη ανάπτυξη, στην Ελλάδα με πρόσχημα το υπαρκτό πρόβλημα του ελλείμματος του λογαριασμού ΑΠΕ του ΛΑΓΗΕ, ως λύση προτείνεται το   πάγωμα της ανάπτυξης των ΑΠΕ. Ακούγονται απόψεις όπως : «οι ΑΠΕ είναι πολυτέλεια», «εδώ δεν έχουμε να φάμε τις ΑΠΕ θα κοιτάζουμε», «ας καθυστερήσει η έστω και σταδιακή απεξάρτηση από το φθηνό λιγνίτη που μας χάρισε η φύση και άλλα πολλά, ιδίου ύφους και περιεχομένου. Στη δε πράξη έχουν σταματήσει να γίνονται πλέον έργα ΑΠΕ:  τα φωτοβολταϊκά τους τελευταίους μήνες, τον τελευταίο χρόνο οι υπόλοιπες ΑΠΕ.

Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά για να διαπιστώσουμε το πως δημιουργήθηκε το πρόβλημα.

Ο πρώτος ουσιαστικά νόμος, που έβαλε τα θεμέλια για την ανάπτυξη των ΑΠΕ, συντάχθηκε το 2006. Παρά το θετικό στοιχείο ότι επιτέλους άρχισε να γίνεται λόγος για ΑΠΕ, ο νόμος είχε πολλές ελλείψεις, είτε σκόπιμα είτε όχι. Ενώ το κύριο χαρακτηριστικό των ΑΠΕ είναι οι πολλές μικρές αποκεντρωμένες μονάδες, διάσπαρτες στην επικράτεια και μόνο, για λόγους οικονομίας κλίμακας και μόνο σε ειδικές περιπτώσεις μεγάλες μονάδες (μέσα σε βιομηχανικές ζώνες κλπ), ο νόμος υιοθετούσε ακριβώς την αντίθετη κατεύθυνση. Το μείγμα των ΑΠΕ, αλλά και ο ρυθμός ανάπτυξης τους έπρεπε να είναι αυστηρά σχεδιασμένος, ώστε να απορροφηθούν ομαλά, από τεχνικής αλλά και οικονομικής άποψης, όλοι οι κραδασμοί της αλλαγής παραγωγής ηλεκτρενέργειας. Αντιθέτως, ακολουθώντας το νεοφιλελεύθερο δόγμα, ο νόμος αυτός άφηνε την αγορά ανεξέλεγκτη να αποφασίσει χωρίς παρεμβάσεις της πολιτείας. Η αγορά αποφάσισε όπως πάντα, άναρχα και με μοναδικό κριτήριο το κέρδος. Ενώ το κόστος κατασκευής ειδικά των φωτοβολταϊκών αποκλιμακώθηκε ραγδαία, δεν είχαμε αντίστοιχη μείωση των εγγυημένων τιμών πώλησης του ρεύματος, οπότε δημιουργήθηκαν ευκαιρίες για υπερκέρδη. Αποτέλεσμα ήταν το αδηφάγο κεφάλαιο να οδεύσει προς τα φωτοβολταϊκά με συνέπεια την έκδοση υπερπληθώρας αδειοδοτήσεων και κατασκευών. Ενώ στην Ευρώπη οι κυβερνήσεις έγκαιρα διαπίστωσαν το πρόβλημα και βρήκαν λύσεις, στη χώρα μας, αφού άφησαν να χαθεί πολύτιμος χρόνος, όταν πλέον αποφάσισαν να ασχοληθούν, προχώρησε σε μια παγκόσμια πρωτοτυπία : ένα λάθος να προσπαθούν να το λύσουν με ένα νέο λάθος, χειρότερο του προηγούμενου.

Το πρόβλημα λοιπόν που έχει προκύψει, δεν είναι δομικό των ΑΠΕ, αλλά αφορά στον τρόπο με τον οποίο οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, διαχρονικά αντιμετώπισαν τις ΑΠΕ. Αν είχαμε στρωτή ροή διείσδυσης των ΑΠΕ και είχαμε, για παράδειγμα, αντί για 2300mw φωτοβολταϊκών που έχουμε σήμερα, γύρω στα 1000mw, αυτό θα συνιστούσε ένα απόλυτα διαχειρίσιμο μέγεθος, που δεν θα δημιουργούσε κανενός είδους πρόβλημα. Το σημερινό δε κόστος κατασκευής είναι τέτοιο που επιτρέπει σε όποιον κατασκευάσει σήμερα ΑΠΕ, να αμείβεται με ταρίφα παραπλήσια των παραγωγών άπω φυσικό αέριο, οπότε αν αυτά τα 1300mw κατασκευάζονταν σήμερα, δεν θα επιβάρυναν τον λογαριασμό, αφού λογικά θα αμείβονταν όπως οι συμβατικοί παραγωγοί.

Το πρόβλημα αυτό έχει λύση και ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ έχει προτείνει λύσεις που η τρικομματική κυβέρνηση δεν έχει την βούληση να αποδεχθεί, γιατί αυτές θίγουν τα ξένα και ντόπια μεγάλα συμφέροντα του χώρου. Εμείς στον ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ προτείνουμε μέτρα κουρέματος των παραγωγών με παραμετροποίηση των κριτηρίων ώστε να μηδενιστεί το έλλειμμα χωρίς να επιβαρυνθούν οι καταναλωτές και να πληρώσουν όλοι με δίκαιο τρόπο ανάλογα με το κόστος κατασκευής και το μέγεθος.

Αρχικά πρέπει να πούμε ότι τις ΑΠΕ δεν πρέπει να τις αντιμετωπίζουμε με οικονομίστικο τρόπο. Η καταστροφή του περιβάλλοντος και η υγεία δεν είναι μετρήσιμα χρηματικά μεγέθη. Δεν μπορούμε λοιπόν να μιλάμε για φθηνό λιγνίτη και ακριβές ΑΠΕ, αδιαφορώντας για τις άλλες επιπτώσεις που έχει η χρήση των ρυπογόνων ορυκτών καυσίμων.

Η ταχύτητα ανάπτυξης της τεχνολογίας μας επιτρέπει να υποστηρίξουμε ότι σύντομα, αν υπάρξει πολιτική βούληση, θα μπορέσουμε να έχουμε συστήματα ΑΠΕ για οικιακή χρήση, τα οποία θα συμφέρουν και από οικονομικής σκοπιάς. Συστήματα χαμηλού κόστους από ΑΠΕ, με  ταυτόχρονη εξοικονόμηση ενέργειας και με  μελλοντικά φθηνές μπαταρίες θα μπορούν να κάνουν τα σπίτια  ενεργειακά ανεξάρτητα. Στον τομέα αυτό, θα μπορούσε να απασχοληθεί και μεγάλο τμήμα του παραγωγικού δυναμικού της χώρας, όπως μηχανικοί, τεχνικοί, κλάδοι που σήμερα μαστίζονται από μεγάλη ανεργία.

Οι ειδικοί επιστήμονες λένε ότι όποιος σχεδιάζει το μέλλον της ηλεκτρενέργειας με τα μέχρι σήμερα δεδομένα, θα κάνει λάθος. Στην Αμερική κατασκευάστηκε πιλοτικά ένας συσσωρευτής 120mw με σχετικά ικανοποιητικό κόστος κατασκευής και υψηλής ταχύτητας απόδοσης της ενέργειας. Συστήματα αντλιοταμίευσης, παρασκευή υδρογόνου και άλλα, τέτοιου είδους τεχνικά εργαλεία θα βοηθήσουν ώστε να αρθεί η επιφυλακτικότητα έναντι των ΑΠΕ, από την στιγμή που θα μπορεί να αποθηκευθεί ενέργεια με χαμηλό κόστος.

Για να γίνουν όλα αυτά χρειάζεται πολιτική βούληση, ώστε να πιεστούν οι τεχνικοί επιστήμονες να βρουν τις βέλτιστες λύσεις στα υπάρχοντα σημερινά προβλήματα. Την πολιτική αυτή βούληση δεν είναι δυνατόν να την έχουν οι δυνάμεις του νεοφιλελευθερισμού, γιατί οι έννοιες καπιταλισμός και οικολογία, κέρδος και προστασία του περιβάλλοντος, νόμοι της αγοράς και ανθρώπινες ανάγκες, είναι έννοιες ασύμβατες μεταξύ τους.

Μια κυβέρνηση της αριστεράς, όπως ευρηματικά έθεσαν το θέμα οι διοργανωτές μέσα από τον κεντρικό τίτλο του φετινού Left Forum στη Νέα Υόρκη, τις λέξεις οίκο-νομια και οίκο-λογια, δεν τις αντιμετωπίζει ως λέξεις με κοινό πρώτο συνθετικό, αλλά ως έννοιες άρρηκτα δεμένες σε μια λέξη. Μία λέξη, ένα νόημα που καθορίζει το μέλλον.

Μια κυβέρνηση της αριστεράς θα πρέπει να θέσει τα θεμέλια έτσι ώστε το μέλλον της ηλεκτρενέργειας και όχι μόνο αυτό, να είναι οικολογικό. Μπορούμε να σχεδιάσουμε ένα μέλλον που οι ΑΠΕ θα παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Και τούτο δεν είναι οραματική φαντασίωση ορισμένων. Αντιθέτως, όλα τα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα συνηγορούν προς την κατεύθυνση αυτή.

Απορρίφθηκε το δικαίωμα των Ευρωπαίων να γνωρίζουν ποια μεταλλαγμένα προϊόντα τρώνε




Η Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απέρριψε την υποχρεωτική σήμανση τροφίμων που προέρχονται από ζώα που έχουν τραφεί με γενετικά τροποποιημένες τροφές.

Αν και η σχετική τροπολογία κέρδισε την πλειοψηφία των ψήφων του Ευρωκοινοβουλίου, λόγω της καταψήφισης από την πλειοψηφία των συντηρητικών, δεν συγκέντρωσε την ενισχυμένη πλειοψηφία που απαιτούταν για την έγκρισή της. Η ίδια πλειοψηφία απέρριψε τροπολογία για την διεξαγωγή ανεξάρτητων μελετών για την επίπτωση των μεταλλαγμένων και άλλων “νέων τροφών” στην ανθρώπινη υγεία.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο των δηλώσεων του ευρωβουλευτή Κρίτωνα Αρσένη μετά το τέλος της ψηφοφορίας:

“Σήμερα είναι μία εξαιρετικά δυσάρεστη ημέρα για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Καταψηφίστηκε το δικαίωμα των Ευρωπαίων πολιτών να γνωρίζουμε αν τα ζωικά προϊόντα που καταναλώνουμε προέρχονται από ζώα που έχουν τραφεί με γενετικά τροποποιημένες τροφές. Καταψηφίστηκε επίσης η αυτονόητη υποχρέωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να διεξάγει ανεξάρτητες μελέτες για τις επιπτώσεις των μεταλλαγμένων και άλλων “νέων τροφίμων” στην ανθρώπινη υγεία. Και όλα αυτά όταν ενδεχομένως να υπάρχουν κίνδυνοι για την ανθρώπινη υγεία από την κατανάλωση μεταλλαγμένων καθώς με βάσει δηλώσεων της Επιτροπής το 80-90% των ζωοτροφών περιέχουν μεταλλαγμένα, ενώ πρόσφατες μελέτες απέδειξαν ότι μεταλλαγμένα γονιδιώματα από τις μεταλλαγμένες τροφές μπορούν να ανιχνευτούν στο γάλα των ζώων.”

Το food project καταγγέλει αυτή τη συμπεριφορά από τους δήθεν αντιπροσώπους μας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Τον Μάρτιο, και ξανά εν μέσω κρίσης και χωρίς ενημέρωση των πολιτών, η Κομισιόν ενέκρινε τη καλλιέργεια της γεννετικά μεταλλαγμένης πατάτας Amflora της εταιρίας BASF και την εμπορία τριών ποικιλιών γενετικά τροποποιημένου καλαμποκιού ΜΟΝ 863 της εταιρίας Monsanto.

Απόλυτα ευθυγραμμισμένη με τις απροκάλυπτα και από καιρό εκφρασμένες προθέσεις του προέδρου της κ. Μπαρόζο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προχώρησε στην πρώτη έγκριση καλλλιέργειας ΓΤΟ μετά το 1998, αγνοώντας επιδεικτικά τη βούληση της συντριπτικής πλειοψηφίας των ευρωπαίων πολιτών για ολοκληρωτική απαγόρευση των μεταλλαγμένων.

Πιστεύουμε λοιπόν πως η τεχνιτή αυτή κρίση που περνάμε είχε και σαν σκοπό τις συγκεκριμένες αποφάσεις. Ο αντιπαθής Κίσσινγκερ κάποτε είχε πεί "όποιος ελέγχει το πετρέλαιο ελέγχει τα έθνη. Όποιος ελέγχει τη τροφή, ελέγχει το κόσμο όλο".

Ειλικρινά δεν μπορούμε να καταλάβουμε πώς περνάνε τέτοιες αποφάσεις, αλλά, να μου πείτε εδώ ψωμολυσσάμε τί μας νοιάζει μια μεταλλαγμένη πατάτα ή το μεταλλαγμένο καλαμπόκι της Monsanto;

Αλλά εδώ πρέπει να πούμε ότι όπου εφαρμόστηκαν τέτοιες τεχνικές το αποτέλεσμα δεν ήταν το καλύτερο. Στην Ινδία όπου πλέον παράγετε μεταλλαγμένο ρύζι οι αγρότες έχουν φτάσει σε τέτοια απόγνωση που αυτοκτονούν μαζικά κάθε χρόνο (δείτε έρευνα του Εξάντα στο www.exadas.gr), στο Μεξική η καλλιέργεια της μεταλλαγμένης σόγιας έχει καταστρέψει τα άλλα είδη χλωρίδας όπου καλλιεργείτε και υπάρχουν πολλά ακόμα παραδείγματα.

Είμαστε πολύ απογοητευμένοι γιατί χάσαμε το δικαίωμα να ξέρουμε τί τρώμε στο βωμό του χρήματος. Η μισή ντροπή δική σας και η άλλη μισή δική μας που δεν βγαίνουμε όλοι στο δρόμο να διεκδικήσουμε τα δικαιώματά μας.

Πηγή: The Food Project

Σάββατο 6 Ιουλίου 2013

Τα όνειρα, μας κρατούν ξύπνιους!




[ Η επικρατούσα στα κόμματα λογική ότι όλα υλοποιούνται και διευθύνονται από επαγγελματικά στελέχη και αμειβόμενους συνεργάτες, και δευτερευόντως με τη συμβολή εθελοντών, αποτελεί στρέβλωση της αγωνιστικής παράδοσης της Αριστεράς ]
[ Το κανάλι μας, τηλεοπτικό ή διαδικτυακό, του ΣΥΡΙΖΑ, της πλατιάς Αριστεράς ή της κοινωνίας, θα είναι κάτι πολύ παραπάνω, γιατί δεν θα είναι μόνο ένας κόμβος πολιτικής ενημέρωσης. Θα είναι κανάλι πολιτισμού και πολιτικής, ίσως κυρίως πολιτισμού. Με ειδήσεις, στρογγυλά τραπέζια, ρεπορτάζ, ανταποκρίσεις, αποστολές, αλλά και σινεμά, θέατρο, μουσική, εικαστικά, λογοτεχνία, ιστορία, κάθε μορφή τέχνης και γραμμάτων, και, ακόμα παραπέρα, με κάθε μορφή αναγέννησης της ζωής μας, από τις δράσεις προστασίας της φύσης και της πολιτισμικής μας κληρονομιάς ως τις βιολογικές καλλιέργειες, και από τις νέες μορφές οικονομίας ως τις πιο προωθημένες μορφές ανθρώπινης συνύπαρξης στην πόλη και το χωριό, στους χώρους εργασίας, σπουδής και αναψυχής.
Το ξέρω ότι αυτό δεν λέει και πολλά πράγματα σ’ αυτούς που η πολιτική είναι κάτι στενό, δόγμα και επάγγελμα, αλλά και σε μένα και σε πολλούς άλλους που δεν περιμένουμε ανταμοιβή για την πολιτική μας δράση, η πολιτική σαν επάγγελμα δεν μας λέει τίποτα ] - Στέλιος Ελληνιάδης

Περισσότερα εδώ



Να μην ξεχνιόμαστε ... (ένα άρθρο από το RedNotebook)



 
Αποχαιρέτα τον ΣΥΝασπισμό που χάνεις
Ένα σημαντικό και ιστορικό κομμάτι του κόμματος «θρήνησε» για την απώλεια
 
Του Βασίλη Στόλη

Ιεροσυλία,  θα έλεγε κάποιος, το να παραφράζεις τον ποιητή προκειμένου να δείξεις την απώλεια ενός πολιτικού οργανισμού, μετά από 20 χρόνια ζωής στην ελληνική και ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Μιας ζωής με διάφορα (πάνω-κάτω, μέσα-έξω) που, αν μη τι άλλο, οφείλει κανείς ως μέλος του (και μη) να αναλύσει για να βγάλει χρήσιμα συμπεράσματα. Συμπεράσματα που οφείλουν να αποτελέσουν και αυτά υλικό οικοδόμησης για τον νέο ΣΥΡΙΖΑ.

Σε ανύποπτο χρόνο, και ζώντας σε περίοδο με απελευθερωμένη την επιστημονική διαστροφή,  έγραψα για την «ιστορία του ΣΥΝ, που είναι η ιστορία της πάλης των τάσεων». Άλλη μια ιερόσυλη παράφραση η οποία,  αν φαίνεται ευρηματική,  είναι γιατί πατάει πάνω σε γεγονότα που αποτέλεσαν κάτι περισσότερο από ένα μέρος της λειτουργίας του ΣΥΝ αυτά τα 20 χρόνια.

Επί του θέματος, ο ΣΥΝ είναι γνωστός για τις τάσεις του. Λειτουργώντας με πρωτοποριακό για τα δεδομένα και την παράδοση της ελληνικής αριστεράς τρόπο, μέσα από τη καταστατική θεσμοθέτηση των τάσεων, ο ΣΥΝ κατέστησε την ενδοκομματική διαπάλη σε  βασική λειτουργία για πολλά χρόνια, αν όχι για όλα τα χρόνια της ζωής του ως κόμμα. Ωστόσο, δεν είναι τόσο απλό,  την διαπάλη αυτή να την ταυτίσουμε με την ιδεολογική.

Πιο αναλυτικά, η λειτουργία των τάσεων, όλα αυτά τα χρόνια, όχι μόνο δεν προώθησε την μορφή του μαζικού κόμματος αλλά, με την επίκληση του «κοινού καλού» του κόμματος, οι τάσεις,  ευρισκόμενες σε ανταγωνισμό μεταξύ τους και σε μια διαδραστική σχέση με τη βάση του κόμματος,  προωθούσαν τα στελέχη τους στα κομματικά όργανα διαμορφώνοντας εντός τους συσχετισμούς. Έτσι, βλέπαμε τους συσχετισμούς να αλλάζουν κάθε τόσο (2000, 2004 με τις στροφές του κόμματος προς την αριστερά). Αυτή η πολύπλοκη σχέση (σε ανταγωνίζομαι και σε «τρώω» στη βάση, τα «βρίσκω» μαζί σου στην Κεντρική Επιτροπή, και αντίστροφα) περιόρισε την ρήξη διατηρώντας τη δυνατότητα σε μια «οργανωμένη αντιπολίτευση» να λειτουργεί αντιπαραθετικά ακόμα και με τις αποφάσεις του κόμματος, και μάλιστα δημοσίως.

Έτσι, το κόμμα αντιμετώπισε συνοπτικά τα εξής προβλήματα: λειτούργησαν εντός του εκλογικές μηχανές ανάδειξης αντιπροσώπων, οι τασικές διαδικασίες υποκατέστησαν τις κομματικές διαδικασίες, πρόσωπα βασιζόμενα σε αυτούς τους ανταγωνισμούς αναδείχθηκαν ως «η άλλη άποψη» ακόμα και μέσα από κανάλια και εφημερίδες των εκδοτών που καταγγέλλουμε σήμερα (θυμηθείτε τους Ανανεωτικούς στο MEGA), η κατάρτιση ψηφοδελτίων και η ανάδειξη βουλευτών γινόταν με βάση τους τασικούς συσχετισμούς και,  το χειρότερο, σύντροφοι/σες που «δεν μιλάνε μεταξύ τους» ή, ακόμα χειρότερα, τη μια μέρα «δε μιλάνε» και την επόμενη συνεργάζονται εις βάρος άλλου/άλλης.

Γιατί γινόντουσαν όλα αυτά σε ένα κόμμα του 3%; Για ποια εξουσία όλα αυτά; Σε αυτό το σημείο εντοπίζεται ένα άλλο πρόβλημα: ο πλουραλισμός των απόψεων και η δυνατότητα ζύμωσης και έκφρασής τους στη κομματική ζωή γίνεται αντικείμενο χρήσης. Η ετερογένεια και η διαφορετικότητα δεν αποτελούν πλούτο,  αλλά γίνονται εργαλείο. Εργαλείο για να «περάσουμε τη δικιά μας άποψη, που είναι η σωστή», για να «μη μας πάνε οι άλλοι στο ΠΑΣΟΚ», για να «μη μας πάνε οι άλλοι στο ΚΚΕ»,  και άλλα γνωστά κλισέ και μη.

Προτού όμως βιαστούμε να καταδικάσουμε τις τάσεις, υποστηρίζοντας βιαστικά ότι εκ των πραγμάτων οδηγούν στην γραφειοκρατικοποίηση του κόμματος, πρέπει να υπολογίσουμε και τις θετικές προσπάθειες που έγιναν από πλευράς τάσεων: για συνύπαρξη, για ζύμωση, για την διαφύλαξη της εφαρμογής στρατηγικών αποφάσεων του κόμματος (η υπόθεση του ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα), για το άνοιγμα της κουβέντας σε ιδεολογικές βάσεις, για την προγραμματική εμβάθυνση και ξεκαθάρισμα.

Πρέπει, επίσης, να αναλογιστούμε και τον ρόλο της βάσης. Της βάσης που, όσο δεν λειτουργούσε και δεν έκανε μαζική πολιτική, συνέβαλε στην υποκατάσταση της κομματικής λειτουργίας από τις τάσεις. Μια βάση πο,υ όταν λειτούργησε και βγήκε προς τα «έξω», έκανε ρήξεις και με τον εαυτό της και με τα στεγανά των τάσεων και με την κατάσταση της εμπεδωμένης ήττας που υπήρχε στην ελληνική αριστερά ως το ξεκίνημα του 21ου αιώνα.

Η σημαντικότερη ρήξη που πραγματοποιήθηκε ήταν αυτή στο συνέδριο του 2010, που έτρεψε σε φυγή την ανανεωτική πτέρυγα. Την τάση που λειτούργησε σαν κόμμα μέσα στο κόμμα, προσπαθώντας διακαώς να αλλοιώσει τα εναλλακτικά χαρακτηριστικά που απέκτησε ο Συνασπισμός με αρχή το 2000,  και την στροφή του προς τα κινήματα και την μαζική πολιτική, κι άρα προς την Αριστερά. Η ρήξη αυτή, ωστόσο, δεν έγινε αποδεκτή από όλους όσοι αποτέλεσαν τον Συνασπισμό μετά από εκείνον τον θερμό Ιούνιο.

Ένα σημαντικό και ιστορικό κομμάτι του κόμματος «θρήνησε» για την απώλεια. Οι παραπομπές είναι χαρακτηριστικές:

«Η αποχώρηση των συντρόφων της Ανανεωτικής Πτέρυγας αποτελεί σοβαρό πλήγμα για το κόμμα μας σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης, το οποίο θα έπρεπε να πρωτοστατεί πιο ενωμένο, πιο μαζικό και πιο μαχητικό στους αγώνες των εργαζομένων για να διατηρήσουν τις θεμελιώδεις εργασιακές, ασφαλιστικές και κοινωνικές κατακτήσεις τους. Η ηγεσία του ΣΥΝ θα πρέπει να πάρει άμεσες πρωτοβουλίες για να μην ολοκληρωθεί αυτή η κίνηση με οριστική διάσπαση που θα μας πάει πολλά χρόνια πίσω, και νομίζω ότι υπάρχουν ακόμα σχετικά περιθώρια που πρέπει να τα αξιοποιήσουμε» (Δ. Στρατούλης).  [1]

«Θεωρώ λάθος την αποχώρηση των λεγόμενων Ανανεωτικών από τον ΣΥΝ κι αυτό ανεξάρτητα από αφορμές, ευθύνες και πραγματικές αιτίες αυτής της αποχώρησης [...] Η ευθύνη είναι συλλογική» (Π. Λαφαζάνης).[2] 

«Την πιο κρίσιμη στιγμή- την στιγμή που έπρεπε να προετοιμαζόμαστε για τη μεγάλη ταξική και πολιτική σύγκρουση- χάσαμε την αυτοπεποίθηση, την ενωτική διάθεση και τον προσανατολισμό μας, επιλέγοντας το εσωτερικό πεδίο και τη ανακύκλωση της διαίρεσης και της κρίσης. Η διαλυτική εσωστρέφεια και οι αντιπαραθέσεις για ένα άδειο πουκάμισο πρέπει να εγκαταλειφθούν δια παντός» (Σ. Παπαδογιάννη). [3]
Τον Συνασπισμό με τα καλά του και τα κακά του τον αποχαιρετάμε. Μήπως είναι η «εποχή των τεράτων»,  που πεθαίνει το παλιό και γεννιέται το καινούριο; Ας μην γίνουμε υπερβολικοί και μελοδραματικοί κι ας μην κλάψουμε, όπως οι σύντροφοι, για τον Κουβέλη που μας άφησε τότε. Ας κρατήσουμε τα καλά υλικά για να φτιάξουμε το καινούριο. Νομίζω πως είμαστε σε καλό δρόμο... 

Βασίλης Στόλης 


ΚΟΕ - Μπροστά στο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ



Ανακοίνωση της ΚΟΕ - 5/7/2013

Η ΚΟΕ, από τις βασικές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ από την πρώτη φάση διαμόρφωσής του, στήριξε και στηρίζει με ουσιαστικό τρόπο το εγχείρημα και την προσπάθειά του να αλλάξει την κατάσταση στην Αριστερά και στην κοινωνία. Οι αλλαγές που έγιναν στην ελληνική κοινωνία και στον πολιτικό συσχετισμό με την τροϊκανή επέλαση από το 2010, αλλά και την ανάπτυξη ενός πλατιού μαζικού λαϊκού κινήματος, έθεσαν μετά τις εκλογές του 2012 νέα καθήκοντα και ανάγκες για τον ίδιο το ΣΥΡΙΖΑ.

Η ΚΟΕ τάχθηκε, με συγκεκριμένες προτάσεις και τοποθετήσεις της, υπέρ του μετασχηματισμού του ΣΥΡΙΖΑ σε κόμμα-κίνημα ικανό να ενωθεί με το λαό και να συμβάλει στη δημιουργία ενός μεγάλου πολιτικού ρεύματος για την ανατροπή του πολιτικού συστήματος και του μνημονιακού καθεστώτος. Μετά την κοινή απόφαση στην Πανελλαδική Συνδιάσκεψη να προχωρήσουμε στην ίδρυση ενός ενιαίου φορέα, και παίρνοντας υπόψη πως θα υπάρξει μια νέα αφετηρία, επισφραγισμένη ήδη με τη θέληση της πλειοψηφίας των μελών του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και με τις αποφάσεις του ιδρυτικού Συνεδρίου, η ΚΟΕ αποφάσισε να προχωρήσει στην αναστολή της αυτοτελούς δημόσιας παρουσίας της σαν απαραίτητο βήμα ενίσχυσης του ΣΥΡΙΖΑ και της ενιαίας έκφρασής του.
 
Η υπέρβαση του μοντέλου του ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών είναι μια διαδικασία που στηρίζεται σε νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά, συμβαδίζει με την ωριμότητα και την ουσιαστική πολιτική στάση κάθε δύναμης, αλλά και με το αίτημα να ξεπεραστούν αρνητικά φαινόμενα, που όμως δεν συνδέονται μόνο με τις συνιστώσες. Εκείνο που σήμερα χρειάζεται να οικοδομήσουμε είναι ένα κόμμα των μελών του, χωρίς ειδικά προνόμια για κανέναν, με δημοκρατία και ουσιαστικές διαδικασίες πολιτικής συζήτησης, ζωντανό και μαχητικό, έτοιμο να συγκρουστεί με την τρόικα και το πολιτικό σύστημα και να νικήσει.
 
Ένα κόμμα ανοιχτό στην κοινωνία που δοκιμάζεται, απαλλαγμένο από τις δικές του αδυναμίες, αλλά και από οτιδήποτε θυμίζει το παλιό και χρεοκοπημένο πολιτικό σύστημα. Ανοίγοντας έτσι νέους δρόμους πραγματικής Δημοκρατίας και κοινωνικής χειραφέτησης, μέσα από μια ριζική μεταπολίτευση του λαού. Αυτό πρέπει να είναι και το μήνυμα του ιδρυτικού Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ