Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ε.Ε. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ε.Ε. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 25 Δεκεμβρίου 2017

2018: Χρονιά ορόσημο για την έξοδο από τη μνημονιακή επιτροπεία

2018: Χρονιά ορόσημο για την έξοδο από τη μνημονιακή επιτροπεία

 Το μεγαλύτερο στοίχημα για την επόμενη ημέρα παραμένει η μείωση της ανεργίας και η επαναφορά της εργασιακής κανονικότητας 

 

Τα τελευταία επτά χρόνια, τα πολιτικά και οικονομικά ρεπορτάζ αυτών των ημερών καμία σχέση δεν είχαν με την περιρρέουσα γιορτινή ατμόσφαιρα. Βλέπετε, η συζήτηση και η ψήφιση των προϋπολογισμών δεν επέτρεπαν την αισιοδοξία. Νέες περικοπές, νέοι φόροι, νέα Μνημόνια εν αναμονή, θεωρητικές κουβέντες για ανάκαμψη, μα αριθμοί που αποκάλυπταν ύφεση. Και βέβαια, μια χώρα σε διεθνή απομόνωση, χωρίς συμμάχους, πλήρως απαξιωμένη.
Το 2018 όμως αναμένεται να είναι μια χρονιά με βαρύ ιστορικό αποτύπωμα, καθώς όλα συνηγορούν στο ότι αυτή η εφιαλτική περιπέτεια της μνημονιακής περιδίνησης βαίνει προς ολοκλήρωση. Η επιλογή της λέξης «ορόσημο» από τον Αλέξη Τσίπρα σε πρόσφατο άρθρο του για να χαρακτηρίσει το ερχόμενο έτος είναι ενδεικτική. Αν σκεφτούμε ότι κάποια παιδιά μεγάλωσαν με τη μνημονιακή επιτροπεία και την έλλειψη προοπτικής ως δεδομένη συνθήκη, η άρση αυτής της συνθήκης συνιστά αν μη τι άλλο ορόσημο, πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό.
Αυτό είναι κάτι που η κυβέρνηση γνωρίζει πολύ καλά και σ’ αυτό το πλαίσιο θα ξεδιπλώσει τον σχεδιασμό της για τη νέα χρονιά, βήμα - βήμα, με προσοχή προκειμένου να αποφευχθούν τα λάθη του παρελθόντος και με σαφή προσανατολισμό: ανάπτυξη, κοινωνική δικαιοσύνη, προστασία της εργασίας. Εκτός από την Αθήνα, δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει ότι η μεγαλύτερη μερίδα του διεθνούς και ευρωπαϊκού Τύπου και των αξιωματούχων ανοιχτά πλέον αναγνωρίζουν ότι το 2018 θα είναι η χρονιά που η Ελλάδα βγαίνει από το πρόγραμμα. Σε αντίστοιχη κατεύθυνση βέβαια και οι επενδυτές, με πολλούς αναλυτές να βλέπουν στην Ελλάδα μεγάλες επενδυτικές ευκαιρίες.

22 Ιανουαρίου κλείνει η αξιολόγηση
Μετά την ψήφιση του τελευταίου μνημονιακού προϋπολογισμού, όπως τονίζουν στην Αθήνα, σειρά παίρνει η ολοκλήρωση της αξιολόγησης, κάτι που, όπως προανήγγειλε την Πέμπτη, σύμφωνα με το Bloomberg, και ο Ευρωπαίος επίτροπος Πιέρ Μοσκοβισί, αναμένεται να συμβεί στις 22 Ιανουαρίου: «Η τρέχουσα τρίτη αξιολόγηση του προγράμματος έχει προοδεύσει πιο γρήγορα και πιο ομαλά από κάθε άλλη έως τώρα. Συμφωνήσαμε με τον επικεφαλής του Eurogroup Μ. Σεντένο ότι αυτός είναι ο στόχος μας, να ολοκληρωθεί η τρίτη αξιολόγηση στις 22 Ιανουαρίου».
Μια αξιολόγηση, η οποία, σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, έκλεισε με τους καλύτερους δυνατούς όρους για τη χώρα και την ελληνική κοινωνία, μα κυρίως, «παρά τις γνωστές Κασσάνδρες, δεν συνοδεύτηκε από νέα δημοσιονομικά μέτρα». Την ίδια στιγμή, Μαξίμου και υπουργείο Οικονομικών ετοιμάζονται για νέα έξοδο στις αγορές, ενώ η αισιοδοξία για την επιστροφή της Ελλάδας αυτοδύναμα στις διεθνείς αγορές επιτείνεται από το θετικό «ράλι» των ομολογών. Με την απόδοση του δεκαετούς ομολόγου να πέφτει κάτω από το 4%, καταγράφοντας ιστορικό χαμηλό από τις αρχές του 2006 -ήταν 7,35% τον Ιανουάριο- και του πενταετούς που εκδόθηκε από την Ελλάδα επιτυχώς τον περασμένο Ιούλιο στο 3,20%, ανατρέποντας το «αισιόδοξο» σενάριο της Κομισιόν, σύμφωνα με το οποίο τον Αύγουστο του 2018 η πενταετία θα είχε διαμορφωθεί στο 3,75%, ώστε η αναχρηματοδότηση του χρέους να γίνεται αυτοδύναμα από τις αγορές, στην Αθήνα έχουν κάθε λόγο να αισιοδοξούν.
Καθαρή έξοδος, χωρίς νέο πρόγραμμα είναι αυτό που επαναλαμβάνουν συνεχώς οι αξιωματούχοι της ελληνικής κυβέρνησης, σε αντίθεση με τις φωνές που κάνουν λόγο για πιστοληπτική γραμμή. Οι υψηλοί τόνοι με τους οποίους απάντησε το Μέγαρο Μαξίμου στις προτάσεις Στουρνάρα για πιστοληπτική γραμμή στήριξης μετά το πρόγραμμα είναι ενδεικτικοί: «Επειδή ένας αποτυχημένος υπουργός Οικονομικών τότε και μια αποτυχημένη κυβέρνηση είχαν θέσει ως βέλτιστη εκδοχή όχι την έξοδο στις αγορές με ευνοϊκά επιτόκια, αλλά τη γραμμή στήριξης, δεν σημαίνει ότι μια πετυχημένη κυβέρνηση δεν θα τα καταφέρει πολύ καλύτερα».

Επαναφορά της εργασιακής κανονικότητας
Την ίδια στιγμή, το μεγαλύτερο στοίχημα για την επόμενη ημέρα παραμένει η μείωση της ανεργίας και η επαναφορά της εργασιακής κανονικότητας. Ο απολογισμός των μέχρι σήμερα πεπραγμένων μόνο θετικός μπορεί να χαρακτηριστεί. Μείωση της ανεργίας κατά 7 μονάδες, από το 27% το 2014 στο 20% το 2017, με προοπτική περαιτέρω αποκλιμάκωσης το ερχόμενο διάστημα. Ραγδαία είναι και η αύξηση των ελέγχων και η επιβολή προστίμων σε επιχειρήσεις που καταπατούν την εργατική νομοθεσία, ενώ μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος, τον Σεπτέμβριο του 2018 ξεκινάει η συζήτηση για την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων.
Παράλληλα, σύμφωνα με την Εργάνη, την τελευταία τριετία δημιουργήθηκαν 300.000 νέες θέσεις εργασίας, εκ των οποίων το 63% είναι πλήρους απασχόλησης, σε αντίθεση με το αφήγημα της αντιπολίτευσης για έξαρση της ελαστικής εργασίας. Επιπλέον, το 2017 κατεγράφηκαν 14.085 περισσότερες επιχειρήσεις σε σχέση με το 2016. Αν συνυπολογίσουμε πως αυτή η θεαματική βελτίωση επιτεύχθηκε εν μέσω προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και επιτροπείας, τότε το ερχόμενο έτος μπορεί πράγματι να αποτελέσει ορόσημο και να σηματοδοτήσει ουσιαστική αλλαγή σελίδας.

Καταλύτης των εξελίξεων και στην Ευρώπη η ελληνική κυβέρνηση

Βέβαια, ο Αλ. Τσίπρας και η κυβέρνηση φιλοδοξούν το ερχόμενο διάστημα η Ελλάδα να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στις διεργασίες που συντελούνται στην Ευρώπη - μια Ευρώπη που κλυδωνίζεται από τις ακραίες φωνές της συντήρησης και της ξενοφοβίας, μια κατάσταση που οξύνθηκε με τις δηλώσεις Τουσκ για το προσφυγικό αλλά και τις εξελίξεις στην Πολωνία. Έτσι, η ατζέντα για τις αναγκαίες δημοκρατικές τομές στην Ευρώπη που πρώτη η ελληνική κυβέρνηση έχει θέσει γίνεται κεντρικό ζήτημα των ηγετών. Αντίστοιχη είναι η στήριξη και στην πρωτοβουλία Τσίπρα για τον ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων, με στόχο την κοινωνική σύγκλιση, τη μείωση της ανεργίας, ιδίως των νέων, ενάντια στη διεύρυνση της φτώχειας σε μια σειρά από χώρες της Ε.Ε., καθώς και ενάντια στο φαινόμενο του κοινωνικού αποκλεισμού, που έλαβε μεγάλη υποστήριξη από την Κομισιόν αλλά και σειρά κρατών – μελών, όπως η Γαλλία, η Πορτογαλία, η Ιταλία, η Σουηδία, ενώ και οι περισσότεροι ηγέτες είχαν θετική αντιμετώπιση.

Σχεδόν οκτώ χρόνια πριν, η αρχή της κρίσης στην Ελλάδα συνέπεσε με την επέκταση της κρίσης στην Ευρώπη. Σήμερα, για πρώτη φορά η προοπτική της αλλαγής σελίδας είναι πιο ορατή από ποτέ στην Ελλάδα, γεγονός που μπορεί να δράσει καταλυτικά για την αναγκαία αλλαγή στην Ευρώπη. Σε κάθε περίπτωση, το 2018 θα είναι ορόσημο

Δευτέρα 3 Ιουλίου 2017

Πού πάει η Ευρώπη; ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ

Πρώτα τα κακά νέα. Οι τελευταίες ήττες των ακραίων δεξιών λαϊκιστικών δυνάμεων σε χώρες όπως η Γαλλία και η Ολλανδία δεν πρέπει να μας εφησυχάσουν.
Το κοινωνικό ζήτημα, η αίσθηση αδικίας σε πλατιά στρώματα του πληθυσμού, η διευρυμένη άποψη ότι οι απλοί άνθρωποι δεν μπορούν να επηρεάσουν τις πολιτικές αποφάσεις που αφορούν την καθημερινότητά τους θα είναι όλα μαζί μας για πολύ καιρό ακόμα.
Αυτές τις προκλήσεις η Ε.Ε. δεν έχει ούτε τη θεσμική ικανότητα, αλλά ούτε και τους κοινωνικούς συσχετισμούς ώστε να τις αντιμετωπίσει.
Εχουμε μια ευρωζώνη όπου οι βόρειες χώρες απαιτούν διαφορετική νομισματική πολιτική από αυτήν που θα επιθυμούσαν οι νότιες, κάτι αδύνατο σε μια νομισματική ένωση.
AP Photo/Geert Vanden Wijnga
Εχουμε μια ΕΚΤ που αδυνατεί να παίξει τον ρόλο, αναλαμβάνοντας και το ανάλογο ρίσκο, που παίζουν οι κεντρικές τράπεζες αλλού. Ο «ομοσπονδιακός» προϋπολογισμός της Ε.Ε. δεν μπορεί να επηρεάσει θετικά ούτε τη μακροοικονομική σταθερότητα ούτε την πραγματική οικονομική σύγκλιση των κρατών-μελών. Και αυτά είναι κάποια μόνο από τα πιο κραυγαλέα θεσμικά ελλείμματα.
Συγχρόνως ο πολιτικός συσχετισμός δυνάμεων αδυνατεί να δώσει πειστικές απαντήσεις στις προκλήσεις που ανέφερα πιο πάνω. Η Σοσιαλδημοκρατία, εκεί που υπάρχει βέβαια, μετά από χρόνια «μπλεροποίησης», χάνει έδαφος σχεδόν παντού και δεν μπορεί να κάνει «αριστερή στροφή», τουλάχιστον ενοποιημένα.
Η Αριστερά έχει τα πάνω και τα κάτω της, αλλά πιο πολύ, αν είμαστε ειλικρινείς, τα κάτω. Ο πειρασμός της εθνικής αναδίπλωσης είναι υπαρκτός, και όχι πάντα αδικαιολόγητα, χωρίς ωστόσο να μπορεί να δώσει, όχι εγγυήσεις βεβαίως, αλλά κάποια εχέγγυα, έστω, ότι δεν θα γινόταν κάτω από την ηγεμονία της εθνικιστικής Δεξιάς.
Μπορούν σε αυτό το πλαίσιο να υπάρχουν και καλά νέα; Παραδόξως, ναι. Δεν προκύπτει από πουθενά η ύπαρξη μιας νέας δεξιάς ηγεμονικής πρότασης που θα μπορούσε να ενσωματώσει σημαντικά τμήματα των μεσαίων και λαϊκών στρωμάτων.
Αυτό που έχουμε είναι πολιτικές νίκες από κόμματα, ή μεμονωμένους ηγέτες, που η πρότασή τους δεν αποτελεί μια ολοκληρωμένη και συνεκτική προσέγγιση.
Είναι σαν να κάνουν μια βόλτα στο σουπερμάρκετ της πολιτικής και να διαλέγουν από τα ράφια κατά το δοκούν προτάσεις που θα αρέσουν στο κόσμο: επενδύσεις σε υποδομές μαζί με περικοπές φόρων για τους πλούσιους, ανακοπή της μεταναστευτικής ροής και εθνική βιομηχανική πολιτική, μέτρα για την ανισότητα σε συνδυασμό με φιλελευθεροποίηση των αγορών, που (όπως είχε παρατηρήσει καυστικά ο Μαρξ για την πολιτική του αυτοκράτορα Λουδοβίκου Ναπολέοντα Βοναπάρτη) προκαλούν αυτές τις ανισότητες, και πολλούς άλλους αντιφατικούς συνδυασμούς.
Η έλλειψη ηγεμονικού σχεδίου μπορεί να παρατείνει την κρίση, αλλά μπορεί και να δώσει ευκαιρίες στην Αριστερά. Σε αυτές τις περιπτώσεις μεγάλη σημασία έχει αν βλέπει κανείς το ποτήρι μισοάδειο ή μισογεμάτο. Στο Εurogroup και στο Εcofin, που συμμετέχω, υπάρχει μια πολύ μεγάλη αλλαγή στη θεματολογία των συζητήσεων το τελευταίο έτος.
Οτι η αρχιτεκτονική της Ε.Ε. πρέπει να αλλάξει πια, αποτελεί κοινό τόπο. Οταν θέτω το ζήτημα ενσωμάτωσης κοινωνικών στόχων στους κανόνες της Ε.Ε. (π.χ. δείκτες ανισότητας, κοινωνικού αποκλεισμού ή φτώχειας), οι οποίοι πρέπει να έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα όπως οι δημοσιονομικοί στόχοι, δεν με κοιτάνε πια παράξενα, αλλά αντιθέτως βρίσκω και μερική υποστήριξη.
Σε αυτό το πλαίσιο πώς αντιμετωπίζουμε τις προτάσεις για ευρωομόλογα ή μια πιο συγκεντρωμένη πολιτική επενδύσεων στο ευρωπαϊκό επίπεδο; Μισοάδειο: εδώ έχουμε να κάνουμε με μια συναίνεση όπου η μακροοικονομική ευελιξία θα ανταλλαχθεί με ακόμα πιο νεοφιλελεύθερες πολιτικές στο μικροοικονομικό επίπεδο (άνοιγμα αγορών, επαγγελμάτων κ.λπ.). Μισογεμάτο: η στροφή σε ευρωόμολογα, σε ευρωπαϊκές επενδυτικές πολιτικές και παρόμοιες παρεμβάσεις διευρύνουν την ατζέντα.
Και μπορεί εν δυνάμει να διευρυνθεί περαιτέρω, ακριβώς επειδή η ηγεμονική απάντηση στην κρίση αναζητείται και δεν έχει βρεθεί. Με λίγα λόγια, η υπό διαμόρφωση νέα συναίνεση μπορεί και αυτή να μην αποτελέσει έναν τερματικό σταθμό ισορροπίας.
Μπορεί να ανοίξει τον δρόμο για πιο ριζοσπαστικές λύσεις. Και γι’ αυτό και αυτή η μεσοβέζικη λύση θα πολεμηθεί λυσσαλέα από πολλές δεξιές, αλλά και κεντρώες, δυνάμεις. Οχι για το τι είναι, αλλά για το τι αφήνει ανοιχτό για το μέλλον.
Η δική μας Αριστερά δεν τα παράτησε το καλοκαίρι του 2015 γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο. Οχι μόνο γιατί δεν μπορούσαμε να αφήσουμε τα λαϊκά στρώματα στο έλεος των δεξιών δυνάμεων. Αλλά επειδή θέλαμε να επηρεάσουμε τα πράγματα, και στη Ελλάδα και στην Ευρώπη. Αυτό είναι που διακυβεύεται στις μεγάλες κρίσεις.
Ποια έξοδος, με ποιο πρόγραμμα, με ποιο κοινωνικό μπλοκ δυνάμεων. Διακυβεύεται επίσης το πόσο μπορείς να επηρεάσεις τη νέα Αριστερά που θα διαμορφωθεί μετά την κρίση, γιατί ποτέ δεν μένει -και δεν πρέπει να μείνει- ανεπηρέαστη από τις κοινωνικές διεργασίες που είναι στο κέντρο κάθε κρίσης.
Στη χειρότερη περίπτωση, θα έχουμε αφήσει κάποιο αποτύπωμα αριστερής διακυβέρνησης. Στην καλύτερη, θα είμαστε μέρος μιας νέας ηγεμονίας. Και όλα αυτά χωρίς εγγυήσεις.

Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2015

Αλ. Τσίπρας: "Με ρυθμούς χελώνας" κινείται η Ε.Ε. στο προσφυγικό

Αλ. Τσίπρας: "Με ρυθμούς χελώνας" κινείται η Ε.Ε. στο προσφυγικό
"Η Ευρωπαϊκή Ένωση κινείται με ρυθμούς χελώνας», δήλωσε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, εξερχόμενος από τη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες, τονίζοντας ωστόσο ότι «οι αποφάσεις είναι προς τη σωστή κατεύθυνση».
Όπως μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, οι εξελίξεις τρέχουν με ραγδαίες ταχύτητες, τόνισε ο Αλ. Τσίπρας, ενώ η Ε.Ε. αντιμετωπίζει ένα υπαρξιακό πρόβλημα, το οποίο πρέπει να αντιμετωπιστεί μέσα από την αρχή της αλληλεγγύης, της συνεργασίας και του διαμερισμού της ευθύνης.
Ο πρωθυπουργός υπενθύμισε ότι η ελληνική πλευρά από τον περασμένο Μάρτιο είχε θέσει την ανάγκη συνεργασίας με την Τουρκία ώστε να μειωθούν οι τεράστιες προσφυγικές ροές. Όπως είπε, αναγνωρίστηκε η ανάγκη να ενισχυθούν οι χώρες υποδοχής και με υλικοτεχνική υποδομή αλλά και οικονομική βοήθεια προκειμένου να στηθούν κέντρα υποδοχής και να ξεκινήσει η διαδικασία της μετεγκατάστασης.
Ωστόσο, υπογράμμισε ο πρωθυπουργός, για την Ελλάδα κρίσιμο θέμα είναι να υπάρξει συμφωνία με την Τουρκία προκειμένου σταδιακά να μετατοπιστεί το βάρος από τα ελληνικά νησιά προς τις ακτές της Τουρκίας και να δημιουργηθούν εκεί τα λεγόμενα «hotspots» και η διαδικασία της μετεγκατάστασης να γίνεται από την Τουρκία. «Με αυτό τον τρόπο θα καταφέρουμε να μειώσουμε το τεράστιο κόστος που αφορά την πιθανότητα απωλειών ζωών στο Αιγαίο από πρόσφυγες που μπαίνουν στις βάρκες των διακινητών και διακινδυνεύουν τη ζωή τους», ανέφερε ο Αλέξης Τσίπρας, επισημαίνοντας ότι αυτό προϋποθέτει ειλικρινή συμφωνία με Τουρκία.
Επιπλέον, ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι η ελληνική πλευρά κατέθεσε τη σταθερή της θέση ότι αυτή η συμφωνία πρέπει να γίνει με όρους αλληλεγγύης και βοήθειας στην Τουρκία από την πλευρά της Ε.Ε., αλλά χωρίς υποχωρήσεις σε κρίσιμα ζητήματα. «Η ενταξιακή διαδικασία έχει κάποιες αρχές. Αυτές οι αρχές και οι όροι πρέπει να τηρηθούν στο ακέραιο», δήλωσε ο πρωθυπουργός. Πρόσθεσε ότι η συνεργασία είναι απαραίτητη προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι μεγάλες ροές μεταναστών, όμως αυτό δε σημαίνει ότι θα υπάρξει οποιαδήποτε υποχώρηση σε θέματα εθνικής κυριαρχίας, και αυτή ήταν η κοινή θέση όλων των μελών του Συμβουλίου.
Εξάλλου, ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση τόσο από την Ελλάδα όσο και από εταίρους για το τεράστιο κόστος φροντίδας των μεταναστών. Στο ζήτημα αυτό, είπε βαρύνουσας σημασίας είναι η θέση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πως για τις χώρες υποδοχής που επωμίζονται το μεγαλύτερο βάρος του προσφυγικού προβλήματος, θα πρέπει να υπάρξει δημοσιονομική χαλάρωση και ενίσχυση οικονομική για να αντιμετωπίσουν με αξιοπρέπεια τα τεράστια προβλήματα που προκύπτουν και να μπορέσουν να δώσουν ανθρωπιστική βοήθεια και αλληλεγγύη στους πρόσφυγες που το έχουν ανάγκη.
«Αυτή είναι μια θέση που θα συζητηθεί στο μέλλον, την οποία υποστηρίξαμε, και θα έχει άμεσο αντίκτυπο στη δυνατότητα της Ελλάδας να μπορέσει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της και ταυτόχρονα στη μεγάλη ανθρωπιστική της υποχρέωση να φιλοξενήσει τους πρόσφυγες και να αντιμετωπίσει τις τεράστιες δυσκολίες αυτών των ροών που υπερβαίνουν της δυνατότητές της», κατέληξε ο πρωθυπουργός.

Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2013

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΕ & ΟΝΕ

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΕ & ΟΝΕ: Η ΜΕΤΑΠΤΩΣΗ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ

PDF
(Πεμ. 19/12/13 - 17:05)
Του ΘΕΜΗ ΤΖΗΜΑ*
Δεν πρέπει να κουραστούμε να το λέμεη άρνηση συζήτησης γύρω από το ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης, όπως και ως προς τη θέση της χώρας, στο πλαίσιο ενός κλίματος μανιχαϊσμού καιμυστικιστικού, νομισματικού φετιχισμού ευνοεί αποκλειστικά και μόνο την κατεξοχήν παρασιτική ολιγαρχία, την ξένη πατρωνία και τις εντελλόμενες από τους παραπάνω πολιτικές δυνάμεις. Δηλαδή ευνοεί μόνο τη σύγχρονη καμαρίλα, τη χορεία των συνενόχων.
Σε όλη την Ευρώπη, το ζήτημα της ΕΕ και της ΟΝΕ ανοίγει διάπλατα. Οι απλουστεύσεις και οι δογματισμοί πέρα από επικίνδυνοι έχουν ως σκοπό μόνο να κρατήσουν πίσω τον ελληνικό λαό και βεβαίως τα προοδευτικά τμήματα, εγκλωβισμένα στη λογική του ανίσχυρου -και όχι του αδύναμου- κρίκου.

Είναι προφανές ότι ιστορικά η ΕΕ και συνεπώς και η ΟΝΕ αποτέλεσαν καπιταλιστικού χαρακτήρα ενώσεις.Ότι δομήθηκαν ως διευρυμένα πεδία δράσης των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων, προκειμένου οι τελευταίες να ενισχύσουν τη θέση τους στο εσωτερικό της ηπειρωτικής αγοράς αλλά και παγκοσμίως.
Η ΕΕ και η ΟΝΕ δηλαδή συνιστούν κατάκτηση των εθνικών αστικών τάξεων στην κατεύθυνση της διαμόρφωσης ενός κοινού τους «ζωτικού χώρου» από οικονομικής και πολιτικής άποψης, όπως και της δυναμικής εισόδου τους στο διεθνή καταμερισμό κεφαλαίου και του μεταπολεμικού ιμπεριαλισμού.
Η κεντρική σύλληψη ήταν η κατοχύρωση ειρηνικών σχέσεων μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας μέσα από την ισοτιμία των αστικών τους τάξεων, όπως αυτή εκφραζόταν με πολιτικούς και εν μέρει οικονομικούς όρους, η πρόσδεση της ευρωπαϊκής περιφέρειας στον παραπάνω άξονα, με το τριπλό δέλεαρ του πολιτικού φιλελευθερισμού, της υπόρρητης υπόσχεσης ενός πανευρωπαϊκού κεϋνσιανού κοινωνικού κράτους και της εισροής κεφαλαίων, που με τη σειρά τους χρησιμοποιούνταν κυρίως για εισαγωγές και άρα εμπέδωση της γαλλογερμανικής ηγεμονικής θέσης.
Το αντάλλαγμα της περιφέρειας προς το γαλλογερμανικό άξονα ήταν η αποδοχή πολλαπλών οικονομικών ταχυτήτων εντός της ΕΕ και έπειτα της ΟΝΕ: πρώτα η Γαλλία και η Γερμανία, έπειτα μια ενδιάμεση ζώνη αναπτυγμένων βιομηχανικά κρατών όπως η Ιταλία και η Ισπανία για παράδειγμα, αλλά όχι του επιπέδου και της ισχύος των δύο πρώτων και κατόπιν η κατεξοχήν ευρωπαϊκή περιφέρεια, που εν πολλοίς εντάχθηκε για πολιτικούς λόγους, καθώς ήταν προφανές ότι το επίπεδο ανάπτυξης των οικονομιών αυτών ήταν τέτοιο που μοιραία θα τις μετέτρεπε σε αδύναμους κρίκους, όποτε θα ξεσπούσε κάποια κρίση.
Βεβαίως, μέσα στην αλαζονεία τους, οι νεοφιλελεύθεροι διαμορφωτές και ιδρυτές της ΟΝΕ είχαν αποκλείσει κάθε σχεδιασμό ενόψει ενδεχόμενης καπιταλιστικής κρίσης, ενθουσιασμένοι από τη δυστοπία του τέλους της ιστορίας.
Το να λέμε όμως σήμερα τα παραπάνω και να μην προχωρούμε περισσότερο δεν προσφέρει και πολλά. Για όποιον θέλει να δει είναι ούτως ή άλλως προφανή. Οφείλουμε να προχωρήσουμε περισσότερο: η καπιταλιστική κρίση, συνδυαζόμενη με την αυτοπεποίθηση και τον ηγεμονικό «τσαμπουκά» της επανενωμένης Γερμανίας, όπως και με την πολιτική και οικονομική καχεξία της Γαλλίας αλλάζουν το χαρακτήρα της ΕΕ και της ΟΝΕ.
Τη στρέφουν στο ξήλωμα του κοινωνικού κράτους δικαίου, προς όφελος του νεοφιλελεύθερου κράτους εκτάκτου ανάγκης, προς την αναβίωση ενδοευρωπαϊκών εθνικισμών ή και σε φασιστικά κινήματα, σε ένα μικρομέγαλο ιμπεριαλισμό, ενώ ταυτόχρονα μετατρέπουν την ευρωζώνη σε αδύναμο κρίκο της καπιταλιστικής αλυσίδας.
Πρώτα απ' όλα, το δέλεαρ για τους λαούς προκειμένου να υποστηρίξουν την ένταξή τους στην ΕΕ και στην ΟΝΕ, δηλαδή το κοινωνικό κράτος δικαίου θρυμματίζεται συστηματικά. Τη θέση του παίρνει η εσωτερική αποικιοποίηση εντός της ΕΕ και της ΟΝΕ αλλά και στο εσωτερικό των περισσοτέρων κρατών- μελών της. Δε μιλούμε για ένταση των ανισοτήτων απλά.
Μιλούμε αφενός για απερίφραστη συρρίκνωση της λαϊκής κυριαρχίας εντός της Ένωσης και εντός των κρατών της προς όφελος του ελέγχου από το γερμανικό πολιτικό κέντρο και ενίοτε με ολίγη από διακυβερνητικές συναντήσεις. Στην πραγματικότητα δε, από το παρασιτικό χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και από τις μεγάλες μερίδες του βιομηχανικού κεφαλαίου.
Αφετέρου, για κονιορτοποίηση κάθε κοινωνικού δικαιώματος, στο εσωτερικό των κρατών μελών αλλά και για υποχώρηση- δικαιική και εν τοις πράγμασι- των αντιστοίχων ρυθμίσεων και στο πεδίο της ΕΕ και της ΟΝΕ αυτών καθ' εαυτών. Αυτό που χτίζεται στη θέση του μοντέλου κεϋνσιανού και πολιτικά φιλελεύθερου, κοινωνικού κράτους δικαίου είναι το μοντέλου του κράτους- υπηρέτη του νεοφιλελεύθερου παρασιτισμού και άρα- προκειμένου να επιβάλλει το βιασμό του βιοτικού επιπέδου και των δικαιωμάτων των λαών- του κράτους μόνιμης έκτακτης ανάγκης, άλλοτε και αλλού αξιοποιώντας την τυπική αστική νομιμότητα, άλλοτε και αλλού με ευθέως αυταρχικές μεθόδους.
Η αιτία αυτής της εξέλιξης έγκειται στη διεθνή πτωτική τάση της κερδοφορίας του κεφαλαίου, ιδίως δε δυτικής προέλευσης. Σε συνάρτηση δε, με την αδυναμία του καπιταλισμού να επαναστατικοποιήσει τα μέσα παραγωγής και να ρυθμίσει την είσοδο τεραστίων μαζών στη διεκδίκηση συμμετοχής τους στις υπό συγκρότηση (μέσο-) αστικές τάξεις των αναπτυσσομένων κρατών, οδηγεί μοιραία στην ανάγκη υφαρπαγής μεγαλύτερης υπεραξίας από τους εργαζομένους δηλαδή στην περαιτέρω φτωχοποίησή τους.
Η κρίση όμως έχει και μια ακόμα επίδραση: οι εθνικές αστικές τάξεις, παρά τη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης και τη φυσική τάση διεθνοποίησης του κεφαλαίου, στη βάση της κινητικότητάς του, καθίστανται ακόμα πιο «εγωιστικές». Η άρρητη συμφωνία σχετικής αδυναμίας- σχετικής υπεροχής, της ευρώ- περιφέρειας, προς όφελος της πρώτης οικονομικής ταχύτητας μετατρέπεται σε σχέση εξαρτημένου και εντολέα. «Σωζόμενου» και «σωτήρα».
Επιπλέον, η ακόμα πιο ενισχυμένη γερμανική αστική τάξη μετά την επανένωση αισθάνεται ότι δε χρειάζεται ούτε πολιτικά, ούτε οικονομικά βεβαίως να επιδεικνύει ευαισθησία στην εντεινόμενη γαλλική ανασφάλεια, που προκύπτει από τη φάση μακρόχρονης αποδυνάμωσης του ρόλου της γαλλικής αστικής τάξης.
Συνδυαστικά λοιπόν, η ένταση της σχέσης εξάρτησης κέντρου- περιφέρειας που περνά τα όρια της υποτέλειας και το τέλος του γαλλογερμανικού άξονα, λαμβάνοντας επιπλέον χώρα σε ένα οικονομικό πλαίσιο έντασης των διακρατικών και ενδοκρατικών ανισοτήτων, αναγεννούν τους όχι και τόσο καλά θαμμένους αντιπάλους ευρωπαϊκούς εθνικισμούς.
Το ευρώ, ως το αποκορύφωμα της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής εξέλιξης και ως το κατεξοχήν εργαλείο εμπέδωσης της γερμανικής ηγεμονίας αλλά και ελέγχου των υπολοίπων κρατών- μελών, μετατρέπεται έτσι στο συμβολικό και υλικό παράγοντα ανάδυσης εθνικισμών, καθώς η ταπεινωτική υποτέλεια και η αλαζονική υπεροχή των αστικών τάξεων έντεχνα εκτρέπεται σε μαζικό εθνικισμό ή και σε εκφασισμό από τα καθεστωτικά ΜΜΕ, προκειμένου να συσκοτιστούν οι πραγματικές αιτίες της κρίσης των λάων.
Συνολικά δε, η ΕΕ επιδιώκει να αναβαθμίσει το ρόλο της στις ιμπεριαλιστικές πολιτικές ισχύος που αναπτύσσονται τάχιστα παγκοσμίως απειλώντας ολοένα εντονότερα τη διεθνή ασφάλεια και ειρήνη. Ανήσυχη από την επισφαλή σινοαμερικανική εταιρική σχέση πασχίζει να προσφέρει εγγυήσεις στις ΗΠΑ ότι μπορεί να διαχειριστεί τα του οίκου της από μόνη της, υπό γερμανική καθοδήγηση και βεβαίως σε αυτή τη βάση να καταλάβει το χώρο που θεωρεί ότι της αρμόζει διεθνώς, διαθέτοντας τόσο πολιτικό- οικονομική αλλά σταδιακά και στρατιωτική ισχύ.
Οι δηλώσεις του αρμοδίου Ευρωπαίου επιτρόπου στο ζήτημα της Ουκρανίας είναι απολύτως ενδεικτικές και εξοργιστικές: όπως αναφέρεται στο αντίστοιχο άρθρο του tvxs ενημέρωσε τον αντιπρόεδρο της ουκρανικής κυβέρνησης, ότι για να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις ΕΕ- Ουκρανίας, θα έπρεπε η τελευταία να δεσμευτεί εκ των προτέρων, δηλαδή ασχέτως της εξέλιξης της διαπραγμάτευσης, ότι θα υπέγραφε την όποια συμφωνία.
Μαζί με την ανάμειξη της ΕΕ και διά αυτής της Γερμανίας πρόκειται για καθαρή επανεμφάνιση κλασσικών γεωπολιτικών επιδιώξεων, με σαφή ιμπεριαλιστική κατεύθυνση. Αντίστοιχη συμπεριφορά η ΕΕ επέδειξε σε μια σειρά ακόμα ζητημάτων, με προηγούμενο τη Συρία, όπου έλαβε θέση υπέρ της μίας εκ των δύο αντιμαχομένων πλευρών, χωρίς να υπολογίζει ούτε τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ούτε τα ζητήματα κρατικής κυριαρχίας.
Η ΕΕ και η ΟΝΕ ωστόσο εξακολουθεί να παραμένει ο αδύναμος κρίκος της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας. Η διόγκωση της σημασίας της κρίσης δανεισμού ορισμένων κρατών- μελών, που από σύμπτωμα αναδείχθηκε από το ευρωπαϊκό διευθυντήριο συνειδητά σε αιτία της ευρωπαϊκής εκδοχής της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης ενέτεινε την εθελοτυφλία μπροστά στα αίτια της ευρωπαϊκής παρακμής: εσωτερική ανισότητα και στρέβλωση του ευρώ, παραγωγική καχεξία σε σειρά κρατών- μελών, δημογραφικό ζήτημα, δημοκρατικό έλλειμμα, αδυναμία των παραγωγικών σχέσεων να αναπτύξουν τις παραγωγικές δυνάμεις συνολικά στην ΕΕ και στην ΟΝΕ, κυριαρχία του παρασιτισμού.
Η θέση της ΕΕ και της ΟΝΕ στην κατάσταση αδυνάμου κρίκου παγκοσμίως όπως είδαμε απαντάται από την ενίσχυση της κυριαρχίας του ευρωπαϊκού κατεστημένου. Πρέπει εδώ δε, να σημειώσουμε το εξής: το ευρωπαϊκό κατεστημένο παρότι εμπεριέχει τις εθνικές αστικές τάξεις, δεν εσωκλείσει τον ίδιο βαθμό όλες τις εθνικές αστικές τάξεις, ούτε εκφράζει εξίσου αποτελεσματικά όλες τις μερίδες τους. Επιπλέον κάποια εσωτερικά τμήματά τους έχουν αποκτήσει δική τους ευρώ- κεντρική υπόσταση, που τείνει να λάβει χαρακτηριστικά ενός ιδιότυπου ευρωπαϊκού ελιτίστικου εθνικισμού. Γι' αυτό βλέπουμε για παράδειγμα τμήματα της γαλλικής άρχουσας τάξης να φλερτάρουν με ή έστω να συζητούν την έξοδο από το ευρώ, όσο η κρίση εντείνεται.
Ενώ δηλαδή η ίδρυση της ΕΕ και της ΟΝΕ έδειξε την τάση διαμόρφωσης ενός νέου πεδίου και νέων διαδικασιών ανάπτυξης των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων, σήμερα πλέον παίζουν το ρόλο εμπέδωσης σχέσεων ανοιχτής κυριαρχίας ακόμα και εις βάρος των περισσοτέρων εκ των αστικών τάξεων των κρατών- μελών και ανάσχεσης των διαδικασιών εξέλιξης των μέσων παραγωγής και των παραγωγικών δυνάμεων. Μια διπλή, κάθετη και οριζόντια «εξουσιαστικότητα»δομείται.
Στη βάση των παραπάνω λοιπόν, η ΕΕ και η ΟΝΕ μετατρέπονται σταδιακά σε θερμοκήπιο εθνικισμών και φασιστικών φαινομένων, λόγω της μετάπτωσής τους σε αντιδραστικούς σχηματισμούς: όσο δεν επαναστατούν δηλαδή οι παραγωγικές δυνάμεις που πνίγονται από τις παραγωγικές σχέσεις προκειμένου να δομήσουν ένα άλλο οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο, όσο οι κοινωνίες δεν κατακτούν το δικαίωμά τους να αποφασίζουν δημοκρατικά το μέλλον τους, τόσο η ΕΕ και η ΟΝΕ θα εμφανίζονται ως οι κατεξοχήν παγκοσμίως σχηματισμοί όπου κυριαρχεί ο παρασιτισμός.
Αυτός ο παρασιτισμός θα παρασύρει τους λαούς τόσο σε αντιπάλους εθνικισμούς, όσο και στις περιπέτειες παγκοσμίως των ιμπεριαλισμών που καταρχήν διαγκωνίζονται μεταξύ τους, με ανοιχτό όμως το ενδεχόμενο της σύγκρουσης.
Το «μέσα» ή «έξω» λοιπόν από την ΕΕ και την ΟΝΕ πρέπει να κριθεί στη βάση της ανάλυσης της τωρινής φύσης των συστημάτων αυτών, σε συνάρτηση με το παγκόσμιο περιβάλλον. Ανοίγει ένα νέο πεδίο δράσης, υπερεθνικό και άρα πιο αποτελεσματικό για τις εργατικές τάξεις, τους νέους, τα κινήματα, τις δημιουργικές παραγωγικές δυνάμεις εντός της ΕΕ και της ΟΝΕ; Ή αντίθετα δομούνται ακόμα πιο καταπιεστικά, αντιδραστικά δεσμά και διογκώνονται οι εθνικισμοί, προκειμένου ο παρασιτισμός να διατηρεί ως έξοδο κινδύνου ανοιχτό το ενδεχόμενο της διάλυσης ή του τεμαχισμού σε πρώτη φάση του ευρώ, προς όφελός του, φορτώνοντας την ευθύνη σε κάποιους επιμέρους εθνικισμούς;
Ενώ προ της κρίσης, η πρώτη εκδοχή έδειχνε ισχυρή, η εξέλιξη της κρίσης σε συνάρτηση με τις αδυναμίες της ευρωπαϊκής αριστεράς- για μια σειρά λόγων που δεν μπορούν να αναλυθούν σε αυτό το άρθρο- καθιστά πιο ισχυρή τη δεύτερη εκδοχή. Καπιταλιστικού χαρακτήρα σχηματισμοί, ακόμα και στη συντηρητική τους φάση, δηλαδή μετά την πρώτη ορμητική είσοδο στο ιστορικό προσκήνιο της αστικής τάξης ως ηγεμονικής δύναμης μπορούν και έχουν κατά καιρούς διαμορφώσει πεδία που η εργατική τάξη και εν γένει το μπλοκ των καταπιεζόμενων δυνάμεων μπορούν να αξιοποιήσουν προκειμένου να αναβαθμίσουν την πάλη τους.
Η μετάπτωση όμως ενός σχηματισμού σε αντιδραστική κατάσταση οδηγεί στην εσωτερική του σήψη και στην καταστροφή. Καταστροφή στην οποία οι εργαζόμενοι, οι νέοι, τα κοινωνικά κινήματα, το μπλοκ δυνάμεων που επιδιώκει ένα άλλο οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο δεν έχουν κανένα λόγο να είναι συμμέτοχοι.
Βεβαίως υπάρχει το ερώτημα: είναι ταυτόσημη η φύση και κυρίως η σημερινή θέση της ΕΕ με αυτήν της ΟΝΕ; Βεβαίως ο βαθύτερος χαρακτήρας τους είναι κοινός. Συνιστούν καπιταλιστικού χαρακτήρα ενώσεις που τείνουν προς την ίδια κατεύθυνση, ενοποίησης στο παραπάνω πλαίσιο. Ωστόσο, ενώ η ΕΕ διατηρεί πολιτικές διαδικασίες, κάποιες εκ των οποίων- οι ευρωεκλογές- είναι αστικοφιλελεύθερου χαρακτήρα και άρα μπορούν έστω εν μέρει να εκφράσουν τις κοινωνικές ζυμώσεις, η ΟΝΕ όχι μόνο δε διαθέτει τέτοιες διαδικασίες αλλά επιπλέον μετατρέπεται σε παράγοντα συρρίκνωσης του αστικοφιλελεύθερου χαρακτήρα των κρατών- μελών της.
Θα απαντήσει κανείς ότι πρόκειται για μια διαφορά του εποικοδομήματος και όχι της βάσης, των παραγωγικών σχέσεων. Ότι η ίδια η εξέλιξη του καπιταλισμού και των αντιφάσεών του, ιδίως δε της νεοφιλελεύθερης εκδοχής του οδηγεί στον αυταρχισμό, όπως και αν αυτός εκδηλώνεται.Όλα τα παραπάνω είναι σωστά. Δεν πρέπει όμως να μας διαφεύγουν ούτε η σημασία του εποικοδομήματος, κομβικό τμήμα του οποίου είναι οι πολιτικές διαδικασίες, ούτε η υποχρέωση του μπλοκ δυνάμεων που με επίκεντρο την εργατική τάξη παλεύει για άλλη πολιτική να αξιοποιεί προς όφελός του, το όποιο πολιτικό πεδίο δράσης ανοίγει το κατεστημένο, χωρίς και πάλι δογματικά να προσκολλάται σε αυτό.
Στην πραγματικότητα, στο ερώτημα μέσα ή έξω- ιδίως- από την ΟΝΕ αλλά ίσως και από την ΕΕ θα απαντήσουν οι ίδιοι αυτοί σχηματισμοί- αν και μπορεί βάσιμα να υποστηρίξει κανείς ότι έχουν απαντήσει ήδη: στις πρώτες μέρες που μια διακηρυγμένα- ίσως και μόνο διακηρυκτικά- αντιμνημονιακή, αντινεοφιλελεύθερη δύναμη θα κληθεί από κάποιο ευρωπαϊκό λαό να κυβερνήσει, το ευρωπαϊκό διευθυντήριο όπως τα μέχρι τώρα γεγονότα έχουν δείξει θα αποπειραθεί να πνίξει στην κούνια της όποια εναλλακτική, προοδευτική πολιτική, με όπλο το ευρώ.
Μπροστά σε μια τέτοια επιλογή, η ρήξη- σίγουρα με την ΟΝΕ- κάθε λαού που θεωρεί ότι δεν του ταιριάζει η υποτέλεια και η μακρόχρονη παρακμή αποτελεί επιλογή επιβίωσης.
*Πηγή: tvxs.gr
Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2013