Σάββατο 7 Ιουνίου 2014

Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές. Τρία καθοριστικά διλήμματα και οι πιθανές απαντήσεις τους, του Χριστόφορου Βερναρδάκη (RedNotebook)


Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές. Τρία καθοριστικά διλήμματα και οι πιθανές απαντήσεις τους, του Χριστόφορου Βερναρδάκη

Υπάρχουν τρία μεγάλα διλήμματα που απασχολούν τον ΣΥΡΙΖΑ, από τη συγκρότηση του εναίου κόμματος εδώ και ένα χρόνο έως και σήμερα, λίγες ημέρες μετά το τεστ των ευρωεκλογών και των δημοτικών/περιφερειακών εκλογών. Θα προσπαθήσω να τα απαντήσω όσο το δυνατόν πιο καθαρά. Δεν ξεκινώ κατ’ανάγκην από το σημαντικότερο, υπογραμμίζω όμως ότι και τα τρία έχουν μεγάλη μεταξύ τους συσχέτιση και αλληλεξάρτηση.
Δίλημμα Νο 1: Επιασε ο ΣΥΡΙΖΑ «ταβάνι» στην ευρωεκλογές ή όχι;
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι εξόχως κρίσιμη, γιατί συνεπάγεται μια αντίστοιχη εκλογική στρατηγική (βεβαίως, πολλές φορές  η «απάντηση» προϋπάρχει και «χρησιμοποιεί» τα στοιχεία κατά το δοκούν. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία).
Αν κάποιος απαντήσει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έπιασε «ταβάνι» μπορεί να δικαιολογήσει εύκολα μια στρατηγική «προσέλκυσης» μετριοπαθών ψηφοφόρων, επομένως μια προγραμματική μετακίνηση προς το «ρεαλισμό». Αν συμβεί αυτό τότε διαμορφώνεται μια οιονεί ενσωμάτωση του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα πλαίσιο ελεγχόμενης συναίνεσης με το κεντρικό πολιτικό σύστημα. Αυτή η αλυσίδα σκεπτικού αποτελεί σήμερα την κεντρική ερμηνευτική και πολιτική διαχείριση του εκλογικού αποτελέσματος που προβάλλει το «σύστημα διακυβέρνησης». Κεντρική στρατηγική του είναι να «σύρει» τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια τυπικά εκλογικίστικη στρατηγική, και εφόσον το καταφέρει, να εκμεταλλευτεί τις επιπτώσεις που θα έχει κάτι τέτοιο στο πρόγραμμα, την ιδεολογία και τη δομή του κόμματος προς όφελός του.
Το «σύστημα διακυβέρνησης» γνωρίζει κάτι που πολλές φορές και στο εσωτερικό ακόμα του ΣΥΡΙΖΑ υποτιμάται, ή αγνοείται. Η εκλογική έκρηξη του ΣΥΡΙΖΑ το 2012 και η σταθεροποίησή του το 2014 δεν συνέβη γιατί το κόμμα «μετακινήθηκε» προς κάποιο δυνητικό «κέντρο», αλλά για τον ακριβώς αντίθετο λόγο: Ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε να αναδειχτεί σε κυρίαρχο κόμμα όχι γιατί «μετακινήθηκε» προς το κέντρο, αλλά γιατί,  αντίθετα, με την ριζοσπαστική του δύναμη κατάφερε να «μετακινήσει» το ίδιο το κέντρο προς τα αριστερά.
Επιβάλλεται λοιπόν για το σύστημα να πιέσει τον ΣΥΡΙΖΑ στην ακριβώς αντίστροφη κίνηση. Να μετακινηθεί ο ίδιος προς το «κέντρο», γιατί αν δεν γίνει αυτό θα μετακινείται το «κέντρο» όλο και πιο αριστερά και το συγκρότημα εξουσίας θα χάνει και κοινωνικές προσβάσεις, αλλά και παραδοσιακές «τάξεις-στηρίγματα» που πάντοτε διέθετε (μεσαοστικά και μικροαστικά στρώματα).
Ο ΣΥΡΙΖΑ για να έχει στις σημερινές συνθήκες μια επιτυχημένη εκλογική και νικηφόρα στρατηγική οφείλει να κάνει το αντίθετο από αυτό που «σκέφτονται» οι οργανικοί διανοούμενοι του συστήματος. Καταρχήν πρέπει να γνωρίζει ότι το εύρος της εκλογικής του επιρροής βρίσκεται σήμερα, ακόμα, σε τροχιά ανόδου. Δεν έπιασε δηλαδή «ταβάνι». Οι ευρωεκλογές έδειξαν, πρώτον, τη σταθεροποίηση σε υψηλά ποσοστά της εκλογικής του δύναμης και, δεύτερον, τη σταθεροποίηση και εμβάθυνση της κοινωνικής διαστρωμάτωσης της ψήφου του. Και μάλιστα σε τύπο εκλογών β’τάξεως, δηλαδή σε εκλογές χωρίς διακύβευμα κυβέρνησης. Επομένως, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να σταθεροποιήσει και να εμβαθύνει την εκλογική γεωγραφία που σήμερα καταγράφει, και η οποία είναι μια εκλογική συμμαχία των μισθωτών και άνεργων στρωμάτων με τα μεσαία και μικροαστικά στρώματα που έχουν φτωχοποιηθεί. Είναι πολύ πιο εύκολο για τον ΣΥΡΙΖΑ να διευρύνει αυτήν την εκλογική κοινωνική συμμαχία και να της δώσει σαφές προγραμματικό και ιδεολογικό στίγμα, γιατί ξεκινά από θέση μεγάλης υπεροχής. Αντίθετα, με δεδομένες τις συνθήκες της έντονης ταξικής και ιδεολογικής πόλωσης που επικρατούν σήμερα στη χώρα, είναι εντελώς αδύνατον να αποκτήσει αξιόλογα εκλογικά ακροατήρια στα αστικά στρώματα, και πολύ δύσκολο να διευρύνει θεαματικά τις προσβάσεις του στα μεσοαστικά στρώματα. Επομένως, ο τρόπος για να κερδίσει τις εκλογές και να αυξήσει την εκλογική του δύναμη είναι να ενισχύσει τα ριζοσπαστικά και ανατρεπτικά του χαρακτηριστικά και να τα μορφοποιήσει σε ένα σαφές πολιτικό πρόγραμμα ανατροπής υπέρ των λαϊκών τάξεων.
Το συμπέρασμα των ευρωεκλογών είναι κατά τη γνώμη μου καθαρό. Δεδομένου ότι οι οικονομικές – κοινωνικές συνθήκες που δημιούργησε το Μνημόνιο όχι μόνο δεν έχουν αλλάξει προς το καλύτερο αλλά έχουν επιταθεί, η δέουσα στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ ώστε να κερδίσει τη μεγάλη πολιτική και κοινωνική πλειοψηφία δεν είναι να «κινηθεί» προς το «κέντρο», αλλά αντίθετα να παραμείνει προσηλωμένος στο πολιτικό του σχέδιο για μια μεγάλη ανατροπή των δεδομένων και να λειτουργήσει ως «κόμμα-μαγνήτης», ριζοσπαστικοποιώντας «κεντρώες» ή «κεντροαριστερές» ομάδες. Να μετακινήσει δηλαδή ολόκληρο το κέντρο βάρους του κομματικού συστήματος προς τα αριστερά, με άξονα ένα «καθαρό» πρόγραμμα, ταυτόχρονα, ανατρεπτικό και εφικτό.
Δίλημμα Νο 2:  Τι είναι όμως πιο συγκεκριμένα αυτό το «πρόγραμμα»; Πώς μπορεί να υπάρξει αυτή η σύνθεση «ανατρεπτικότητας» και «εφικτότητας» στις σημερινές συνθήκες;
Για να απαντηθεί το ερώτημα αυτό πρέπει να υπάρξει μια σοβαρή υπέρβαση του διλήμματος που ταλανίζει το σύνολο της Αριστεράς, προφανώς και τον ΣΥΡΙΖΑ: χρειάζεται κυβερνητικό πρόγραμμα, ναι ή όχι, και αν ναι τι είδους πρόγραμμα είναι αυτό, αν όχι με τι μπορεί να αντικατασταθεί; Στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, και γενικότερα στην κουλτούρα της Αριστεράς, συγκροτούνται πάνω στο ζήτημα αυτό –προφανώς με παραλλαγές και «πολυφωνίες»– δύο γενικές κουλτούρες.
Η πρώτη θεωρεί ότι το «πρόγραμμα» εξ’ορισμού σχεδόν αποτελεί μια «τεχνοκρατική» και «κυβερνητικίστικη» αντίληψη. Κατ’αυτήν, πρόγραμμα είναι τα κοινωνικά και κινηματικά αιτήματα, και κάθε άλλη προσέγγιση συνιστά «δεξιό ολίσθημα». Η αντίληψη αυτή είναι αρχαϊκή. Τείνει να υποτιμά καταρχήν το ρόλο του κόμματος ως «συλλογικού διανοούμενου των μαζών». Το κόμμα δεν είναι ένας απλός «μεταφραστής» ή «διαμεσολαβητής» των επιμέρους κοινωνικών αιτημάτων στο πολιτικό επίπεδο. Το κόμμα είναι ο οργανισμός που ενοποιεί και ολοκληρώνει τα επιμέρους αιτήματα σε πολιτικό πρόγραμμα, δηλαδή εναρμονίζει τις επιμέρους στοχεύσεις, ιεραρχεί προτεραιότητες στο χρόνο και στο χώρο, δημιουργεί εναλλακτικούς δρόμους ώστε να φτάσει στην υλοποίησή τους. Κι’αυτό γιατί «πρόγραμμα» σημαίνει ουσιαστικά διαδικασία συγκρότησης και εμβάθυνσης κοινωνικών συμμαχιών. Απαιτεί επομένως, συγκεκριμένες και «βαριές» ενδεχομένως γνώσεις για τις κοινωνικές διαστρωματώσεις, συγκεκριμένες ιδέες, αποτελεσματικότητα στην υλοποίηση, κουλτούρα διαχείρισης εργαλείων, κατάλληλο στελεχιακό δυναμικό και πολλά άλλα.
Η δεύτερη κουλτούρα εμφορείται θα έλεγε κανείς από την ακριβώς αντίθετη λογική. Το «πρόγραμμα» θεωρείται μεν απαραίτητο, αλλά εκλαμβάνεται ως ένα άθροισμα «κοστολογημένων» και «ρεαλιστικών» μέτρων. Στην αντίληψη αυτή κινδυνεύει πολλές φορές  να χαθεί το «μείζον» στρατηγικό διακύβευμα, ενώ η ανάγκη να ενσωματωθεί πλήρης και ισχυρή γνώση στη συγκρότηση του «προγράμματος» οδηγεί πολλές φορές στην υιοθέτηση μεθοδολογιών και ερωτημάτων του αντιπάλου. Στην ανάγκη να αναζητηθούν πρωτότυπες και έξυπνες λύσεις, υποβιβάζεται ο ρόλος του κόμματος και των κοινωνικών αιτημάτων / κινημάτων, επειδή θεωρούνται «κλασικής» ή παραδοσιακής αντίληψης. Η δεύτερη αυτή κουλτούρα είναι εκ διαμέτρου φαινομενικά αντίθετη από την πρώτη, ωστόσο μοιάζει πολύ μαζί της. Το «πρόγραμμα» θεωρείται γραμμικό άθροισμα παρεμβάσεων ή στόχων. Δεν συνδέεται με το ζήτημα των κοινωνικών συμμαχιών, όπως ακριβώς συμβαίνει και στην πρώτη κουλτούρα. Στην αντίληψη αυτή δεν είναι παρούσες οι κοινωνικές συμμαχίες, αλλά μόνον οι πολιτικές συμμαχίες, οι οποίες όμως εκτρέπονται εύκολα σε εκλογικισμό και τακτικισμό.
Σε ένα κόμμα όμως όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, το πρόβλημα δεν είναι οι διαφορετικές κουλτούρες ή απόψεις. Το μεγάλο πρόβλημα του «κόμματος» δεν είναι οι διαφορές, αλλά η «πολιτικοποίηση» των διαφορών. Η σαφής δηλαδή συναίσθηση και της συμφωνίας και της διαφωνίας, οι ακριβείς εννοιολογήσεις που πιθανόν υποκρύπτονται. Με άλλα λόγια, το πρόβλημα σήμερα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι άλλοι μεν συμφωνούν διαφωνώντας και άλλοι διαφωνούν συμφωνώντας. Αλλά σοβαρή σύνθεση και επομένως στρατηγική και τακτική δεν παράγεται υπό αυτές τις συνθήκες.
Ας διευκρινίσουμε λοιπόν ορισμένα απλά ζητήματα, με την ελπίδα να αναπροσαρμοστεί η συζήτηση. «Πρόγραμμα» δεν υπάρχει χωρίς την υλική δράση των μαζών. Επομένως τα κοινωνικά αιτήματα είναι παρόντα και οι κοινωνικές δυναμικές απαραίτητες. «Πρόγραμμα» δεν είναι ένα άθροισμα παρεμβάσεων και προτάσεων, πρόγραμμα είναι η υλική αποτύπωση των κοινωνικών συμμαχιών που εκφράζει ένα κόμμα. Χωρίς αυτή τη άμεση σχέση πολύ απλά είτε δεν υπάρχει οργανισμός είτε μεταβάλλεται σε ένα άμορφο σχήμα. Π.χ. δεν είναι δυνατόν μια Κυβέρνηση της Αριστεράς (που στηρίζεται στην κοινωνική συμμαχία των λαϊκών και μεσαίων τάξεων) να μην «κόψει το λαιμό» της για να αυξήσει τον κατώτατο μισθό και την κατώτατη σύνταξη, ανεξαρτήτως αν είναι «κοστολογημένο» ή όχι και ανεξαρτήτως αν θα έχει άλλου είδους κόστος ή όχι. Είναι άλλο πράγμα – και επιβάλλεται – να βρεις μεθοδολογικά και γνωστικά εργαλεία ώστε να μπορείς να εφαρμόζεις καλύτερα τις πολιτικές σου και άλλο πράγμα να μην τις εφαρμόζεις γιατί δεν βρήκες ακόμα τα κατάλληλα εργαλεία ή τις «συνθήκες».
Βεβαίως, επίσης, «πρόγραμμα» είναι και μια συνεκτική δομή μέτρων και αποφάσεων, ιεραρχημένων ανάλογα με τις κοινωνικές ανάγκες και «απλωμένων» στο χρόνο, ανάλογα με τη δυνατότητα άμεσης εφαρμογής τους. Το συμπέρασμα είναι σχετικά απλό. Το κυβερνητικό «πρόγραμμα» του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να έχει δύο στοιχεία, άρρηκτα όμως μεταξύ τους: ανατρεπτικότητα και εφικτότητα, εφικτότητα και ανατρεπτικότητα. Οχι το ένα χωρίς το άλλο. Δεν μπορείς να έχεις ανατρεπτικότητα χωρίς εφικτότητα (διότι δεν θα απαντάς στις κοινωνικές σου δυνάμεις και στα άμεσα προβλήματά τους, άρα θα καταρρεύσεις), αλλά, επίσης, δεν μπορείς να έχεις εφικτότητα χωρίς ανατρεπτικότητα (διότι τότε καθίστασαι ένας «διαχειριστής», ένας φορέας άνευ χρησιμότητας για τις κοινωνικές δυνάμεις που εκπροσωπείς).
Δίλημμα Νο 3: Και τι θα γίνει με την ανάγκη διαμόρφωσης «πολιτικών συμμαχιών»;
Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να πορευτεί «μόνος του» στο κομματικό σύστημα; Δεν έχει αυτονόητα ανάγκη από πολιτικές συμμαχίες;
Στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ το ζήτημα αυτό απαντάται με δύο τρόπους, ή καλύτερα με δύο παραλλαγές. Η πρώτη παραλλαγή είναι η «στενότερη». Κατ’αυτήν χρειάζεται μια πολιτική συμμαχία, ένα «μέτωπο» των κομμάτων της Αριστεράς, δηλαδή του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η δεύτερη παραλλαγή είναι η «πλατύτερη». Κατ’αυτήν χρειάζεται μια συμπόρευση που ξεκινά από την «αριστερή σοσιαλδημοκρατία» και φτάνει μέχρι την άκρα αριστερά.  Φαινομενικώς η διαφορά τους είναι διαφορά εύρους. Ωστόσο και στις δύο παραλλαγές έχω τη γνώμη ότι γίνονται σημαντικές «αφαιρέσεις».
Η πρώτη προσέγγιση αυτή είναι μεν θεωρητικώς σωστή, αλλά πρακτικώς ανέφικτη και αναποτελεσματική. Είναι σωστή η ιδέα μιας συμπόρευσης της αριστεράς, όμως η υλική πραγματικότητα είναι διαφορετική. Το ΚΚΕ ως ηγετική ομάδα και ως ιστορική γραφειοκρατία, για λόγους που δεν είναι της ώρας αλλά που κάποτε πρέπει να συζητηθούν πολύ σοβαρά, αποτελεί οργανικό τμήμα του πολιτικού συστήματος. Συνειδητά και συνεκτικά αφίσταται κάθε ιδέας και κάθε δράσης μετωπικής ρήξης με το σύστημα. Οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι σαφώς πολύ πιο σύμμαχες δυνάμεις, αλλά ακόμα – δυστυχώς – ισχνές στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο. Επομένως, η παραλλαγή αυτή δεν απαντά εμπράκτως στην ανάγκη πολιτικών συμμαχιών.
Η δεύτερη παραλλαγή είναι σαφώς πιο «κοντά» στην πραγματικότητα των υλικών πολιτικών συσχετισμών, όμως απαντά στο πρόβλημα πολλές φορές με όρους «τακτικής».  Εϊναι προφανής, π.χ, η ανάγκη πολιτικής συμμαχίας με την «αριστερή σοσιαλδημοκρατία», όμως όρος για να συμβεί κάτι τέτοιο είναι να βαθαίνει ολοένα και περισσότερο το ρήγμα στο εσωτερικό της ευρύτερης «σοσιαλδημοκρατίας» ή της «κεντροαριστεράς». Να διαχωρίζεται δηλαδή η «αριστερή σοσιαλδημοκρατία» από την καθεστωτική πολιτική ελίτ και από τη σοσιαλφιλελεύθερη ηγεσία. Και ο τρόπος για να βαθαίνει το ρήγμα δεν είναι τόσο μια κεντρική πολιτική συμπόρευση κάποιων προσώπων με τον ΣΥΡΙΖΑ (χρήσιμο οπωσδήποτε, αλλά όχι αρκετό) όσο η συγκρότηση της «αριστερής σοσιαλδημοκρατίας» σε ένα διακριτό πολιτικό χώρο που θα λειτουργεί συμμαχικά με τον ΣΥΡΙΖΑ και θα λειτουργεί αποτρεπτικά στις απόπειρες συγκρότησης ή ενοποίησης ή ανασύνταξης του χώρου αυτού. Το ίδιο πράγμα θα έπρεπε ο ΣΥΡΙΖΑ να «πριμοδοτήσει» ακόμα και στο χώρο της «κεντροδεξιάς». Να υποβοηθήσει δηλαδή τη συγκρότηση «σχημάτων» που θα αφαιρούν πολιτική και κομματική νομιμοποίηση από τη ΝΔ και την ακροδεξιά και θα αποτελούν δυνητικούς συμμάχους, έστω και «μιας χρήσης» (π.χ. στη διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων ή στην αποτροπή της ιδιωτικοποίησης των παραλιών ή του νερού, κλπ).
Ας θυμηθούμε ότι το «σύστημα» τέσσερα χρόνια τώρα «φυτεύει» πολιτικά κόμματα «δεξιά» και «αριστερά», μόνο και μόνο για να αφαιρέσει «αέρα» από τον ΣΥΡΙΖΑ και να αυξάνει την πολιτική του «απομόνωση». Εχει έρθει η ώρα ο ΣΥΡΙΖΑ να τους «γυρίσει» το παιχνίδι.
Ομως, ας μην το ξεχνάμε στιγμή: των πολιτικών συμμαχιών προηγούνται πάντοτε οι κοινωνικές συμμαχίες. Και εκεί η ένταση της δουλειάς του ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτή τη στιγμή απολύτως επείγουσα.
Φωτογραφία: Άγγελος Καλοδούκας

Παρασκευή 30 Μαΐου 2014



ΗΡΘΕ Η ΩΡΑ,
Η ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΤΗΣ ΒΙΛΑΣ ΙΟΛΑ  ΝΑ ΕΧΕΙ ΑΙΣΙΟ ΤΕΛΟΣ

ΝΑ  ΘΥΜΗΘΟΥΜΕ  ΤΟ  ΙΣΤΟΡΙΚΟ
·        Το 1997, μετά και από κινητοποίηση των κατοίκων, το θέμα ανακινείται από το Δήμαρχο †Στ. Κώτση και τον υπεύθυνο του Πν. Κέντρου †Δ. Χατζή, με στόχο την προστασία του χώρου, τη διάσωσή του και την αξιοποίησή του για στέγαση των πολιτιστικών δραστηριοτήτων του Δήμου, προς δύο κατευθύνσεις:
1.      για τη κήρυξη του ακινήτου ως Διατηρητέου (ΦΕΚ 840 Β΄/12-8-1998) και
2.      για την Τροποποίηση με χαρακτηρισμό του χώρου ως Κέντρο Πολιτιστικών Δραστηριοτήτων (ΦΕΚ 541 Δ΄/31-8-2000)
·        Το Μάρτιο του 2000 εμφανίζεται ο εργολάβος κ. Γεωργίου, τον οποίο ο Δήμος  με εξώδικο του κοινοποίησε την απόφαση του  Διατηρητέου (ΦΕΚ 840 Β΄/12-8-98) και την απόφαση για την Αναστολή (ΦΕΚ 8/19-1-2000) επί ένα χρόνο της έκδοσης οικοδομικών αδειών και εκτέλεσης οικοδομικών Εργασιών εν όψει της Τροποποίησης του σχεδίου.
·        στις 31-8-2000 δημοσιεύεται η Τροποποίηση του σχεδίου
·        στις 4-10-2000 το Δημοτικό συμβούλιο αποφασίζει για τη λήψη δανείου 1,2 δις δραχμών (αντικειμενική αξία του κτήματος τότε περίπου 700.000.000 δρχ.) προκειμένου να προχωρήσει στην απαλλοτρίωση του ακινήτου. Ακολουθεί μια περίοδος σχετικής αδράνειας από μεριάς του Δήμου, που οφείλετο και στην ασθένεια του δημάρχου Στ. Κώτση τον Νοέμβριο του 2000 και που τελικά τον κατέβαλλε στις 29-5-01.
·        Παρ’ όλα αυτά, και συγκεκριμένα στις 13-10-2000 (!) ο κ. Γεωργίου, προχωρά στην αγορά του μισού ακινήτου από τη μια κληρονόμο έναντι του εξευτελιστικού ποσού των 207.949.173 δρχ. και μαζί με την άλλη κληρονόμο, καταθέτουν εκπρόθεσμα στις 12-12-2000, αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του ΣτΕ (Ε΄7243/2000), με την οποία ζητούν από τότε, την ακύρωση του Διατάγματος Τροποποίησης, η οποία μετά από πολλές αναβολές τελικά απορρίφθηκε στις 1-12-04.
·        το Δημ. Συμβούλιο στις 25-4-01 αποφασίζει την κήρυξη της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης του ακινήτου
·        Στη συνέχεια όμως (μετά από παρέμβαση του δημάρχου Β. Γιαννακόπουλου στον Ε. Βενιζέλο) εκδηλώνεται πρόθεση (;) από το Υπουργείο Πολιτισμού (ΥΠ.ΠΟ.) για απαλλοτρίωση και αξιοποίηση του κτήματος Ιόλα για τις ανάγκες της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας, την οποία ο Δήμος αποδέχεται, πρόθεση η οποία ως γνωστόν ποτέ δεν υλοποιήθηκε και μας έβαλε σε μια νέα περιπέτεια.

Είναι λοιπόν σαφές ότι ο κ. Σπ. Γεωργίου αγόρασε, έχοντας πλήρη γνώση ότι το ακίνητο βαρύνεται με διατηρητέο μνημείο και ότι με τροποποίηση είναι  χαρακτηρισμένο ως «Κέντρο Πολιτιστικών Δραστηριοτήτων του Δήμου Αγίας  Παρασκευής» και πρόκειται να απαλλοτριωθεί για το σκοπό αυτό. Ακόμα και όταν κηρύχτηκε η απαλλοτρίωση από το ΥΠ.ΠΟ. το 2002, το ακίνητο δεν ανήκε όλο στον κ. Γεωργίου. Συγκεκριμένα ο κ. Σπ. Γεωργίου, έγινε κύριος του υπόλοιπου μισού ακίνητου το 2004. Ο λόγος που το αγόρασε και προέβη εν γνώσει του σε μια επισφαλή (;) επένδυση, είναι προφανής… Το τίμημα που κατέβαλλε και που φαίνεται από τα συμβόλαια, ήταν τόσο εξευτελιστικό, πολύ κάτω και από την αντικειμενική αξία του ακινήτου, ώστε σε οποιαδήποτε περίπτωση να του επιτρέπει μια πάρα πολύ κερδοφόρα επένδυση.

Ο λόγος τώρα στη νέα δημοτική Αρχή, που παρά τα λάθη και τις παραλείψεις των προηγούμενων, μπορεί  με την στήριξη των κατοίκων να βρει τον τρόπο, απόκτησης του πολύτιμου αυτού χώρου. Και η συνεργασία με την Περιφέρεια, (όπου με το πλεόνασμα του κου Σγουρού υπάρχουν λιμνάζοντα κονδύλια 100δων εκατομμυρίων,  πολλά εκ των οποίων προορίζονται για εξυπηρέτηση διαφόρων Π.Α.Ε.) μπορεί να δώσει άμεση λύση στο χρονίζον αυτό αίτημα της πόλης μας.
29-5-2014

Πέμπτη 29 Μαΐου 2014



ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΥΠΟΥ Ο.Μ. ΣΥΡΙΖΑ ΑΓ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ

Η Οργάνωση Μελών ΣΥΡΙΖΑ Αγ. Παρασκευής χαιρετίζει την εκλογή του συνδυασμού Νίκη των Πολιτών με επικεφαλής τον Γιάννη Σταθόπουλο και εύχεται στα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου καλή επιτυχία στο έργο τους.
Η εκλογική αναμέτρηση για τις δημοτικές, αλλά και για τις περιφερειακές εκλογές και τις ευρωεκλογές κινητοποίησε το σύνολο των δυνάμεων της Οργάνωσης και των φίλων αυτής. Το εκλογικό αποτέλεσμα στις τρεις αναμετρήσεις δικαίωσε τον αγώνα μας και τις προσδοκίες μας.
Η αλλαγή στην Αγ. Παρασκευή έγινε και είναι αποτέλεσμα της ώριμης ανάγκης για ανατροπή του χρόνιου τέλματος που επέβαλαν οι προηγούμενες συντηρητικές διοικήσεις του Δήμου.
Δυστυχώς η απερχόμενη Δημοτική Αρχή της πόλης με την απαράδεκτη μετεκλογική της ανακοίνωση εμφανίζεται να μην ξέρει να χάνει. Αναφέρεται σε «υπόγειες διαδρομές» και αντιμετωπίζει τους πολίτες σαν κοπάδι ανόητων ανθρώπων  χωρίς βούληση και κριτήριο, ποδηγετούμενων από τις ηγεσίες των κομμάτων και των διάφορων παραγόντων και οικογενειών. Κρίνουν εξ΄ιδίων τα αλλότρια.

Το αποτέλεσμα των εκλογών σηματοδοτεί μια νέα αρχή, αλλά και την ανάγκη για ενεργοποίηση και συμμετοχή των πολιτών.
Ήμασταν και θα συνεχίσουμε να είμαστε  παρόντες σε κάθε αγώνα για τα τοπικά και γενικότερα προβλήματα της κοινωνίας μας.

Σάββατο 24 Μαΐου 2014

ΔΕΚΑΛΕΠΤΟ ΣΥΡΙΖΑ ΓΙΑ ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ

http://syriza.eu/index.php/campain/flyersss/videos/play/25-2014-05-20-15-35-15?tmpl=component
 
Αυτό είναι το ΔΕΚΑΛΕΠΤΟ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ. Είναι η συμπύκνωση όλης μας της προεκλογικής 
καμπάνιας και είναι πολύ δυνατό.
 ΑΣ ΤΟ ΠΡΟΩΘΗΣΟΥΜΕ ΠΑΝΤΟΥ!
 
ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΨΗΦΙΖΟΥΜΕ ΣΥΡΙΖΑ 
ΓΙΑ ΝΑ ΦΥΓΟΥΝ! 
 

Παρασκευή 23 Μαΐου 2014


ΟΙ ΤΡΙΠΛΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΚΑΙ Ο ΔΗΜΟΣ ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ
Αγαπητοί/ές συντοπίτες/ισσες, οι επιλογές του ελληνικού λαού στις εκλογές της Κυριακής θα είναι καθοριστικής σημασίας τόσο για την Ευρώπη, όσο και για την χώρα αλλά ακόμα και για την τοπική κοινωνία μας, το δικό μας Δήμο. Για πρώτη φορά ίσως, η πανουργία του πολιτικού συστήματος αλλά και οι εξόφθαλμα αντιδημοκρατικοί χειρισμοί της κυβέρνησης αναδεικνύουν την ευρωπαϊκή διάσταση μέσα από την τοπική κλίμακα και το τοπικό πρόβλημα μέσα από την απομάκρυνση των καταπιεστικών και καταστροφικών πολιτικών του μνημονίου και των ευρωπαϊκών ελίτ. Ας εξηγηθούμε όμως καλύτερα:
Τι οδήγησε την κυβέρνηση αλλά και την ευρωπαϊκή εξουσία να επιλέξουν τον πλέον ακατάλληλο μήνα Μάιο για εκλογές; (οι δημοτικές εκλογές παραδοσιακά γίνονται κάθε Οκτώβριο, ενώ οι ευρωεκλογές κάθε Ιούνιο) και τον καινοφανή συνδυασμό αυτοδιοικητικών εκλογών και ευρωεκλογών και μάλιστα με την τοποθέτηση των ευρωεκλογών στο δεύτερο γύρο των τοπικών; Μα η ανοικτή πριμοδότηση της αποχής, το θόλωμα της πολιτικής κρίσης του απλού ανθρώπου, η πλήρης κομματικοποίηση των τοπικών εκλογών και η εξουδετέρωση της κοινωνικής δυσαρέσκειας.
Θα τους το επιτρέψεις;
Τι μέρα ξημερώνει την επομένη των εκλογών για την τοπική αυτοδιοίκηση; Οι δήμαρχοι και τα δημοτικά συμβούλια του Σεπτεμβρίου του 2014 θα παραλάβουν εντελώς διαφορετικούς δήμους από αυτούς που παρελήφθησαν την προηγούμενη φορά, την 1η Ιανουαρίου του 2011. Ο «Καλλικράτης» φόρτωσε με διακόσιες και πλέον νέες αρμοδιότητες την τοπική αυτοδιοίκηση και περιόρισε τους πόρους κατά 60%. Το προσωπικό των δήμων μειώθηκε κατά 12% και οι μισθοδοτικές δαπάνες κατά 28% (περισσότερο από κάθε άλλη δημόσια υπηρεσία). Το «επενδυτικό» πρόγραμμα ενός δήμου σαν την Αγία Παρασκευή, θα είναι μηδαμινό και θα επαρκεί μόνο για κάποιες επιδιορθώσεις και συντηρήσεις.
Θα τους αφήσεις να μετατρέψουν την αυτοδιοίκηση σε ετεροδιοίκηση;
Και με τόσα λίγα χρήματα τι θα μπορούν να κάνουν οι δήμοι; Πώς θα τα διαχειριστούν; Την απάντηση τη δίνει ο νυν και εκ νέου υποψήφιος δήμαρχος κος Ζορμπάς. Θα συνεχίσει να «νοικοκυρεύει» τα οικονομικά του Δήμου. Βέβαια, ξεχνάει ότι το να φανείς «νοικοκύρης» χωρίς λεφτά είναι ένα πάρα πολύ εύκολο πράγμα: Δεν κάνεις απολύτως τίποτα και απλώς εφαρμόζεις τις πολιτικές του μνημονίου. Όμως, ας μας εξηγήσει ο κος Ζορμπάς και το επιτελείο του πως συμβιβάζεται η «νοικοκυρεμένη» πολιτική του με το κάλεσμα που κάνει στους πρώην «ανοικοκύρευτους», που οδήγησαν τον Δήμο σε ελλειμματική λειτουργία (δες το πρόγραμμα του κου Ζορμπά  που διαπιστώνει έλλειμμα 5,3 εκ € το 2010). Πώς θα δεχθούν ξαφνικά εκείνοι που αυτός αποκαλούσε «ανοικοκύρευτους» να τον στηρίξουν;
Τέλος, φαίνεται ότι η «νοικοκυροσύνη» συνάδει με το κάλεσμα των «παλαιών» οικογενειών της Αγίας Παρασκευής σε «συστράτευση». Μάλιστα! Η «παλαιά» οικογένεια στη θέση του πολίτη, του απλού κατοίκου, του δημότη. Ο κος Ζορμπάς δεν απευθύνεται στους δημότες της πόλης απευθύνεται στις «παλαιές» οικογένειες. Αυτό και μόνο δεν είναι λόγος ανησυχίας για την εικόνα της πολιτικής διοίκησης του Δήμου την επόμενη πενταετία; Θα το αφήσουμε να γίνει, ειδικότερα όταν η παράταξη του νυν δημάρχου εγκολπώνει ό,τι πιο ακραία συντηρητικό στις τάξεις της; 
Την Κυριακή 25 Μαΐου πρέπει να αποτρέψουμε τη διάλυση του Δήμου
και να ενισχύσουμε τη δημοκρατία τον πλουραλισμό και την πολυφωνία.
Ας μιλήσουμε επιτέλους με όρους μέλλοντος και όχι παρελθόντος.

Τετάρτη 21 Μαΐου 2014

28 ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΣΤΟ Β' ΓΥΡΟ ΤΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΕΚΛΟΓΩΝ

24 ΕΞ ΑΥΤΩΝ ΕΙΧΑΝ ΣΤΟΝ Α'  ΓΥΡΟ ΤΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΚΑΙ 4 ΤΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΤΟΥ ΚΚΕ

ΟΛΟΙ/ΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΝΙΚΗ ΤΟΥΣ


Στον β' γύρο των δημοτικών εκλογών πέρασαν συνολικά 28 υποψήφιοι δήμαρχοι οι οποίοι είχαν στον α' γύρο τη στήριξη κομμάτων της Αριστεράς και οι οποίοι μάχονται με υποψηφίους της αντίπερα όχθης, που εμφανίζονται με διάφορα προσωπεία.

Συγκεκριμένα στο β'  γύρο δίνουν τη μάχη 24 υποψήφιοι δήμαρχοι που είχαν τη στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ και 4 υποψήφιοι δήμαρχοι που στον α'  γύρο είχαν τη στήριξη του ΚΚΕ.


Καλούμε όλους τους πολίτες, πρώτα απ΄όλα τις αριστερές δυνάμεις και ιδιαίτερα τον κόσμο της Αριστεράς, να στηρίξουν για το καλό των Δήμων με όλες τους τις δυνάμεις, τους ως άνω υποψήφιους της Αριστεράς ανεξαρτήτως χρώματος και επί μέρους διαφορών.


Είναι πολύ θετικό οτι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη πάρει θέση υπέρ των υποψηφίων δημάρχων που στηρίχθηκαν από το ΚΚΕ στον α΄ γύρο.

Το ίδιο καλούμε να κάνουν και οι άλλες δυνάμεις της Αριστεράς και πρώτα απ΄ όλα το ΚΚΕ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το ΣΧΕΔΙΟ-Β.

Οπως καλούμε όλες τις δυνάμεις της Αριστεράς και τον αριστερό κόσμο να στηρίξουν τους 4 υποψήφιους περιφερειάρχες που δίνουν τη μάχη του β'  γύρου και στον α'  γύρο υποστηρίχθηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ.


Ανεξαρτήτως, όμως, της τοποθέτησης των ηγεσιών των κομμάτων της Αριστεράς, ο αριστερός κόσμος καλείται να δώσει ο ίδιος πρωτοπόρο παράδειγμα και να επιδείξει στο β' γύρο στάση αριστερής αλληλεγγύης.
Σήμερα το αριστερό μέτωπο είναι πιο αναγκαίο από ποτέ.

Συγκεκριμένα οι υποψήφιοι δήμαρχοι που πέρασαν στο β'  γύρο των δημοτικών εκλογών και στον α'  γύρο στηρίχθηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι οι εξής:

- Γαβ. Σακελλαρίδης, υποψήφιος δήμαρχος Αθήνας
- Ηρ. Γκότσης, υποψήφιος δήμαρχος Ν. Ιωνίας
- Χρ. Κορτζίδης, υποψήφιος δήμαρχος Ελληνικού
- Α. Βασιλόπουλος, υποψήφιος δήμαρχος Φιλαδέλφειας -Χαλκηδόνας
- Κ. Δρακονταειδής, υποψήφιος δήμαρχος Λευκάδας
- Χρ. Βρεττάκος, υποψήφιος δήμαρχος Κερατσινίου - Δραπετσώνας
- Απ. Καλογιάννης, υποψήφιος δήμαρχος Λάρισας
- Γρ. Κατωπόδης, υποψήφιος δήμαρχος Βύρωνα
- Τίνα Καφατσάκη, υποψήφια δήμαρχος Ζωγράφου
- Γ. Κοντόσταυλος, υποψήφιος δήμαρχος Καισαριανής
- Αρ. Κρεμμύδας, υποψήφιος δήμαρχος Μοσχάτου - Ταύρου
- Ι. Λαγουδάκης, υποψήφιος δήμαρχος Περάματος
- Δ. Μπίρμπας, υποψήφιος δήμαρχος Αιγάλεω
- Κ. Νικολούζος, υποψήφιος δήμαρχος Κέρκυρας
- Μ. Πατσιαντάς, υποψήφιος δήμαρχος Βόλου
- Γ. Πούλου, υποψήφια δήμαρχος Λιβαδειάς
- Σ. Ρούσσος, υποψήφιος δήμαρχος Χαλανδρίου
- Γ. Σταθόπουλος, υποψήφιος δήμαρχος  Αγ. Παρασκευής
- Χρίστος Κοκοτίνης , υποψήφιος δήμαρχος Ηλιούπολης - Γεώργιος Κομματάς, υποψ. δήμαρχος Aγ Αναργύρων
- Θανάσης Πανωλιάσκος, υποψ. δήμαρχος Μάνδρας
- Μανώλης Λαμτζίδης, υποψ. δήμαρχος Καλαμαριάς
- Χρήστος Γιαννούλης, υποψ. δήμαρχος Κατερίνης
- Λευτέρης Ιωαννίδης, υποψ. δήμαρχος Κοζάνης
- Παναγιώτης Σαρχώσης, υποψ. δήμαρχος Τυρνάβου
Οι υποψήφιοι δήμαρχοι που πέρασαν στο β' γύρο και στον α'  γύρο στηρίχθηκαν από το ΚΚΕ ειναι οι ακόλουθοι:
- Κ. Πελετίδης, υποψήφιος δήμαρχος Πάτρας
- Μ. Σελέκος, υποψήφιος δήμαρχος Χαιδαρίου
- Στ. Σταμούλος, υποψήφιος δήμαρχος Ικαρίας
- Β. Σίμος, υποψήφιος δήμαρχος Πετρούπολης
Οι υποψήφιοι περιφερειάρχες που πέρασαν στο β΄ γύρο και στον α' γύρο στηρίχθηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι οι ακόλουθοι:
- Ρένα Δούρου, υποψήφια περιφερειάρχης Αττικής
- Θ. Γαλιατσάτος, υποψήφιος περιφερειάρχης Ιονίων Νήσων
- Β. Αποστόλου, υποψήφιος περιφερειάρχης Στ. Ελλάδας
- Οδ. Βουδούρης, υποψήφιος περιφερειάρχης Πελοποννήσου